Για τα γυναικεία δικαιώματα στη μακρινή Ταϊβάν

Δεν είναι μόνο η πρώτη γυναίκα πρόεδρος στην ιστορία της Ταϊβάν, είναι η πρώτη γυναίκα πρόεδρος στην Ασία που εκλέχθηκε χωρίς να είναι κομμάτι μιας οικογενειοκρατικής αλυσίδας, όπως έχει συμβεί με όλες τις άλλες περιπτώσεις, χωρίς να μειώνουμε στο ελάχιστο το δυναμισμό των αντίστοιχων γυναικών.

Η εκλογή της 59χρονης Τσάι Ινγκ-Βεν, σχετίζεται με την άνοδο των γυναικείων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή, αλλά και με την άνοδο ενός δημοκρατικού αγώνα. Περίπου ένα τρίτο από τους 113 βουλευτές που εκλέχθηκαν στην Ταϊβάν των 23.5 εκατομμυρίων ψυχών το 2012 ήταν γυναίκες, ενώ στην Ασία μόνο το Ανατολικό Τιμόρ έχει μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών στη Βουλή, το 38,5. (Στην Ελλάδα έχουμε το 19,5%, αλλά δεν το κάνουμε θέμα).

Είναι αξιοσημείωτο, ότι αρχικά η αντιπαράθεση των δύο κομμάτων, του ιστορικού αντικομμουνιστικού Κουομιτάνγκ και του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος, έγινε με δύο γυναίκες επικεφαλής, ενώ στη συνέχεια η μία αντικαταστάθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι διώχνει τους ψηφοφόρους με το επιθετικό της στιλ.

Ενώ η Ταϊβάν ήταν μια κοινωνία με ισχυρή πατριαρχία, λόγω της 50χρονης επίδρασης του ιαπωνικού αποικισμού στο παρελθόν, οι γυναίκες εδώ και δεκαετίες έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση και δουλεύουν έξω από το σπίτι. Η επιτυχία τους στην πολιτική οφείλεται εν μέρει στην συνταγματική πρόνοια και εν μέρει στις ποσοστώσεις στα κόμματα, τις οποίες όμως οι γυναίκες ξεπερνούν. Να σημειώσουμε ότι στην Ιαπωνία η κάτω Βουλή έχει 9,5% γυναίκες, ενώ η άνω Βουλή (ή Γερουσία), έχει 15,7%. Στη γειτονική Κίνα δε, οι γυναίκες είναι 23,6% στη Βουλή αλλά στα ανώτερα κομματικά όργανα τις ψάχνουν με τα κιάλια.

Η Τσάι, που είναι πτυχιούχος του London School of Economics, είπε ότι μια γυναίκα πρόεδρος θα σηματοδοτούσε περαιτέρω κοινωνική πρόοδο, και ότι το κοινό στην Ταϊβάν φαίνεται πανέτοιμο για μια τέτοια εξέλιξη.

“Φυσικά, υπάρχουν κάποιοι στην Ταϊβάν που είναι ακόμα παραδοσιακοί και διστάζουν μπροστά στην προοπτική να γίνει πρόεδρος μια γυναίκα. Αλλά στη νεότερη γενιά νιώθουν ενθουσιασμό μ’ αυτή την ιδέα. Θεωρούν ότι είναι της μόδας” είπε η Τσάι σε μια ομιλία της στο Συμβούλιο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών της Ουάσιγκτον D.C. πέρυσι.

Οι γυναίκες της Ταϊβάν είχαν πολύ ορατό ρόλο κατά τη μετάβαση της χώρας στη δημοκρατία, με αρχή το αντιπολιτευτικό κίνημα της δεκαετίας του 1970. Η Annette Lu, που ήταν βουλεύτρια πριν γίνει αντιπρόεδρος για δύο θητείες, ήταν μεταξύ των προβεβλημένων ακτιβιστών και ακτιβιστριών που συνελήφθησαν, κακοποιήθηκαν και καταδικάστηκαν στη διάρκεια των μεγάλων δημοκρατικών κινητοποιήσεων του τέλους του 1979 και αρχών 1980. Αυτό το κίνημα σφυρηλάτησε την αντιπολίτευση και τελικά οδήγησε στην οικοδόμηση του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος το 1986.

Αντίθετα, στην Κίνα, συχνά γίνεται καταστολή ομάδων που διεκδικούν, με τις κατηγορίες ότι αμφισβητούν την εξουσία. Ένα πρόσφατο παράδειγμα που μας αφορά είναι η φυλάκιση αρκετών φεμινιστριών στις 6 Μάρτη του 2015, επειδή σχεδίαζαν καμπάνια στο δημόσιο χώρο με φυλλάδια για να κάνουν ορατή την ενδοοικογενειακή βία. (βλ. Μωβ, Κινέζες φεμινίστριες στέλνουν χαιρετισμούς από τη φυλακή)

Το πρόγραμμα του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος, σύμφωνα με την Wikipaedia, είναι η υποστήριξη της πολιτικής κοινωνικής πρόνοιας, των γυναικείων δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των ηλικιωμένων, παιδιών, νέων, εργαζομένων, μειοψηφιών, των αυτοχθόνων, των αγροτών και άλλων ομάδων που καταπιέζονται. Υποστηρίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Υποστηρίζουν την εκπαιδευτική και πολιτιστική μεταρρύθμιση, ειρηνική εξωτερική πολιτική, γι’ αυτό συχνά το ΔΠΚ θεωρείται κεντροαριστερό. Επίσης, εκτιμάται ότι η βάση του είναι σε μεγάλο βαθμό στην εργατική τάξη.

Η Ταϊβάν δεν αναγνωρίζεται ως κράτος, γιατί η Κίνα δεν επιτρέπει την αναγνώρισή του, και η πολιτική που προσπαθείται τις τελευταίες δεκαετίες να επικρατήσει, κυρίως από το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα, είναι μια αμφίσημη πολιτική σχετικής ανεξαρτησίας. Όμως, η οικονομία της χώρας βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις σχέσεις με την Κίνα, και τους τελευταίους μήνες πλήττεται από κρίση και ύφεση. Έτσι, υπάρχουν κινήματα που απαιτούν την απομάκρυνση από την Κίνα, όπως οι διαμαρτυρίες μετά το 2014 ενάντια στις εμπορικές συμφωνίες με την Κίνα και η κατάληψη του κοινοβουλίου για πολλές εβδομάδες με αντικινεζικά αιτήματα.

Η συνολική πολιτική κατάσταση που έχει να αντιμετωπίσει η καινούρια πρόεδρος είναι δύσκολη, στο πλαίσιο αυτού που συχνά λέγεται “κρίση του καπιταλισμού”, μια και η Κίνα, που κατ’ όνομα κυβερνάται από ένα Κομμουνιστικό Κόμμα, έχει τη μαζικότερη και πιο οργανωμένη καπιταλιστικά οικονομία στον πλανήτη, με τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργασιακής δύναμης και τη λιγότερη δημοκρατία.

Και φυσικά, σε αναλογία με την Ταϊβάν, η Κίνα είναι τεράστιο και απλησίαστο μέγεθος. Οπότε, ηχούν μάλλον υπεραισιόδοξες κάποιες προβλέψεις ότι το κινεζικό κράτος, στον ανταγωνισμό του με την Ταϊβάν, θα αναγκαστεί να παραχωρήσει κάποια δικαιώματα στις γυναίκες.

Τέλος, είναι γνωστά τα γεωπολιτικά παιχνίδια σε αυτήν όπως και σε όλες τις περιοχές του πλανήτη, και είναι επίσης γνωστό πόσο κάποια δικαιώματα εργαλειοποιούνται για να εξυπηρετήσουν γενικότερα συμφέροντα, πρωτίστως από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εμείς κρατούμε την αισιοδοξία, ότι ο αγώνας των γυναικών σπάει τα άβατα με πολλούς τρόπους και σε πολλές περιοχές του πλανήτη, πέραν της δικής μας Ευρώπης. Η εκλογή ή ο διορισμός μιας γυναίκας ως επικεφαλής κράτους, έχουμε ξαναπεί, δεν ταυτίζεται ούτε με την υπεράσπιση των γυναικείων δικαιωμάτων, ούτε με γενικότερες πολιτικές κοινωνικής δικαιοσύνης. Στις περισσότερες τέτοιες περιπτώσεις όμως, οι γυναίκες αυτές έχουν ένα προοδευτικό προφίλ. Κι εμείς μετά από αυτό περιμένουμε λίγο ακόμα μέχρι που να μην υπάρχουν κράτη, να μην υπάρχουν αρχηγοί, να μην υπάρχουν ιεραρχίες φύλου ή τάξης ή πολιτικής, και να υπάρχει μόνο η ισότιμη συμμετοχή των ισότιμων πολιτών στα κοινωνικά δρώμενα.

Σίσσυ Βωβού

Με πληροφορίες από Associated Press, Guardian, Wikipaedia και φεμινιστικές οργανώσεις.