Ίση µεταχείριση ανδρών – γυναικών σε θέµατα εργασίας και απασχόλησης

Με αφορμή την συμμετοχή της στο διακρατικό συνέδριο της Γραμματείας Γυναικών της ΓΣΕΕ με θέμα «Η Προώθηση της Συμμετοχής των Γυναικών στα Συνδικάτα: Δικαίωμα και Υποχρέωση» (Αθήνα, 17/10/2014), η Συνήγορος του Πολίτη Καλλιόπη Σπανού αναφέρθηκε στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην εργασία και την απασχόληση κατά την παρούσα οικονομική συγκυρία, και τις παρεμβάσεις της Ανεξάρτητης Αρχής.

 

Από την εµπειρία µας στον Συνήγορο του Πολίτη είναι φανερό ότι η οικονοµική κρίση χρησιµοποιείται ως µοχλός πίεσης από τους εργοδότες προς όσους ήδη εργάζονται ή αναζητούν εργασία. Η αναζήτηση εργασίας και η ανάγκη διατήρησής της φέρνουν τους τελευταίους, και ιδιαίτερα τις γυναίκες, σε περαιτέρω αδύναµη θέση. Οι γυναίκες µάλιστα είναι περισσότερο εκτεθειµένες σε µη αξιοπρεπείς συνθήκες απασχόλησης, κινδυνεύουν µε απόλυση ιδίως κατά την περίοδο της εγκυµοσύνης και της χρήσης άδειας µητρότητας, ενώ πιέζονται να δεχτούν ευέλικτες σχέσεις εργασίας. Πρόκειται για µια ανησυχητική τάση που προστίθεται στην κατάσταση που δηµιουργεί ο σηµαντικός περιορισµός προστασίας της εργασίας και η επιδείνωση των συνθηκών της. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο Συνήγορος διαπιστώνει ότι οι εργαζόµενες συχνά προσπαθούν να διευθετήσουν µόνες τους το πρόβληµα που δηµιουργεί η καταστρατήγηση του νόµου εκ µέρους του εργοδότη. Προκειµένου να µη χάσουν τη δουλειά τους δέχονται, κατ’ ουσίαν, την παραβίαση των εργασιακών τους δικαιωµάτων τους. Ακόµη και όταν καταγγείλουν το γεγονός στον Συνήγορο ή στην Επιθεώρηση Εργασίας, στη συνέχεια εµφανίζονται ιδιαίτερα αµφίθυµες ως προς τις ενέργειες διαµεσολάβηση ή και αποσύρουν την καταγγελία, φοβούµενες την απόλυση.

Οι δυνατότητες εκπροσώπησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι κοµβικής σηµασίας για να µειωθεί ο σκοτεινός αριθµός των διακρίσεων, ειδικά σε περιπτώσεις όπου που κυριαρχεί ο φόβος του θύµατος και δη των γυναικών εργαζοµένων, να υποβάλουν και να υποστηρίξουν αποφασιστικά αναφορά κατά του εργοδότη. Ο Συνήγορος θεωρεί αποφασιστικό σύµµαχο τις συνδικαλιστικές ενώσεις των εργαζοµένων στον κοινό στόχο της υπεράσπισης των εργασιακών δικαιωµάτων και προτείνει τη συστηµατική ενηµέρωση και από τη ΓΣΕΕ προς τα πρωτοβάθµια σωµατεία των αρµοδιοτήτων του Συνηγόρου, τη διοργάνωση σχετικών ενηµερωτικών εκδηλώσεων στην περιφέρεια, τη συστηµατική διαβίβαση σχετικών αναφορών από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις αλλά και τη δηµιουργία πιλοτικών περιπτώσεων προς επίλυση υπέρ της ίσης µεταχείρισης στην πράξη, µε αξιοποίηση της διαµεσολάβησης του Συνηγόρου ως εξωδικαστικού µηχανισµού επίλυσης διαφορών. Ακριβώς δε σε αυτές τις συνθήκες οικονοµικής κρίσης η σηµασία της εξωδικαστικής διαµεσολάβησης του Συνηγόρου προσλαµβάνει ξεχωριστό βάρος, πολλώ δε µάλλον λόγω του συνεχώς αυξανόµενου αριθµού των εργαζοµένων που αδυνατούν να προσφύγουν δικαστικά για οικονοµικούς λόγους.

Ποιος προσφεύγει στον Συνήγορο του Πολίτη: Διαφυλικές διαφορές 

Μια έρευνα που διεξήχθη για λογαριασµό του Συνηγόρου µε τη χρηµατοδότηση του ΕΣΠΑ στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράµµατος «∆ιοικητική Μεταρρύθµιση» εξέτασε τη δυνατότητα πρόσβασης των πολιτών σε Αρχές και Θεσµούς προστασίας των δικαιωµάτων τους. Ως προς το φύλο και την κοινωνικοοικονοµική κατάσταση, η έρευνα έδειξε ότι τη δυνατότητα πρόσβασης σε µηχανισµούς προάσπισης των συµφερόντων τους αξιοποιούν αναλογικά περισσότερο, ανεξαρτήτως φύλου, άτοµα ανώτερης µόρφωσης και επαγγελµατικού status, στοιχεία που συγκροτούν στρώµατα ανώτερης και µεσαίας κοινωνικής τάξης. Αυτοί είναι καλύτεροι γνώστες των δικαιωµάτων που µπορούν να ασκήσουν και των θεσµών και διαδικασιών που τους το επιτρέπουν.
Αντίθετα, οι πλέον ευάλωτοι κοινωνικά και οικονοµικά προσφεύγουν σπανιότερα σε θεσµούς προστασίας των δικαιωµάτων τους, και µεταξύ αυτών οι γυναίκες ακόµη πιο σπάνια. Πρόκειται για γυναίκες των χαµηλότερων κοινωνικών στρωµάτων οι οποίες υφίστανται το αποτέλεσµα της σώρευσης αιτίων ανισότητας, αφού είναι εκείνες που συχνά επιβαρύνονται περισσότερο και από άλλα προβλήµατα ανεργία, οικογενειακή κατάσταση κλπ.) και δεν έχουν την ευχέρεια να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που τους προσφέρονται για να προστατευθούν.

Σύγχρονες προκλήσεις εντός της κρίσης: Εστίαση στον ιδιωτικό τοµέα 

Είναι γνωστό ότι σε δύσκολες οικονοµικές συνθήκες, οι γυναίκες γίνονται ευκολότερα αποδέκτες πολλαπλών διακρίσεων. Οι αναφορές που εξέτασε το 2013 ο Συνήγορος µε την ειδική αρµοδιότητά του για την καταπολέµηση των διακρίσεων λόγω φύλου στην εργασία και την απασχόληση εµφάνισαν αύξηση κατά 25%, αν και σε απόλυτο αριθµό παραµένουν περιορισµένες (327 αναφορές). Ωστόσο αναµένεται αντίστοιχη αύξηση αυτή τη χρονιά.
Και ενώ η θεµατολογία των αναφορών που αφορούν τον δηµόσιο τοµέα κυριαρχείται από ζητήµατα διεκδίκησης ή αξιοποίησης αδειών από άνδρες και γυναίκες γονείς, η θεµατολογία του ιδιωτικού τοµέα συνδέεται µε την επισφάλεια της γυναικείας απασχόλησης ιδιαίτερα σε συνδυασµό µε καταστάσεις εγκυµοσύνης και µητρότητας, αλλά και τις ευέλικτες µορφές εργασίας (κυρίως εκ περιτροπής εργασία). Επίσης
ενδιαφέρον είναι ότι ευνοϊκές ρυθµίσεις υπέρ των γυναικών όπως η δυνατότητά τους να συνταξιοδοτηθούν νωρίτερα αντιστρέφεται σε κάποιες περιπτώσεις και λειτουργεί εις βάρος τους. Χαρακτηριστική η παρακάτω αναφορά:
Γυναίκα, υπάλληλος σε ιδιωτική εταιρεία από το 1976, κατήγγειλε στον Συνήγορο του Πολίτη ότι της κοινοποιήθηκε η καταγγελία της σύµβασης εργασίας της µε την αιτιολογία ότι εντός του 2013 συµπλήρωσε το 55ο έτος της ηλικίας της και συνεπώς είχε τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ως µητέρα ανηλίκου. Στο πλαίσιο οµαδικών απολύσεων η εταιρεία, προχώρησε σε καταγγελίες συµβάσεων εργασίας µε κοινωνικά κριτήρια, αρχίζοντας από εκείνους τους εργαζόµενους για τους οποίους η απώλεια της εργασίας θα ήταν λιγότερο επαχθής. Έτσι επιλέχθηκε η συγκεκριµένη εργαζόµενη, επειδή είχε δικαίωµα να λάβει σύνταξη γήρατος βάσει ειδικών ευεργετικών διατάξεων. Ωστόσο, η ίδια δεν επιθυµούσε τη συνταξιοδότησή της. Μετά τη διερεύνηση της υπόθεσης ο Συνήγορος µε πόρισµά του κατέληξε ότι η ενέργεια αυτή από την πλευρά της εργοδότριας εταιρείας συνιστά διάκριση λόγω φύλου. Συγκεκριµένα, κανείς άνδρας εργαζόµενος στην εταιρεία, της ίδιας ηλικίας και µε τα ίδια κριτήρια (αριθµό ενσήµων, ανήλικο τέκνο), δεν βγήκε στη σύνταξη υποχρεωτικά..
Τα στερεότυπα είναι τόσο ισχυρά ώστε θεωρείται κριτήριο δικαιοσύνης έναντι των εργαζοµένων να απολυθεί γυναίκα η οποία έχει την ευνοϊκή δυνατότητα συνταξιοδότησης, ανεξαρτήτως τού αν την επιθυµεί. Αυτό σηµαίνει ότι η εργασία εξακολουθεί να θεωρείται µια συµπτωµατική κατάσταση των γυναικών, οι οποίες κατά κύριο λόγο και προορισµό ασχολούνται µε τα οικιακά. Έτσι τα στερεότυπα αναβιώνουν -για να µην πω ότι κυριαρχούν- σε συνθήκες κρίσης, είτε οµολογηµένα είτε ανοµολόγητα.

Επισφάλεια και ευελιξία στην εργασία εις βάρος των γυναικών
• Εκ περιτροπής απασχόληση

Ο Συνήγορος του Πολίτη έλαβε τα τελευταία χρόνια σηµαντικό αριθµό καταγγελιών για επιβολή, µε µονοµερή απόφαση του εργοδότη, εκ περιτροπής απασχόλησης σε γυναίκες εγκύους ή που επέστρεφαν στην εργασία µετά από άδεια µητρότητας Η αιτιολογία ήταν πάντα ο περιορισµός της δραστηριότητας της επιχείρησης αλλά δεν είχαν τηρηθεί οι προϋποθέσεις του νόµου. Στην ειδική έκθεση που συνέταξε ο
Συνήγορος καταγράφηκαν τα προβλήµατα που παρατήρησε ως προς τη δικαιολογητική βάση και την τήρηση των προβλεπόµενων διαδικασιών για τη θέση σε εκ περιτροπής απασχόληση. ∆ιαπίστωσε ότι ορισµένες επιχειρήσεις υιοθετούν καταχρηστικές πρακτικές που αντί να αξιοποιούν αυτή τη δυνατότητα ως περιθώριο ευελιξίας για την αντιµετώπιση πρόσκαιρων σοβαρών οικονοµικών προβληµάτων, µε διατήρηση των θέσεων εργασίας, την χρησιµοποιούν για να καταστρατηγήσουν διατάξεις της εργατικής νοµοθεσίας που προστατεύουν τη µητρότητα και προωθούν την ίση µεταχείριση ανδρών και γυναικών στην εργασία.
• Απολύσεις

Σηµαντικός αριθµός υποθέσεων που φτάνουν στον Συνήγορο του Πολίτη αφορά την απόλυση στη διάρκεια της περιόδου προστασίας εγκυµοσύνης και µητρότητας. Αυτό συµβαίνει άµεσα σε επιχειρήσεις που µόνο κατ’ επίφαση αλλάζουν χέρια ή αναστέλλουν τη δραστηριότητά τους ώστε να έχουν σοβαρό λόγο που δικαιολογεί απολύσεις. Αλλά επίσης συµβαίνει έµµεσα, όταν οι εργοδότες υιοθετούν απαράδεκτες συµπεριφορές ώστε να οδηγήσουν τις εργαζόµενες σε οικειοθελή παραίτηση. Η παρέµβαση του Συνηγόρου του Πολίτη και η ενηµέρωση που παρέχει, οδηγούν συχνά τους εργοδότες να συµµορφώνονται στις υποχρεώσεις τους.

Αποδεικνύεται από τις παρακάτω αναφορές:
Υπάλληλος γραφείου κατήγγειλε ότι, αµέσως µόλις επέστρεψε στην εργασία της µετά τη λήξη της άδειας µητρότητας, διαπίστωσε ότι είχε προσληφθεί άλλος στη θέση της. Επίσης, ο εργοδότης τής ανέθετε πλέον αποκλειστικά εξωτερικές εργασίες, ενώ έπαψε να της αναθέτει αρµοδιότητες σχετικές µε το αντικείµενό της. Κατά την τριµερή συνάντηση στα γραφεία της Επιθεώρησης Εργασίας, ο εκπρόσωπος της επιχείρησης αναγνώρισε ότι ο νεοπροσληφθείς υπάλληλος απασχολείται στο αντικείµενο εργασίας της προσφεύγουσας πριν αποχωρήσει από την εταιρεία µε άδεια µητρότητας. Αφού ενηµερώθηκε σχετικά µε τις διατάξεις περί βλαπτικής µεταβολής των όρων εργασίας, ο εκπρόσωπος της επιχείρησης δεσµεύθηκε ότι στο εξής η προσφεύγουσα θα παρέχει τις υπηρεσίες που παρείχε και πριν από την άδεια µητρότητας, και ότι δεν θα ασχολείται µε υποδεέστερα καθήκοντα, δέσµευση που τηρήθηκε. 

Βοηθός λογιστή κατήγγειλε στην Επιθεώρηση Εργασίας ότι ο εργοδότης την απέλυσε µόλις εκείνη επέστρεψε στην εργασία της από την εξάµηνη άδεια προστασίας µητρότητας, ενώ δεν είχε ακόµη παρέλθει το χρονικό διάστηµα της προστασίας από απόλυση και χωρίς να αναφέρεται κάποιος «σπουδαίος λόγος». Στις δύο συναντήσεις που πραγµατοποιήθηκαν στα γραφεία του οικείου τµήµατος της Επιθεώρησης Εργασίας, ο εργοδότης ενηµερώθηκε σχετικά µε τις ρητές διατάξεις της εργατικής νοµοθεσίας που παραβιάζονται µε την καταγγελία της σύµβασης εργασίας. Κατόπιν τούτου ανακάλεσε την απόλυση και η σχέση εργασίας συνεχίστηκε κανονικά.
Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες οι εργοδότες ενέµειναν στις θέσεις τους, µε αποτέλεσµα να ενεργοποιηθεί η δυνατότητα εισήγησης για επιβολή προστίµων από τον Συνήγορο του Πολίτη.
Εκδοτική εταιρεία απέλυσε τρεις εργαζόµενες κατά το χρονικό διάστηµα προστασίας από απόλυση λόγω µητρότητας, χωρίς να αναφέρει κάποιον «σπουδαίο λόγο». Ύστερα από συνεχείς αναβολές συζήτησης της υπόθεσης εκ µέρους του εργοδότη, ο Συνήγορος απευθύνθηκε εγγράφως στην εταιρεία, ενηµερώνοντάς τη για την προστασία από απόλυση και επισηµαίνοντας ότι δεν τήρησε τις τυπικές προϋποθέσεις που προβλέπονται για την καταγγελία της σύµβασης εργασίας στις περιπτώσεις αυτές. Παράλληλα, ζήτησε έγγραφες εξηγήσεις για τις καταγγελίες των συµβάσεων εργασίας χωρίς «σπουδαίο λόγο» και κάλεσε την εταιρεία να συνεχίσει να απασχολεί τις εργαζόµενες. Κατόπιν της παράλειψης απάντησης του εργοδότη, ο Συνήγορος εισηγήθηκε στο οικείο τµήµα Κοινωνικής Επιθεώρησης την επιβολή διοικητικού προστίµου.
Υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις καταγγελιών από εργαζόµενες που επιστρέφουν στην εργασία τους έπειτα από την άδεια µητρότητας και βρίσκουν τις επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονταν να µη λειτουργούν πλέον. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις έχουν αλλάξει διεύθυνση ή επωνυµία, αλλά υφίστανται ακόµη. Προκειµένου να αποφανθεί για τέτοιου είδους υποθέσεις, ο Συνήγορος πρέπει, κατ’ αρχάς, να διαπιστώσει αν η
επιχείρηση πράγµατι υφίσταται, αντλώντας σχετικές πληροφορίες από τη Γενική Γραµµατεία Πληροφοριακών Συστηµάτων (ΓΓΠΣ) του Υπουργείου Οικονοµικών. Για παράδειγµα:
Εργαζόµενη ως σερβιτόρα µε σύµβαση εργασίας αορίστου χρόνου, επιστρέφοντας στην εργασία της έπειτα από άδεια µητρότητας, ενηµερώθηκε ότι η επιχείρηση (καφετέρια) είχε πωληθεί σε άλλη εταιρεία. Σύµφωνα µε τη νέα ιδιοκτήτρια της επιχείρησης, καταγγέλθηκαν όλες οι συµβάσεις εργασίας των εργαζοµένων στην αρχική καφετέρια, πλην της σύµβασης της ενδιαφεροµένης. Η καταγγέλλουσα όµως υποστήριξε ότι 3 από τους εργαζοµένους της αρχικής εταιρείας επαναπροσλήφθηκαν στη νέα επιχείρηση, ενώ η ίδια ουδέποτε κλήθηκε να προσφέρει πραγµατική εργασία. Στις συναντήσεις ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας δεν εµφανίστηκε ο διευθύνων σύµβουλος της αρχικής εταιρείας. Όλα δε τα έγγραφα που απέστειλαν η Επιθεώρηση Εργασίας και ο Συνήγορος προς την αρχική εταιρεία στη διεύθυνση που είχε δηλωθεί ως έδρα επιστράφηκαν ως ‘άγνωστης διεύθυνσης’. Ο Συνήγορος διαπίστωσε ότι το αντικείµενο των εργασιών των δύο επιχειρήσεων είναι ακριβώς το ίδιο (καφετέριες) και ότι από πουθενά δεν προέκυπτε ότι η αρχική επιχείρηση διέκοψε τη λειτουργία της προτού να ξεκινήσει τις εργασίες της η δεύτερη.Ο ισχυρισµός της προσφεύγουσας ότι ορισµένοι από τους εργαζοµένους της αρχικής εταιρείας συνέχισαν να εργάζονται στη νέα εργοδότρια δεν αντικρούστηκε. Ο Συνήγορος συµπέρανε ότι η αρχική επιχείρηση µεταβιβάστηκε στη διάδοχο, και κάλεσε την τελευταία να απασχολήσει πραγµατικά την εργαζόµενη, αλλά η επιχείρηση δεν ανταποκρίθηκε. Κατόπιν σχετικής εισήγησης του Συνηγόρου το ΣΕΠΕ επέβαλε πρόστιµο. Επίσης, το σχετικό πόρισµα του Συνηγόρου στάλθηκε στα µέρη που ενεπλάκησαν στην υπόθεση και στην Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά και στο Σ∆ΟΕ, προκειµένου να διερευνηθεί η υπόθεση ως προς την αρχική εργοδότρια.