Θεσμικοί Ακροβατισμοί

της Ειρήνης Πετροπούλου

Κάποτε, σε μια άλλη εποχή όχι και τόσο μακρινή, οι κοκκινομάλληδες και οι αριστερόχειρες άνθρωποι στοχοποιούντο με τη γελοία – για τα σημερινά δεδομένα – κατηγορία της μαγείας, της σύμπραξης με τον Σατανά ή του ο,τιδήποτε άλλου μπορούσε να σκαρφιστεί η τότε κοινωνία για να στιγματίσει την εξωτερική εμφάνιση και το ποιο μέρος του εγκεφάλου θα έδινε εντολή σε ποιο χέρι. Δεν είναι τυχαίο που όταν ένας άνθρωπος ήταν καπάτσος στη τέχνη του, τον λέγαμε «δεξιοτέχνη». Να σας θυμίσω ότι ακόμα πιο πρόσφατα ανάλογη ήταν και η στιγματοποίηση των παιδιών που γεννιόντουσαν σε εκτός γάμου σχέση ή οι γονείς τους είχαν πάρει διαζύγιο ή είχαν ένα μόνο γονέα γιατί ο άλλος είχε χάσει τη μάχη με τον θάνατο. Αν στη θέση όλων των παραπάνω ανθρώπων βάλουμε τα LGBT ζευγάρια και τις οικογένειες τους, πόσο δίκαιη πιστεύετε ότι είναι η θέση τους σ’ ένα περιβάλλον χωρίς καμία νομική αναγνώριση; Για τι είδους ισότητα θα μιλούσαμε στην περίπτωση που θα τους αναγνωρίζαμε ελάχιστα δικαιώματα χρησιμοποιώντας διάφορες προφάσεις περί οικονομικής (και όχι μόνο) επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού; Να σημειώσω εδώ ότι για το πολυαναμενόμενο σχέδιο νόμου έχουν κατά καιρούς ακουστεί τα διάφορα ως προς το τι θα περιλαμβάνει και τι θα αφήνει έξω «στο όνομα της… ισότητας»!!!

Αναφέρω μερικά ενδεικτικά: ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Παρασκευόπουλος δηλώνει πως θα είναι μέσα στα πρώτα νομοθετήματα του υπουργείου του για ν’ αποδειχτεί στην πορεία ότι υπάρχουν άλλες προτεραιότητες. Σεβαστή η απόφαση του. Στη συνέχεια ακούστηκε ότι δεν θα περιλαμβάνει ασφαλιστικά και φορολογικά δικαιώματα γιατί θα επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός και θα θεωρηθεί μονομερής ενέργεια από τους θεσμούς (την τρόικα, δηλαδή, για να μην παίζουμε με τις λέξεις). Μετά υπήρξε άλλα εκδοχή, ότι για να θεσμοθετηθεί ένα σύμφωνο συμβίωσης, χρειάζονται αλλαγές σε κάποια άρθρα του Αστικού Κώδικα που αφορούν το Οικογενειακό Δίκαιο. Κάπου στο ενδιάμεσο ο Συνήγορος του Πολίτη βγάζει ανακοίνωση (και πολύ καλά έκανε) για άμεση επέκταση του συμφώνου.

Όλα τα ανωτέρω κάθε άλλο παρά στην ουσιαστική ισότητα παραπέμπουν γιατί, όπως καταλαβαίνετε, το θέμα της ισότητας δεν είναι μόνο νομικό αλλά και κοινωνικό. Μπορεί μεν να γίνονται συστάσεις προς αυτή την κατεύθυνση, όμως κοινή πολιτική γραμμή, που θα έλυνε πρακτικά ζητήματα, δεν υπάρχει σε επίπεδο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου. Το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο έχει πεδίο εφαρμογής σε λαούς με διαφορετική κουλτούρα, εθνική νομοθεσία και θρησκευτικές πεποιθήσεις, αφήνει την κάθε χώρα ελεύθερη ν’ αποφασίσει αν θα θεσμοθετήσει τον γάμο για τα LGBT ζευγάρια ή αν θα τους παρέχει μια άλλης μορφής αναγνώριση που σπάνια θα παρέχει ίσα δικαιώματα για ίσες υποχρεώσεις. Το Ευρωπαϊκό (Κοινοτικό) Δίκαιο, από την άλλη μεριά, ζητά από τις χώρες μέλη να σεβαστούν τις αρχές της μη-διάκρισης και να θεσμοθετήσουν υπέρ της νομικής αναγνώρισης κατά τρόπο ισότιμο του γάμου και να φροντίσουν ώστε να ισχύουν τα ίδια δικαιώματα.

Παρόλα αυτά η Ευρώπη δείχνει να έχει ένα άλλο πρόσωπο, αυτό της Βαβέλ σε θέματα ισότητας αναφορικά με τη νομική αναγνώριση των LGBT ζευγαριών. Τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν μοιράζονται μια κοινώς αποδεκτή άποψη ούτε δείχνουν συναινετική πολιτική γραμμή. Τα LGBT ζευγάρια έχουν – σε ορισμένες χώρες – τη δυνατότητα σύναψης συμφώνου (με μορφή συμβολαίου) βάσει του οποίου αποδεικνύεται ότι δύο άνθρωποι ζουν μαζί και απολαμβάνουν μια κάποια αναγνώριση και προστασία με πολλά ή ίσα δικαιώματα με αυτά που ισχύουν για τα ετερόφυλα παντρεμένα ζευγάρια. Άλλες έχουν ακολουθήσει την πλήρη ισότητα στον πολιτικό γάμο, κάτι που αναφέρω πάντα ως παράδειγμα προς μίμηση. Ωστόσο, αρκετές χώρες δεν ακολουθούν τον ίδιο τρόπο σκέψης και δεν έχουν θεσμοθετήσει προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ κάποιες άλλες φρόντισαν να περιορίσουν το δικαίωμα αυτό ΜΟΝΟ σε ζευγάρια διαφορετικού φύλου (ανάμεσα τους και η Ελλάδα).

Ειδικά σε εμάς, η νομική αναγνώριση των LGBT ζευγαριών αποτελεί ζήτημα ικανό ν’ ανεβάσει μποφόρ αντιδράσεων, σε σημείο να λέμε τα ίδια πράγματα τόσα χρόνια κάθε φορά που συναντάμε μια σπαγκοραμμένη διάθεση σε θέματα ισότητας με δικαιολογίες όπως «οι σχέσεις του ίδιου φύλου είναι σχέσεις κατά της φύσης του ανθρώπου», είναι «απειλή για την παραδοσιακή (και προφανώς ετεροκανονική) οικογένεια» ή αδίκημα κατά της «ηθικής τάξης» ή «η κοινωνία δεν είναι έτοιμη» ή πως τα ομόφυλα ζευγάρια (αντί του ορθότερου ζευγάρια του ίδιου φύλου ή του ακόμα πιο ορθού LGBTQI+ ζευγάρια) μπορούν με μια «απλή συμβολαιογραφική πράξη να ρυθμίσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία αν ήταν τόσο απλό γιατί δεν το κάνετε κι εσείς που το λέτε;) και άλλα ανάλογα ευφυολογήματα, κάποια εκ των οποίων έχουν ακουστεί και εντός του Ελληνικού Κοινοβουλίου, με κορυφαίο το «αν δώσουμε το δικαίωμα αυτό σε λίγο θα μας ζητήσουν ν’ αναγνωρίσουμε τη σχέση με την κατσίκα τους»!!! (sic από πλευράς ομο-τρανσφοβικής ρητορικής). Απόψεις που μόνο ως κραυγαλέο δείγμα διακρίνουσας συμπεριφοράς, αντιμετώπισης και μεταχείρισης εκλαμβάνονται, σε αντίθεση με τα όσα ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του Ανθρώπου.

Η νομική αναγνώριση των δικών μας ζευγαριών, λοιπόν, αποτελεί ενδεικτικό στοιχείο της προόδου που έχει γίνει προς την κατεύθυνση της ισότητας και της μη-διάκρισης για όλες και για όλους. Ακόμα και ο ίδιος ο θεσμός της οικογένειας έχει αναπτυχτεί με την πάροδο των ετών και σήμερα οι προσπάθειες επικεντρώνονται στην αναγνώριση εναλλακτικών μορφών οικογένειας και μέσα απ’ αυτό δίνεται μεγάλη προσοχή στην προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών που μεγαλώνουν σε οικογένειες που δεν συνδέονται με τα δεσμά του παραδοσιακού (όπως ξέραμε) γάμου. Η πραγματικότητα μας δείχνει ότι και τα LGBTQI+ ζευγάρια μεγαλώνουν παιδιά (τα οποία αποκτήθηκαν είτε από κάποια προηγούμενη ετεροφυλοφιλική σχέση ή με επιβοηθούμενη αναπαραγωγή κλπ), συνεπώς αποτελούν ήδη αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε τα στραβά μάτια. Δυστυχώς, η νομοθεσία δεν αναγνωρίζει αυτές τις οικογενειακές σχέσεις με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η νομική προστασία τους.

Ένα από τα βασικά προβλήματα που εντοπίζουμε είναι η απουσία νομοθετικής πρόβλεψης για την αναγνώριση και προστασία της σχέσης ανάμεσα σε παιδί και μη-βιολογικό γονέα. Οι μη-βιολογικοί γονείς αποκλείονται ουσιαστικά από την λήψη αποφάσεων για ζωτικής σημασίας ζητήματα που αφορούν το παιδί. Η παιδοθεσία είναι άλλο ένα καυτό ζήτημα το οποίο τείνει να λειτουργεί ως σφυγμόμετρο των εκάστοτε κυβερνητικών διαθέσεων με βασική επιχειρηματολογία ότι αν το κράτος κατοχυρώσει γονικά δικαιώματα, η ομοφυλοφιλία θα γίνει αποδεκτή και τα παιδιά θα συνηθίσουν μια κατάσταση που θα οδηγήσει και τα ίδια στην ομοφυλοφιλία, ασχέτως αν έρευνα της Ένωσης Ψυχολόγων των ΗΠΑ του 2005 δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, εμμέσως πλην σαφώς οι νομοθετούντες ανέχονται μια κατάσταση (τα ζευγάρια) και προσανατολίζονται προς τη νομική τους αναγνώριση (το λέμε και μισερό σύμφωνο συμβίωσης), αλλά στέκονται με προκατάληψη απέναντι στην ομοφυλοφιλία (για την οποία δεν τρέφουν και κανένα σεβασμό) και την πληρώνουν τα παιδιά. Ας προσέχουμε, λοιπόν, πώς χρησιμοποιούμε την έννοια «ανεκτική κοινωνία» γιατί αυτή η κοινωνία έχει μάθει να μας ανέχεται (αφού κυκλοφορούμε ανάμεσα σας) και όχι να μας δέχεται και σέβεται.

Άλλο επιχείρημα είναι ότι η αναγνώριση θα αποτελέσει απειλή για τις «παραδοσιακές οικογένειες» και εδώ ξεχνάμε ή κάνουμε πως ξεχνάμε ότι όλες οι μορφές σχέσεων και οικογενειών συνυπάρχουν και αναπτύσσονται δεκαετίες τώρα στις ίδιες χώρες και κοινωνίες. Συνεπώς, όχι μόνο επιβάλλεται η νομική κατοχύρωση, αλλά αποτελεί υποχρέωση αυτού του κράτους να εφαρμόσει την Αρχή της Ισότητας αποδίδοντας τα ίσα δικαιώματα σε όλα τα ζευγάρια και σε όλες τις οικογένειες. Το υφιστάμενο νομικό κενό ουδόλως συμβάλλει στην ορατότητα και την ισονομία. Το ίδιο ακριβώς ισχύει στην περίπτωση που ένας ελλιπής νόμος προσπαθεί να εισαγάγει ένα πακέτο μέτρων με φραστική επινοητικότητα όπως «το σύμφωνο συμβίωσης είναι ένας θεσμός χαλαρότερος του γάμου» και ως εκ τούτου δικαιολογημένα τα ελάχιστα δικαιώματα που προβλέπει. Μιλάμε για ισότητα εδώ; Κάθε άλλο! Σημαίνει πολιτική νωθρότητα, αδιαφορία και κάθε άλλο παρά παραγωγικότητα από μια κυβέρνηση που οφείλει να κρατά ψηλά τον πήχη της ισοπολιτείας και να το αποδεικνύει εμπράκτως.

Το ζήτημα της ισότητας σε πολιτικό γάμο και σύμφωνο συμβίωσης έχει ήδη περάσει από πολλούς και δυνατούς ανέμους. Ας αποφασίσει η κυβέρνηση και το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αν θα θερίσουν τυφώνες και θύελλες ή αν θα ακολουθήσουν το πρόσφατο παράδειγμα της Ισλανδίας και θα ικανοποιήσουν ένα πάγιο και διαρκές (από το 1992) αίτημα μας. Και κάτι τελευταίο: είναι κάλπικο να αποκλείονται άνθρωποι από αστικά δικαιώματα, όπως αυτό του γάμου, στο όνομα της κουλτούρας, των ηθών και του Θεού!


 

Από την άλλη, η καθολική εκκλησία συνεχίζει το χαβά της για την Ιρλανδία, μάταια πια (κάντε κλικ εδώ)