ΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΕΣ: ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Η ομιλία που δημοσιεύω για πρώτη φορά σήμερα, έγινε την 1η Ιουλίου 2017 στο πλαίσιο της Ομάδας Μνημείου της Ντοκουμέντα 14. Την φύλαγα για δημοσίευση για την ημέρα των γυναικείων δικαιωμάτων της 8 του Μάρτη. Στο ίδιο πάνελ, στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, μίλησε η Ντίνα Βαίου, καθηγήτρια του Πολυτεχνείου και φεμινίστρια, με θέμα “Αναδιάταξη της φροντίδας: Η Αθήνα σε καιρούς λιτότητας”. Η ομιλία της είναι στα αγγλικά, και ήταν δομημένη σε power point. Ευελπιστούμε να την δημοσιεύσουμε εντός των ημερών, όταν ξεπεράσουμε τη μικρή τεχνική δυσκολία.

Σίσσυ Βωβού, μέλος της φεμινιστικής συλλογικότητας ΤΟ ΜΩΒ

Ναι, η ανεργία αυξήθηκε τον καιρό της κρίσης, αλλά και για τα δύο φύλα. Στην Ελλάδα, όπως ξέρουμε, εκρηκτικά, αφού την “μεγάλη” ανεργία που είχαμε το 2009, που ήταν στο γενικό 9%, διαδέχθηκε μέσα σε ενάμισυ χρόνο η πραγματικά μεγάλη και αδιανόητη, του 27% γενική. Μπορούμε να πούμε ότι η ανεργία των γυναικών ήταν πάντα μεγάλη, 3/2 από αυτή των ανδρών, αλλά την περίοδο της κρίσης ανέβηκε λιγότερο απ’ ότι των ανδρών. Κυριότερος λόγος, η “προθυμία” των γυναικών να αναλάβουν επισφαλείς θέσεις εργασίας, ελαστικά ωράρια και μισά μεροκάματα. Γιατί αυτό διδάχθηκαν από τη στιγμή που εισέβαλε δυναμικά η επισφαλής απασχόληση στο εργατικό δυναμικό, τη 10ετία του 2000, ενώ προηγουμένως επίσης υπήρχε εκτεταμένο γυναικείο εργατικό δυναμικό που δούλευε φασόν, με το κομμάτι και άλλες μορφές υπερεκμετάλλευσης, και μάλιστα η εισβολή της επισφαλούς απασχόλησης κάθε είδους ήταν ενδεδυμένη με το μανδύα της συμφιλίωσης εργασιακών και οικογενειακών υποχρεώσεων.

Από την άλλη μεριά, με την τεράστια άνοδο της γενικής ανεργίας, οι γυναίκες θεωρούν ακόμα σημαντικότερο να φέρνουν λεφτά στο σπίτι, αφού το ανδρικό μεροκάματο είτε απουσιάζει είτε είναι συμπιεσμένο. Άρα, αναζητούν περισσότερο την πληρωμένη απασχόληση, όποια μορφή και αν αυτή έχει. Και δεν ξεχνούμε, ότι εμείς οι αριστερές φεμινίστριες κάναμε αγώνα να μην αποδέχεται το συνδικαλιστικό κίνημα τις επισφαλείς μορφές, με το επιχείρημα που δυστυχώς ήταν σωστό, ότι αυτή που εισάγεται σήμερα για τις γυναίκες ως δήθεν ανάγκη, θα επεκταθεί αύριο και στους άντρες ως επιβεβλημένη σχέση. Και θα κατοχυρωθεί ως κανονικότητα για όλες και όλους. Δυστυχώς, τα θέματα που απασχολούσαν και επηρέαζαν τις γυναίκες στην εργασία ελάχιστης προσοχής τύγχαναν από κόμματα της αριστεράς ή συνδικαλιστικό κίνημα. Γιατί το κίνημα αυτό ήταν ανδροκρατούμενο ως προς την εκπροσώπηση και ως προς τη θεματική που κάλυπτε. Και εξακολουθεί να είναι έτσι, ακόμα και στη σημερινή περίοδο της κάμψης και απομαζικοποίησής του.

Μιλώντας όμως για επαναστατικά κινήματα, τα οποία πάντα θέλουμε να ονειρευόμαστε και απ’ αυτά να εμπνεόμαστε, να μιλήσουμε για μικρές επαναστάσεις που γίνονται αυτό τον δύσκολο καιρό, της κρίσης, από κάποιους κλάδους εργαζομένων γυναικών, αυτούς που είναι στον πάτο του βαρελιού. Και επειδή όταν μιλάμε για συνδικαλισμό και αγώνες εννοούμε κυρίως την εργατική αριστοκρατία, εμείς να αντιστρέψουμε την οπτική και να ρίξουμε τη ματιά μας στα πιο εκμεταλλευόμενα στρώματα. Να μην ξεχάσουμε, ότι έγραψαν χρυσές σελίδες στους αγώνες. Επίσης να μην ξεχάσουμε, ότι στον πάτο του βαρελιού αλλά και στον αφρό των αγώνων βρέθηκαν γυναίκες μαζί με μετανάστριες (κι αυτές γυναίκες είναι, αλλά με ακόμα λιγότερα δικαιώματα), μαζί ακόμα και με μετανάστες.

Από όλους τους κλάδους των εργαζομένων μισθωτών γυναικών στην Ελλάδα, ο κλάδος των καθαριστριών ξεχώρισε τα τελευταία χρόνια για τη μαχητικότητά του αλλά και τις επιτυχίες του.

Τρεις εμβληματικοί αγώνες θα αναφερθούν σήμερα, ενώ η αντίσταση και ο αγώνας πολλών γυναικών του ίδιου κλάδου διατρέχει ολόκληρη την σύγχρονη ιστορία.

Στην ομιλία μου αυτή αναφέρω κάποια στοιχεία που είναι πασίγνωστα στην Ελλάδα, αλλά πρέπει να γίνουν γνωστά και στο εξωτερικό, στο βαθμό που οι ομιλίες αυτές θα τύχουν δημοσιοποίησης. Μπορεί να φαίνονται λίγο δημοσιογραφικά, αλλά πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να αναφερθούν.

ΟΙ ΚΑΘΡΙΣΤΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΕΚΟΠ – Γραμματέας η Κωνσταντίνα Κούνεβα

Ο αγώνας του σωματείου ΠΕΚΟΠ (Παναττική Ένωση Καθαριστριών και Οικιακού Προσωπικού) στο οποίο ήταν γραμματέας η μετανάστρια Κωνσταντίνα Κούνεβα μέχρι το 2008, οπότε και έγινε η δολοφονική επίθεση εναντίον της. Το σωματείο αυτό είχε ιδρυθεί πριν μερικά χρόνια, και προσπαθούσε να οργανώσει τις γυναίκες (κυρίως) που δούλευαν στους εργολάβους στις ΔΕΚΟ. Αυτό ήταν αδιανόητο από τις εργολαβικές εταιρίες, οι οποίες ήθελαν να έχουν ένα πειθήνιο εργατικό δυναμικό, χωρίς δικαιώματα. Η επίθεση στην Κωνσταντίνα Κούνεβα δεν ξέρουμε από πού προερχόταν, δεν αποδείχθηκε δυστυχώς ποτέ, γιατί η αστυνομία δεν έκανε το καθήκον της, δηλαδή τη συλλογή στοιχείων, ιδιαίτερα τις πρώτες ώρες. Όλες και όλοι όμως πιστεύουμε ότι προερχόταν από την εργοδοσία είτε της συγκεκριμένης εταιρίας στην οποία εργαζόταν, είτε άλλης εργολαβικής εταιρίας που δεν μπορούσε να ανέχεται την κινητοποίηση των εργαζομένων της. Αν η αστυνομία είχε κάνει σωστά τη δουλειά της, δεν μπορούμε να έχουμε σιγουριά ότι θα υπήρχε σύλληψη και προσαγωγή στη δικαιοσύνη των υπαιτίων, και δεν ξεχνάμε ότι οι εκτελεστές αλλά και οι εντολείς, ήταν προφανώς μαφίες και ενεργούσαν επαγγελματικά. Πάντως δεν την έκανε.

Η δολοφονική επίθεση ξεσήκωσε ένα επαναστατικό κύμα αλληλεγγύης, στον απόηχο, πρέπει να πούμε, του κύματος αγανάκτησης που είχε ξεσηκωθεί σε όλη τη χώρα με τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον αστυνομικό Κορκονέα. Οι αριστερές φεμινίστριες ήμασταν οι πρώτες που μεταβήκαμε στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού για την αλληλεγγύη προς τις συναδέλφισσες που μας κάλεσαν, γιατί είχαμε αρκετή συνεργασία και συμπαράσταση όλο τον προηγούμενο καιρό που εξελίσσονταν οι αγώνες του συγκεκριμένου σωματείου, οι οποίοι γίνονταν κάθε μέρα πιο μαχητικοί. Την ίδια την Κούνεβα την είχαν απειλήσει λίγο καιρό πριν ευθέως, να σταματήσει το συνδικαλισμό, γιατί κινδύνευε η ζωή της. Η επίθεση έγινε προπαραμονή Χριστουγέννων του 2008.

Σύντομα έσπευσαν στο νοσοκομείο για συμπαράσταση σωματεία, θεσμικά και βάσης, πολιτικές οργανώσεις του φάσματος της αριστεράς, εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, του αυτόνομου και αναρχικού χώρου. Αμέσως άρχισε ένα κύμα μαζκών διαμαρτυριών, στο πνεύμα της εξέγερσης για τον Γρηγορόπουλο, για την αλληλεγγύη στην συνδικαλίστρια που βρισκόταν μεταξύ ζωής και θανάτου (για πολλούς μήνες μάλιστα). Εκτός από την αλληλεγγύη προς την Κούνεβα, τα αιτήματα του κινήματος ήταν η κατάργηση των εργολαβικών εταιριών που είχαν αναλάβει τότε την καθαριότητα πολλών ΔΕΚΟ και δημοσίων οργανισμών, και η πρόσληψη των εργαζομένων ως υπαλλήλων από τους αντίστοιχους φορείς. Η δολοφονική επίθεση ήταν απλώς η ακραία μορφή της υπερεκμετάλλευσης και της τρομοκρατίας των εργολαβικών εταιριών.

Ο αγώνας αυτός κράτησε με δυναμικές μορφές μέχρι τον Μάιο-Ιούνιο του 2009, ενώ το σωματείο της ΠΕΚΟΠ ήταν τόσο στην αλληλεγγύη όσο και στον αγώνα για την αλλαγή των συνθηκών δουλειάς. Ακολούθησε φυσικά και δικαστική προσφυγή για την εύρεση των θυτών, με αποτέλεσμα απλώς να επιδικαστεί αποζημίωση στην Κούνεβα, αλλά οι θύτες ποτέ δεν εντοπίστηκαν. Τον Μάιο του 2009 μια φεμινιστική πρωτοβουλία που είχε συσταθεί για την αλληλεγγύη στην Κούνεβα πραγματοποίησε μια μαζική και ποιοτική συναυλία στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, με σημαντικό οικονομικό όφελος το οποίο αποδόθηκε στο λογαριασμό της Κούνεβα.

Όλο το διάστημα των 6 μηνών των εντατικών αγώνων, συγκεντρωνόταν επίσης οικονομική βοήθεια, που ήταν πολύ μεγάλη, για την ενίσχυση της παθούσας. Μια άλλη, απαραίτητη μορφή αλληλεγγύης.

Οι συνθήκες δεν άλλαξαν τότε για τις καθαρίστριες, οι στόχοι τους δεν επιτεύχθηκαν, αλλά οι καθαρίστριες από περιφρονημένες εργαζόμενες έγιναν σύμβολο αγώνα. Και ο αγώνας αυτός δημιούργησε αυτοπεποίθηση σ’ αυτό τον κλάδο απ’ άκρη σε άκρη της Ελλάδας.

Πάντως, η τότε κυβέρνηση, κατάγγελλε τον αγώνα αυτό ως βίαιο και υποκινούμενο από ακραίες πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς και του αναρχικού χώρου.

ΟΙ ΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Σημαντικός και τελικά νικηφόρος αποδείχτηκε ο αγώνας των καθαριστριών υπαλλήλων του υπουργείου Οικονομικών, που απολύθηκαν όλες από την κυβέρνηση το Σεπτέμβριο του 2013 στο πλαίσιο της “μείωσης του κράτους” για να προσληφθούν εργολαβικές εταιρίες για το έργο της καθαριότητας. Ήταν 595 τον αριθμό, και ξεκίνησαν αμέσως έναν ανυποχώρητο και δυναμικό αγώνα για την επαναπρόσληψή τους, με καθημερινές εκστρατείες και αργότερα με κατάληψη του χώρου μπροστά στο υπουργείο, στην οδό Καραγεώργη Σερβίας, στο κέντρο της Αθήνας, για να τις βλέπουν όλοι και όλες.

Εκεί και διανυκτέρευαν πολλές, με βάρδιες, εκεί και γίνονταν εκδηλώσεις αλληλεγγύης όλη την ημέρα και πολλά βράδια, εκεί είχε γίνει το κέντρο του αγώνα των απολυμένων του δημοσίου. Η καταστολή και οι επιθέσεις ήταν καθημερινές, όποτε προσπαθούσαν να κάνουν παραστάσεις σε υπουργεία, και πολλές ήταν με σπασμένα χέρια και πόδια, σε αναπηρικές καρέκλες, πάντα μπροστά στο υπουργείο. Η τότε κυβέρνηση κατάγγελλε καθημερινά την αριστερά, ότι υποκινούσε τον αγώνα για να προσπορίσει κομματικό όφελος. Η αλήθεια είναι ότι η αριστερά και ο λαός της αριστεράς και της εξωκοινοβουλευτικής αριστεεράς ήταν διαρκώς παρών, και η αλήθεια είναι ότι αποτέλεσε χώρο συσπείρωσης και αυτοπεποίθησης. Δεν έγινε για το πολιτικό όφελος κανενός, έγινε γιατί οι 595 καθαρίστριες ήταν αποφασισμένες να τα κάνουν όλα για να μην χάσουν τη δουλειά τους.

Ο αγώνας αυτός δικαιώθηκε, αφού οι εργαζόμενες πήραν πίσω τη δουλειά τους από την κυβέρνηση που εκλέχθηκε στο μεταξύ και είχε υποσχεθεί την επαναπρόσληψή τους.

ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΟΛΑΒΟΥΣ ΤΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ ΤΗΣ ΟΣΥ

Ο αγώνας των εργαζομένων γυναικών στους εργολάβους των λεωφορείων, του Οργανισμού Συγκοινωνιών (ΟΣΥ) κράτησε ένα χρόνο, ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2016, με μορφές απεργιακές, περιφρούρησης εναντίον απεργοσπαστών, δημόσιων εκδηλώσεων. Το αίτημά τους αρχικά η καταβολή δεδουλευμένων, και αργότερα η επαναπρόσληψή τους.

Δεν ήταν αυτονόητο ότι οι εργολάβοι θα πλήρωναν τους ισχνούς μισθούς, ότι θα τους παρείχαν τα απαραίτητα για την εργασία τους, ότι θα τηρούσαν τα ωράρια, ότι θα έπαιρναν το απαραίτητο προσωπικό για τον αριθμό των λεωφορείων, όπως προβλέπανε κανονισμοί και νόμοι. Ο Οργανισμός Συγκοινωνιών δεν επενέβαινε για να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα με τον εργολάβο, ενώ ο εργολάβος δούλευε γι’ αυτόν.

Είναι η σύμβαση που έχει υπογραφεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, ήταν η δικαιολογία. Αντί να επιβάλουν στον εργολάβο τους κανονισμούς και τα οικονομικά, όπως είχαν δυνατότητα, παρακολουθούσαν απλώς. Οι αγωνιζόμενες πέτυχαν τον πρώτο στόχο, δηλαδή να πληρώνονται, με διαδοχικές εξοφλήσεις χρεωστούμενων, που έφθαναν και τους 8 μήνες ακόμα.

Ο δεύτερος και σημαντικότερος στόχος ήταν η πρόσληψή τους με κανονική σχέση εργασίας, όπως το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ είχε υποσχεθεί ότι θα κάνει όταν έρθει στην κυβέρνηση. Ο στόχος αυτός διεκδικείται ακόμα, με κάποιες μορφές αγώνα. Αυτή τη στιγμή είναι απολυμένες, από το τέλος του 2016, και στο ταμείο ανεργίας.

Αυτές οι εργαζόμενες που δεν γνώριζαν από συνδικαλισμό προχώρησαν στη δημιουργία ενός αγωνιστικού σωματείου βάσης, του ΣΕΡΚΑ. Είχαν μεγάλη αλληλεγγύη από μια μικρή παράταξη μόνιμα εργαζόμενων στα σωματεία των λεωφορείων, την Ανεξάρτητη Παρέμβαση ΕΘΕΛ-ΟΑΣΑ. Αυτή τις ενημέρωσε, τις ενθάρρυνε, συμπαραστάθηκε, για να καταφέρουν να γίνουν συλλογικότητα και όχι να τις αντιμετωπίζουν ως αναλώσιμες εργαζόμενες.

Και εδώ, είχαμε την απαξίωση του αγώνα από μεριάς διοίκησης της επιχείρησης, η οποία κατάγγελλε ότι ο αγώνας είναι πολιτικά υποκινούμενος και ότι δεν χρειαζόταν, γιατί η διοίκηση είχε σχέδιο να αντιμετωπίσει τα αιτήματα. Και όμως, όταν έμεναν απλήρωτες για μήνες, καμιά παρέμβαση της διοίκησης δεν ήταν αποτελεσματική.

ΟΙ ΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΕΣ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΠΤΥΞΕΙ ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΗ

Πολλές άλλες ομάδες καθαριστριών αγωνίζονται τα τελευταία δύο χρόνια για να πετύχουν το διώξιμο των εργολάβων και την πρόσληψή τους από το δημόσιο με κανονικές συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας, όπως είχε υποσχεθεί το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ πριν έρθει στην κυβέρνηση. Το τοπίο είναι δυναμικό, και τα επιτυχημένα παραδείγματα δίνουν αισιοδοξία. Σε νοσοκομεία, σχολεία, ΔΕΚΟ και άλλους χώρους του δημοσίου, οι διαμαρτυρίες και οι κινητοποιήσεις είναι συνεχείς, όσο και οι ανεκπλήρωτες ακόμα υποσχέσεις της κυβέρνησης.

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΕΣ;

Γιατί ομως οι καθαρίστριες; Η δουλειά της καθαριότητας είναι “αυτονόητη” υποχρέωση των γυναικών, σύμφωνα με την κρατούσα ιδεολογία, γίνεται στο σπίτι και φυσικά απλήρωτη και ταπεινή, για να συνδεθώ με το θέμα της απλήρωτης εργασίας το οποίο θα αναπτύξει άλλη ομιλήτρια. Όταν γίνεται ως πληρωμένη απασχόληση στο δημόσιο χώρο της όποιας μορφής, δεν παύει να σέρνει τις ιδεοληψίες της απλήρωτης και υποχρεωτικής δουλειάς των γυναικών, με βάση το φύλο. Συνεπώς, οι αρνήσεις των εργοδοτών και εργολάβων απέναντι στις υποχρεώσεις που γεννά η εξαρτημένη εργασία, είναι πολύ συχνές και πολύ βασανιστικές. Φυσικά η δουλειά είναι σκληρή, ανθυγιεινή, συχνά νυχτερινή, χαμηλά αμοιβόμενη.

Το θέμα της πληρωμένης γυναικείας εργασίας ή ανεργίας, είναι φυσικά υποδιαίρεση του συνολικού θέματος εργασία-ανεργία, και καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την δευτερεύουσα θέση των γυναικών στην κοινωνία και στην πληρωμένη εργασία. Οι διακρίσεις δεν αγγίζουν μόνο τις καθαρίστριες, απλώς απέναντι σε αυτές είναι οι πιο κραυγαλέες και επιθετικές. Υπάρχουν διακρίσεις μισθολογικές και άλλες σε όλο το φάσμα των εργασιακών σχέσεων. Επιπροσθέτως υπάρχει το σοβαρό θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης, η οποία απαντάται σε όλους τους χώρους εργασίας και υποβαθμίζει τις ζωές των γυναικών σ’ αυτήν.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ; Αυτό το ερώτημα συζητιέται αναλυτικά εδώ και δεκαετίες.