Ποιός ομαδικός βιασμός στην Ξάνθη?

Γράφει η Σίσσυ Βωβού

Κανένας ομαδικός βιασμός στην Ξάνθη. Αυτή ήταν η ομόφωνη απόφαση της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καβάλας, που ολοκλήρωσε την εκδίκαση της υπόθεσης στις 5 Απριλίου και για την οποία πανηγυρίζουν οι συμπαραστάτες των κατηγορουμένων (φωτό μετά την ανακοίνωση της απόφασης).

Η εκδίκαση ξεκίνησε με την αγόρευση της Εισαγγελέα Αθηνάς Κωνσταντινίδου, που μέσα σε 12 λεπτά κατέρριψε το ένα μετά το άλλο, τα στοιχεία που ήταν στη δικογραφία. Δεν δέχθηκε το πόρισμα του Ινστιτούτου της Βέρνης που ανέφερε ότι υπήρχαν 2 μονάδες αλκοόλης στο αίμα της καταγγέλλουσας, κάτι που θα αποδείκνυε ότι ήταν σε κατάσταση βαριάς μέθης, δέχθηκε μόνο μια αρχική μέτρηση στο αίμα της, η οποία έδειχνε 0,78, κάτι που αντιστοιχούσε σε ένα ποτό και μια μπίρα, που όπως είπαν κάποιοι και κάποιες μάρτυρες υπέρ των κατηγορουμένων ήταν όλο κι όλο που είχε πιεί. Και ποιο είναι αυτό το Ινστιτούτο της Βέρνης, δεν γνωρίζουμε τις μεθόδους του άρα δεν μπορούμε να δεχθούμε το πόρισμά του, είπε. Η παθούσα (έτσι αποκαλούσε η εισαγγελέας καθ’ όλη την αγόρευσή της την καταγγέλλουσα) δεν έφερε μώλωπες ή σημάδια εξαναγκασμού, σύμφωνα με τα ευρήματα του ιατροδικαστή κ. Ν. Κηφινίδη, ο οποίος και είχε πάει ως μάρτυρας στη δίκη κατά την πρώτη δικάσιμο. Συνεπώς δεν δεχόμαστε ότι υπήρξε καταναγκασμός, αλλά συναινετική συνεύρεση. Το βίντεο το οποίο είχε τραβηχτεί από τους κατηγορούμενους και είχε φυλαχθεί σε κάποιον υπολογιστή, δεν μπορούμε να το δεχθούμε, είπε, πρόκειται για προσωπικά δεδομένα, δεν έχει γίνει άρση του απορρήτου και δεν είναι κομμάτι της δικογραφίας. Μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο άλλης κατηγορίας. Ούτε μπορούμε να δεχθούμε ότι της είχαν χορηγηθεί ουσίες (ικανός αριθμός παράνομων χαπιών και 18 γραμμάρια κάναβης είχαν βρεθεί στο σπίτι όπου η παθούσα αναφέρει ότι έγινε ο ομαδικός βιασμός – και κατά συρροήν από τον ένα εκ των δύο).

Μετά την απόρριψη όλων των στοιχείων που είχαν προσκομισθεί καθώς και των ισχυρισμών της παθούσας, η εισαγγελέας ζήτησε την αθώωση των δύο κατηγορουμένων.

Ακολούθησαν οι αγορεύσεις των δικηγόρων της παθούσας, στις οποίες ο πρώτος ανέφερε ότι η κοπέλα είχε περιέλθει σε βαθιά μέθη, όπως προκύπτει και από το εύρημα του Ινστιτούτου της Βέρνης, ότι εκτός από το αλκοόλ της έδωσαν τσιγάρο φτιαγμένο με κάναβη, και ότι βρέθηκε σε μεγάλη κατάσταση φόβου και σοκ, επιπροσθέτως, από το φλας της φωτογράφησης το οποίο εκείνη είχε αντιληφθεί και το οποίο φοβόταν ότι θα χρησιμοποιείτο για την διαπόμπευσή της.

Ο δεύτερος των δικηγόρων της είπε ότι έμεινε άφωνος από την αγόρευση της εισαγγελέα, και κατέρριψε έναν ένας τους ισχυρισμούς τόσο των κατηγορουμένων όσο και των μαρτύρων τους, αλλά και αξιοποίησε με λογικά επιχειρήματα τις μαρτυρίες υπέρ της παθούσας.

Η παθούσα είχε περιγράψει κατά την πρώτη δικάσιμο την τραγική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει, από δε τις μαρτυρίες της ίδιας, του πατέρα της αλλά και φιλικών της προσώπων μάθαμε ότι ήταν σε κατάσταση σοκ και σε μεγάλη κατάθλιψη, ότι ξυνόταν και πλενόταν συνέχεια για να βγάλει από πάνω της τα απομεινάρια του βιασμού, ότι ήθελε να αυτοκτονήσει και ότι έκτοτε υποστηρίζεται ψυχολογικά από ειδικούς επαγγελματίες.

Οι δικηγόροι των κατηγορουμένων είχαν φυσικά την αντίθετη γραμμή. Ο ένας εξ αυτών είπε ότι το κακούργημα του βιασμού δεν αντιμετωπίζεται πλέον όπως παλιά, ότι υπάρχουν κέντρα φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών και γραμμές συμβουλευτικής και υποστήριξης, και καμιά φορά μάλιστα, τελευταία, φτάνουμε να υπερβούμε τη λεπτή γραμμή και να κατηγορούνται ή να καταδικάζονται αθώοι. Αφού επέμεινε ότι δεν υπάρχουν δείγματα κακώσεων ούτε στο αιδοίο ούτε στο σώμα, άρα αυτό μας βεβαιώνει ότι δεν υπήρχε καταναγκασμός, προχώρησε για να εξηγήσει το γιατί η παθούσα κατάγγειλε βιασμό.

Ήταν ένα κρίσιμο ερώτημα που ζητούσε την απάντησή του στη δίκη αυτή, αλλά η απάντησή του, σύμφωνα με τον δικηγόρο, δεν ήταν δύσκολη. Η κοπέλα αυτή ήταν αθλήτρια, βραβευμένη και πρωταθλήτρια, ήταν καλή μαθήτρια και φοιτήτρια, είχε μια καλή οικογένεια που την στήριζε σε όλα, και κάπου ξαφνικά θέλησε να κάνει μια επανάσταση εναντίον της εικόνας της πετυχημένης κοπέλας. Πήγε λοιπόν να κάνει ομαδικό σεξ με αυτούς τους δύο άντρες, αλλά όταν συνήλθε, μετάνιωσε. Δεν άντεξε την ίδια της την επανάσταση, κι έτσι κατέληξε στην καταγγελία.

Οι γυναίκες δικαστίνες, τακτικές και λαϊκές, δεν συγκινήθηκαν από το δράμα που εκτυλίχθηκε μπροστά τους. Η εισαγγελέας, η πρόεδρος, μια τακτική δικαστίνα και τρεις από τους τέσσερις ενόρκους ήταν γυναίκες. Και σ’ αυτή λοιπόν όπως και σε πολλές άλλες δίκες, η παρουσία γυναικών δεν έκανε τη διαφορά. Σε άλλες δίκες υπάρχει διαφορετική προσέγγιση, όπως φαίνεται από τις αναλυτικές παρουσιάσεις δικών για βιασμούς που έχει γίνει κατά καιρούς στο Μωβ.

Τέλος, ελπίζουμε η παθούσα και η οικογένειά της να ξεπεράσουν αυτή την πιο δύσκολη από τις δύσκολες στιγμές της αδιανόητης κατάληξης της συγκεκριμένης δίκης. Και φυσικά να την διαβεβαιώσουμε ότι πολλές γυναικείες και φεμινιστικές οργανώσεις θα είναι στο πλάι της. Ήδη, κατά την τελευταία δικάσιμο είχαν έρθει αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι από Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, αλλά και από την πόλη της Καβάλας.

Και πιο τέλος ακόμα, αναρωτιόμαστε αν υπάρχει πιθανότητα ελέγχου των στοιχείων που δεν αξιολογήθηκαν από ανώτερους δικαστές και επανεξέτασης της υπόθεσης, εάν και εφόσον κρίνουν ότι υπήρξε εγκληματική αμέλεια.

Βλ. προηγούμενες δημοσιεύσεις του ΜΩΒ για τη συγκεκριμένη δίκη, ιδιαίτερα τις προηγούμενες ημέρες.