ΤΟ ΠΑΡΤΙ – ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΙ ΠΟΤΕΡ

Η περίφημη Βρετανίδα σκηνοθέτις, Σάλι Πότερ | ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

 

«Τα βέλη μου στην Αριστερά από θέση αγάπης»

Συντάκτρια: Βένα Γεωργακοπούλου

Η Τζάνετ (Κριστίν Σκοτ Τόμας) έγινε σκιώδης υπουργός Υγείας του Κόρμπιν και μαζεύει στο ωραίο σπίτι, που μοιράζεται με τον πανεπιστημιακό σύζυγό της, όλη την παλιοπαρέα.

Μοδάτοι, προνομιούχοι, αλλα προπαντός εναλλακτικοί και προχωρημένοι, γρήγορα χάνουν τα αυγά και τα πασχάλια. Η Σάλι Πότερ, περίφημη Βρετανίδα σκηνοθέτις μεγάλων επιτυχιών, στην τελευταία ταινία της «The Party», που παίζεται στις αίθουσες, κάνει μια βιτριολική, μπιτάτη, μαυρόασπρη κωμωδία με λαμπρό καστ. Ηρθε στην Αθήνα για να παρευρεθεί στη ρετροσπεκτίβα που της ετοίμασε η Ταινιοθήκη (μέχρι 10 Ιανουαρίου). Και είχε πολλά να μας πει.

• Ηταν συνειδητή σας απόφαση να γυρίσετε κωμωδία;

Απόλυτα. Ηθελα να γράψω μια κωμωδία στην καρδιά της οποίας να βρίσκεται μια τραγωδία, που επιστρέφει στα αιώνια, αρχαία θέματα: απιστία, απώλεια, αλήθεια, ψέματα, φιλία, θάνατος, αρρώστια.

• Και τι προσφέρει το γέλιο;

Είναι φάρμακο. Ζούμε σε άρρωστους καιρούς. Δείτε ότι σήμερα οι μόνοι πραγματικά σοβαροί σχολιαστές της παγκόσμιας κατάστασης είναι οι κωμικοί. Εχουμε ανάγκη αυτή τη φυσική ανταπόκριση του σώματός μας, για να χαλαρώσει κάπως το μυαλό μας.

Είμαστε καταβεβλημένοι, δεν μπορούμε πια να απορροφήσουμε όσα μας συμβαίνουν. Ηθελα να δημιουργήσω λοιπόν μια κατάσταση στην οποία οι άνθρωποι θα μπορούν να κάθονται όλοι μαζί σε ένα σινεμά και να γελάνε, να γελάνε. Και να βγαίνουν από την αίθουσα νιώθοντας καλύτερα, έχοντας πάρει μια ανάσα. Μια εμπειρία διασκέδασης, με την παλιά σημασία του όρου «entertainment», που για έναν σοβαρό κινηματογραφιστή δεν θεωρείται πια σπουδαίος στόχος. Κι όμως, το «The Party» ήταν το πιο απαιτητικό και προκλητικό πράγμα που έχω κάνει. Και το πιο συναρπαστικό.

• Εχετε και μεγάλη παράδοση στην κωμωδία στη Μεγάλη Βρετανία, σε σινεμά και θέατρο. Ποιους είχατε ίσως ως οδηγούς;

Ταινίες της δεκαετίας του ’60, σαν τις «Μπίλι ο Ψεύτης», «Saturday Night and Sunday Morning», «Τhis Sporting Life», και όλες τις κωμωδίες των Ealing studios. Και φυσικά το θέατρο, τον Αλαν Εϊκμπορν, τον Πίντερ, ακόμα και τον Μπέκετ, που τόσο αγαπάω. Δηλαδή συγγραφείς που δουλεύουν πολύ με τη γλώσσα. Σήμερα στο σινεμά είναι ταμπού να δουλεύεις με τη γλώσσα, σημασία έχει μόνο η δύναμη της εικόνας. Διαφωνώ εντελώς.

• Γιατί γυρίσατε μια ασπρόμαυρη ταινία;

Γιατί είναι πιο… γεμάτη χρώματα. Γιατί καλύτερο μέσο δεν θα βρει ένα φιλμ που αφορά τις σκοτεινές περιοχές των ανθρώπων και ρίχνει ένα σκληρό, άτεγκτο φως πάνω τους. Επίσης στις ρεαλιστικές έγχρωμες ταινίες δίνονται υπερβολικά πολλές πληροφορίες. Κι εγώ ήθελα να φτάσω στο κόκαλο, όλα γυμνά, χωρίς σπέσιαλ εφέ και πολλούς χώρους. Αλλά μέσα σ’ αυτά τα λίγα να υπάρχει πλούτος και πολυπλοκότητα. Να ενεργοποιείται η ευφυΐα της φαντασίας.

• Εσείς που ψηφίσατε Κόρμπιν διαλέξατε να εκθέσετε στην ταινία έναν μικρόκοσμο σαφώς αριστερό. Τα βέλη σας χτυπάνε τους «δικούς σας» ανθρώπους, όχι τους αντίπαλους. Γιατί;

Για να γράψω τον ρόλο της Κριστίν Σκοτ Τόμας έκανα βέβαια έρευνα, χιλιάδες ερωτήσεις σε έναν από τους βασικούς συμβούλους του Εργατικού Κόμματος. Αλλά, έχετε δίκιο, δεν είναι πολύ μακριά μου οι χαρακτήρες της ταινίας, διάλεξα να κάνω κριτική στην αποτυχία της Αριστεράς. Ενα είδος αυτοκριτικής από μια θέση αγάπης, τρυφερότητας και συμπόνιας.

• Για τι ακριβώς κατηγορείτε αυτούς τους ανθρώπους;

Δεν θα έλεγα ότι τους κατηγορώ. Μια σκηνή λέει πολλά. Δύο γυναίκες στο μπάνιο θυμούνται τα νιάτα τους, τότε που ήταν ριζοσπάστριες και πήγαιναν σε διαδηλώσεις πιστεύοντας ότι κάποιος θα τις ακούσει. Τώρα η μία από αυτές γίνεται εξουσία για να φέρει αλλαγές, ενώ η άλλη δεν πιστεύει πια ότι το κοινοβούλιο και η δημοκρατία μπορούν να βοηθήσουν.

• To πιστεύετε και σεις αυτό;

Λίγο πολύ… Βρίσκω ότι η δημοκρατία είναι πολύ αργή και όχι ιδιαίτερα αποτελεσματική. Τουλάχιστον μας προστατεύει από τον φασισμό, κάτι είναι κι αυτό. Τη δική μου απογοήτευση νομίζω ότι τη μοιράζονται πολλοί. Είμαι στα αριστερά του Κόρμπιν, όπως βλέπετε. Αλλά τι σημαίνει πια Αριστερά και Δεξιά; Ισως πρέπει να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Ο Κόρμπιν σημαίνει ιδεαλισμό, αντίθεση στα πυρηνικά όπλα, υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας και των φτωχών, όλα τα καλά πράγματα δηλαδή.

• Νιώθετε όμως ότι υπερασπίστηκε στο δημοψήφισμα το Remain με το πάθος που όφειλε;

Αυτή είναι η μοναδική μου απογοήτευση από τον Κόρμπιν. Δεν έκανε τη δουλειά που έπρεπε. Το πρόβλημα ήταν ότι πολλοί ψηφοφόροι του Brexit ψήφιζαν Εργατικό Κόμμα στις πιο φτωχές περιοχές της Αγγλίας – όχι στο Λονδίνο, όπου ψηφίσαμε πάνω από 60% να μείνουμε στην Ε.Ε. Αλλά υπάρχει πια τόση αντίθεση στο Brexit. Ας περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει, δεν το έχουμε βάλει κάτω. Θα είναι καταστροφή ακόμα και για την κινηματογραφική βιομηχανία.

• Αντιδράτε όταν χαρακτηρίζουν τη δουλειά σας «φεμινιστική». Γιατί;

Φυσικά και υπήρξα σε όλη μου τη ζωή φεμινίστρια, όπως κάθε έξυπνη γυναίκα. Αλλά εντάσσω το φεμινιστικό ανάμεσα σε όλα τα απελευθερωτικά κινήματα, γινόμαστε πιο δυνατές αν κρατιόμαστε χέρι χέρι με τους άλλους. Δεν μου αρέσει να κολλάνε αυτή τη λέξη στις ταινίες μου γιατί στη λαϊκή φαντασία σημαίνει ότι ασχολείσαι μόνο με παιδιά, οικογένεια, σπίτι.

Οτι δεν καταλαμβάνεις τεράστιο χώρο, είσαι γκέτο. Οι περισσότεροι μέινστριμ κριτικοί δεν χρησιμοποιούν τον όρο σαν κομπλιμέντο, αλλά σαν προσβολή, είναι ένας κωδικοποιημένος τρόπος να λένε στο κοινό, «δεν θα σας αρέσει, είναι μία από αυτές τις φεμινιστικές ταινίες». Και άλλωστε είναι και ανακριβές να χαρακτηρίζουν τη δουλειά μου «φεμινιστική». Δεν έχω μήνυμα, ατζέντα και διάθεση προπαγάνδας. Εξερευνώ και αντρικούς χαρακτήρες, είναι σημαντικό για τις γυναίκες να έχουν αυτό το δικαίωμα, έχουν πολλά και έξυπνα να πουν για τους άντρες.

• Τι νιώθετε για το κίνημα #MeToo εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης, που μετά το Χόλιγουντ πήρε σβάρνα κάθε χώρο;

Εχω μικτά αισθήματα. Χρήσιμο είναι, είναι καλό να μιλάμε επιτέλους για την καταστροφική επίδραση πάνω μας όλης αυτής της τάσης να μας αγγίζουν, να μας φέρονται σαν αντικείμενα. Ειδικά όταν ήμουν έφηβη είχα πολλές τέτοιες εμπειρίες, αλλά όχι τόσο στην επαγγελματική μου ζωή. Ισως γιατί ήμουνα σκηνοθέτρια. Αλλου είδους εκφοβισμό έζησα.

Την περιθωριοποίηση, την αδυναμία να βρω χρήματα, την εξορία στην ερημιά όταν αποτύγχανα, τη στιγμή που τα αντρικά λάθη ξεχνιούνται πολύ γρήγορα. Τέλος, στα πρώτα μου βήματα γνώρισα και μισογυνικό bullying από την κριτική.

Κάποιος είχε γράψει, «να παρακολουθείς αυτή τη γυναίκα να σκηνοθετεί, είναι σαν να βλέπεις ένα σκυλί να περπατάει στα πίσω πόδια». Αλλά στο κίνημα #MeToo δεν μου αρέσει το ανάθεμα, το πετροβόλημα. Δεν πρόκειται να καταρρεύσει έτσι η πατριαρχία. Είναι εκδίκηση, το καταλαβαίνω, αλλά δεν είναι λύση. Νιώθω ότι οι φωνές των γυναικών αφήνονται ελεύθερες να ακουστούν μόνο σε μία περίπτωση: όταν είναι θύματα. Το δύσκολο είναι να ακούγεται η φωνή σου όταν έχεις αυτοπεποίθηση, σιγουριά και εξουσία. Αυτό πρέπει να κατακτήσουμε.

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα των Συντακτών, 6-1-18