Το άδοξο τέλος στο ταξίδι δύο γενναίων γυναικών

Η 29χρονη Φατιμά.

Γράφει η Λίνα Γιάνναρου

Το τηλεγράφημα του Ρόιτερς ήταν μόλις 179 λέξεις. Στις 29 Δεκεμβρίου, τρεις πρόσφυγες είχαν σκοτωθεί και άλλοι εννέα είχαν τραυματιστεί σε τροχαίο δυστύχημα κοντά στην πόλη Νις της Σερβίας. Ολοι επέβαιναν στο ίδιο αυτοκίνητο που οδηγούσε διακινητής, ο οποίος διέφυγε. Η Ναντίνα Χριστοπούλου, υπεύθυνη του δικτύου μεταναστριών Μέλισσα της Αθήνας, θυμάται να διαβάζει την είδηση. «Δεν μου πήγε όμως το μυαλό…».

Το σοκ ήταν τεράστιο όταν έμαθε ότι στο μοιραίο αυτοκίνητο επέβαιναν η 56χρονη Νάντια και η 29χρονη κόρη της Φατιμά με τα δύο αγοράκια της, 4 και 9 ετών. Η οικογένεια από την Καμπούλ τής είχε κλέψει την καρδιά από την πρώτη στιγμή που πέρασαν το κατώφλι της Μέλισσας, τον Σεπτέμβριο. «Ηταν δύο γυναίκες πολύ προσηλωμένες, αφοσιωμένες η μία στην άλλη και στον στόχο τους. Η Φατιμά τρομερά έξυπνη κοπέλα, που είχε μάθει αγγλικά μόνη της με ένα βιβλίο, ενώ η μητέρα της πολύ υποστηρικτική. Δεν ήταν εκεί μόνο να της φυλάει τα παιδιά, στήριζε την κόρη της σε κάθε της βήμα». Είχαν φτάσει στη Λέσβο τον Μάρτιο και το τελευταίο διάστημα είχαν εγκατασταθεί στον Ελαιώνα. Οι φίλες τους εκεί μιλάνε για δύο σπάνιες γυναίκες, περιγράφουν τη Νάντια ως «φωτεινό φάρο», μια μητρική αγκαλιά που γύρω της συγκέντρωνε όλες τις κατατρεγμένες μετανάστριες του καταυλισμού, τους μαγείρευε, λέγανε ιστορίες, τις στήριζε με όποιον τρόπο μπορούσε.

Στο τροχαίο, η Νάντια σκοτώθηκε, ενώ η Φατιμά ξύπνησε λίγες ημέρες μετά, μόνη, στο νοσοκομείο της Νις. Είχε χάσει τα δύο της πόδια από τα γόνατα και κάτω. Ευτυχώς, τα παιδιά της ήταν καλά, νοσηλεύονταν με ελαφριά τραύματα σε άλλο νοσοκομείο. Ακόμα δεν γνωρίζει ότι έχασε τη μητέρα της, δεν είναι ακόμα αρκετά δυνατή ψυχολογικά. Οπως είπε, «δεν με νοιάζουν τα πόδια μου, τα πραγματικά μου πόδια είναι η μάνα μου».

Οι δύο γυναίκες είχαν πάρει πολλές μεγάλες αποφάσεις στη ζωή τους. Να αφήσουν τον αυταρχικό, μουλά πατέρα της Φατιμά και τον βίαιο σύζυγό της. Να οργανωθούν κρυφά για να αλλάξουν ζωή. Να μαζέψουν οικονομίες, με τη βοήθεια των συγγενών τους στην Ιρλανδία (εκεί ζουν και διαπρέπουν ως γυναικολόγος και μηχανικός οι αδερφοί της Νάντια). Εκεί θα πήγαιναν, στην Ιρλανδία. Η τελευταία τους απόφαση, όμως, να ακολουθήσουν τον διακινητή, αντί να περιμένουν να απεγκλωβιστούν από την Ελλάδα, ήταν η μοιραία. Ομως είχαν απελπιστεί. Καθώς είχαν μπει στη χώρα μας μετά τις 20 Μαρτίου και τη συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας, δεν είχαν δικαίωμα να εισαχθούν στα προγράμματα επανένωσης και μετεγκατάστασης. Ενδεχόμενη επιστροφή τους στο Αφγανιστάν θα σήμαινε και τη θανατική τους καταδίκη. Οι γυναίκες που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους είναι στοχοποιημένες, «άτιμες». Δεν το είχαν προσχεδιάσει. Στις 20 Δεκεμβρίου, επιστρέφοντας στον καταυλισμό από τη Μέλισσα, έπεσαν πάνω στους γείτονές τους που τους είπαν ότι φεύγουν. Πήραν την απόφαση εκείνη τη στιγμή. Τους είπαν να τις περιμένουν μισή ώρα να πακετάρουν. Δώρισαν πολλά από τα υπάρχοντά τους και έφυγαν. Στον διακινητή έδωσαν 3.000 ευρώ. Στο αυτοκίνητο χώθηκαν συνολικά 14 άτομα. Πέρασαν εύκολα τα σύνορα, αλλά κοντά στη Νις εντοπίστηκαν από την αστυνομία. Η καταδίωξη είχε ως αποτέλεσμα το αυτοκίνητο να βγει από τον δρόμο και να πέσει πάνω στο στηθαίο ασφαλείας.

Σε λίγες ημέρες η Ναντίνα θα ταξιδέψει στη Σερβία για να συναντήσει τη Φατιμά στο νοσοκομείο. Να είναι κάποιος μαζί της τη στιγμή που θα μάθει τι ακριβώς έχει συμβεί. Ηδη ομάδες δικηγόρων και οργανώσεις σε Αφγανιστάν, Ελλάδα, Ιρλανδία εργάζονται πυρετωδώς προκειμένου η Φατιμά με τα παιδιά να επανενωθούν με τους συγγενείς τους.

ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 1-2-17