Η θεσμική προστασία των LGBTQI ανθρώπων με απλά βήματα

της Ειρήνης Πετροπούλου

Πάντα λέμε ότι άμεση υποχρέωση κάθε κράτους είναι να προάγει και να διασφαλίζει τον σεβασμό και την προστασία στα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των πολιτών του, αλλά και να συμβάλει με δραστικά μέτρα στην καταπολέμηση όλων των μορφών διακρίσεων και βίας που δέχονται οι LGBTQI άνθρωποι. Δηλαδή, το Κράτος αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στη θεσμική προστασία και παράλληλα λειτουργεί ως μοντέλο για άλλες χώρες, οι οποίες θα ήθελαν μια «δοκιμασμένη συνταγή» με καλές πρακτικές, ειδικά στο θέμα των υπηρεσιών των δημοσίων και κρατικών φορέων, όταν έχουν να κάνουν με LGBTQI θέματα (κάτι σαν τον Οδηγό Καλών Πρακτικών που κυκλοφόρησε πριν μερικούς μήνες από τον Συνήγορο του Πολίτη). Πιστεύω πως δεν χρειάζεται να πούμε ότι μια τόσο καλά δομημένη και καταρτισμένη κρατική μηχανή πάνω στα ανθρώπινα δικαιώματα, δημιουργεί ευαισθητοποιημένους πολίτες πάνω στις διακρίσεις που αντιμετωπίζουν συμπολίτες τους λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, τα αντανακλαστικά της Κοινωνίας των Πολιτών γίνονται άμεσα και λειτουργεί υποστηρικτικά και ενισχυτικά για τις LGBTQI οργανώσεις.

Τα παραπάνω ξεκινούν με μέτρα που προάγουν την ισότητα και καταπολεμούν τις διακρίσεις. Τα μέτρα αυτά έχουν κυρίως τρεις στόχους:

  • Να οδηγήσουν στην ενσωμάτωση των προτύπων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τους LGBTQI ανθρώπους
  • Να καταπολεμήσουν προκαταλήψεις, άγνοια, ρητορική μίσους και βία
  • Να άρουν περιορισμούς που αφορούν την ελευθερία της έκφρασης.

Κατευθυντήριες γραμμές μπορούμε να πάρουμε από τις εκάστοτε αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο έχει θεσπίσει τους κατάλληλους μηχανισμούς και πρότυπα ώστε να διασφαλίζεται ο σεβασμός των δικαιωμάτων του κάθε ανθρώπου. Η Ελλάδα, παρόλο που ανήκει στα κράτη μέλη του Συμβουλίου και δείχνει φαινομενικά ότι σέβεται αυτά τα δικαιώματα, στην ουσία έχει κάνει ελάχιστα όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα και έκφραση φύλου με αποτέλεσμα η ομοφοβία, η λεσβιοφοβία, η τρανσφοβία και ο μισαλλόδοξος λόγος να κυριαρχούν στη δημόσια σφαίρα. Οι πρόσφατες εξελίξεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και οι εκάστοτε αποφάσεις του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου τείνουν να επικροτούν παρά να καταπολεμούν αυτά τα φαινόμενα. Αποδεικνύουν, συν τοις άλλοις, ότι δεν υπάρχει ευαισθητοποίηση πάνω σε θέματα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, δεν τηρείται ο κώδικας δημοσιογραφικής δεοντολογίας και η νομοθεσία ερμηνεύεται κατά το δοκούν.

Αυτό που λείπει από τη δημόσια σφαίρα – πέρα από την ενημέρωση, την κατάρτιση και την ευαισθητοποίηση – είναι η εφαρμογή καλών πρακτικών (ιδιαίτερα αυτών που έχουν κριθεί πετυχημένες σε άλλες χώρες, καθώς και η διερεύνηση των συνθηκών που τις κατέστησαν πετυχημένες), η αξιοποίηση του αντιρατσιστικού νομικού οπλοστασίου και η άμεση αλλαγή της πολιτικής που εφαρμόζεται από τους κυβερνητικούς και τους κρατικούς αξιωματούχους και τις αρχές. Μερικά από τα βήματα προς τη θετική κατεύθυνση είναι:

  • Η διασφάλιση των αρχών της ίσης μεταχείρισης και η εφαρμογή των προτύπων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε οριζόντιο και κάθετο επίπεδο.
  • Η καταπολέμηση των στερεοτύπων, των διακρίσεων και των εγκλημάτων μίσους που έχουν ως κίνητρο το σεξουαλικό προσανατολισμό και τη ταυτότητα φύλου.
  • Η ανταλλαγή καλών πρακτικών και η θέσπιση μέτρων που θα διασφαλίζουν την προστασία και την αξιοπρέπεια σε όλα τα επίπεδα.

Το διακύβευμα είναι, όσον αφορά τις άλλες μορφές διακρίσεων:

  • Να μην αδρανήσουν ή περιοριστούν οι διάφοροι φορείς ισότητας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Συνήγορος του Πολίτη, Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων κλπ) ως προς την ελεγκτική εξουσία που ασκούν.
  • Να μην εφαρμοστούν πολιτικές που ενδέχεται να οδηγήσουν στον αυστηρό περιορισμό των LGBTQI που αιτούν άσυλο για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
  • Να μην αποκλείονται οι LGBTQI με αναπηρίες και να μην αποστερούνται του δικαιώματος τους να συμμετέχουν ενεργά στην κοινωνία.

Δυστυχώς, η οικονομική κρίση της τελευταίας πενταετίας έχει δημιουργήσει ένα κλίμα συγχώνευσης φορέων που δημιουργήθηκαν ακριβώς με σκοπό τη διασφάλιση της ισότητας, της αξιοπρέπειας, της προστασίας και, πάνω απ’ όλα, του σεβασμού στα δικαιώματα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων όποιες και να είναι αυτές οι ομάδες. Αυτό, με τη σειρά του, είχε επιπτώσεις σε κοινωνικές ομάδες που υφίστανται αποκλεισμούς λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, γλώσσας, θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων, καταγωγής, ηλικίας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου. Η θρησκεία, μάλιστα, χρησιμοποιείται συχνά ως ασπίδα για να κατηγορηθούν οι μουσουλμάνοι πρόσφυγες ως εξτρεμιστές, τζιχαντιστές κλπ. πυροδοτώντας έτσι εντάσεις και ενισχύοντας τη μισαλλοδοξία της κοινωνίας. Καθημερινό, συν τοις άλλοις, είναι και το φαινόμενο των αποκλεισμών και των διακρίσεων που αντιμετωπίζουν σε εκπαίδευση, απασχόληση, εργασία και στέγαση, ενώ σπάνια ιδρώνει αυτί όταν φτάνουν στα φώτα της δημοσιότητας κάποιες ακραίες περιπτώσεις αστυνομικής αυθαιρεσίας.

Ένα ακόμα πιο λυπηρό στατιστικό στοιχείο είναι ότι οι άνθρωποι με αναπηρίες απαρτίζουν την μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα σε παγκόσμιο επίπεδο που αντιμετωπίζει καθημερινά διακρίσεις. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης η ομάδα αυτή περιθωριοποιείται, ιδρυματοποιείται, αποστερείται θεμελιωδών δικαιωμάτων και υφίσταται απαξιωτική συμπεριφορά.

Η ποιότητα της ζωής των ανωτέρω ομάδων και κυρίως των LGBTQI ανθρώπων, στους οποίους εστιάζουμε, μπορεί να βελτιωθεί με την διασφάλιση των ίσων ευκαιριών και την καταπολέμηση των διακρίσεων μέσω μιας σειράς ενισχυτικών μέτρων ως προς τη σφαίρα των αρμοδιοτήτων των θεσμών ισότητας και προστασίας, αλλά και της αναθεώρησης της νομοθεσίας των κανονισμών και των πρακτικών που εφαρμόζει ο κρατικός μηχανισμός και επηρεάζουν άμεσα τη στάση της Κοινωνίας των Πολιτών.

Τέλος, η διαδεδομένη βία κατά των γυναικών, τα στερεότυπα και τα εμπόδια που συναντούν οι γυναίκες, οι λεσβίες και οι τρανς άνθρωποι δείχνουν ότι η εφαρμογή των αρχών της ισότητας, παρά το νομικό οπλοστάσιο, προχωρά με βήματα χελώνας. Θετική εξέλιξη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (τέθηκε σε εφαρμογή την 1η Αυγούστου του 2014 και δεν έχει ακόμα επικυρωθεί από την Ελλάδα) πάνω στην πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της ενδο-οικογενειακής βίας, η εφαρμογή μέτρων μηδενικής ανοχής στη βία, η δίωξη των παραβατών και η προώθηση θετικών μοντέλων-ρόλων αντί των κλασσικών και απαρχαιωμένων νοοτροπιών για τις γυναίκες, τις λεσβίες και, κυρίως, τις τρανς γυναίκες. Ειδικά εδώ η εξάλειψη των προκαταλήψεων, της εχθρότητας, του μισαλλόδοξου λόγου και της βίας οφείλει να γίνει μέσα από μια σειρά μέτρων και καλών πρακτικών που θα οδηγήσουν στη διαμόρφωση μιας Κοινωνίας των Πολιτών όπου ο σεβασμός στην αξιοπρέπεια γίνεται ισότιμος θεσμός με τα ίσα δικαιώματα και την προστασία που παρέχεται. Οτιδήποτε το αντίθετο ή λιγότερο απλώς θα επιβεβαιώνει για πολλοστή φορά τον κανόνα των διακρίσεων και των στερεοτύπων. Είναι κορυφαίο ανθρώπινο δικαίωμα το να ζεις χωρίς το φόβο της βίας.