Μαριάννα Κάλμπαρη: «Η Μήδεια»

Συντάσσει η Βέρα Σιατερλή

Μια Μήδεια ιδωμένη αλλιώς, σκηνοθετημένη με γυναικεία ματιά με καταλυτικής σημασίας φωτισμούς από την Μαρίνα Κόντα με την πρόσθετη παρουσία της βάρβαρης Αλεξάνδρας Καζάζου ή alter Ego της Μήδειας, και την ομιλούσα Γλαύκη που ερμηνεύει η Θεοδώρα Τζήμου. Ενορχήστρωση γυναικών σ’ ένα θεσπέσιο αποτέλεσμα. Β. Σ.

Η Μαριάννα Κάλμπαρη ανέλαβε από την 1η Σεπτεμβρίου του 2014 την καλλιτεχνική διεύθυνση του Θεάτρου Τέχνης που της ανατέθηκε για τρία χρόνια το ιστορικό θέατρο που ίδρυσε το 1942 ο Κάρολος Κουν.

Η Μαριάννα Κάλμπαρη είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης, και του πανεπιστημίου της Σορβόννης – Paris IV με πτυχίο φιλολογίας-επικοινωνίας. Από το 2005 διδάσκει στην δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης ενώ συμμετέχει στις παραστάσεις του με όλες της τις ιδιότητες: συγγραφέας, μεταφράστρια, ηθοποιός και σκηνοθέτις. Γέννημα-θρέμμα του Θεάτρου Τέχνης, κατάφερε να συνδυάσει την παράδοση με το τώρα και το αύριο, να πάει παραπέρα ένα θέατρο που κατάφερε να παραμείνει ανοιχτό 70 πόσα χρόνια χωρίς να είναι κρατικό και χωρίς να επιχορηγείται πλέον. Ίσως γιατί η ίδια δεν κουβαλά το βάρος του δασκάλου με τον τρόπο που το κουβαλούσαν οι προκάτοχοί της.

Δεν τον γνώρισε ποτέ. Λίγους μήνες προτού η Μαριάννα τελειώσει το λύκειο ο Κουν είχε ήδη φύγει από τη ζωή – ήταν το 1987. Να σημειωθεί εδώ ότι παρέλαβε χωρίς χρέη. Ο Διαγόρας Χρονόπουλος είχε ξεχρεώσει, όταν της πρότεινε τη θέση. Το σκεπτικό με το οποίο έστησε την καθοριστική σεζόν 2015-2016 που έβαλε πάλι στον χάρτη το Θέατρο Τέχνης διαπνεόταν από τη λογική ότι:
«Τώρα που δεν έχουμε χρέη κρατάμε την παράδοση και πρέπει να έχουμε συνέχεια. Το μόνο που αξίζει είναι οι συναντήσεις, η σύμπραξη, το να είμαστε μαζί. Το πιστεύω βαθιά αυτό».

«Είναι σημαντικό ότι ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά μας καλλιτέχνες που με την παρουσία και τη δουλειά τους στήριξαν το Θέατρο Τέχνης: η Ρένη Πιττακή, ο Βασίλης Παπαβασιλείου, η Λυδία Κονιόρδου, η Τάνια Τσανακλίδου, άνθρωποι του Θεάτρου Τέχνης που είχαν πολύ καιρό να είναι στο Θέατρο Τέχνης. Και μαζί οι παραστάσεις. Όλο αυτό  άλλαξε τον τρόπο που μας αντιμετώπισαν και έφερε πολύ κόσμο στο θέατρο».

Παράλληλα μια νέα οικονομική πολιτική εφαρμόστηκε και στις δύο σκηνές του θεάτρου, στο Υπόγειο και στη Φρυνίχου:  μειωμένα εισιτήρια, εισιτήρια των 5 ευρώ για τους ανέργους, προσφορές. «Το σημαντικό είναι να μπει κόσμος στο θέατρο» επισημαίνει η Μαριάννα Κάλμπαρη «κι ας φτάνουν τα χρήματα ίσα-ίσα για να πληρωθούν οι άνθρωποι. Οι αμοιβές είναι χαμηλές, ενώ ορισμένοι από τους συνεργάτες προσφέρουν την εργασία τους». Και συνεχίζει: «Είναι γεγονός ότι χωρίς επιχορήγηση δεν βγαίνει ένα θέατρο όπως το δικό μας. Αν θες να κάνεις ρεπερτόριο, να δοκιμάζεις καινούργια πράγματα, δεν γίνεται με την αγωνία να βγάλεις τα έξοδα. Έτσι κι αλλιώς σε ένα συνολικό πρόγραμμα μια παράσταση μπορεί να σκίσει, μια να πάει μέτρια και μια τρίτη μπορεί να πάει κάτω του μετρίου».
«Το Θέατρο Τέχνης χρειάζεται στήριξη. Πάντα χρειάζεται τους φίλους του. Και εμείς θέλουμε να δίνεται η δυνατότητα σε νέους δημιουργούς και σε νέα έργα, σε συνδυασμό με την παράδοση. Να δώσουμε το στίγμα μας. Γιατί μέσα στο θεατρικό τοπίο κάθε χώρος πρέπει να έχει ένα στίγμα».

Στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου το Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν σε συνεργασία- συμπαραγωγή με το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων παρουσίασε το οικουμενικό έργο του Ευριπίδη «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη στις 4-5 Αυγούστου στο Αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου με την Μαρία Ναυπλιώτου στο ρόλο της «Μήδειας».

Σε συνέντευξη που έδωσε στις 27/07/2017, για το Αθηνόραμα στην Ιλειάνα Δημάδη αναφέρει η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης λίγο προτού βρεθεί, για πρώτη φορά ως σκηνοθέτης, στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, ανεβάζοντας τη «Μήδεια» (4-5/8) με πρωταγωνιστές τους Μαρία Ναυπλιώτου και Χάρη Φραγκούλη.

«Βαριά και αθεράπευτη η οργή που γεννιέται ανάμεσα σ’ εκείνους που είχαν αγαπηθεί». Επέλεξα τη «Μήδεια» για το ντεμπούτο μου στην Επίδαυρο γιατί είναι ένα έργο που αγαπώ και ένα έργο αντιπροσωπευτικό για τη φετινή θεματική του Φεστιβάλ Επιδαύρου που είναι «Η έλευση του ξένου». Όχι, όμως, επειδή η Μήδεια είναι ξένη, αλλά επειδή ο έρωτας, στην πιο συγκλονιστική στιγμή του, στην αρχή του, είναι ουσιαστικά η συνάντηση δύο ξένων. Μιλώ, λοιπόν, για τον έρωτα, αυτό τον… ξένο. Όταν, δηλαδή, γνωρίζεις τον άλλον, είναι ένας γοητευτικός ξένος· το ίδιο κι εσύ για εκείνον. Υποδυόμαστε, για λίγο, τον καλύτερο εαυτό μας. Μετά, σιγά σιγά, μπορεί εκείνο που αρχικά σε γοήτευσε να γίνει ο λόγος που, τελικά, σε απομακρύνει από τον άλλο. Όταν ο έρωτας τελειώνει, γίνεσαι πάλι ένας ξένος. Βλέπεις, δηλαδή, ένα κομμάτι του εαυτού σου που δεν γνώριζες και, αντίστοιχα, βλέπεις και τον άλλο να μεταμορφώνεται σε έναν ξένο. «Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα», όπως λέει κι ο Γιώργος Χειμωνάς.
Στη «Μήδεια», όλο αυτό που μόλις περιέγραψα γιγαντώνεται. Φτάνουμε στη βαρβαρότητα του έρωτα. Η Μήδεια, προκειμένου να είναι με τον Ιάσονα, έκανε τεράστιες θυσίες. Πρόδωσε, σκότωσε, εξαπάτησε, δηλητηρίασε… Ο γάμος τους είναι σκοτεινός και αιματοβαμμένος. Φτάνοντας στην Ελλάδα, η Μήδεια εκπολιτίζεται. Γίνεται μια σωστή σύζυγος, «πιστή στον Ιάσονα, γιατί σώζει το γάμο της η γυναίκα που δεν σηκώνει στον άνδρα της κεφάλι», όπως λέει και η Τροφός που την ερμηνεύει η ίδια η σκηνοθέτης. Όταν, λοιπόν, ο Ιάσονας την εγκαταλείπει, ο πόνος της είναι πάρα πολύ μεγάλος.

Ο Ιάσονας εγκαταλείπει τη Μήδεια, όχι, για τα πλούτη και τα αξιώματα. Η σχέση τους, στην δική μας ανάγνωση του έργου, είναι πολύ ζωντανή και ερωτική. Είναι, όμως, και άρρωστη, δεμένη με όρκους αίματος. Μάλλον από αυτό το σκοτάδι θέλει να ξεφύγει ο Ιάσονας…

Υπήρχε, αλήθεια, διαζύγιο στην αρχαιότητα, μόνο που ήταν σαν το μουσουλμανικό! Οι άντρες έλεγαν ένα «σε χωρίζω» κι όλα τέλειωναν. Ίσχυε, βέβαια, μόνο για τις πλούσιες οικογένειες και μόνο για τους άντρες. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να το πουν!

Πώς σκηνοθετείται, εν έτη 2017, η «Μήδεια»;

Δεν με πείθει καθόλου το να ανοίξει μια πόρτα και να βγει η Μήδεια. Πάντα με συγκινεί η εικόνα του ηθοποιού στην κουίντα που περιμένει να βγει στη σκηνή για να γίνει κάτι άλλο. Πώς το έλεγε ο Ανδρέας Βουτσινάς; «Εδώ είμαι νέος και ερωτευμένος. Πατώ τη σκηνή και γίνομαι γέρος και ετοιμοθάνατος». Κάπως έτσι, λοιπόν, όλος ο θίασος μαζί, δεκαπέντε ηθοποιοί και τέσσερις μουσικοί, όλοι παρόντες, επιχειρούμε να μπούμε μέσα στο μύθο και να βρούμε το βάθος του.

Γιατί θέλουμε να βλέπουμε ξανά και ξανά αυτήν την ιστορία προδοσίας και εκδίκησης;

Στο μύθο είναι όλα τόσο μεγάλα ώστε, συγκρίνοντάς τα με τα δικά σου, ανακουφίζεσαι. Κατανοείς ότι ο δικός σου πόνος είναι μικρός. Αυτή είναι η κάθαρση. Κι να, τι ανακάλυψα μελετώντας τη «Μήδεια»: Σύγχρονος του Ευριπίδη ήταν ο σοφιστής Αντιφών. Αυτός, λοιπόν, δίδασκε την τέχνη της αλυπίας. Ουσιαστικά, μιλάμε για τον πρώτο ψυχαναλυτή της ανθρωπότητας! Είχε, μάλιστα, ιδρύσει στην Κόρινθο το πρώτο θεραπευτήριο της λύπης. Τι έλεγε; Να πονάμε με μέτρο. Γιατί; Επειδή κάποια στιγμή θα πεθάνουμε. Δεν έχουμε το περιθώριο να πονάμε για πάντα!

Η Μήδεια, βέβαια, αντ’ αυτού, σκοτώνει τα παιδιά της…

Η παιδοκτονία είναι μια εντελώς συμβολική πράξη. Η Μήδεια σκοτώνει, στην ουσία, ένα κομμάτι του εαυτού της. Γι’ αυτό και στην παράστασή μας δεν υπάρχουν παιδιά…

Κάνεις μια ακόμη καινοτομία: δίνεις φωνή σε ένα βουβό πρόσωπο, την ερωμένη του Ιάσονα.

Ναι, δίνω φωνή στη Γλαύκη Μιλά με κείμενα της Σαπφούς, του Αρχίλοχου, του Πλάτωνα… Είναι ιδιαίτερο πρόσωπο η Γλαύκη. Είναι η κόρη του βασιλιά που ερωτεύεται τον μεγάλο ήρωα της Αργοναυτικής Εκστρατείας και, βέβαια, ένα θύμα της ιστορίας, μια παράπλευρη απώλεια. Καίγεται μέσα στο φαρμακωμένο πέπλο που της στέλνει η Μήδεια.

Προσθέτεις κι ένα ακόμη πρόσωπο στο έργο…

Ναι, μια βάρβαρη [σ.σ. την ερμηνεύει η Αλεξάνδρα Καζάζου]. Είναι ο δαίμονας που μπαίνει μέσα στη Μήδεια αλλά και σε όλους. Είναι το αρχέγονο κομμάτι του εαυτού, που είναι βαθιά δεμένο με τη γη και τα χθόνια ένστικτά μας.

Κεντρική εικόνα της παράστασής, το σκηνικό. Ο βωμός του έρωτα. Ένα κρεβάτι.

Είναι, λοιπόν, η Μήδεια μια τραγωδία της σάρκας;

Σίγουρα δεν είναι μια τραγωδία για έναν έρωτα ρομαντικό. Είναι ένας έρωτας σαρκικός που τρελαίνει εξίσου το μυαλό και την ψυχή. Ο πόθος, όπως και ο σπαραγμός, πρώτα το σώμα συγκλονίζουν.

Αξίζει, τελικά, ύστερα από όλα αυτά, να ερωτεύεται κανείς;

Η ανάγκη για έρωτα είναι πιο μεγάλη από τον ίδιο τον έρωτα. Ο έρωτας είναι μεν καταστροφικός κι ο άλλος μπορεί να μεταμορφωθεί σε σωστό τέρας αλλά, χωρίς έρωτα, ζεις… μισά. Τίποτα δεν γίνεται χωρίς πάθος. Στο θέατρο αυτό το μαθαίνεις καλά. Αναιρεί κάθε φόβο ο έρωτας. Αν ερωτευόμασταν περισσότερο, ίσως να ήμασταν μια άλλη κοινωνία.

Συντελεστές της παράστασης:
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Παναγιώτης Καλαντζόπουλος
Χορογραφία: Μαρίζα Τσίγκα
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Δραματολόγος παράστασης: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου
Α΄ Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Γεωργουδάκη
Β΄ Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριλένα Μόσχου
Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Μαρία Παπαδοπούλου
Βοηθός σχεδιαστή φωτισμών: Μαρίνα Κόντα
Τα ένθετα κείμενα της παράστασης παρουσιάζονται σε μετάφραση-απόδοση Ιωάννη Πολέμη (Θεόκριτος), Έλενας Τριανταφυλλοπούλου, Μαριάννας Κάλμπαρη
Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου, Χάρης Φραγκούλης, Αλεξάνδρα Καζάζου, Φωτεινή Μπαξεβάνη, Θεοδώρα Τζήμου, Σύρμω Κεκέ, Ιωάννα Μαυρέα, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Γεράσιμος Γεννατάς, Δημήτρης Πασσάς
Συμμετέχουν τέσσερις σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και τέσσερις μουσικοί.

Πηγή: athinorama.gr, alfavita.gr, tovima.gr