Ομοφοβία στην οθόνη και τα πρωτοσέλιδα

Κάνοντας μια οποιαδήποτε συζήτηση για τα μίντια και τη στάση τους απέναντι σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, θεωρώ απαραίτητο να ξεκινήσουμε από ορισμένες βασικές παραδοχές. Καταρχήν ότι τα ΜΜΕ δεν αντανακλούν απλώς την κοινωνική πραγματικότητα αλλά την παράγουν συνάμα. Ως ένας από τους βασικότερους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους , διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην κατασκευή των κοινωνικών αναπαραστάσεων και στην αναπαραγωγή και εμπέδωση των στερεοτύπων. Δεύτερον τα μίντια, ιδιαίτερα τα παραδοσιακά συνιστούν αυτό που κωδικοποιούσε ο Μποντιγιάρ ως «λόγο χωρίς απόκριση», με την έννοια ότι αφαιρούν εκ προιμίου από τον αποδέκτη του μηνύματος τη δυνατότητα ανταλλαγής, λειτουργούν χωρίς διαδραστικότητα και αυτό θωρακίζει ακόμα πιο σκληρά το περιεχόμενο τους.

Τα ΜΜΕ στην Ελλάδα δεν ξεφεύγουν από αυτόν το γενικό κανόνα, αντίθετα έχουν επικριθεί έντονα για τη μονομέρεια που χαρακτηρίζει τα ρεπορτάζ τους ως μια απόπειρα χειραγώγησης της ενημέρωσης. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα τα μεγαλύτερα συγκροτήματα του Τύπου έχουν καταγράψει ένα ιστορικό αρνητικό ισχυρής πρόσδεσης με την πολιτική εξουσία , γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να κατρακυλήσουν στους δείκτες αξιοπιστίας και να διαρήξουν το δεσμό εμπιστοσύνης με την κοινωνίας.

Αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές όσον αφορά τα ζητήματα της lgbt κοινότητας και με δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι μια αρκετά ομοφοβική χώρα που δεν έχει θεσπίσει ένα πλέγμα αναγνώρισης και προστασίας των ΛΟΑΤ ατόμων και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια με την έξαρση της ακροδεξιάς στη χώρα μας , πολλαπλασιάστηκαν τα κρούσματα φυσικής ή λεκτικής βίας εις βάρος των ομοφυλόφιλων

Ετσι παρατηρούμε μια διττή ανατροφοδοτούμενη διαδικασία , όπου το ίδιο το πολιτικό σύστημα επιδιώκει τα κρατήσει τα ΛΟΑΤ άτομα στη σφαίρα του αόρατού και μη αποδεκτού και τα μίντια από την άλλη ευθυγραμμίζονται με αυτή τη λογική και την επεκτείνουν., χαυδεύοντας τα ομοφοβικά αντανακλαστικά της ελληνικής κοινωνίας.

Τη δύσκολη δεκαετία του 80 που το coming out ήταν μια πολύ επώδυνη και ως εκ τούτου σπάνια διαδικασία, στον ελληνικό τύπου ιδίως στο συντηρητικό του κομμάτι ή το σκανδαλοθηρικό μεσουράνησαν πρωτοσέλιδα που φιλοτέχνησαν το πορτρέτο των ΛΟΑΤ ανθρώπων με τους προσδιορισμούς του «ανώμαλου» , αναζοπυρώνοντας το δίπολο περί «φυσιολογικού» και «παθολογικού» και τοποθετώντας τους ΛΟΑΤ ανθρώπους στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στις περιπτώσεις των τρανς ατόμων , όπου ο ελληνικός Τύπος αγκάλιασε τις επιχειρήσεις της Αστυνομίας ενάντια στις τρανς και δεν απέβαλλε τις προσβλητικές αναφορές στην απαξιωτική ρητορική περί «τραβεστί» ή «ανώμαλων» ακόμα και σε περιπτώσεις που σημειώθηκαν τρανσφοβικές δολοφονίες.

Την ίδια χρονική περίοδο επιδιώχθηκε η ποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας , όταν τα ελληνικά μίντια ενστερνίστηκαν την παγκόσμια καμπάνια που επιχειρούσε να ταυτίσει την εμφάνιση και μετάδοση του HIV με τις ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές πρακτικές και τον ομοερωτισμό. Ετσι ενορχηστρώθηκε μια εκστρατεία διοχέτευσης ηθικό πανικού στο κοινωνικό σώμα με σκοπό την απομόνωση των ομοφυλόφιλων και την νομιμοποίηση των επιθέσεων εναντίον τους. Η οροθετικότητα αντιμετωπίστηκε ως σκιάχτρο και απειλή για τη δημόσια υγεία που εκπορεύεται από τους ομοφυλόφικους παρά το γεγονός ότι οι πρώιμοι ισχυρισμοί ότι το AIDS πλήττει ομοφυλόφιλα άτομα καταρρίφθηκαν σύντομα από τη συλλογή δεδομένων και τα επιστημονικά πορίσματα που απέδειξαν ότι η νόσος αφορά εξίσου και στα ετεροφυλόφιλα άτομα με ισόποσα και μεγαλύτερα ποσοστά.

Ενα δεύτερο αποτέλεσμα αυτών των πρακτικών ήταν ο μη αναστρέψιμος στιγματισμός των οροθετικών που κατέληξε το στίγμα να είναι πιο σκληρό και ακαμπτο από την ίδια την ασθένεια

Πρόκειται ίσως για μια από τις πιο δυσκολες συνθήκες στη σύγχρονη ιστορία του κινήματος για τη σεξουαλική απελευθέρωση που μέσα σ’ αυτό τον περιοριστικό κλοιό οδηγήθηκε αναπόφευκτα σ’ ενα προσωρινό μούδιασμα.

Στη σύγχρονή εποχή που συνοδεύεται από έναν κύκλο ανάτασης του ΛΟΑΤ κινήματος και μια διεθνή τάση κατοχύρωσης των δικαιωμάτων τους τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο, η αντίληψη των Μμε στη χώρα μας για το ζήτημα συνψίζεται σε δύο βασικές στρατηγικές:

1. Η στρατηγική της αποσιώπησης που είναι μάλλον κυρίαρχη. Τα ζητήματα του ΛΟΑΤ κινήματος επί της ουσίας απουσιάζουν από την ενημέρωση. Τα μίντια τα αντιμετωπίζουν ως μη γενόμενα . Μια σειρά από σημαντικά θέματα όπως οι επιθέσεις που δέχονται, οι διεκδικήσεις που προβάλλουν ή οι κινητοποιήσεις που πραγματοποιούν δεν καλύπτονται στην τρέχουσα ειδησεογραφία παρά το γεγονός ότι έχουν αξιόλογη δυναμική και ότι αφορούν ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού. Μέσω της απόκρυψης επί της ουσίας επιδιώκεται η αποδυνάμωση του μηνύματος. Οταν ο κόσμος δεν έχει πρόσβαση στην πραγματική εικόνα του θέματος, τότε αναπόφευκτα ακυρώνεται η δυνατότητα μεγιστοποίησης της επιρροής του κινήματος και οι πολίτες παραμένουν εγκλωβισμένοι σε μυθεύματα και στερεότυπα.

2. Η στρατηγική της διαστρέβλωσης με βασικό στοιχείο την ομοφοβία. Δυστυχώς από τον ελληνικό Τύπο δεν λείπουν οι καθαρά ομοφοβικές αναφορές τόσο των ίδιων των λειτουργών του Τύπου, όσο και η προνομιακή μετάφοση ομοφοβικών κηρυγμάτων που απορρέουν από σκληροπυρηνικούς μισαλλόδοξους κύκλους. Το ομοφοβικό παραλήρημα του δημοσιογράφου Δήμου Βερύκιου εις βάρος του συγγραφέα Αύγουστου Κορτώ είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές και πρόσφατες περιπτώσεις. Η στρατηγική αυτή διατηρεί ένα στατους ανοχής απένταντι στις ομοφοβικές επιθέσεις και ενεργοποιεί σκοταδιστικά αντανακλαστικά (παραδείγματα).

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις δεν ενσωματώνεται η άποψη και ο λόγος του ΛΟΑΤ κινήματος , καθώς ποτέ δεν καλούνται οι εκπρόσωποι του στα τηλεοπτικά ή ραδιοφωνικά πάνελ. Ακόμα και η δημόσια ραδιοτηλεόραση τόσο με τη μορφή της ΕΡΤ όσο και πολύ χειρότερα του μορφώματος της ΝΕΡΙΤ ποτέ δε μερίμνησε για ένα φιλικό ως προς τις εναλλακτικές σεξουαλικότητες πρόγραμμα

Σ’ αυτή τη συνομοταξία οι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί φορείς αναδεικνύονται ως οι πιο μονολοθικοί. Αντίθεται στα εντυπα μέσα – μπορεί μειοψηφικά – αλλά εντοπίζονται προσπάθειες μια πιο πλουραλιστικής και δημοκρατικής πληροφόρησης.

Εχει μια αξία να αναφερθούμε όμως και στο αποκαλούμενο ψυχαγωγικό ή πολιτιστικό κομμάτι του τύπου και ιδίως της τηλεόρασης, όπου αυτό που παρατηρείται είναι η ενσωμάτωση του προτύπου της ομοφυλοφιλίας με τη μορφή της καρικατούρας. Και εδώ βεβαίως το κυριάρχο αν όχι μοναδικό πρότυπο είναι το ετεροκανονιστικό.

Το πλέον παράδοξο όμως στη διαπλοκή ομοφοβίας και ΜΜΕ έγκεινται στο ρόλο που διαδραματίζουν οι ελεγκτικοί φορείς και συγκεκριμένα το ΕΣΡ και δευτερευόντως και η ΕΣΗΕΑ που είναι τα αρμόδια όργανα για την παρακολούθηση της τήρησης των κανόνων δεοντολογίας στην ενημέρωση.

Το ΕΣΡ αντί να επικρίνει τις ομοφοβικες – τρανσφοβικές αναφορές , τις προμοδοτεί αναδεικνύοντας τον εαυτό του σ’ ενα αρτηριοσκληρωτικό και γραφειοκρατικό μηχανισμό που εμφορείται από βαθιά συντηρητικές απόψεις. Ενδεικτικά ας θυμηθούμε μόνο τις περιπτώσεις του περιβόητου «φιλιού» στο σήριαλ «Κλείσε τα μάτια», όπο ο τηλεοπτικός σταθμός τιμωρήθηκε με χρηματικό πρόστιμο από το ΕΣΡ επειδή πρόβαλε ένα φιλί ομόφυλου ζευγαριού

Η πιο σημαντική όμως κατά τη γνώμη μου πτυχή , όσο και αδιόρατη είναι αυτή που σχετίζεται με τις αναπαραστάσεις των εμφυλων ρόλων στα ΜΜΕ. Αν δεχτούμε τις σύγχρονες παραδοχές της προοδευτικής ακαδημαικής σκέψης, η βάση της καταπίεσης τόσο των γυναικών , όσο και των ΛΟΑΤ ατόμων εδράζεται στην αντίληψη για το φύλο και αναμφισβήτητα το φύλο είναι η πιο σκληρή κατηγορία νοήματος που όσοι και όσες αποκλίνουν στην επιτέλεση του αοπό τις κυρίαρχες νόρμες για την αρρενωπότητα και τη θηλυκότητα, υφίστανται τις πειθαρχικές κυρώσεις αυτής της διαφοροποίησης. Τα μίντια λοιπόν εγκολπώνουν με απόλυτο τρόπο αυτά τα στερεότυπα για τους εμφυλους ρόλους και εμφανίζουν μεγάλη δυσανεξία στην ετερότητα

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε σ’ αυτό το πλαίσιο ότι είναι ελάχιστα τα παραδείγματα των ίδιων των εργαζομένων στον Τύπο που εχουν ανοιχτά διαφοροποιηθεί ως προς το σεξουαλικό τους προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου… πολύ δε πιο σπάνιο είναι να μην υφίστανται το χλευασμό και την υποτίμηση στη δημόσια σφαίρα.

Ως εκ τούτου η διάχυτη καχυποψία της ΛΟΑΤ κοινότητας απέναντι στο μιντιακό σύστημα είναι καθόλα κατανοητή και αναμενόμενη , ακόμα κι αυτή ορισμένες φορές καταλήγει σε μια αφοριστική γενίκευση και ένα ιδιότυπο εμπάργκο. Διότι μπορεί να υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις δημοσιογράφων και δημιουργών που παρουσιάζουν αυτά τα θέματα απαλαγμένα από ιδεοληψίες αλλά μιλώντας για τα μίντια δεν αναφερόμαστε τόσο στα υποκείμενα τους , όσο κυρίως στη ίδια τη δομή και τις κοινωνικές σχέσεις που καλλιεργεί.

Γι’ αυτό και συχνά η ΛΟΑΤ κοινότητα επιλέγει να διαδόσει τις απόψεις της μέσα από τις δικές της δομές εναλλακτικής πληροφόρησης. Η αλήθεια είναι ότι οι συγκεκριμένες δομές και η νέα δυναμική που φέρνουν στην ενημέρωση τα social media δημιουργούν ρήγματα πάνω στο κατεστημένο μιντιακό μοντέλο αλλά η ισχύς τους παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη , γι’ αυτό και εξακολουθεί να έχει νόημα η διαπάλη για το μετασχηματισμό των μίντια και υπεράσπιση του καθολικού δικαιώματος στην ενημέρωση.

Μαρία Λούκα

* Εισήγηση που έγινε στις 18 Απριλίου στο Ετήσιο Συνέδριο 2015 του Φόρουμ Ευρωπαίων Φοιτητών Δημοσιογραφίας