Με αφορμή το Πάσχα: Τι λένε κάποιοι πατέρες της εκκλησίας για τις γυναίκες

Στο εκτενέστατο άρθρο «Θρησκευτικός μισογυνισμός και πατριαρχική εξουσία» του Κώστα Λάμπου, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο TVXS και αναφέρεται σε όλες τις μεγάλες θρησκείες, αναφέρονται κάποια εδάφια που έχουν γράψει χριστιανοί ιεράρχες για τις γυναίκες. Αν και οι αναλύσεις του συγγραφέα χρήζουν μεγάλης συζήτησης, τα εδάφια αυτά μας θυμίζουν όχι μόνο μια σκοτεινή εποχή αλλά και τη σκιά που ρίχνουν στις ζωές και τα δικαιώματα των γυναικών μέχρι σήμερα. Μια υπενθύμιση προς τις γυναίκες και την κοινωνία με αφορμή το Πάσχα.

(Οι υποσημειώσεις έχουν την αρίθμηση του αποσπάσματος του άρθρου το οποίο έχουμε αντιγράψει, και όχι του συνολικού αρχικού άρθρου).

Μικρό δείγμα της ιδεολογίας που εξέπεμπαν διάφοροι ιεράρχες, και εισαγωγή στην μικρή μας παρουσίαση:
index

Άγιος Βασίλειος (ο εικονιζόμενος): «Η γυναίκα δεν έχει την άδεια να αφήνει τον άνδρα της, αλλά, κι αν δέρνει αυτήν εκείνος, πρέπει να υπομένει κι όχι να χωρίζεται, κι αν την προίκα της ξοδεύει, κι αν σε άλλες γυναίκες πορνεύει, αυτή πρέπει να καρτερεί. Ώστε η μεν γυναίκα που άφησε τον άνδρα της μοιχαλίς είναι αν πάρει άλλον, ο δε αφεθείς αυτός άνδρας, αν πάρει άλλη, συγχωρείται» (Πηδάλιο, Κανών Θ).

Πατριαρχικές θρησκείες εναντίον της γυναίκας και εναντίον της ισότητας

Για όλες τις θρησκείες η γυναίκα είναι υποδεέστερη του άνδρα. Στις μονοθεϊστικές θρησκείες μάλιστα οι γυναίκες δεν μπορούν να ιερουργούν, να μπαίνουν στο ιερό των εκκλησιών και να επισκέπτονται κάποιους “ιερούς τόπους”, όπως λ. χ. το λεγόμενο “άγιον όρος” της λεγόμενης ορθοδοξίας, με το αιτιολογικό ότι είναι “βρώμικες” και “όργανα του σατανά”.
Γιατί όμως και οι κοινωνίες αντιμετώπισαν και πολλές αντιμετωπίζουν ακόμα με εχθρότητα την παρουσία της γυναίκας στα κοινά; Προφανώς επειδή οι κοινωνίες κυριαρχούνται ακόμα από τις πατριαρχικές αντιλήψεις και εξουσίες που από καταβολής τους κρύβονται πίσω από θεούς και θρησκείες. Ας δούμε ενδεικτικά μερικές από τις θέσεις των μεγαλύτερων θρησκειών για τη γυναίκα.

Χριστιανικός μισογυνισμός

Όλο το κακό αρχίζει από την φανταστική ιστορία του εβραϊσμού, όπως αυτή περιγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο της Γένεσης, το οποίο απαντάται σχεδόν σε όλες τις θρησκείες, σύμφωνα με την οποία αφού ο θεός έπλασε “εκ του μηδενός” τον άνδρα και είδε ότι κάτι του έλειπε, τότε έπλασε τη γυναίκα από ένα κομμάτι σάρκας από την πλάτη του άνδρα, όχι ως ισάξιά του αλλά ως βοήθημά του και ως αντικείμενο της εξουσίας του με την εντολή «θα εξαρτάσαι πάντοτε από τον άνδρα σου και αυτός θα είναι ο κύριός σου».

Η λεγόμενη “παλαιά διαθήκη”, το αρχαιότερο μανιφέστο της πατριαρχικής εξουσίας που έχτιζε επίμονα τις μονοκρατορικές φαντασιώσεις του εβραϊκού μεγαλοϊδεατισμού, ως κληρονομιά του εργαλείου-θεού του, του Γιαχβέ, μας αποκαλύπτει τη θέση του για τη γυναίκα με τα παρακάτω σαφή λόγια: «Ο Mωυσής θύμωσε εναντίον των αρχηγών του στρατεύματος, των χιλιάρχων, και των εκατοντάρχων, που ήρθαν από την παράταξη του πολέμου και τούς είπε: Aφήσατε ζωντανές όλες τις γυναίκες; Δεν βλέπετε ότι αυτές έγιναν αιτία στους γιους Iσραήλ, σύμφωνα με τη συμβουλή τού Bαλαάμ, να ανομήσουν ενάντια στον Kύριο, στην υπόθεση του Φεγώρ, και έγιναν η πληγή επάνω στη συναγωγή τού Kυρίου και τώρα, θανατώστε από τα παιδιά όλα τα αρσενικά, θανατώστε ακόμα και όλες τις γυναίκες, όσες γνώρισαν άνδρα, που κοιμήθηκαν μαζί του, όλα, όμως, τα μικρά κορίτσια, όσα δεν γνώρισαν κοίτη άνδρα, φυλάξτε τα για τον εαυτό σας ζωντανά». -1-

Στο Δευτερονόμιο (κβ΄ 21), προβλέπεται «Να λιθοβολείται η θυγατέρα του λαϊκού όταν πορνεύσει». Στο δε Λευϊτικό (κα΄ θ) «Θυγατέρα ανθρώπου ιερέως εάν βεβηλωθεί πορνεύοντας επί πυρός κατακαυθήσεται». Ο εβραϊκός, ο γνωστός και ως μωσαϊκός νόμος όριζε ότι κάθε λεχώνα είναι ακάθαρτη. Γι’ αυτό το λόγο της απαγορευόταν να εισέρχεται στο Ναό για 40 μέρες αν γεννούσε αγόρι και για 80 μέρες αν γεννούσε κορίτσι. Η διαφορά αυτή υπήρχε ως ένδειξη κατωτερότητας της γυναίκας και ως υπενθύμιση, ότι η γυναίκα εξαπατήθηκε πρώτη από τον σατανά, που ήταν βεβαίως δημιούργημα κι αυτός του καλού θεού!

Με δεδομένο το γεγονός ότι ο “Κύριος” δεν είναι παρά το φετίχ, η συμβολική μορφή της πατριαρχικής εξουσίας και επειδή οι γυναίκες αμφισβητούσαν την βαρβαρότητα της πατριαρχικής εξουσίας τις εμφανίζουν ως «ανομήσασες ενάντια στον Κύριον», δηλαδή εχθρικές ενάντια στην πατριαρχική εξουσία και γι αυτό έπρεπε να θανατωθούν οι ενήλικες και να κρατηθούν ως σκεύη ηδονής των στρατιωτών οι ανήλικες και μάλιστα οι παρθένες. Η σκυτάλη του μισογυνισμού της παλαιάς διαθήκης και του ραβινισμού πέρασε σταδιακά στις γραφές και στο DNA της νέας αυτοκρατορικής θρησκείας μέσω της ρωμαϊκής πατριαρχικής εξουσίας και της βούλησης του Caesar Flavius Valerius Constantinus Augustus, που έγινε γνωστός ως Μέγας Κωνσταντίνος, με τη βοήθεια του αχυράνθρωπου Επισκόπου Καισαρείας Ευσέβιου .

Η λεγόμενη αγία γραφή είναι σαφής στην αντίληψή της για τη σχέση ανδρών και γυναικών, κυρίως δια στόματος του υποτιθέμενου Ρωμαίου στρατιώτη Σαούλ που έγινε κατά έναν εντελώς παράξενο τρόπο Παύλος και μάλιστα “απόστολος των εθνών” με αποστολή να επιβάλλει τον ιουδαιοχριστιανισμό σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία: «να ξέρετε ότι σε κάθε άντρα η κεφαλή του είναι ο Χριστός και κεφαλή της γυναίκας ο άντρας της [..] ο άντρας, βέβαια, δεν οφείλει να κατακαλύπτεται στην κεφαλή του, επειδή είναι εικόνα και δόξα του Θεού. η γυναίκα όμως είναι δόξα του άντρα. Γιατί δεν προέρχεται ο άντρας από τη γυναίκα, αλλά η γυναίκα από τον άντρα. Και βέβαια, δε δημιουργήθηκε ο άντρας για τη γυναίκα, αλλά η γυναίκα για τον άντρα». -2-

Είναι προφανής η αντίληψη ότι για τον χριστιανισμό η γυναίκα είναι άνθρωπος δεύτερης κατηγορίας και άβουλο όργανο της εξουσίας του άντρα, σε βαθμό μάλιστα που δεν ορίζει ούτε το ίδιο το σώμα της, γιατί αυτό το ορίζει ο άνδρας της.-3-

Βέβαια «οι δογματικές διακρίσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν περιορίζονται μόνο στις γυναίκες όπως δείχνουν μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: Στην ουσία έχει καταργήσει το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής θρησκεύματος με την επιβολή του νηπιοβαπτισμού και της υποχρεωτικής κατήχησης ανήλικων»-4-

Όπως για τον Ιησού (Παπαγεωργίου Μηνάς, Το Πρόβλημα της Ιστορικότητας του Ιησού, Eκδόσεις Δαιδάλεος, Θεσσαλονίκη 2013) των ευαγγελίων, έτσι και για τον Παύλοv των πράξεων των αποστόλων δεν υπάρχει καμιά ιστορική μαρτυρία που να επιβεβαιώνει την ιστορική τους ύπαρξη και παρ’ όλα αυτά ο χριστιανικός μύθος αποδίδει σε αυτούς την ίδρυση του χριστιανισμού, της υποτιθέμενης θρησκείας της αγάπης, η οποία όμως αποστρέφεται τη ζωή και διδάσκει την υποταγή στην εξουσία-6- και την προτίμηση στο θάνατο που τάχα οδηγεί στην μεταθανάτια «αιώνια ζωή και το μέγα έλεος».

Όταν το 325 της νέας χρονολογίας τα ιερατεία όλων των τοπικών σκοταδιστικών μύθων και δοξασιών αναγκάστηκαν, με την πρώτη σύνοδο της Νικαίας, κάτω από την πίεση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου να υποταχθούν στη νέα ενοποιητική θρησκεία, και στην ουσία τη νέα ιδεολογία της αυτοκρατορίας, τότε συντελέστηκε η μεγαλύτερη πλαστογραφία της ανθρώπινης ιστορίας, γιατί ένας κατασκευασμένος θρησκευτικός μύθος που λειτουργούσε ως εξουσιαστική ιδεολογία καταγράφτηκε και μάλιστα ετεροχρονισμένα με τη βία, χωρίς ωστόσο να γίνει από την επιστημονική ιστοριογραφία ποτέ αποδεκτός, ως ιστορικό γεγονός και έκτοτε ως τέτοιο εκλαμβάνεται από αμαθείς και φοβισμένους με την βοήθεια της διδασκαλίας των λεγόμενων πατέρων του χριστιανισμού και των ατέλειωτων στρατιών επαγγελματιών της θρησκείας.

Ας δούμε το μισογυνισμό που αποπνέουν οι απόψεις και η διδασκαλία μερικών από αυτούς, αναφορικά με τη γυναίκα, στην οποία χρεώνουν όλες τις ευθύνες της πατριαρχικής εξουσίας για τα δεινά της ανθρωπότητας, ακόμα και τον θάνατο του υποτιθέμενου Χριστού:

Ιησούς: «Κι εγώ σας λέγω ότι αυτός που βλέπει μια γυναίκα και την επιθυμεί, ήδη εμοίχευσε μέσα στην καρδιά του» (Κατά Ματθαίον, 5. 28)

Παύλος: «Ο άνδρας… επλάσθη εξ αρχής ως ο κύριος εκπρόσωπος της κυριαρχίας του Θεού επί της Γης και είναι διά τούτο περισσότερον από την γυναίκα εικών και δόξα του Θεού. Η γυναίκα δε ως το εξαιρετικότερον από τα άλλα κτίσματα, που έχει υπό την εξουσίαν του ο άνδρας, είναι δόξα του ανδρός. Πράγματι δε ο άνδρας είναι υπεροχότερος από την γυναίκα, διότι δεν έγινε ο άνδρας από την γυναίκα, αλλ’ η γυναίκα έγινεν από τον άνδρα. Και επί πλέον δεν εκτίσθη ο άνδρας διά να βοηθή την γυναίκα, αλλ’ η γυναίκα επλάσθη προς χάριν και βοήθειαν του ανδρός» (προς Κορινθίους επιστολές).

Παύλος: Πρώτη Επιστολή προς Κορινθίους: «Διότι εγώ θέλω να είναι όλοι οι άνθρωποι όπως είμαι και εγώ, δηλαδή άγαμος και αφωσιωμένος στον Θεόν […] Ο άγαμος φροντίζει και ενδιαφέρεται δι’ όσα παραγγέλλει και θέλει ο Κυριος. Φροντίζει πως να αρέση στον Κυριον.[…] Η μείνασα παρθένος φροντίζει με όλην της την ψυχήν και επιδιώκει εκείνα που αρέσουν στον Κυριον, δια να είναι αγία και καθαρά κατά το σώμα και την ψυχήν. Λέγω δε αυτό περί της παρθενικής ζωής αποκλειστικά και μόνον προς το συμφέρον σας, όχι δια να σας βάλω θηλειά στον λαιμόν και να σας τραβήξω, χωρίς να το θέλετε, στον άγαμον βίον, αλλά δια να σας δείξω και να σας οδηγήσω εις μίαν σεμνήν ζωήν και διακεκριμένην θέσιν πλησίον του Κυρίου, χωρίς βιωτικούς περισπασμούς και φροντίδας», (Προς Κορινθίους πρώτη επιστολή Κεφάλαιο 7).

Η αναγωγή της λεγόμενης σεξουαλικής εγκράτειας, αποχής και καταπίεσης σε χριστιανική αρετή δεν έρχεται μόνο σε αντίθεση με την ζωή, την πνευματικότητα και την ευτυχία του ανθρώπου, με τη λογική και την επιστήμη, αλλά ως στέρηση και καταπίεση ζωτικών αναγκών του ανθρώπου καταλήγει σε νευρώσεις, συνειδησιακές διαταραχές και σε σοβαρές ασθένειες που δεν οδηγούν μόνο τα νευρωτικά άτομα στη δυστυχία και στις σκοταδιστικές θρησκείες, αλλά αποτελούν και μεγάλη πληγή του ανθρώπινου πολιτισμού, γιατί καταστρέφουν ζωτικούς κώδικες επικοινωνίας, συμβίωσης και κοινωνικότητας.-7-

Αυγουστίνος: «Οι γυναίκες δεν πρέπει να έχουν απολύτως καμιά διαφώτιση ή παιδεία. Αλλά πραγματικά πρέπει να απομονώνονται γιατί είναι η αιτία των μισητών και ακουσίων στύσεων στους αγίους άνδρες».

Άγιος Βασίλειος: «Η γυναίκα δεν έχει την άδεια να αφήνει τον άνδρα της, αλλά, κι αν δέρνει αυτήν εκείνος, πρέπει να υπομένει κι όχι να χωρίζεται, κι αν την προίκα της ξοδεύει, κι αν σε άλλες γυναίκες πορνεύει, αυτή πρέπει να καρτερεί. Ώστε η μεν γυναίκα που άφησε τον άνδρα της μοιχαλίς είναι αν πάρει άλλον, ο δε αφεθείς αυτός άνδρας, αν πάρει άλλη, συγχωρείται» (Πηδάλιο, Κανών Θ).

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: -8- «Γενικά η γυναίκα είναι ένα σκουλήκι που σέρνεται, η κόρη του ψεύδους, σκεύος ακαθαρσιών, ο εχθρός της ειρήνης. Ο κατάλογος των αμαρτημάτων και των αδυναμιών της είναι ατελείωτος. Είναι ελαφρόμυαλη, φλύαρη και ακόλαστη. Πάνω απ’ όλα είναι παθιασμένη με την πολυτέλεια και τις δαπάνες. Φορτώνεται με κοσμήματα, πουδράρει το πρόσωπό της, βάφει τα μάγουλά της με κοκκινάδια, βάζει μυρωδικά στα ρούχα της, και έτσι γίνεται θανάσιμη παγίδα για τον εκμαυλισμό των νέων μέσω όλων των αισθήσεων. Όσος και αν είναι ο πλούτος, δεν επαρκεί για να ικανοποιήσει την γυναικεία επιθυμία. Μέρα και νύχτα η γυναίκα δεν σκέφτεται τίποτε άλλο παρά το χρυσάφι και τα πολύτιμα πετράδια, τα υφάσματα και τα κεντήματα, τις κρέμες και τα αρώματα. Αν δεν υπήρχε η σεξουαλική επιθυμία, κανένας άντρας με τα σωστά του δεν θα ήθελε να μοιράζεται το σπίτι του με μια γυναίκα και να υφίσταται τις επακόλουθες ζημιές, παρά τις οικιακές εργασίες που εκτελεί. Γι’ αυτό το λόγο ο Θεός, γνωρίζοντας την ελεεινή της φύση, την προίκισε με το όπλο της σεξουαλικότητας».

Η τόση εχθρότητα εναντίον της σεξουαλικότητας και ιδιαίτερα της γυναικείας σεξουαλικότητας αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα θεοκρατικών κοινωνιών που καλύπτουν κραυγαλέες κοινωνικές ανισότητες και αυταρχικές εξουσίες και συνεπώς «η σεξουαλικότητα αντικατόπτριζε πάντα τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και σηματοδοτούσε το βαθμό της κοινωνικής εκτίμησης που απολάμβανε»,-9- αλλά και το επίπεδο του πολιτισμού.

Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Από όλα τα άγρια θηρία το πιο βλαβερό είναι η γυναίκα».

Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Τι άλλο είναι η γυναίκα παρά ένας εχθρός της φιλίας, μια αναπόφευκτη τιμωρία, ένα αναγκαίο κακό, ένας φυσικός πειρασμός, ένας επιθυμητός όλεθρος, ένας οικιακός κίνδυνος, μια ευχάριστη καταστροφή, ένα κακό της φύσεως ζωγραφισμένο με όμορφα χρώματα;»

Θωμάς ο Ακινάτης: «Η γυναίκα είναι ατελής άνδρας».

Αμβρόσιος: «Ο Αδάμ οδηγήθηκε στην αμαρτία από την Εύα και όχι η Εύα από τον Αδάμ. Το δίκαιο είναι να δεχθεί σαν αφέντη της, εκείνον που οδήγησε στην αμαρτία».

Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (ο δολοφόνος της Υπατίας): -10- «Η γυναίκα πρέπει να αισχύνεται που είναι γυναίκα».

Ισαάκ ο Σύρος: «Είναι καλύτερο να φας δηλητήριο, παρά να συμφάγεις με μια γυναίκα, και αν ακόμη είναι μητέρα σου ή αδελφή σου».

Κοσμάς ο Αιτωλός: «Αν σ’ ένα σταυροδρόμι συναντήσεις το διάβολο και μια γυναίκα, πήγαινε προς τα εκεί που είναι ο διάβολος και όχι προς τα εκεί που είναι η γυναίκα».

Μέγας Αθανάσιος: «Με τις γυναίκες δεν είναι ασφαλές ούτε από κοινού ν’ αποφασίζει κανείς».

Τερτυλλιανός: «Γυναίκα! Είσαι η πύλη του διαβόλου. Εξαιτίας σου αναγκάστηκε να πεθάνει ο γιος του θεού. Θα έπρεπε να κυκλοφορείς πάντα με μαύρα ρούχα και κουρελιασμένα».

Για να κατανοήσουμε τον μισογυνισμό του χριστιανισμού αξίζει να συνυπολογίσουμε την πλήρη απουσία κεντρικής γυναικείας φιγούρας στο μύθο και την απόλυτη περιφρόνηση της ανθρώπινης υπόστασης των γυναικών που τις ταύτιζε με άψυχα όντα:

1. Αφού καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρει την ύπαρξη του Ιησού Χριστού, φυσικό είναι να μην υπάρχει καμιά ιστορική πηγή για την ύπαρξη της μητέρας του, της “παναγίας Θεοτόκου”. Ούτε και στις λεγόμενες ιερές γραφές, οι οποίες όπως είναι γνωστό γράφτηκαν, πλαστογραφήθηκαν και ξαναγράφτηκαν πολύ αργότερα, δεν γίνεται σαφής λόγος περί “Θεοτόκου”. Στο κατά Ματθαίον, (κεφάλαιο Α. 18 και 19), αναφέρεται ότι: «Του Ιησού Χριστού η γέννηση λοιπόν έγινε ως εξής, δηλαδή όταν μνηστεύτηκε η μητέρα του Μαρία με τον Ιωσήφ, πριν να έχουν συζυγικές σχέσεις, βρέθηκε έγκυος από το Άγιον Πνεύμα. Και ο Ιωσήφ ο μνηστήρας της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να την ντροπιάσει δημοσία, θέλησε να την χωρίσει κρυφά…»!. Τώρα ποιος ήταν το άγιο πνεύμα και γιατί τελικά δεν την χώρισε ο Ιωσήφ τη Μαρία είναι μια άλλη ιστορία και δεν έχει σχέση με το παραμύθι των κατασκευαστών του χριστιανισμού.

Το κατά Λουκάν (Κεφάλαιο ΚΔ. 10) αναφέρεται συγκεκριμένα στις γυναίκες που υποτίθεται ότι βρίσκονταν στον υποτιθέμενο τάφο του υποτιθέμενου Ιησού, πριν από την υποτιθέμενη ανάστασή του: «Ήταν λοιπόν η Μαρία Μαγδαληνή και η Ιωάννα και η Μαρία του Ιακώβου και άλλες που βρίσκονταν μαζί τους…». Κάποιοι προσπαθούν να υποστηρίξουν ότι η Μαρία του Ιακώβου ήταν η μητέρα του Ιησού, αλλά χωρίς πειστικότητα γιατί αφ’ ενός η υποτιθέμενη Μαρία η Θεοτόκος ήταν του Ιωσήφ και αφ’ ετέρου δεν μπορεί ένας υποτιθέμενος ευαγγελιστής να αναφέρει την υποτιθέμενη Θεοτόκο με λάθος όνομα και μετά από κάποιες άλλες υποτιθέμενες μαθήτριες του Ιησού, και μάλιστα όχι ως Θεοτόκο, αλλά ως Μαρία του Ιακώβου.

Η απουσία όμως κάποιας κεντρικής γυναικείας φιγούρας στον χριστιανικό μύθο αποδυνάμωνε τόσο τον ίδιο το μύθο, όσο και τον κεντρικό του ήρωα, πέρα από το σημαντικότερο γεγονός ότι δεν πρόσφερε πρότυπο, δηλαδή, κεντρική ηρωίδα για τις γυναίκες με την οποία θα ταυτίζονταν. Περί “Θεοτόκου αειπαρθένου Μαρίας”, αποφάσισε τελικά παρά τις πολλές αμφισβητήσεις και αντιρρήσεις η Σύνοδος της Εφέσου το 431, δηλαδή περίπου τεσσερισήμισι αιώνες μετά την υποτιθέμενη γέννηση του Χριστού και εκατό και πλέον χρόνια μετά τη συνωμοσία του Κωνσταντίνου και του Ευσέβιου, περί Χριστού και χριστιανισμού.-11- Μέχρι τότε κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή της Θεοτόκου.

2. Μόλις το 1545 στη Σύνοδο του Τρέντο η Καθολική Εκκλησία, αναγκάστηκε, κάτω από την πίεση τού μετά την Λουθηριανή επανάσταση ανερχόμενου καπιταλισμού που ξανασυνέδεε τον μύθο για την αθάνατη ατομική ψυχή με το ιερό και αιώνιο δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία να αποδεχτεί ότι όχι μόνο οι άντρες, αλλά και οι γυναίκες έχουν ψυχή.-12-

Αξίζει σε αυτό το σημείο να επαναφέρουμε στη μνήμη μας τον αρχαιοελληνικό μύθο «Έρως και Ψυχή» για να κατανοήσουμε τις πραγματικές πηγές του χριστιανικού μύθου και τη στρεβλωτική παράφραση και παραποίηση της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και Γραμματείας. Με δυό λόγια ο μύθος λέει ότι η Ψυχή ήταν η νεότερη από τις τρεις όμορφες κόρες του βασιλιά της Σικελίας. Η ομορφιά της επισκίαζε αυτήν της Αφροδίτης και από ζήλεια η Αφροδίτη την έστειλε να παντρευτεί στον κάτω κόσμο με έναν φτερωτό δράκο. Φαίνεται όμως πως με παρέμβαση κάποιων άλλων θεών το σχέδιο της Αφροδίτης ναυάγησε, γιατί στο μεταξύ την Ψυχή την ερωτεύτηκε ο γιός της ο Έρως.

Η Αφροδίτη όμως δεν παραιτήθηκε από το σχέδιό της πράγμα που οδήγησε στην εξοντωτική ταλαιπωρία των δυό ερωτευμένων και τελικά στην αρρώστια του Έρωτα και της Ψυχής, με αποτέλεσμα την παρέμβαση άλλων θεών στον Δία. Ο μύθος θέλει τον Δία να φέρνει το θέμα στο συμβούλιο των θεών και να αποσπά την πλειοψηφία υπέρ του γάμου των δυό νέων ερωτευμένων χαρίζοντας την αθανασία στην θνητή Ψυχή για να μπορεί να παντρευτεί τον θεό Έρωτα-13-.

Η κατασκευή του μύθου φαίνεται να συμπίπτει με την εμφάνιση της πατριαρχίας και της ατομικής ιδιοκτησίας και πολλοί τότε ταύτισαν την Ψυχή με την υποτιθέμενη “αθάνατη ψυχή” και αυτήν με την ατομική ιδιοκτησία, τη δύναμη, την εξουσία, χάρη της οποίας αποκτούσε κάποιος την ιδιότητα του πολίτη, την οποία ιδιότητα στερούνταν όσοι δεν είχαν ατομική ιδιοκτησία, μεταξύ των οποίων και οι γυναίκες, και ως τέτοιοι θεωρούνταν και αντιμετωπίζονταν ως άψυχοι, αδύναμοι, δούλοι. Οι κατασκευαστές του χριστιανικού μύθου υιοθέτησαν τον αρχαιοελληνικό μύθο και διαστρεβλώνοντάς τον έχτισαν πάνω του ολόκληρη θρησκεία του μίσους και της υποκρισίας που αποπροσανατολίζει την ανθρωπότητα και υπηρετεί τις πιο απάνθρωπες και καταστροφικές εξουσίες.
Ο σύνδεσμος του άρθρου: Θρησκευτικός μισογυνισμός και πατριαρχική εξουσία


 

Υποσημειώσεις:

  1. Παλαιά Διαθήκη, κεφ. 31.14-18.
  2. Παύλος, προς Κορινθίους πρώτη επιστολή 11. 3, 7, 8 και 9.
  3. «Η γυναίκα δεν εξουσιάζει το ίδιο της το σώμα, αλλά ο άνδρας» Παύλος, προς Κορινθίους, πρώτη επιστολή, 7. 4.
  4. Γεωργίου Χρήστος, Ο μισογυνισμός της Ορθοδοξίας, ΤΟ ΒΗΜΑ, 20/08/2000.
  5. Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Θεός και κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2015, σελ. 129 κ. επ.
  6. «Κάθε άνθρωπος, ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας εξουσίας της πολιτείας, τους άρχοντας δηλαδή, που είναι φορείς αυτής της εξουσίας, (εφ’ όσον αι εντολαί των δεν αντίκεινται στο θέλημα του Θεού) διότι δεν υπάρχει εξουσία μέσα εις την κοινωνίαν, που να μη απορρέη από τον Θεόν,·οι άρχοντες, που ασκούν σήμερον τας εξουσίας, έχουν ταχθή από τον Θεόν (έστω και κατ’ ανοχήν). Ώστε εκείνος που αντιτάσσεται εις την εξουσίαν, αντιτίθεται εις την διαταγήν του Θεού· δι’ αυτό δε και όσοι αντιτάσσονται θα επισύρουν επάνω τους την τιμωρίαν, που τους πρέπει. Διότι οι άρχοντες (εφ’ όσον διατάσσουν το ορθόν) δεν εμπνέουν φόβον διά τα καλά έργα, που υποβοηθούν την ζωήν και την πρόοδον της κοινωνίας, αλλά διά τα κακά έργα και τους κακούς, θέλει δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν των αρχόντων; Πράττε το αγαθόν και θα έχης έπαινον από αυτούς. Διότι ο άρχων είναι υπηρέτης του Θεού διά το αγαθόν, το ιδικόν σου και των άλλων. Εάν όμως πράττης το κακόν, τότε να φοβήσαι, διότι δεν φέρει ματαίως και ανωφελώς ο άρχων την μάχαιραν, το δικαίωμα δηλαδή να δικάζη και να τιμωρή. Την φέρει δια να επιβάλλη τιμωρίας, και τας πλέον αυστηράς ακόμη, διότι είναι υπηρέτης Θεού, εκδικητής υπέρ του αγαθού και εναντίον του κακού, διά να επιβάλλη την πρέπουσαν τιμωρίαν στους κακοποιούς και παραβάτας. Δι’ αυτό είναι ανάγκη να υποτάσσεσθε, όχι μόνον διά τον φόβον της τιμωρίας, αλλά και από σεβασμόν προς την συνείδησίν σας, η οποία επιβάλλει, όπως και ο Θεός διατάσσει, αυτήν την υποταγήν. Δι’ αυτό άλλωστε και καταβάλλετε φόρους στους άρχοντας, διότι αυτοί είναι υπηρέται του Θεού, που αφήκαν κάθε άλλο ατομικόν των έργον, διά να ασχολούνται και επαγρυπνούν συνεχώς εις την εκπλήρωσιν του καθήκοντός των. Λοιπόν να αποδίδετε εις όλους αυτούς, που κατέχουν εξουσίας, τας οφειλάς σας· εις εκείνον που εισπράττει τον φόρον, αποδώσατε τον φόρον· εις εκείνον που έχει καθήκον να εισπράττη τον τελωνειακόν δασμόν, αποδώσατε αυτόν τον δασμό, εις εκείνον που του ανήκει ο σεβασμός, όπως είναι τα δικαστικά και εκτελεστικά όργανα της Πολιτείας, αποδώσατε τον σεβασμόν· εις εκείνον που κατέχει ανώτερα αξιώματα και του πρέπει ιδιαιτέρα τιμή, αποδώσατε αυτήν την τιμήν», Παύλος, Προς Ρωμαίους Επιστολή, 13.1-7.
  7. Χενς Ντίτριχ, Η καταπιεστική οικογένεια, ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, Αθήνα 1969. Βλέπε επίσης, Ευαγγελάτος Γιώργος, Θρησκείες και σεξουαλικότητα. Η δαιμονοποίηση της γυναίκας και ο αγώνας για την καταξίωσή της, Εκδόσεις ΚΟΡΦΗ, Αθήνα 2004.
  8. Ιωάννης Χρυσόστομος, ‘Προς τους έχοντας παρθένους συνεισάκτους’, καθώς και ‘Εκλογαί: Λόγος Δ., Περί  νηστείας και σωφροσύνης’.
  9. Χρυσικόπουλος Αθανάσιος, Η γυναίκα, οι θρησκείες και το σεξ. Παγκόσμια Ιστορία της Σεξουαλικότητας, ΛΙΒΑΝΗΣ, Αθήνα 2012.
  10. Βλέπε, Γκάλβεθ Πέδρο, Υπατία. Η γυναίκα που αγάπησε την επιστήμη, ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, Αθήνα 2006.
  11. Η 3η Σύνοδος της Εφέσου (431) Καταδίκασε τον Νεστοριανισμό ο οποίος δίδασκε τον διαχωρισμό μεταξύ της θεότητας και της ανθρωπινότητας του Κυρίου Ιησού Χριστού.  Ο Νεστοριανισμός εκδηλώθηκε με την άρνηση του παραδοσιακού όρου “Θεοτόκος” (κατά κυριολεξία Αυτή που γέννησε τον Θεό), ισχυριζόμενος πως η Μαρία γέννησε μόνο τον ανθρωπισμό του Κυρίου και ως εκ τούτου θα έπρεπε να αποκαλείται “Χριστοτόκος”. Όρισε πως ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήταν ένα μόνο πρόσωπο, το οποίο ήταν ολότελα Θεός και ολότελα άνθρωπος και πως -εφ’ όσον οι μητέρες γεννούν πρόσωπα- η Μαρία πρέπει να αναγνωρίζεται ως “Θεοτόκος”, επιμένοντας έτσι στην ενότητα των δύο φύσεων στο ένα Πρόσωπο του Ιησού, βλέπε http://oodegr.co/oode/dogma/synodoi/oles1.htm, Βλέπε επίσης: Bushby Tony, The Bible Fraud (Η Βίβλος της απάτης), Pacific Blue Group 2001.
  12. Ονομάσθηκε 19η Οικουμενική Σύνοδος και ως αντίδραση στον Προτεσταντισμό, εξέδωσε μεγάλο αριθμό αποφάσεων σχετικών με δογματικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης και της Αυγουστίνειας άποψης περί του “προπατορικού αμαρτήματος”, την πίστη στο Καθαρτήριο, τις Αξιομισθίες (Συγχωροχάρτια), το πρωτείο του Πάπα εφ’ όλης της Χριστιανοσύνης, κλπ, http://oodegr.co/oode/dogma/synodoi/oles1.htm
  13. Houtzager Guus, Ελληνική μυθολογία. Μύθοι, θεοί και ήρωες της αρχαίας Ελλάδας, Εκδόσεις Καρακώτσογλου, 2004.