Δεν αναγνωρίστηκε η αυτοάμυνα στη δίκη του Ναυπλίου – βαριά η καταδίκη

Γράφουν οι Σίσσυ Βωβού, Βέρα Σιατερλή

Μεγάλη απογοήτευση ένιωσε η Π.Α. από την πολύχρονη κάθειρξη που της επιβλήθηκε για το φόνο του Ν.Ζ. σε κατάσταση αυτοάμυνας, μετά από επίθεση που δέχτηκε εκείνη και η φίλη της στην Κόρινθο, μέσα στη νύχτα, Ιούνιο του 2016. Σε δήλωσή της προς το Μωβ είπε, μεταξύ άλλων: ...”Τέλος, μου βάζουν 15 χρόνια φυλακή, ενώ εγώ περίμενα μια καλύτερη απόφαση, περίμενα να βγω από τη φυλακή όπου βρίσκομαι εδώ και πολύν καιρό. Θα παλέψω για μια καλύτερη απόφαση”.

Το δικαστήριο δεν αποδέχθηκε την αυτοάμυνα, παρά τα πολλά στοιχεία που υπήρχαν, και έτσι την καταδίκασε σύμφωνα με το κατηγορητήριο, δηλαδή ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Της έδωσε μόνο ένα ελαφρυντικό, ότι δεν είχε ταπεινά κίνητρα, με αποτέλεσμα η ποινή της να είναι 15 χρόνια κάθειρξη συν 4 μήνες, κατά συγχώνευση για οπλοφορία και οπλοχρησία.

Κάθε άλλο παρά σε ήρεμη ψυχική κατάσταση ήταν η Π.Α., μια νέα κοπέλα που είχε φύγει από το σπίτι της τρεις μήνες πριν, για να ξεφύγει από την διαρκή και ακραία βία που ασκούσε ο πατέρας της στη μητέρα και στα δύο κορίτσια. Μια κοπέλα που τριγυρνούσε άστεγη, κοιμόταν περιστασιακά σε κάποιες φίλες και συχνά στο δρόμο, έτρωγε από κάποια εκκλησία και βρισκόταν στο πουθενά. Αυτό εξηγεί και ότι έφερε μαχαίρι στην τσάντα της για την αυτοπροστασία της, το οποίο χρησιμοποίησε για πρώτη φορά, δυστυχώς μοιραία.

Και κάθε άλλο παρά ανθρωποκτόνο πρόθεση είχε απέναντι σ’ έναν άγνωστο που τους επιτέθηκε μέσα στη νύχτα, με λόγια, με ύβρεις, με απειλές, με προσπάθεια να τους δώσει λεφτά για εκπόρνευση, με σεξουαλική παρενόχληση στη μια κοπέλα που της έπιασε τα στήθια, και επίθεση στην κατηγορούμενη που την τράβαγε από τα μαλλιά. Μάλιστα με κάποια κίνησή του οι δύο νέες νόμισαν ότι πήγε να βγάλει μαχαίρι από την πίσω τσέπη, και γι’ αυτό και η κατηγορούμενη έβγαλε το δικό της μαχαίρι.

Ο κατηγορούμενος, όπως φαίνεται από την εξέταση του αίματός του, ήταν σε κατάσταση βαριάς μέθης, με 2,7 ml αλκοόλ. Επίσης, την ίδια νύχτα από τη μία τα μεσάνυχτα μέχρι τις τρεις παρά τέταρτο, τηλεφωνούσε φορτικά σε πρώην ερωμένη του, και υπάρχουν πάνω από δέκα κλήσεις καταγεγραμμένες οι οποίες υποβλήθηκαν στο δικαστήριο. Η κυρία, η οποία ήταν και μάρτυρας υπέρ του θύματος, απάντησε στις δύο πρώτες κλήσεις και όχι στις επόμενες, μέσα στη βαθιά νύχτα.

Η δίκη

Στη δίκη κατέθεσαν η μητέρα του νεκρού και η αναφερόμενη φίλη του. Ο αστυνομικός Μ.Δ. κατέθεσε ότι 20 μέτρα από την σωρό του θύματος βρέθηκε ένα μαχαίρι κουζίνας με εμφανή ίχνη αίματος και ότι το θύμα είχε πάνω του όλα του τα υπάρχοντα, όπως το κινητό του τηλέφωνο και το πορτοφόλι του. Αφού στην υπηρεσία του επισκόπησαν το υλικό από τις κάμερες και εντόπισαν σε αυτό δυο κοπέλες να τρέχουν, ρώτησαν τα γύρω μαγαζιά και όταν μια μάρτυρας κατονόμασε τις δυο κοπέλες, οδηγήθηκαν τελικά στην σύλληψη τους. Επίσης, είπε ότι πιθανώς έχουν αποκρυβεί κάποια στοιχεία από τις κάμερες ασφαλείας. Με δεδομένα τα παραπάνω στοιχεία η συνήγορος υπεράσπισης ρώτησε τον αστυνομικό αν διακρίνει κάποιου είδους επαγγελματισμό για να πάρει την απάντηση: «κατά την κρίση μου όχι».

Στη συνέχεια μάρτυρες ήταν η μητέρα και ο αδελφός της 17χρονης φίλης και συγκατηγορούμενης, της οποίας η δίκη θα γίνει σε δικαστήριο ανηλίκων. Επίσης κατέθεσαν οι γονείς της κατηγορούμενης και μια φίλη της. Ο πατέρας της παραδέχθηκε ότι ασκούσε βία, τελευταία βέβαια, λόγω ανεργίας, και όχι ότι αυτό ήταν κάτι σπουδαίο. Η μητέρα επίσης κατέθεσε για την ασκούμενη βία, μιλώντας από μέσα της, αφού είναι μια απίστευτα και χρόνια κακοποιημένη γυναίκα στην οποία, απ’ ότι φαίνεται, δεν έχει μείνει καμιά δύναμη αντίστασης.

Προέκυψε επίσης ότι μητέρα και οι δύο κόρες της είχαν φιλοξενηθεί σε ίδρυμα με κοινωνική στέγη, το 2010, για κάποιο διάστημα, αλλά δυστυχώς επέστρεψαν στην “οικογενειακή στέγη”.

Από τη μεριά των αλληλέγγυων γυναικών, κατέθεσε η Σίσσυ Βωβού από το Μωβ. και η Ι.Τ.

Η Ι.Τ. δήλωσε ότι άρχισε να αλληλογραφεί με την κατηγορούμενη σύντομα μετά τη φυλάκισή της, και επίσης γνωρίζει ότι θα μπορούσε αυτή ή οποιαδήποτε γυναίκα να βρίσκεται σε αυτή τη θέση δεδομένου ότι τέτοια περιστατικά σεξουαλικών επιθέσεων συμβαίνουν κάθε μέρα. Αφού περιέγραψε τον τρόμο -όπως της τον περιέγραψε μέσω της αλληλογραφίας τους- που βίωσε η Π.Α. εκείνο το βράδυ, κατέληξε στην επισήμανση ότι είναι συνηθισμένο οι γυναίκες να έχουν μαχαίρι ή άλλα μέσα αυτοπροστασίας πάνω τους, καθώς πρέπει να αμύνονται αν χρειαστεί. Στην ερώτηση του προέδρου της έδρας για το αν θεωρεί την επίθεση αυτή απόπειρα βιασμού η απάντηση ήταν σαφής: “Δεν μπορείς να ξέρεις πότε ξεκινάει και που φτάνει. Το επιθετικό άγγιγμα προφανώς μπορεί να αποτελεί αρχή”.

Η Σ.Β. κατέθεσε ότι γνωρίζει την Π.Α. από τον πρώτο καιρό της φυλάκισής της, καθώς ζήτησε άδεια από την διεύθυνση των φυλακών για επισκέψεις μια ή δύο φορές το μήνα, για την ίδια και μια άλλη αλληλέγγυα. Από την Π.Α. γνωρίζει τη βία την οποία υφίστατο διαρκώς και για όλη τη ζωή της στο πλαίσιο της οικογένειας από τον πατέρα, και ακόμα ότι κάποια εποχή είχε φύγει μαζί με τη μητέρα και την αδελφή της για να πάνε σε ξενώνα, όμως εκεί δεν έμειναν για πολύ. Επίσης είπε ότι έχει επισκεφθεί δύο φορές το σπίτι της οικογένειας, όπου η ακραία βία είναι φανερή από τα σπασμένα ντουλάπια, σπασμένα έπιπλα. Ανέφερε ότι η οργάνωσή της, Το Μωβ, έχει απευθυνθεί στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης όσο και στη διεύθυνση των ξενώνων της Γενικής Γραμματείας Ισότητας, και έχει δηλωθεί από αυτούς τους φορείς ότι προτίθενται να φιλοξενήσουν αν χρειαστεί την ίδια ή άλλη γυναίκα της οικογένειας. Σε ερώτηση της δικηγόρου για το τι σκόπευε να κάνει η Π.Α., απάντησε ότι όταν έφυγε από το σπίτι της και πήγε στην Κόρινθο, είχε πρόθεση να βρει μια δουλειά και μετά ένα σπίτι, και να πάρει τη μητέρα της για να ζήσουν μαζί. Το ίδιο σκοπεύει να κάνει και όταν βγει από τη φυλακή. Τόνισε επίσης ότι η έμφυλη βία είναι πολύ διαδεδομένη. Σε ερώτηση της εισαγγελέως αν η κατάληξη αυτής της αυτοάμυνας είναι ο φόνος, επανέλαβε ότι δεν υπήρχε πρόθεση φόνου από την κατηγορούμενη.

Η ίδια η κατηγορούμενη είπε στην απολογία της:

“Φοβήθηκα πολύ εκείνο το βράδυ. Είδα τον Ζ. να πιάνει το στήθος της φίλης μου. Σηκωθήκαμε να φύγουμε. Η φίλη μου, μού φώναξε “κρατάει μαχαίρι”. Ούτε που κατάλαβα σε ποιο σημείο τον χτύπησα με το μαχαίρι μου. Δεν τον είχα ξαναδεί.”

Ακολούθησαν οι εξής ερωτήσεις από τον πρόεδρο της έδρας

Πρόεδρος: Γιατί δεν φύγατε;

Π.Α.: Με τράβηξε από το μαλλί.

Πρόεδρος: Ήταν μεθυσμένος, δεν μπορούσατε να τον σπρώξτε;

Π.Α.: Ήταν σωματώδης. Δεν ήθελα να τον σκοτώσω.

Πρόεδρος: Γιατί δεν χτυπήσατε ποτέ τον πατέρα σας που σας κακοποιούσε;

Π.Α.: Τον φοβόμουν.

Επανερχόμενη πάλι στην περιγραφή του περιστατικού ανέφερε: «Φοβήθηκα πολύ. Η φίλη μου, μού είπε “κρατάει μαχαίρι”. Είπε στην φίλη μου “ξέρω τον μπαμπά σου, τι ρούχα είναι αυτά που φοράς; Θα σας γαμήσω”. Πραγματικά λυπάμαι για ότι έγινε. Θέλω να ζητήσω συγνώμη από την οικογένεια. Ζητάω μια δεύτερη ευκαιρία.»

Οι αγορεύσεις και η απόφαση

Η εισαγγελέας στην αγόρευσή της προφανώς δεν δέχθηκε την εκδοχή της αυτοάμυνας, αλλά ακόμα περισσότερο, έκανε δύο ιδιαίτερα ακατάλληλες τοποθετήσεις. Είπε ότι καλά, αυτός πλησίασε και πείραξε τις κοπέλες. Ήπιε κάτι παραπάνω, έκανε κάτι παραπάνω, βέβαια. (Το “κάτι παραπάνω” ήταν η σεξουαλική παρενόχληση στην ανήλικη και το τράβηγμα των μαλλιών της κατηγορούμενης). Το χειρότερο που είπε η εισαγγελέας, είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι ζουν μέσα σε τέτοιες συνθήκες, ώστε τους κάνει να υποτιμούν την ανθρώπινη ζωή και να μην την σέβονται, όπως την σεβόμαστε όλοι εμείς εδώ σ’ αυτή την αίθουσα και όπως την σέβονται οι συνηθισμένοι άνθρωποι.

Ο συνήγορος της πολιτικής αγωγής, μεταξύ άλλων ανέφερε ότι αφού δεν υπάρχουν ίχνη πάλης δεν υπάρχει και απόπειρα βιασμού, και ότι “αν το σενάριο του βιασμού είναι αληθές, τα δυο έννομα αγαθά, της λεκτικής κακοποίησης και της ανθρωποκτονίας είναι αναντίστοιχα”. Πρότεινε τελικά να καταδικαστεί η κατηγορούμενη γι ανθρωποκτονία από πρόθεση μεταξύ άλλων γιατί “καθώς βρισκόμαστε σε οικονομική κρίση η κοινωνία πρέπει να πάρει το μήνυμα ότι δεν μπορεί να επικρατεί ο νόμος της ζούγκλας”.

Στην αγόρευσή της, η δικηγόρος υπεράσπισης Ιωάννα Στεντούμη αποδόμησε συστηματικά τις απόψεις και τα επιχειρήματα του συνηγόρου της πολιτικής αγωγής. Επίσης, υπογράμμισε ότι οι κοπέλες άφησαν πάνω στο παγκάκι τα τσιγάρα τους και κάποια μικροαντικείμενα, ενώ λίγο παραπέρα πέταξε η κατηγορούμενη το μαχαίρι, πράγμα που δείχνει το φόβο τους και την πλήρη άγνοιά τους ότι τα αντικείμενα που άφησαν πίσω θα χρησιμοποιούντο για αποτυπώματα και για τον εντοπισμό τους. Στηλίτευσε έντονα τα δύο σημεία στην αγόρευση της εισαγγελέως τα οποία αναφέρουμε πιο πάνω και ζήτησε ως ελαφρυντικά την αυτοάμυνα ή τα μη ταπεινά κίνητρα.

Μετά από σύσκεψη των τακτικών δικαστών με τον και τις ενόρκους, βγήκε η απόφαση που αναφέρουμε στην αρχή, η οποία δείχνει αναλγησία για την έμφυλη βία και την προσπάθεια των γυναικών να αντισταθούν σ’ αυτήν.

Επίσης, το δικαστήριο διέταξε την κράτηση της κατηγορούμενης, ενώ ξέρουμε ότι σε πολλές δίκες, για πολύ σοβαρότερες πράξεις, δίνεται αναστολή εκτέλεσης της ποινής μέχρι την έφεση.

Έγινε έφεση κατά της απόφασης, και μπορεί να ζητηθεί και αναστολή εκτέλεσης της ποινής μέχει να εκδικαστεί. Δεν ξέρουμε αν αυτό θα γίνει δεκτό το αίτημα αυτό από το δικαστήριο.

Η αλληλεγγύη επιστρέφει

Πάνω από 70 αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι από το Ναύπλιο και πολλές πόλεις της Ελλάδας παρακολούθησαν τη δίκη, ενώ απέξω από το δικαστήριο κρεμάστηκαν τρια πανό που υποστηρίζουν το δικαίωμα των γυναικών στην αυτοάμυνα απέναντι στην έμφυλη βία. Η μαζική συμμετοχή στο δικαστήριο είναι κάτι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό, γιατί επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά ότι εδώ και ενάμισυ έως δύο χρόνια αναπτύσσεται ένα φεμινιστικό κίνημα νέων γυναικών, με επίκεντρο την έμφυλη βία, που υπόσχεται πολλά για το μέλλον.

Μας θυμίζει τη μαζική συμμετοχή στη δίκη της Σύρου, το 2000, για τα κυκλώματα τράφικινγκ της Σαντορίνης που είχε καταγγείλει ο Παναγιώτης Βήχος το 1998. Τότε, 32 γυναίκες από την Αθήνα είχαμε πάει στη Σύρο, μάλιστα με μεγάλη θαλασσοταραχή, για να καταγγείλουμε τα κυκλώματα και να υποστηρίξουμε τον θαρραλέο, αλλά όπως αποδείχθηκε αργότερα και παράτολμο, καταγγέλλοντα.

Επίσης, μας θυμίζει την εμβληματική δίκη στην Πάτρα με κατηγορούμενο έναν αστυνομικό που σύμφωνα με την κατηγορία προστάτευε τα κυκλώματα αλλά και είχε βιάσει την νεαρή ρωσίδα Όλγα Μπ. 250 άτομα από Πάτρα και άλλες πόλεις είχαμε συγκεντρωθεί στο δικαστήριο, από όλες τις γυναικείες αλλά και κοινωνικές οργανώσεις. Η σχεδόν αθωωτική απόφαση ξεσήκωσε τη διαμαρτυρία των παρευρισκομένων, με πανό και ντουντούκες μέσα στο δικαστήριο, το οποίο καταλάβαμε για να διαμαρτυρηθούμε. Σύντομα ήρθαν τα ΜΑΤ για να μας βγάλουν έξω, με καταστολή και τραυματισμούς κάποιων γυναικών. Για πρώτη φορά τότε, όλα τα μεγάλα κανάλια παρουσίαζαν την εξέγερσή μας για δύο ημέρες στα δελτία ειδήσεων, και για πρώτη φορά δημοσιοποιήθηκε στην ελληνική κοινωνία το μέχρι τότε κοινό μυστικό, ότι το τράφικινγκ είναι απίστευτα διαδεδομένο, και ατιμώρητο.

Τώρα βλέπουμε να αναβιώνει αυτό το μαζικό κίνημα αλληλεγγύης. Δεν θα είμαστε πια λίγες στα δικαστήρια των βιασμών και του τράφικινγκ. Όλες οι οργανώσεις που συμμετείχαν από διάφορες πόλεις είναι διατεθειμένες να συνεργαστούμε ώστε να στηρίξουμε αποτελεσματικά την Π.Α. στην έφεσή της, αλλά και να προσπαθήσουμε να πετύχουμε την αναστολή έκτισης της ποινής.

Η Γενική Γραμματεια Ισότητας των Φύλων

Η Γενική Γραμματεία Ισότητας έβγαλε μια σχετική και καλή ανακοίνωση όπου υποστηρίζει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αλλά δυστυχώς την επόμενη ημέρα της δίκης. Αν την είχε βγάλει δύο ημέρες πριν, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να έχει ληφθεί υπόψιν από το δικαστήριο, μια και είναι ο επίσημος φορέας για τα θέματα ισότητας των φύλων.

Την αναδημοσιεύουμε στο Μωβ σε ξεχωριστή ανάρτηση.

Η έμφυλη βία, η φτώχια και η ανοχή

Τέλος να πούμε ότι τόσο τα στοιχεία αυτής της υπόθεσης όσο και η δίκη, έχουν χαρακτηριστικά τραγωδίας. Οι δύο οικογένειες των κατηγορουμένων ζουν στην ακραία φτώχια, σε περιορισμένη ή απόλυτη έλλειψη εκπαίδευσης, σε συνθήκες περιθωριοποίησης και έλλειψης κάθε προοπτικής για βελτίωση της κατάστασής τους. Ενώ στην οικογένεια της Π.Α. βρίσκουμε επίσης την ακραία βία, δεν είδαμε το ίδιο και στην άλλη οικογένεια. Επίσης, είδαμε κάποια κοινή στάση των δύο κατηγορουμένων γυναικών, μόνο και μόνο επειδή γνώρισαν και αφηγήθηκαν τα γεγονότα.

Όταν όμως μια εισαγγελέας κατηγορεί τους περιθωριοποιημένους ανθρώπους ότι δεν σέβονται επαρκώς την ανθρώπινη ζωή, βρισκόμαστε μπροστά σε μια υπεροπτική στάση των “τακτοποιημένων” μελών της κοινωνίας απέναντι στους “παρίες”. Και όμως, η βία κατά των γυναικών και η έλλειψη σεβασμού στην ανθρώπινη ζωή δεν είναι γνώρισμα των φτωχών και απελπισμένων, τη βρίσκουμε σε όλες τις οικονομικές τάξεις και σε όλα τα μορφωτικά επίπεδα. Αυτό θα θέλαμε να διαμηνύσουμε στην εισαγγελέα και σε κάθε μέλος αυτού του δικαστηρίου, και μπορούμε να τους φέρουμε τα στοιχεία που αποδεικνύουν την αλήθεια των ισχυρισμών μας.

Έχουμε πράγματι στην προκειμένη υπόθεση την τομή ανάμεσα στην πατριαρχική βία και την ακραία φτώχια, αλλά έχουμε και το στερεότυπο για το σεβασμό της ανθρώπινης ζωής. Τέτοιου είδους στερεότυπα δεν απηχούν την πραγματικότητα, αντίθετα βοηθούν στη συγκάλυψη των πραγματικών υπευθύνων και δεν βοηθούν τον αγώνα για την εξάλειψη της έμφυλης βίας, ενός προβλήματος οικουμενικού, που παγιδεύει τη ζωή των γυναικών και υποβαθμίζει ολόκληρη την κοινωνία.

Το Μωβ, όπως φαίνεται και από τη μαρτυρική κατάθεση, ενδιαφέρθηκε από την αρχή για την αλληλεγγύη στην Π.Α. και συνεργάστηκε με άλλες ομάδες. Δεν πιστεύουμε ότι τα δικαιώματα είναι περιττά για κανέναν άνθρωπο. Συζητούσαμε και συναποφασίζαμε τις ενέργειές μας, που μας οδήγησαν μέχρι το δικαστήριο. Η Π.Α. χρειάζεται δικαστική και προπαντός ψυχολογική και κοινωνική υποστήριξη, και η συνεργασία αλληλεγγύης που έχει δημιουργηθεί θα εξακολουθήσει να φροντίζει γι’ αυτά.

Για κάποιες από τις καταθέσεις πήραμε στοιχεία από το σχετικό δημοσίευμα του ΟMNIA TV. Επίσης αναπαράγουμε τη φωτογραφία που δημοσίευσαν