Το φαινόμενο Μαρίν Λεπέν

Σχολιάζει η Βέρα Σιατερλή:

Οι παγκόσμιες ανακατατάξεις σχετικά με την προσφυγική κρίση αλλά και η οικονομική καταδυνάστευση-κρίση των αδύναμων μόνο κρατών, ωθούν στην άνοδο του φασισμού και στον ισλαμικό ριζοσπαστισμό όπως αναφαίνεται διεξοδικά στο παρακάτω άρθρο που περιγράφει το «φαινόμενο Λεπέν». Οι δύο αυτές τάσεις-λύσεις μοιάζει να είναι οι μόνες που κερδίζουν έδαφος προς στιγμήν. Ως απάντηση λοιπόν στα προβλήματα, προτείνεται η κατάλυση της δημοκρατίας, η απάλειψη του κράτους πρόνοιας, η κατάργηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι για μένα, είναι ορατή η ραγδαία οπισθοχώρηση όλων των γυναικείων δικαιωμάτων στην καθημερινότητά μας, παρά την νομοθετική υποστήριξη, αρχής γενομένης από τις εργασιακές συνθήκες των γυναικών στην σημερινή πραγματικότητα (σεξουαλική παρενόχληση αποσιωπημένη, εγκυμοσύνη απαγορευμένη, υποχώρηση μισθολογικών, ασφαλιστικών και άλλων δικαιωμάτων, ανεργία). Ο φεμινισμός οδεύει για τις καλένδες κι ας αλλάζει η δικτατορία της γλώσσας στα διοικητικά έγγραφα. Εν τέλει πρόκειται για μια άνευρη γραφειοκρατική καταξίωση που σήμερα μας εξισώνει με τις ευρωπαϊκές επιταγές ενώ η ουσία που έκρυβε καταστρατηγείται από την καθημερινότητα. Ας ξεσηκωθούμε να οργανώσουμε τον αγώνα μας πριν χάσουμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας που ήδη έχει αρχίσει να γλιστράει.

 

Άρθρο του Στάθη Χαμπίμπη στο Freepen.gr:

Το εθνικό μέτωπο της Μαρί Λε Πεν αν και δεν κατόρθωσε να πάρει ούτε μία περιφέρεια στις εκλογές που διεξήχθησαν στη Γαλλία μόνο χαμένο δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως ήταν. Αντίθετα έβαλε τις βάσεις που μπορεί να το οδηγήσουν στην κατάκτηση της πρώτης θέσης στις προεδρικές εκλογές του 2017. Ας μην ξεχνάμε ότι στον πρώτο γύρο το Εθνικό μέτωπο κατέκτησε το 27,73% των ψήφων σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικάνους που κατέκτησαν το 26,65% των ψήφων και τους Σοσιαλιστές που είδαν τα ποσοστά τους να φτάνουν στο 23,12%.

Είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς με τη Λε Πεν είναι αδιαμφισβήτητο ότι έχει μια πολύ πιο ευέλικτη στρατηγική από αυτή που είχε ο πατέρας της και ότι μπορεί να διαβάζει τα σημεία των καιρών και να υιοθετεί απόψεις, που την κάνουν αρεστή σε εκ διαμέτρου αντίθετα ακροατήρια. Τη Λε Πεν μπορεί να τη ψηφίζουν εθνικιστές, ακροδεξιοί αλλά και προλεταριακά στρώματα, που βλέπουν πως η κοινωνική πολιτική, που εφαρμόζεται στη Γαλλία τους οδηγεί σε πλήρη εξαθλίωση και στο περιθώριο της ζωής. Στο κόμμα της χωράνε οι υποστηρικτές της κυβέρνησης του Βισύ, οι αρνητές του ολοκαυτώματος (αν και πλέον η ίδια ισχυρίζεται πως αυτοί δεν χωράνε στο κόμμα της), ενώ παράλληλα αυξάνονται κατά πολύ τα ποσοστά των Εβραίων που ζουν στη Γαλλία και υποστηρίζουν το Εθνικό Μέτωπο.

Βεβαίως το «βαρύ πυροβολικό» της παραμένει η μαχητική ρητορική της ενάντια στο ριζοσπαστικό Ισλάμ (γεγονός που ερμηνεύει και τη στροφή πολλών Γαλλοεβραίων προς το Εθνικό Μέτωπο), αλλά και η στάση, που κρατάει στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, αρνούμενη να δεχτεί πως οι μάζες, που κατακλύζουν την Ευρώπη είναι πρόσφυγες, αλλά αντιθέτως στη συντριπτική τους πλειοψηφία (στο 99% όπως ισχυρίζεται χαρακτηρίστηκα) παράνομοι οικονομικοί μετανάστες, που αναζητούν καλύτερο επίπεδο ζωής. Αυτή η άποψή της βεβαίως δεν την εμπόδισε να δηλώσει στις 4 Σεπτεμβρίου του 2015, στο Γαλλικό Ραδιοφωνικό σταθμό RTL, μετά την παγκόσμια συγκίνηση για τον άδικο χαμό του μικρού προσφυγόπουλου από τη Συρία στις ακτές της Τουρκίας, του Αϊλάν, πως οι μετανάστες και οι πρόσφυγες «δραπετεύουν προς το θάνατο, που οι ηγέτες μας έφεραν πάνω σε αυτούς». Δήλωση η οποία καυτηριάζει τη στάση του Νικολά Σαρκοζύ για τους βομβαρδισμούς στη Λιβύη, οι οποίοι ευθύνονται για το χάος, που επικρατεί πλέον σε αυτή τη χώρα και ταυτόχρονα παραδοχή για την ύπαρξη προσφύγων και όχι οικονομικών μεταναστών.

Παρόλα αυτά τον Οκτώβριο από το Καλαί δε θα διστάσει να συστήσει στη Γαλλική κυβέρνηση να γίνουν πιο αυστηρά τα κριτήρια για όσους ζητάν άσυλο και οι μετανάστες να επαναπροωθούνται στις χώρες τους ακόμη και αν βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα των παγκόσμιων ανακατατάξεων είναι και η στροφή, που έχει κάνει το Εθνικό μέτωπο προς το Ισραήλ. Η άνοδος του ριζοσπαστικού Ισλάμ, οι τρομοκρατικές ενέργειες στο Παρίσι και η ολοένα αυξανόμενη Ισλαμοφοβία έχει δημιουργήσει μια ανίερη συμμαχία ανάμεσα στους πιο συντηρητικούς κύκλους του Ισραήλ με το σύνολο των νεοφασιστών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο εχθρός του εχθρού μου είναι δυο φορές εχθρός μου. Υπό αυτό το πρίσμα εξηγείτε και η δήλωση του πρωθυπουργού του Ισραήλ Μπένιαμιν Νετανιάχου, ο οποίος μιλώντας στο Παγκόσμιο Εβραϊκό Συμβούλιο τον Οκτώβριο του 2015, δήλωσε ότι ο Χίτλερ δεν ήθελε να εξοντώσει τους Εβραίους, αλλά να τους απελάσει… Ασφαλώς και υπάρχουν πολλές φωνές Ισραηλινών, όπως του Sacha Reingewirtz, προέδρου της Ένωσης Γάλλο – Εβραίων Φοιτητών, ο οποίος προειδοποιεί ότι η άνοδος της Λε Πεν θα «απελευθερώσει το ρατσιστικό λόγο» μιας και «το Εθνικό μέτωπο έχει πολύ βαθιές ρατσιστικές ρίζες», γεγονός που καθιστά μια άνοδο της Λε Πεν στην εξουσία μακροπρόθεσμα «μαζική απειλή για τους Εβραίους, που μένουν στη Γαλλία».

Όσον αφορά το παλαιστινιακό πρόβλημα, αν και η θέση του Εθνικού μετώπου, είναι η δημιουργία ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους εντύπωση προκαλούν οι δηλώσεις της Μαρί Λε Πεν στο i24news στις 02/03/2015, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι από τη στιγμή που οι Παλαιστίνιοι αποκτήσουν δικό τους κράτος «θα πρέπει να αποδείξουν ότι μάχεται ενάντια στην τρομοκρατία». Επίσης σε άλλο σημείο αναφέρει ότι «Το Ισραήλ έχει το δικαίωμα της εθνικής του κυριαρχίας και της ενδυνάμωσης της ασφάλειάς του», ενώ σε άλλο σημείο υποστήριξε ότι «είναι εύκολο να κατηγορείς το Ισραήλ για όλα τα προβλήματα στην περιοχή». Η στροφή είναι ξεκάθαρη είτε λόγω της «ανάγκης» να συμμαχήσουν οι νεοφασίστες με τους Ισραηλινούς στο όνομα της καταπολέμησης του ριζοσπαστικού Ισλάμ, είτε όπως καταγγέλλουν γαλλικοί ακροδεξιοί κύκλοι, η Λε Πεν έχει καταλάβει ότι για να κυβερνήσει πρέπει να τα έχει καλά με το Ισραηλινό λόμπυ…

Ο ιερός πόλεμος, το ριζοσπαστικό Ισλάμ και η τρομοκρατία είναι καθοριστικοί παράγοντες, που οδηγούν στην άνοδο της Λε Πεν και η Λε Πεν είναι έδώ για να εκμεταλλευτεί με κάθε μέσο αυτή την ευκαιρία, που της προσφέρετε, να παρουσιαστεί ως η αμείλικτη διώκτης όλων των Ισλαμιστών, αδιαφορώντας να προχωρήσει σε μια νηφάλια ανάγνωση της κατάστασης, η οποία θα οδηγούσε στην ειρήνευση στη Μέση Ανατολή και στην πραγματική αντιμετώπιση του φαινομένου της τρομοκρατίας. Τη Λε Πεν όσο και τους συντηρητικούς Ισραηλινούς κύκλους τους βολεύει μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, γεγονός που τους καθιστά τους ισχυρότερους συμμάχους της Αυτοκρατορίας, μαζί με τους Τζιχαντιστές, έτσι ώστε να εδραιωθεί ως κανονικότητα μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, η οποία θα εδραίωση τον πόλεμο (μαζί και τα υπέρογκα κέρδη των βιομηχανιών όπλων) και θα δικαιολογήσει την περιστολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, αυξάνοντας την αστυνόμευση και την αυταρχικότητα της πάσης φύσεως εξουσίας.

Μοιραία αυτή η κατάσταση θα οδηγήσει σε περαιτέρω κατάργηση του Ευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας, σε μεγαλύτερη φτωχοποίηση τους Ευρωπαϊκούς λαούς, ενώ με την παράλληλη ενεργοποίηση συμφωνιών, όπως η TTIP, η ανθρωπότητα στο σύνολό της θα οδηγηθεί σε μια νεοφεουδαρχική σύγχρονη δουλεία, όπου οι πολυεθνικές, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και οι μεγαλέμποροι όπλων θα ελέγχουν πλήρως την δυτική «Δημοκρατία», η οποία θα αποτελεί όπλο στην πραγμάτωση των ολιγαρχικών τους σχεδίων. Ο κόσμος του Όργουελ είναι ήδη εδώ…

Θεωρητικά τροχοπέδη στην άνοδο της ακροδεξιάς θα μπορούσε να είναι η Αριστερά στην Ευρώπη. Όμως κάτι τέτοιο προς το παρόν δεν φαίνεται δυνατό να συμβεί. Από τη μια η υποστήριξη των βομβαρδισμών στη Λιβύη από τον Ζαν Λυκ Μελανσόν και τον Λόταρ Μπίσκι, η υπερψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ από μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς και η ανοιχτή συνεργασία της με κομμάτι του παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, με την κυβέρνηση του Τσίπρα, οδηγεί την Αριστερά στην ηθική και πολιτική απαξίωση, γεγονός που επιτείνει και η προσωποκεντρική της δομή, που την κάνει περισσότερο ένα «κλειστό κλαμπ επαναστατών», που διαιωνίζουν την προσωπική τους προβολή και καταξίωση εις το όνομα της Αριστεράς.

Αν προσθέσει κανείς και την ανικανότητά της να προσαρμόσει τη διεθνιστική της παράδοση στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο κόσμο, δεν είναι καθόλου τυχαία η αδυναμία της να παίξει το ρόλο της πρωτοπορίας. Έναν ρόλο που από τη μια τον έχουν αναλάβει οι νεοφασίστες σε ολόκληρη την Ευρώπη, με μεγαλύτερη απεύθυνση στα μεσαία και μικροαστικά στρώματα, ενώ όσον αφορά τα πιο φτωχά και περιθωριοποιημένα τμήματα της Ευρωπαϊκής κοινωνίας, τα οποία συνήθως είναι παιδιά μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς, το ρόλο της πρωτοπορίας αρχίζει και παίζει το ριζοσπαστικό Ισλάμ.

Η Λε Πεν από τη μεριά της έχει καταλάβει πολύ καλά την ανικανότητα της Αριστεράς να κατανοήσει το μηχανισμό της παγκοσμιοποίησης, ο οποίος καταστρέφει τα έθνη κράτη και καταργεί την εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία, με αποτέλεσμα οι πολυεθνικές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο να δρουν ανενόχλητοι από τον οποιοδήποτε έλεγχο και ουσιαστικά να αποτελούν μια παγκόσμια «υπερκυβέρνηση» και μια ολιγαρχική «υπερδημοκρατία», η οποία πλέον δεν λογοδοτεί, όχι στο λαό, αλλά ούτε στα εθνικά κοινοβούλια και στους διεθνείς οργανισμούς.

Αμέσως μετά τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου των περιφερειακών εκλογών η Ζαν Μαρί Λε Πεν δήλωσε: «Αυτή η μάχη δεν είναι μια μάχη Αριστεράς – Δεξιάς. Αυτή η μάχη είναι μια μάχη μεταξύ Διεθνιστών και Πατριωτών».

Η Λε Πεν το έχει πιάσει. Απ’ τη στιγμή που η Αριστερά γυρνάει την πλάτη στα έθνη κράτη και αρκείται στις μεγαλοστομίες ενός κούφιου κοσμοπολιτισμού, ενός διεθνούς jet set αριστερών, η Λε Πεν θα προελαύνει. Αποξενωμένη η αριστερά από τις λαϊκές μάζες και από τον πατριωτισμό ούτε επαναστατική μπορεί να είναι αλλά ούτε και διεθνιστική. Με αυτόν τον τρόπο η Λε Πεν μένει ουσιαστικά χωρίς αντίπαλο και φαντάζει ως η μόνη αξιόπιστη δύναμη η οποία μπορεί να τα βάλει με τη δικτατορία των Βρυξελλών και να προασπίσει την εθνική κυριαρχία των Γάλλων ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στο ευρώ.

Από την άλλη μεριά το Ισλάμ κερδίζει έδαφος ως η άρνηση ενός παρηκμασμένου δυτικού κόσμου. Τα ψέματα περί Δημοκρατίας και ανθρωπισμού, όπως τα εννοούν οι δυτικοί ηγέτες, πλέον προκαλούν αηδία. Η υποστήριξη των νεοναζί στην Ουκρανία, οι βομβαρδισμοί αμάχων, παιδιών και γυναικών και οι αναίτιες δολοφονίες χιλιάδων μουσουλμάνων από τις αρχές του 21ου αιώνα στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, η συνεργασία με φασιστικά καθεστώτα, όπως αυτό της Σαουδικής Αραβίας, το ελληνικό πραξικόπημα και η οικονομική δολοφονία του ελληνικού έθνους καθώς και η προσπάθεια δημιουργίας μιας υπερεθνικής παγκόσμιας ελίτ, η οποία θα αποτελεί μια παγκόσμια υπερεξουσία, παρακάμπτοντας τα εθνικά κοινοβούλια και αυτή την ίδια την αστική δημοκρατία, είναι αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Όπως επίσης αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι η υποστήριξη, η οποία παρείχε η Δύση στη δημιουργία των Τζιχαντιστών και του Ισλαμικού κράτους, στηρίζοντας αντικαθεστωτικές φανατικές ισλαμικές οργανώσεις, οι οποίες πολεμούσαν εναντίον του καθεστώτος Άσσαντ, στην αρχή του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, ενώ ακόμη και μετά τη δημιουργία του Ισλαμικού Κράτους δεν σταμάτησε η χρηματοδότηση και η υποστήριξη τους από στενούς συμμάχους της Δύσης, όπως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και η Τουρκία.

Επιτέλους οι δυτικές ελίτ είχαν τον εχθρό που τόσα χρόνια ονειρευόντουσαν. Οι Τζιχαντιστές έχουν πέσει οι ίδιοι στην παγίδα της «επιτυχίας» τους. Είναι σίγουρα πολύ πιο βίαιο να δολοφονείς 2.500 Παλαιστινίους και να έχεις άλλους 10.000 τραυματίες, κατεστραμμένα σχολεία, νοσοκομεία και υποδομές μετά τις αεροπορικές επιδρομές, που έλαβαν χώρα στη Λωρίδα της Γάζας το καλοκαίρι του 2014, από το να αποκεφαλίζεις ή να σέρνεις με το αυτοκίνητό σου πτώματα και να τα ανεβάζεις στο You Tube. Όμως αυτό δε σου δίνει το δικαίωμα να προσπαθείς να γίνεις πιο φασίστας από τους φασίστες, που απαρτίζουν τις δυτικές ελίτ, διότι τους νομιμοποιείς και στρέφεις όλη την κοινή γνώμη της δύσης εναντίον σου. Δεν αποκαλύπτεις το φασισμό τους και τη βία τους, αλλά με αυτό τον τρόπο τους υιοθετείς και ταυτόχρονα σκάβεις το λάκκο σου. Ο Φασισμός σε κάθε του μορφή είτε στη δύση είτε στην ανατολή χτυπά για τα καλά την πόρτα μας. Μια γενικευμένη κατάσταση χάους και συνεχών πολέμων, είναι νερό στο μύλο της παγκοσμιοποίησης.

Ενάντια σε αυτά τα φαινόμενα η μόνη λύση που μπορεί να υπάρξει είναι η Πραγματική Δημοκρατία, η κοινωνική δικαιοσύνη και η αλληλεγγύη μεταξύ διαφορετικών λαών και ανθρώπων. Είναι καιρός οι λαοί της Δύσης να απαιτήσουν οι πολίτες να αναλάβουν την εξουσία, σε νομοθετικό, δικαστικό και εκτελεστικό επίπεδο. Αν το σύνολο της εξουσίας παραμείνει στα χέρια των πάσης φύσεως ελίτ, θα έχει καταστροφικές συνέπειες για το μέλλον της ανθρωπότητας. Το διακύβευμα του 21ου είναι μια νέα Αναγέννηση ή ένα νέος Μεσαίωνας, ένας κόσμος πραγματικής δημοκρατίας, ευημερίας, ειρήνης και δικαιοσύνης ή ένας κόσμος φτώχειας, πολέμων και καταστροφής