Πέθανε η ζωγράφος και αγωνίστρια Μαρία Κωστάκου Κουλουφάκου

“Η μάνα μου, όταν είδε τον Κώστα, του είπε: ‘Κοίταξε, εγώ τρία πράγματα θέλω από τον γαμπρό μου: Να της κόψει τον κομμουνισμό, να της κόψει το τσιγάρο και να της κόψει και τη ζωγραφική!’ Και της λέει εκείνος: ‘Πώς να της κόψω τον κομμουνισμό, κομμουνιστής είμαι κι εγώ. Για το τσιγάρο, η μάνα μου από τότε που γεννήθηκα ήταν με ένα τσιγάρο στο χέρι, ε, όσο για τη ζωγραφική, αυτή είναι η προίκα της’ λέει. ‘Τέλος πάντων’ είπε η μάνα μου, ‘εγώ άντρας θέλω να μπει στο σπίτι κι ας είναι και… ξύλινος'”.

Η αφήγηση της Μαρίας Κωστάκου – Κουλουφάκου στον Σταμάτη Μαυροειδή τον Φλεβάρη του 2010, σε μια “συνέντευξη χωρίς πρόγραμμα”, επανέρχεται στη μνήμη. Τώρα που εκείνη η συνέντευξη είναι η τελευταία δημόσια αφήγηση μιας γυναίκας που έζησε στη δίνη της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας αντλώντας πολύτιμα εφόδια από τη ζωγραφική την οποία ουδέποτε εγκατέλειψε. Η Μαρία Κωστάκου, σύντροφος του Κώστα Κουλουφάκου και συνοδοιπόρος του στην περιπέτεια της Αριστεράς και στις αγωνίες της “Επιθεώρησης Τέχνης”, έσβησε την περασμένη Τετάρτη σε ηλικία 93 χρόνων και κηδεύτηκε χθες από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Η Μαρία Κωστάκου – Κουλουφάκου γεννήθηκε το 1922 στη Σκάλα Λακωνίας. Εκεί άρχισε να ζωγραφίζει από την ηλικία των 6 χρόνων. Επονίτισσα της Κατοχής, φυλακίστηκε από τους Γερμανούς και μετά την απελευθέρωση εξορίστηκε στο Τρίκερι το 1948. Οι περιπέτειες της Κατοχής του αντάρτικου και της εξορίας διέκοψαν προσωρινά τις σπουδές της στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, τις οποίες ολοκλήρωσε το 1955 στο εργαστήριο του Ανδρέα Γεωργιάδη του Κρητός. Την πρώτη ατομική της έκθεση την πραγματοποίησε το 1967 στην γκαλερί “Αρχιτεκτονική” και την τελευταία το 1975 στην “Ωρα” του Μπαχαριάν, ενώ το 2000 πραγματοποιήθηκε από τον “Μανδραγόρα” η αναδρομική της έκθεση πλαισιωμένη από αφιερωματικές εκδηλώσεις στο Πολιτιστικό Κέντρο “Μελίνα” του Δήμου Αθηναίων. Στην “Επιθεώρηση Τέχνης” γνώρισε τον Κώστα Κουλουφάκο. Τους πάντρεψε η Βάσω Κατράκη το 1957.

Για οραματική ζωγραφική κάνουν λόγο όσοι αναφέρονται στο έργο της. Παρ’ ότι ξεκίνησε να ζωγραφίζει πορτρέτα, συνέχισε με τοπία και κυρίως βουνά. Μέσα από τις απαλές γραμμές και τις σχηματοποιήσεις των βουνών της οικοδόμησε μια εντελώς προσωπική τεχνική. “Πρόκειται για μια ζωγραφική με διάθεση συχνά υπερβατική και οραματική. Πρόκειται για έργα που εξερευνούν περιοχές στα όρια της εμπειρίας και του ονείρου” λένε οι ειδικοί. “Το ύπαιθρο με ελευθέρωσε να εκφραστώ προσωπικά” έλεγε η ίδια.

Π.Κρ.

www.avgi.gr