Μια ημέρα, δύο φόνοι γυναικών…

της Σίσσυς Βωβού

Μια εκδίκηση γιατί υπάρχουν μοιάζει να αποπνέουν οι δύο, σε μια μέρα, φόνοι γυναικών στο πλαίσιο της ερωτικής σχέσης.

Η βία λόγω φύλου ανεβαίνει καθημερινά, σε μια κοινωνία που απαξιώνει τα γυναικεία δικαιώματα, όπου οι γυναίκες με τα πολλαπλά καθήκοντα δυσκολεύονται να βρουν το χρόνο να ασχοληθούν με τα δικαιώματά τους, όπου οι ολιγάνθρωπες φεμινιστικές αντιστάσεις στηλιτεύονται από πολλές πλευρές γιατί διεκδικούν αιτήματα που είναι «ασήμαντα» μπροστά στη λαίλαπα των γενικότερων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνκών πληγμάτων που δέχοεται η πλειοψηφία της κοινωνίας.

Πόσο ασήμαντη όμως μπορεί να είναι η ίδια η ζωή, αλλά και η αξιοπρέπεια της κάθε γυναίκας που θα έπρεπε να ζει χωρίς βία ή φόβο βίας ή βιασμού;

Ναι, όταν πρόκειται για τη ζωή που αφαιρείται υπάρχει οργή και διαμαρτυρία. Αυτό έγινε με τη Ζωή Δαλακλίδου που κακοποιήθηκε σεξουαλικά και κάηκε ζωντανή από άνδρα στην Ξάνθη τα Χριστούγεννα του 2012, αυτό θα γίνει και τώρα, με τις δύο νεκρές γυναίκες.

Παρά την οργή, πολλοί και πολλές θα αποδώσουν τους δύο φόνους, είτε μέσα τους, είτε στην κουβέντα στις παρέες ή και σε κάποια κείμενα που θα γραφτούν, στην αυξανόμενη βία μέσα στην κοινωνία, και θα παραλείψουν να προσέξουν ότι αυτές οι γυναίκες δολοφονήθηκαν στο πλαίσιο της ερωτικής σχέσης, όπου ο άνδρας άσκησε το δικαίωμα της εξουσίας πάνω στη γυναίκα με τον πιο ακραίο τρόπο, με το φόνο της. Πολύ περισσότεροι άνδρες ασκούν το δικαίωμα της εξουσίας τους με κάποια κακοποίηση, σωματική ή ψυχολογική, μικρότερης έντασης, και αυτό ούτε γράφεται, ούτε δημοσιοποιείται ούτε και πολυπροσέχεται.

Και όμως, και οι δύο γυναίκες που φονεύθηκαν είχαν προειδοποιήσεις από τους «αγαπημένους» τους. Ήταν συχνά τα καβγαδάκια και συχνή, απ’ ότι φαίνεται, η κακοποίηση. Αλλά και οι ίδιες δεν έδωσαν σημασία, δεν προχώρησαν να διακόψουν αυτό το δεσμό, γιατί βρίσκονται σε μια κοινωνία που ιδεολογικά παραβλέπει την κακοποίηση των γυναικών, κι αυτές ίσως επηρεάστηκαν απ’ αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Έτσι είναι οι άντρες, τι να κάνουμε;

Υπάρχει και η παράλειψη της πολιτείας, τουλάχιστον στον ένα από τους δύο φόνους. Ο Χρυσαυγίτης που είχε κάνει δολοφονική επίθεση εναντίον αριστερών στην Αγία Παρασκευή, προκαλώντας βαριές σωματικές βλάβες, δεν είχε συλληφθεί και δεν ήταν στη φυλακή όπως θα έπρεπε. Γιατί η αστυνομία είναι επιεικής απέναντι στους Χρυσαυγίτες, δύσκολα τους συλλαμβάνει, γιατί «δεν μπορεί να τους βρει», αν τους συλλάβει δύσκολα τους παραπέμπει σε δικαστήριο, αν τους παραπέμψει δύσκολα θα δικαστούν γιατί θα παίρνουν αναβολές γιατί είναι «άρρωστοι» και λοιπά, και αν φθάσουμε στη δικάσιμο συχνότατα θα απαλλαγούν λόγω αμφιβολιών. Ο Χρυσαυγίτης έχει εμπεδωμένη τη βία, εκπαιδεύεται γι’ αυτήν, είναι φορέας βίας μέσα στην κοινωνία και είναι πιο εύκολο γι’ αυτόν να ξυλοκοπήσει μέχρι θανάτου μια 25χρονη που έκανε το σφάλμα να έχει ερωτικό δεσμό μαζί του. Δυστυχώς, ενώ ο Χρυσαυγίτης ασκεί βία γιατί έτσι «πρέπει», και άρα είναι ευκολότερο να σκοτώσει στο ξύλο την φίλη του, όλοι οι άλλοι που δεν είναι εκπαιδευμένοι στην καθημερινή βία, μια χαρά μπορούν ή να κακοποιήσουν ή να σκοτώσουν την «αγαπημένη» τους. Γιατί η πατριαρχία είναι ισχυρότερη και παλαιότερη από κάθε Χρυσή Αυγή, και βρίσκεται στο κοινωνικό DNA της κοινωνίας και γιατί στις σημερινές συνθήκες της κρίσης μπορεί να «εκφράζεται» πιο ελεύθερα, όταν δεν υπάρχει κοινωνικός ψόγος.

Και στην περίπτωση της Ζωής Δαλακλίδου υπήρξε παράλειψη των δικαστηρίων να κλείσουν μέσα τον φρικτό εγκληματία, που είχε κακοποιήσει και κάνει απόπειρα βιασμού σε μια φοιτήτρια λίγους μήνες πριν το φρικτό έγκλημά του. Εκείνος έμεινε κάποιους μήνες στη φυλακή, και όταν έγινε το δικαστήριο απελευθερώθηκε, και Η εισαγγελέας του είπε «φύγε και μην το ξανακάνεις». Η αλήθεια είναι ότι δεν ξανάκανε το ίδιο. Έκανε κάτι χειρότερο.

Και όσον αφορά τις πράξεις και παραλείψεις της πολιτείας απέναντι στα δικαιώματα των γυναικών, ποτέ δεν πρέπει να ξεχάσουμε την υπόθεση της σύλληψης και διαπόμπευσης των 27 οροθετικών γυναικών, που έκλεισε ένα χρόνο στις 29 Απριλίου, που ήταν η πιο ακραία κρατική παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών, με διακηρυγμένο στόχο να σώσουν τους πορνοπελάτες από τους κινδύνους μετάδοσης του HIV/AIDS από τις γυναίκες αυτές που κατηγορούντο ότι εκδίδονταν και τις οικογένειες των πορνοπελατών από την μετάδοση του ιού. Κανένας πορνοπελάτης δεν παραπέμφθηκε. Αλίμονο, αυτό είναι αυτονόητο! Τι κι αν αυτές οι γυναίκες αθωώθηκαν από τα δικαστήρια μετά από 9 μήνες φυλάκισης, τι κι αν αυτά τα κατεστραμμένα πλάσματα τα κατέστρεψε η πολιτεία πολύ περισσότερο; Σιγά μην δώσουν λόγο. Και μάλιστα οι πρωτίστως υπεύθυνοι για την πράξη αυτή υπουργοί τότε Λοβέρδος και Χρυσοχοίδης, προχωρούν στην ίδρυση πολιτικού κόμματος για να έχει κάτι καλό να ψηφίσει ο ελληνικός λαός στις εκλογές. Και αυτοί δεν ήταν Χρυσαυγίτες. Ήταν «σοσιαλιστές».

Μόνο ένα ισχυρό φεμινιστικό κίνημα μπορεί να παρέμβει και να δουλέψει προς όφελος των γυναικείων δικαιωμάτων αυτή τη δύσκολη και τραγική εποχή. Προς το παρόν, ο κυρίαρχος λόγος που εκπέμπεται από όσους και όσες καταδεχτούν να ασχοληθούν με τα γυναικεία δικαιώματα, είναι η στηλίτευσή τους. Υπάρχουν και οι μειοψηφίες, φυσικά, κι εμείς οι φεμινίστριες, μειοψηφία επίσης, μ’ αυτές τις μειοψηφίες θα συμμαχήσουμε για να προάγουμε τους επείγοντες στόχους της υπεράσπισης των γυναικείων δικαιωμάτων, έστω και αν η πραγματικότητα μας δίνει νέες απογοητεύσεις και απελπισίες τόσο συχνά. Και μαζί θα αγωνιστούμε για μια Ευρώπη της κοινωνικής δικαιοσύνης και του φεμινισμού.