Τα παιδιά και οι γυναίκες με αναπηρίες περιθωριοποιούνται και είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίσουν διακρίσεις

Ένα πολύ σημαντικό συνέδριο με θέμα τις γυναίκες και τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν καθημερινά, αλλά και τρόπους με τους οποίους μπορούν να ενταχθούν στην κοινωνία και να προσφέρουν. Συνήθως, τέτοιου είδους συνέδρια μένουν “στα χαρτιά”, ας ελπίσουμε, έστω και αργά, να επέλθει επιτέλους η αλλαγή. (Ι.Κ.)

Μετάφραση και επιμέλεια: Ιρέν Κόντου

ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ, 13, Αύγ 2018 (IPS) – Τα παιδιά με ειδικές ανάγκες αντιμετωπίζουν έως και τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν βία, με τα κορίτσια να έχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, σύμφωνα με το United Nations Children’s Fund.

«Τα παιδιά με ειδικές ανάγκες είναι από τις πιο περιθωριοποιημένες ομάδες της κοινωνίας. Αν η κοινωνία συνεχίζει να βλέπει την αναπηρία πριν να βλέπει το παιδί, ο κίνδυνος του αποκλεισμού και των διακρίσεων παραμένει,» δήλωσε η Τζωρτζίνα Thompson, σύμβουλος των μέσων ενημέρωσης της UNICEF.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 15 τοις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού ζει με ειδικές ανάγκες, καθιστώντας τη μεγαλύτερη μειονότητα στον κόσμο, με τα παιδιά και τις γυναίκες να αριθμούν τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ εκείνων με ειδικές ανάγκες.

Τον περασμένο μήνα, περισσότεροι από 700 εκπρόσωποι μη κυβερνητικών οργανώσεων, ιδιωτικών εταιρειών και κυβερνήσεων συνεργάστηκαν για την αντιμετώπιση της συστημικής διάκρισης εις βάρος των ατόμων με αναπηρία κατά την Παγκόσμια σύνοδο κορυφής με θέμα την Αναπηρία, στο Λονδίνο. «Η δημιουργία ενός πιο ίσου κόσμου, όπου τα παιδιά με αναπηρία θα έχουν πρόσβαση στις ίδιες ευκαιρίες όπως όλα τα παιδιά είναι ευθύνη όλων μας», δήλωσε ο Thompson.

Περισσότεροι από 300 οργανισμοί και κυβερνήσεις υπέγραψαν ένα σχέδιο δράσης με σκοπό την εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης του ΟΗΕ για την Αναπηρία, η οποία περιελάμβανε 170 δεσμεύσεις από πολλούς ενδιαφερόμενους ώστε να εξασφαλιστεί η συμμετοχή της αναπηρίας/των ατόμων με αναπηρία. Η σύνοδος κορυφής διοργανώθηκε από τις κυβερνήσεις της Κένυας και του Ηνωμένου Βασιλείου, μαζί με τη Διεθνή Συμμαχία για την αναπηρία. Τα σημαντικότερα θέματα που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια των συναντήσεων περιελάμβαναν την ψήφιση νόμων για την προστασία των πολιτών με αναπηρίες και την προώθηση της πρόσβασης στην τεχνολογία για άτομα με ειδικές ανάγκες.

Οι γυναίκες και τα παιδιά αντιμετωπίζουν τις περισσότερες διακρίσεις, μέσα στα πλαίσια της κοινότητας των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Μια έκθεση που υποβλήθηκε στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την κατάσταση των γυναικών και των κοριτσιών με αναπηρία, δήλωσε ότι, ενώ το 12 τοις εκατό των ανδρών παρουσιάζουν κάποια αναπηρία, το ποσοστό των γυναικών αυξάνεται ελαφρώς (19%).

Επιπλέον, τα κορίτσια με κάποια ειδική ανάγκη είναι πολύ λιγότερο πιθανό να τελειώσουν το δημοτικό σχολείο, σε σχέση με τα αγόρια που αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες. Επιπλέον, τα κορίτσια είναι πιο ευάλωτα στη σεξουαλική βία.

Σύμφωνα με το Υπουργείο Ανάπτυξης του Ηνωμένου Βασιλείου, η θνησιμότητα για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες μπορεί φτάνει το 80 τοις εκατό σε πολιτείες που το γενικότερο ποσοστό της παιδικής θνησιμότητας έχει μειωθεί σημαντικά.

Υπάρχει μια ισχυρή ομοφωνία αναφορικά με τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν τα παιδιά και οι γυναίκες. «Οι γυναίκες με αναπηρία είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε διακρίσεις και βία (τρεις έως πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από τη βία και την κακοποίηση απο ό,τι η μέση γυναίκα)», δήλωσε ο  André Félix, σύμβουλος εξωτερικής επικοινωνίας στο Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ατόμων με Αναπηρία.

Όταν ρωτήθηκε τι πρέπει να γίνει για να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα, ο Monjurul Jabir, συν-επικεφαλής της Global Team Task των Γυναικών του ΟΗΕ για την Αναπηρία και την κοινωνική ένταξη, εξήγησε την άποψή του σχετικά με την καθιέρωση φυλετικά(σε σχέση με το φύλο) στοχευμένης ατζέντας «Η εφαρμογή της στρατηγικής απαιτεί μια προσέγγιση από κάτω προς τα πάνω από τα γραφεία, τους συναδέλφους και τους συνεργάτες.»

Σύμφωνα με τον Jabir, η στρατηγική είναι «να στηρίξει τις γυναίκες των Ηνωμένων Εθνών, το προσωπικό και τους βασικούς ενδιαφερόμενους φορείς, ώστε να διευκολυνθεί η πλήρης ένταξη και ουσιαστική συμμετοχή των γυναικών και των κοριτσιών με αναπηρία.»

Ο Thompson πρότεινε την ακόλουθη στρατηγική για την UNICEF: «Πρέπει να αυξήσουμε τις επενδύσεις για την ανάπτυξη και την παραγωγή υποστηρικτικών τεχνολογιών. Βοηθητικές τεχνολογίες, όπως βοηθήματα ακοής, αναπηρικά αμαξίδια, προσθετική και γυαλιά, δίνουν στα παιδιά με ειδικές ανάγκες την ευκαιρία να αισθανθούν το ίδιο ικανά με τα υπόλοιπα από νεαρή ηλικία.»

Η εν λόγω στρατηγική ήταν ένας από τους στόχους της παγκόσμιας εταιρικής σχέσης για την βοηθήματα, μια συνεργασία που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής για την επίτευξη της ανάπτυξης της τεχνολογίας, ώστε να προσφέρουν σε άτομα με ειδικές ανάγκες. «Και όμως, σε χώρες με χαμηλό εισόδημα, μόνο 5 έως 15 τοις εκατό των ατόμων που χρειάζονται βοηθητική τεχνολογία μπορούν να την αποκτήσουν», πρόσθεσε ο Thomson.

Και, το 80 τοις εκατό του πληθυσμού με αναπηρία ζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες, οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και η έλλειψη εκπαίδευσης είναι επίσης ζωτικής σημασίας θέματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν κατά την έναρξη των πολιτικών για την ένταξη της αναπηρίας.

«Πρέπει να μετατρέψουμε την ανθρωπιστική ανταπόκριση, ώστε να περιλαμβάνει τα άτομα αυτά. Σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, τα παιδιά με αναπηρίες αντιμετωπίζουν ένα διπλό μειονέκτημα. Αντιμετωπίζουν τους ίδιους κινδύνους όπως όλα τα παιδιά όσον αφορά συγκρούσεις ή φυσικές καταστροφές, συμπεριλαμβανομένων των απειλών για την υγεία τους και την ασφάλειά τους, τον υποσιτισμό, την απώλεια της εκπαίδευσης και τον κίνδυνο κατάχρησης.

«Αλλά αντιμετωπίζουν επιπλέον μοναδικές προκλήσεις, όπως η έλλειψη κινητικότητας, λόγω των κατεστραμμένων υποδομών, δυσκολία στην αποφυγή βλαβών και προκαταλήψεις που τα κρατούν μακριά από την πρόσβαση στην επείγουσα βοήθεια που χρειάζονται», δήλωσε ο Thompson.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό, το 90 τοις εκατό των παιδιών που ζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες στις οποίες προσφέρονται εκπαιδευτικές ευκαιρίες, δεν πηγαίνουν σχολείο.

«Πρέπει να κάνουμε την εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς. Περίπου τα μισά από όλα τα παιδιά με αναπηρία δεν πηγαίνουν στο σχολείο λόγω προκαταλήψεων, στιγματισμού ή έλλειψης προσβασιμότητας. Από αυτά που πηγαίνουν στο σχολείο, περίπου τα μισά δεν λαμβάνουν ποιοτική εκπαίδευση, λόγω της έλλειψης εκπαιδευμένων δασκάλων, προσβάσιμων εγκαταστάσεων, ή εξειδικευμένων εργαλείων μάθησης,». «Η εξαίρεση των παιδιών με ειδικές ανάγκες από την εκπαίδευση μπορεί να κοστίσει σε μια χώρα μέχρι πέντε τοις εκατό του ΑΕΠ, λόγω της απώλειας πιθανών εσόδων.»

Αλλά, ποιος είναι υπεύθυνος;

Όπως φάνηκε κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής, τα κράτη-μέλη δεν είναι οι μόνοι ενδιαφερόμενοι, που έχουν την ευθύνη για την ένταξη της αναπηρίας. Υπηρεσίες των Ηνωμένων Εθνών, ΜΚΟ και ιδιωτικές επιχειρήσεις κηρύσσουν συνεχώς την έναρξη των προγραμμάτων για τη μείωση του χάσματος και την εξάλειψη των διακρίσεων.

Ωστόσο, ο Félix εξήγησε για ποιο πράγμα θα είναι υπεύθυνος ο κάθε ενδιαφερόμενος: «Τα κράτη-μέλη είναι οι φορείς χάραξης πολιτικής. Πρέπει να εγγυηθούμε ότι όλες οι ομάδες πληθυσμού περιλαμβάνονται και ωφελούνται από τη διεθνή ανάπτυξη, χωρίς πολιτικές αποκλεισμού. Θα πρέπει επίσης να βεβαιωθούμε ότι συμβουλεύονται την κοινωνία των πολιτών στη διαδικασία.»

(…)

Ο Jabir κατέληξε: «Είναι ευθύνη του καθενός, όλοι οι φορείς και τα ενδιαφερόμενα μέρη, πρέπει να εργαστούμε από κοινού, με συνοχή, όχι χωριστά.»

Πηγή: http://www.ipsnews.net