Αγορά σωμάτων

Της Μαριάντζελα Μιανίτι

Στην ευτυχή αφήγηση της απόκτησης γονικής ιδιότητας μέσω παρένθετης κύησης δεν έχουν γίνει παρά ελάχιστες νύξεις σε ένα σημαντικό κομμάτι του ζητήματος, εκείνο του σταδίου που προηγείται της εμφύτευσης του εμβρύου. Το στάδιο αυτό δεν είναι διόλου ασήμαντο γιατί αφορά την επιλογή και την αγορά του γενετικού υλικού, που χρησιμεύει στη δημιουργία της νέας ζωής, δηλαδή του σπέρματος και των ωαρίων, τα οποία καθίστανται θεμελιώδη ακριβώς επειδή καθορίζουν τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου. Η επιλογή τόσο αυτών των δωρητών όσο και της φέρουσας τη μήτρα έχει κόστος που κυμαίνεται σύμφωνα με οικονομικά και γεωγραφικά κριτήρια,  παρόμοια με εκείνα των κινήσεων των χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων.

Τιμές σύμφωνα με οικονομική γεωγραφία

Το να αποκαλεί κανείς δωρεά την παρένθετη μητρότητα αποτελεί ευφημισμό επειδή κατ’ ουσία πρόκειται για μια κανονική αγορά που έχει τιμολόγια, ζήτηση και προσφορά, συμβόλαια, μάρκετινγκ και μεσάζοντες, όπως συμβαίνει σε οποιαδήποτε εμπορική συναλλαγή ή ανταλλαγή παροχών.  Η εισβολή του λεξιλογίου και της νοοτροπίας του μάρκετινγκ στην αγορά σωμάτων, γιατί περί αυτού πρόκειται, έχει ήδη συμβεί. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς τα σλόγκαν συγκεκριμένων εταιρειών, τα οποία μιμούνται τις καμπάνιες προώθησης ταξιδιών χαμηλού κόστους, όπως πακέτο «Bimbo in braccio» [Μωρό στην αγκαλιά], πακέτο «Surrogacy» [Παρένθετης Μητρότητας] και πακέτο «Economy Plus», τα οποία καθορίζουν διαφορετικές τιμές ανάλογα με τις απόπειρες γονιμοποίησης και τις προθεσμίες καταβολής της πληρωμής.
Σε αυτή την αγοροπωλησία, το εμπόρευμα με το χαμηλότερο κόστος είναι το σπέρμα. Από τις λίγες εκατοντάδες δολάρια, που ζητά ισραηλινή εταιρεία, έως και τις διαφορετικές τιμές που πληρώνει μια ρωσική εταιρεία ανάλογα με την εθνικότητα του δωρητή/πωλητή. Για την ίδια ποσότητα σπέρματος δίνονται λιγότερα από 200 ευρώ αν ο δωρητής είναι Ρώσος, ενώ περισσότερα από 800 ευρώ αν είναι Δανός ή Σουηδός. Το ίδιο συμβαίνει και με τις δωρήτριες ωαρίων. Στις Η.Π.Α, όπου μια δωρεά ωαρίων κοστολογείται κατά μέσο όρο από 10 έως 15 χιλιάδες δολάρια, αν η δωρήτρια είναι ψηλή, ξανθιά και φοίτησε στο Χάρβαρντ μπορεί να αξιώσει μια πολύ υψηλότερη τιμή σε σχέση με μια γυναίκα χωρίς πτυχίο.
Αλλά και οι τιμές για τις φέρουσες τη μήτρα προσαρμόζονται σύμφωνα με μια οικονομική γεωγραφία. Μια αμερικανίδα λαμβάνει έως και 30 χιλιάδες δολάρια, μια ινδή λιγότερο από 5 χιλιάδες δολάρια ενώ μια ουκρανή 10 χιλιάδες δολάρια περίπου. Μια ματιά στο πλήρες κόστος της διαδικασίας αρκεί για να πάρει κανείς μια ιδέα για το πώς κινείται αυτή η επιχείρηση. Στις Η.Π.Α το πλήρες κόστος μιας παρένθετης μητρότητας μπορεί να φτάσει τις 150 με 200 χιλιάδες δολάρια, στην Ουκρανία τις 30 με 50 χιλιάδες, στη Ρωσία τις 30 με 65 χιλιάδες δολάρια. Και είναι κι εκείνοι που για να προσφέρουν ανταγωνιστικές τιμές οργανώνονται με κριτήρια ίδια με αυτά της μετακίνησης κεφαλαίων. Προκύπτουν  έτσι αμερικανικές εταιρείες που καταφεύγουν σε μεξικανές φέρουσες τη μήτρα ή ισραηλινές εταιρείες που προσφέρουν σπερματέγχυση στις Η.Π.Α κι έπειτα μεταφέρουν τα κατεψυγμένα έμβρυα στο Νεπάλ όπου εμφυτεύονται στην μήτρα ινδών γυναικών, για λόγους οικονομίας.

Αναπτυσσόμενη αγορά

Στο «Clinical Labor» [Κλινικό Εργαστήριο], βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2014, οι αυστραλές ερευνήτριες Melinda Cooper και Catherine Waldby αναλύουν τις νέες μορφές βιοοικονομικής εργασίας, όπως η παρένθετη μητρότητα. Εξετάζουν πώς η αγορά της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αναπτύσσεται όλο και περισσότερο, επεκτεινόμενη σε υπηρεσίες και τομείς της βιοϊατρικής βιομηχανίας. Παρατηρούν πώς το κλινικό εργαστήριο καθίσταται όλο και πιο αντιπροσωπευτικό των νεοφιλελεύθερων οικονομιών του 21ου αιώνα.
Υπάρχουν κάποιοι που για να πληρώσουν για μια διαδικασία σαν αυτή πουλούν όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία, αν έχουν, ή ζητούν δάνειο. Από την άλλη υπάρχουν και γυναίκες που υποβάλλονται σε ορμονικές θεραπείες και σε μια εγκυμοσύνη για λογαριασμό τρίτων, ώστε να αγοράσουν ένα σπίτι ή να πληρώσουν το πανεπιστήμιο των παιδιών τους. Ταυτόχρονα γιατροί, κλινικές, εταιρείες, ασφαλιστικές, νοσοκομεία και δικηγόροι βλέπουν τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς να φουσκώνουν. Στη μέση στέκεται η επιθυμία για απόκτηση ενός παιδιού. Είναι όμως πραγματικά αμφίβολο κατά πόσο μια τέτοια απαίτηση έχει και το δικαίωμα να γίνει αποδεκτή με κάθε κόστος, κυριολεκτικά μιλώντας.

Μετάφραση από το Μανιφέστο:
Βαρβάρα Κυριλλίδου

Αναδημοσίευση από εφημερίδα Εποχή, 11-4-2016