Μαντώ Μαυρογένους

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από τη βιογραφία της Μαντώς Μαυρογένους από τον Σπύρο Μελά, και παρουσιάστηκε σε διεθνή εκδήλωση της Παγκόσμιας Πορείας Γυναικών το 2008 για να τιμηθούν σημαντικές γυναίκες της ιστορίας, από την Αφροδίτη Σταμπουλή, και την Ομάδα Γυναικών Σερρών. Δυστυχώς το είχαμε μόνο στην αγγλική του μετάφραση, οπότε η επιστολή προς τον βασιλιά έχει ξαναμεταφραστεί προς τα Ελληνικά και άρα δεν έχει την πρωτότυπη γραφή της. 

Σ.Β.

Μια σπουδαία γυναίκα, ηρωίδα της ελληνικής επανάστασης ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία, για τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Υπέστη διακρίσεις επειδή ήταν γυναίκα, παρά τη μεγάλη της προσφορά στην επανάσταση.

Η Μαντώ Μαυρογένους ζούσε στην Τεργέστη, την οποία άφησε μαζί με τον πατέρα της για να μεταβεί στην Ελλάδα, στη Μύκονο, και να βοηθήσει στην ελληνική επανάσταση από την αρχή της, το 1821. Φόρεσε ανδρικά ρούχα και αρμάτωσε δύο πλοία με δικά της χρήματα. Πήρε προσωπικά μέρος σε πολλές μάχες και εργάστηκε γενικότερα για την στρατολόγηση Ελλήνων ανδρών και για την παροχή όπλων και εφοδίων για τον αγώνα. Έδωσε όλα τα χρήματά της για την επανάσταση.

Πολύ μετά την δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, το 1828, της παραχωρήθηκε ένα σπίτι στο Ναύπλιο (την πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας) ως ανταμοιβή για τον ηρωισμό της και της δόθηκε επίσης τιμητικά το αξίωμα της αντιστρατήγου. Αργότερα εξορίστηκε στο νησί της Μυκόνου και πέθανε το 1848, σε πλήρη ένδεια. Υπέστη αδικία από το κράτος που τόσο ηρωικά είχε αγωνιστεί για να δημιουργηθεί, επειδή ήταν γυναίκα. Αυτό φαίνεται από την επιστολή της στον βασιλιά που δημοσιεύουμε παρακάτω, με κάποιες επεξηγήσεις για τις προσπάθειές της.

Αναγκάστηκε να γράψει στον Βασιλικό Γραμματέα, μια αναφορά που συνοδευόταν από τα σχετικά έγγραφα, όπου εξηγούσε «τις στρατιωτικές προσφορές, τις χρηματικές προσφορές και τις χρηματικές θυσίες που πρόσφερε για την ανεξαρτησία της μητέρας πατρίδας». Ο Βασιλικός Γραμματέας διέταξε να γίνει δεκτή η αναφορά της Μαντώς, και να της δοθεί «ένα ικανό ποσόν ως ανταμοιβή και μια διάκριση». Αλλά η Μαντώ έπρεπε να περιμένει πολύ. Την χαρακτήριζαν ως χήρα και έφεδρη, και της έδωσαν μια μικρή σύνταξη.

Για έξι ολόκληρα χρόνια η Μαντώ περίμενε για την διόρθωση αυτής της αδικίας. Αλλά ματαίως. Τελικά αναγκάστηκε να πάει στην Αθήνα και να υποβάλει στον βασιλιά Όθωνα μια δεύτερη αναφορά:

«Υψηλότατε!

Είχα υποβάλει τα επίσημα έγγραφα στην Επιτροπή Ελέγχου στο Ναύπλιο, όπου έγραφα για τις στρατιωτικές προσφορές και τις χρηματικές θυσίες που πρόσφερα για την ανεξαρτησία της μητέρας πατρίδας. Η Βασιλική Γραμματεία του Στρατού, με το έγγραφό της της 30/1/1834 προς την αναφερόμενη επιτροπή,  διέταξε οι προσφορές και οι θυσίες μου να αξιολογηθούν, και συγκεκριμένα να προτείνει τα δικαιώματα που μου αποδόθηκαν ως ανταμοιβή.

Στην απόκρισή της η επιτροπή, όπως με διαβεβαίωσαν, πρότεινε να μου δοθεί ένα ικανό ποσό χρημάτων ή γη και μια διάκριση που η Μεγαλειότητά σας θα αποδεχόταν. Αλλά, από τότε δεν έλαβα ούτε διάκριση ούτε χρηματική ανταμοιβή ή γη, αλλά μόνο μια σύνταξη, που αρκεί μόνο να πληρώνω τον μηνιαίο μισθό της υπηρέτριάς μου.

Όσον αφορά την αναφερόμενη σύνταξη, η Γραμματεία με θεώρησε ως χήρα ή έφεδρη, αλλά δεν ήμουν ποτέ ούτε έφεδρη ούτε παντρεμένη ώστε να υπάρξει η πιθανότητα να καταστώ χήρα. Όπως λέει η ανωτέρω διαταγή, δεν συναινεί να μετέχω στα δικαιώματα των αξιωματικών του στρατού, ως οι δικές μου προσφορές να ήταν διαφορετικές από τις προσφορές των άλλων αξιωματικών, και ως εάν το έθνος, στις διακηρύξεις και αποφάσεις του έκανε ποτέ διάκριση μεταξύ γυναικών και ανδρών που υπηρέτησαν στρατιωτικά τη μητέρα πατρίδα ή θυσιάστηκαν άλλως γι’ αυτή. Η Γραμματεία θα έπρεπε να με θεωρήσει ως έχουσα προσωπικά αγωνιστεί εναντίον των εχθρών της μητέρας πατρίδας, και ως έχουσα θυσιάσει τεράστια ποσά προσωπικής χρηματικής περιουσίας, ως έχουσα στρατολογήσει στρατιώτες και εκστρατεύσει εναντίον των εχθρών της πατρίδας και ως έχουσα υπηρετήσει στρατιωτικά καθήκοντα, τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα, και εκ τούτου, φυσικά, δεν θα είχε ολισθήσει στο βαρύ σφάλμα να με θεωρήσει ως χήρα ή έφεδρη. Θα έπρεπε να έχει κρίνει η Βασιλική Δικαιοσύνη τις προσφορές και τις θυσίες μου, και τότε, εάν δεν μπορούσα να λάβω στρατιωτικό αξίωμα, αφού είμαι γυναίκα, τουλάχιστον θα έπρεπε να μου δοθεί η διάκριση που δικαιούμαι, που εγώ, επίσης, είμαι σε θέση να φέρω, και μια προσφορά, όπως αυτή που δίδεται στους αξιωματικούς, ώστε να μην είμαι εγώ η μόνη παραπονούμενη, μεταξύ των αγωνιστών για την μητέρα πατρίδα.

Αυτό είναι μια ανάγκη για την Βασιλική Δικαιοσύνη. Και προς την Υψηλότητά σας ξανά εκφράζω την ελπίδα ότι εσείς, Βασιλέα, θα αποφασίσετε να μου απονείμετε την διάκριση και την σχετική προσφορά προς τους στρατιωτικούς, ως ανταμοιβή για τις προσφορές και τις θυσίες μου».

Μετάφραση: Σίσσυ Βωβού