Φεμινισμός και ο Μάης του 68

Της Εύης Πάτκου*

Το κείμενο αποτελεί παρέμβαση σε εκδήλωση της Δικτύωσης για τη 
Ριζοσπαστική Αριστερά στη Θεσσαλονίκη, πριν λίγους μήνες. Δημοσιεύεται 
για πρώτη φορά

Το Γαλλικό Φεμινιστικό Κίνημα, παρότι γεννήθηκε αμέσως μετά τον Μάη του 1968, δεν επινοήθηκε τότε. Από την Γαλλική Επανάσταση, όταν η Ολύμπ ντε Γκουζ (Olympe de Gouges) -θεατρική συγγραφέας, πολέμια της δουλείας πρώιμη φεμινίστρια- έγραψε τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Γυναικών και του Θηλυκού Πολίτη, το 1791, μέχρι τον Αύγουστο του 1970, η  «Κίνηση για την Απελευθέρωση των Γυναικών» (ΚΑΓ) (Mouvement de Libération des Femmes) διαδήλωναν στην Αψίδα του Θριάμβου, οι Γαλλίδες είχαν συμμετοχή τόσο στα επαναστατικά σοσιαλιστικά κινήματα όσο και σε μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.

Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, ο φεμινισμός στη Γαλλία προσπαθεί εν πολλοίς να αντιμετωπίσει δυο ζητήματα: την αφοσίωση των γυναικών στην τάξη ή στο φύλο τους αφενός, και τη γυναικεία ψήφο αφετέρου. Μετά την κατάκτηση του δικαιώματος ψήφου το 1944 και μέχρι τον Μάη του ’68, οι γυναίκες αγωνίζονταν τόσο μέσω της κοινοβουλευτικής πολιτικής –παρά την τεράστια απόσταση ανάμεσα στα θεωρητικά δικαιώματά τους και την κομματική τους εμπειρία– όσο και εξωκοινοβουλευτικά.

Τα γεγονότα του Μάη του ’68 έδρασαν σαν καταλύτης· οι γυναίκες είδαν την δυνατότητα αλλαγής της κατάστασης, συνειδητοποιώντας ωστόσο ότι μια επανάσταση καθοδηγούμενη από τους άντρες δεν επρόκειτο να οδηγήσει στη χειραφέτησή τους.

Οι αναμνήσεις των γυναικών από το 1968 είναι γεμάτες με διάφορες ιστορίες. Στα γεγονότα του 1968, οι κοπέλες και οι σύζυγοι βρισκόταν δίπλα στους άνδρες τους. Μαγείρευαν, έφτιαχναν καφέ, κρατούσαν πρακτικά των συνεδριάσεων αλλά και λογιστικά βιβλία . Οι γυναίκες έκαναν όλες τις πρακτικές δουλειές, ενώ οι άνδρες βρίσκονταν στο επίκεντρο της δημοσιότητας, έπαιρναν τις αποφάσεις, και διαμόρφωναν  τη στρατηγική του κινήματος. Αυτό το καθεστώς δεν άργησε να εξαγριώσει τις γυναίκες. Μια γαλλίδα αγωνίστρια διαμαρτυρόμενη λέει: «έπρεπε να δώσουμε μάχη για να πάρουμε το λόγο, αλλά όταν τελειώναμε , καταλαβαίναμε ότι δεν άξιζε τον κόπο, γιατί οι άνδρες δεν μας άκουγαν καν».

Τέτοιες ιστορίες (και όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στις ΗΠΑ, την Γερμανία και Μ. Βρετανία) μας λένε δύο πράγματα:

1)  Πρώτον, ότι τα κινήματα για την απελευθέρωση των γυναικών, τα οποία ακολούθησαν εκείνα που έσβησαν τη δεκαετία του 1920 και που συγκρότησαν το Δεύτερο κύμα του Φεμινισμού, συνδεόταν με δραματικό τρόπο με τα γεγονότα του 1968. Την περίοδο 1967 -70 πολλές παρισινές ομάδες συγκρότησαν το Γαλλικό Κίνημα για των Απελευθέρωση των Γυναικών στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν  οι οργανώσεις «Φεμινισμός – Μαρξισμός –Δράση», «Είμαστε σε Πορεία», η ομάδα της Αντουανέτ Φουκέ» και της Μονίκ Βιτίγκ που μεταλλάχτηκε στην ομάδα «Πολιτική και Ψυχανάλυση» (Ψι και Πο), «Τα Πράσινα Αυτιά» και «Η Ομάδα της Πέμπτης» .

Διαμορφώνονται τουλάχιστον τρία διακριτά ρεύματα.

α) Οι γυναίκες που δραστηριοποιούνταν ήδη πολιτικά μέσα από διάφορες ομάδες της Αριστεράς υποστήριζαν πως ο σοσιαλισμός και η γυναικεία απελευθέρωση ήταν αμοιβαίες προϋποθέσεις, καθώς υπογράμμιζαν τις υλικές βιοτικές συνθήκες των γυναικών των εργαζόμενων τάξεων και τη σύγκλιση πατριαρχίας και καπιταλισμού στην καταπίεση και εκμετάλλευσή τους.

β) Ένα άλλο ρεύμα, εκπροσωπούμενο κυρίως από την ομάδα Psych et Po έδινε έμφαση στην ψυχοσεξουαλική διάσταση της καταπίεσης των γυναικών, καθώς υιοθετούσε μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της συγκρότησης του «θηλυκού» βασισμένη κυρίως στις εργασίες του Ζακ Λακάν.

Οι σοσιαλίστριες ήταν οργανωμένες κατά βάση σε τοπικές ομάδες και έβλεπαν τους εαυτούς τους ως πρωτοπόρες με το καθήκον να διαφωτίζουν και να εμπλέκουν στον αγώνα τις γυναίκες που συναντούσαν στις τοπικές αγορές, τις παιδικές χαρές, τα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις. Η Psych et Po, απ’ την άλλη πλευρά, δημιουργούσε αυτόνομους γυναικείους χώρους – έναν εκδοτικό οίκο, βιβλιοπωλεία, συνελεύσεις, μια σειρά από περιοδικά- όπου το «θηλυκό» θα αναδυόταν και θα μεγάλωνε. Σύμφωνα με την ομάδα αυτή, όπως και άλλες φεμινίστριες θεωρητικούς, η χρόνια εσωτερίκευση της αρρενωπότητας δεν επέτρεψε ποτέ στις γυναίκες να μάθουν ποιες πραγματικά είναι. Η Psych et Po υποσχόταν να ανακτήσει το θηλυκό.

γ) Από την ομάδα Féministes Révolutionnaires αναδύθηκε ένα άλλο ρεύμα οργανωμένο σε μικρές κολλεκτίβες, το οποίο βασιζόταν σε πρωτότυπη έρευνα και συλλογικές δράσεις και αποστρεφόταν οποιαδήποτε προκατασκευασμένη ανάλυση και θεωρία οικουμενικής ισχύος. Το ρεύμα του αδέσμευτου φεμινισμού, ήταν καχύποπτο τόσο με τις καθιερωμένες πολιτικές οργανώσεις και πρακτικές όσο και με την ομοιομορφία και την ιεραρχική οργάνωση της Psych et Po, και διατηρούσε πάντα μια ποικιλία στους στόχους και τα εγχειρήματά του ενθαρρύνοντας σταθερά την άμεση γυναικεία συμμετοχή και δράση. Αν και κάποιες κολλεκτίβες του ρεύματος αυτού, όπως η ομάδα γύρω από το περιοδικό Questions Féministes, ασχολούνταν με την παραγωγή αναλύσεων για τη γυναικεία καταπίεση, ο αδέσμευτος φεμινισμός απέρριπτε οποιαδήποτε κατανόηση του θηλυκού έξω από το κοινωνικό. Διαφωνώντας κάθετα με την Psycho et Po η κολλεκτίβα υποστήριζε: «…δεν υπάρχει κάτι σαν άμεση σχέση με το σώμα: το να λες ότι υπάρχει δεν είναι ανατρεπτικό, διότι αρνείται την ύπαρξη και ισχύ των κοινωνικών δυνάμεων -οι ίδιες δυνάμεις που μας καταπιέζουν, καταπιέζουν τα σώματά μας». Αφοσιωμένες στην πεποίθηση ότι «το προσωπικό είναι πολιτικό», στη συλλογική δουλειά και στην ισότητα, οι αδέσμευτες φεμινίστριες επιδίωξαν να γκρεμίσουν τους φράχτες ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική ζωή, επανακαθορίζοντας στην πορεία την έννοια του πολιτικού.

Παράλληλα, ομάδες δημιουργούνται και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

2) Δεύτερον, η στιγμή της αλήθειας για τον φεμινισμό ήταν η εξοργιστική εμπειρία του μισογυνισμού της Αριστεράς, το σοκ της επαφής με τις σεξιστικές αντιλήψεις των αντρών.

Οι αρχές της δεκαετίας του 1970 συνοδεύτηκαν από τη ραγδαία εξάπλωση φεμινιστικών εκδόσεων και ομάδων –οι οποίες σχηματίζονταν και διαλύονταν το ίδιο γρήγορα– από εκδηλώσεις επί τούτου σχεδιασμένες να σοκάρουν και να προκαλέσουν, από εσωτερικές έριδες και διασπάσεις. Υπήρχαν τόσες φεμινίστριες όσες και ομάδες, και όλες ανταποκρίνονταν με διαφορετικούς τρόπους στα ίδια ζητήματα: τη σχέση μεταξύ πατριαρχίας και καπιταλισμού, το ζήτημα της θηλυκής διαφοράς και το ζήτημα της ετεροσεξουαλικότητας και του λεσβιανισμού

Οι μικρές γυναικείες ομάδες συνειδητοποίησης, στη βάση του κινήματος για την απελευθέρωση των γυναικών ήταν κληρονόμος πολλών από τα στοιχεία που ανέδειξε ο Μάης του 1968 : άμεση δημοκρατία, και άμεση δράση, κριτική στην αλλοτρίωση και ενδιαφέρον για την αυτοπραγμάτωση.

Στηριζόταν σε έναν νέο βολονταρισμό, μια πολιτική της υποκειμενικότητας που καθιστούσε την προσωπική αλλαγή κλειδί της απελευθέρωσης. Σήμαινε επίσης την αναβίωση της εξωκοινοβουλευτικής δράσης, πέρα από τα εκλογικά και κομματικά πλαίσια. Το «προσωπικό» σήμαινε μάλλον καθημερινό και το τοπικό έναν ατομικιστικό ιδιωτικό χώρο. Η πολιτική αυτή ήταν ριζικά αντίθετη με τις αντιλήψεις της Αριστεράς για το «κόμμα».  Ο πλουραλισμός και η ευελιξία συνιστούσαν τον κανόνα: «το κίνημα σήμαινε δυναμισμό, προσαρμοστικότητα και ευκαμψία, ενώ η «οργάνωση» συνεπαγόταν την ύπαρξη ιεραρχίας ακινησίας και σταθερών δομών».

Το κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών είχε επίσης έναν ανατρεπτικό και εντυπωσιακό πολιτικό ύφος. Ιδιοποιούνταν δηλαδή τα σύμβολα και τα άλλα εξωτερικά στοιχεία της καθιερωμένης κουλτούρας ,τις πιο καθαγιασμένες πεποιθήσεις της, και τις ανακάτευε παίζοντας μαζί τους και ανατρέποντας το νόημά τους στο πλαίσιο πράξεων δημόσιας παραβατικότητας. Ήταν  μια καλά υπολογισμένη παρωδία, μια σκόπιμη απείθεια, μια ανάρμοστη συμπεριφορά ενώπιον του κοινού. Επιπλέον ήταν μια σαφής αμφισβήτηση των εθνικών θεσμών, με σκοπό να βγάλει τον κόσμο από την κατάσταση αδιαφορίας στην οποία ζούσε, όπως η κατάθεση στεφάνου στην άγνωστη σύζυγο του άγνωστου στρατιώτη στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στο Παρίσι τον Αύγουστο του 1970. Μεγάλη σημασία είχε το θέατρο δρόμου, και άλλες μορφές προπαγάνδας, από το Ηλεκτρονικό σόου του Βυζιού, στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας κατά των καλλιστείων για την μις κόσμος (1970) και την γενική παρώδηση των θεσμών, μέχρι το φεμινιστικό θέατρο.

Το ζήτημα της νομιμοποίησης των αμβλώσεων  στη Γαλλία, προωθήθηκε από την γυναικεία κίνηση «Επιλέγω» (Απρίλιος 1971) καθώς και από το γαλλικό παράρτημα της διεθνούς Οργάνωσης για τον οικογενειακό σχεδιασμό και το κίνημα για την απελευθέρωση των αμβλώσεων και της αντισύλληψης, μια ευρεία ομοσπονδία που συγκροτήθηκε τον Απρίλιο του 1973, παρόλο που το κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών προτιμούσε τις μικρές αποκλειστικά γυναικείες ομάδες που οργάνωναν εκστρατείες τόσο στην βρετανία όσο και σε άλλες χώρες.

Η αρχή της αυτονομίας ενίσχυσε την αποσχιστική λογική που οδηγούσε στον ριζοσπαστικό  επαναστατικό φεμινισμό και από εκεί συχνά στον πολιτικό λεσβιασμό. Κύριος στόχος του ριζοσπαστικού φεμινισμού δεν ήταν ο καπιταλισμός ή η αστική κοινωνία, αλλά η εξουσία των ανδρών. Η «σεξουαλική απελευθέρωση» αποτέλεσε σημαντικό στοιχείο της αντικουλτούρας , η οποία ήθελε το σεξ, «ανοικτό και  φανερά» ένα στοιχείο πανταχού παρόν στη ζωή των ανθρώπων χωρίς ταμπού, χωρίς κανένα όριο, αυταπάτη ή ενοχή. Αλλά το κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών μεταμόρφωσε αυτό το κάλεσμα σε «εξισωτικό» ιδεώδες, «στρατευμένο στη διερεύνηση της γνώσης για το σώμα” και μιλώντας καθαρά για την γυναικεία  φυσιολογία, ενώ επέτρεπε στη σεξουαλικότητα και τις επιθυμίες των γυναικών να εκφραστούν ανοιχτά. Η αντισύλληψη, οι εκτρώσεις, ο έλεγχος της σεξουαλικότητας και η γνώση του σώματος  εντάχθηκαν στην ατζέντα. Η πολιτική του σώματος διέφερε από εκείνη των δεκαετιών του 1920 και 1930: αντί να προσπαθήσει να εξορθολογήσει τη σεξουαλικότητα, έδινε έμφαση στον πειραματισμό , στο πλαίσιο μιας ηθικής επιλογής και της προσωπικής αλλαγής, ενώ έθετε σε αμφισβήτηση όλους τους παραδεδεγμένους ορισμούς.

Βία

Αναδείχθηκε τότε το μεγάλο θέμα της βίας κατά των γυναικών. Στήθηκαν καταφύγια γυναικών, γραμμές SOS και συμβουλευτικά κέντρα.

Οι κινητοποιήσεις με το σύνθημα «ξανακερδίζουμε την νύχτα» προώθησαν περισσότερο τα ζητήματα αυτά καθώς στράφηκαν εναντίον του κλίματος φόβου που περιόριζε ασφυκτικά τις γυναίκες στη δημόσια ζωή τους.  Η διακήρυξη για τη βία κατά των γυναικών συνέδεε ρητά το ζήτημα αυτό με την δομική βία σε άλλους  τομείς του συστήματος, όπως οι χώροι δουλειάς , η κούρσα των εξοπλισμών, και το περιβάλλον. Μίλησαν για την σεξουαλική παρενόχληση στη δουλειά, για τον βιασμό στο γάμο, για την πορνογραφία, για την έμφυλη βία.

 Εργασία

Το κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών άλλαξε επίσης τις αντιλήψεις των ανθρώπων για την εργασία. Αγωνιζόμενες όχι μόνο για την κατοχύρωση της ίσης αμοιβής για ίση εργασία, αλλά και για την αναγνώριση της προσφοράς  τους στο σπίτι, με την κατ’ οίκον εργασία, τη δουλεία του νοικοκυριού, και τις περιστασιακές εργασίες που προσφέορυν οι γυναίκες, οι φεμινίστριες επαναπροσδιόρισαν την ίδια την έννοια της εργασίας. Το Μανιφέστο των Νοικοκυρών της Γειτονιάς, το 1971 της Ιταλικής οργάνωσης Φεμινιστικός Αγώνας, ζητούσε από το κράτος να αμείβονται  γυναίκες και άνδρες  με μισθό για τις υπηρεσίες που παρέχουν στο σπίτι και στη γειτονιά, καθώς επίσης και τη γενικότερη αναδιοργάνωση της εργάσιμης ημέρας. Μολονότι δεν ήταν ρεαλιστικό καθώς το κράτος πρόνοιας ήδη είχε αρχίσει να δέχεται πυρά, το μανιφέστο αυτό πρότεινε οι άνθρωποι να έχουν μεγαλύτερο έλεγχο στην καθημερινή τους ζωή,, ακριβώς στα ζητήματα της κοινότητας, τα οποία η παλιά Αριστερά, με την εμμονή της στο εργοστάσιο τα παραμελούσε. Ο έλεγχος αυτός περιλάμβανε ζητήματα στέγασης, συγκοινωνιών, πολεοδομικού σχεδιασμού, φροντίδας παιδιών, χρόνου εργασίας και αναψυχής, και δημόσιων υπηρεσιών. Όλα αυτά ανέτρεψαν τις αντιλήψεις της Αριστεράς ως προς το ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενο της πολιτικής της εργατικής τάξης.

Φεμινιστική Δημόσια Σφαίρα

Το ΚΑΓ δημιούργησε μια νέα δημόσια σφαίρα, σε όλη την Ευρώπη, την φεμινιστική. Δελτία, περιοδικά, Εργαστήρια, Κέντρα Γυναικών, βιβλιοπωλεία, καφενεία γυναικών ομάδες συνειδητοποίησης και αυτομόρφωσης γυναικών κλπ.  Οι βασικοί στόχοι, πέρα από το να φτιαχτεί ένας χώρος συνάντησης, να στηθούν και ένα κέντρο υγείας γυναικών, κι ένας χώρος για τη φροντίδα των παιδιών, να οργανώνονται τοπικές κινητοποιήσεις, να παρέχονται νομικές συμβουλές κλπ

Στη Γαλλία μια τέτοια οργάνωση ήταν η GLIFF που ιδρύθηκε το 1975 και εκτός των άλλων διέθετε και τηλεφωνικό κέντρο άμεσης βοήθειας σε 24ωρη βάση, το SOS Femmes Alternatives.

Από την Γυναικεία απελευθέρωση στον Φεμινισμό

Τα Κινήματα για την απελευθέρωση των γυναικών αναπτύχθηκαν σε εθνικό επίπεδο μέσα από κινητοποιήσεις για την νομιμοποίηση των αμβλώσεων. Στη Γαλλία οι κινητοποιήσεις αυτές κορυφώθηκαν δραματικά τον Απρίλιο του 1971, με το περίφημο «Μανιφέστο των Πορνών». 343 γυναίκες υπέγραψαν τις εμπειρίες τους από τις παράνομες αμβλώσεις στις οποίες είχαν υποβληθεί. Το ίδιο έγινε και στη Γερμανία και αλλού. Οι κινητοποιήσεις των Γαλλίδων φεμινιστριών οδήγησαν στην απελευθέρωση τεσσάρων εργατριών στο Μπομπινί,   που είχαν κατηγορηθεί ότι βοήθησαν την ανήλικη κόρη μιας από αυτές να κάνει άμβλωση.

Οι εκστρατείες αυτές με συνθήματα «Η κοιλιά μου είναι δική μου», «Τα σώματά μας είμαστε εμείς» κλπ συσπείρωναν γυναίκες κάθε ηλικίας  μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικής τάξης.

Συνέδεαν συστηματικά το ζήτημα με την οικονομία, τα κοινωνικά δικαιώματα και την ισότητα στο νοικοκυριό, την οικογένεια και την σεξουαλικότητα ασκώντας παντού κριτική στη αντρική κυριαρχία.

Με τον τρόπο αυτό, οι φεμινίστριες κατάφεραν να αποφύγουν τα αφηρημένα συνθήματα εναντίον του καπιταλισμού και της καταπίεσης των γυναικών και να απευθυνθούν στον κόσμο με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, στο πλαίσιο του οποίου έθεταν και τα ευρύτερα πολιτικά ζητήματα. Οι φεμινίστριες κατάφεραν να μετατρέψουν το ζήτημα της νομιμοποίησης των αμβλώσεων από θέμα πολιτικών δικαιωμάτων σε σύγκρουση με τον τρόπο άσκησης της εξουσίας μέσα στην κοινωνία, εμπλέκοντας όχι μόνο το Κράτος και την Εκκλησία ως θεσμούς  αλλά και την «μικροφυσική» των σχέσεων εξουσίας στην καθημερινή ζωή. Το αίτημα των γυναικών να ελέγχουν το σώμα τους θεμελίωσε ευρύτερες αξιώσεις πολιτικής ταυτότητας.

Οι διαφορές από χώρα σε χώρα ήταν μεγάλες. Τα ισχυρότερα κινήματα υπήρξαν, στην Γαλλία, στη Βρετανία, την Ιταλία, στην Ολλανδία και τη Δυτική Γερμανία. Όλα τους γεννήθηκαν από το 1968 αν και απέρριπταν με οργή τα σεξιστικά και έμφυλα όριά του. Βασικό τους οργανωτικό χαρακτηριστικό η μικρή τοπική ομάδα άμεσης δράσης καθώς και η συγκρότηση ευρύτερων συμμαχιών στο χώρο της Αριστεράς.  Τα εθνικά κινήματα για την ΚΑΓ κορυφώθηκαν την δεκαετία του 1970. Καθώς όμως αναπτύσσονταν συγκρούσεις ανάμεσα στον ριζοσπαστικό φεμινισμό και τους σοσιαλιστικούς φεμινισμούς η ορμή του κινήματος κάμφθηκε. (στην Ελλάδα τα γυναικεία κινήματα για την γυναικεία απελευθέρωση αναπτύχθηκαν στην μεταπολίτευση (1974-75). Την περίοδο 1979-80 τα ΚΑΓ είχαν εξαντληθεί. Διαφωνίες, αποσχίσεις , χάσματα μεταξύ των θεωρητικών των πανεπιστημίων και των ακτιβιστριών, διασπάσεις, κατακερματισμοί.

Το Δεύτερο φεμινιστικό κύμα δεν κατάφερε να αποκτήσει θεσμούς εθνικής κλίμακας, γιατί η έλλειψη δομών   ήταν  ένα ιδιαίτερο καίριο πρόβλημα. Η επιθυμία να αποτραπεί η προσκόλληση της Αριστεράς δεν απότρεψε τον σχηματισμό αφανών ηγεσιών, ενώ η αντιθεσμική αντίληψη της άμεσης συμμετοχής ύψωνε πραγματικά εμπόδια στη συνέχεια της οργάνωσης, την επικοινωνία και την κριτική ανάλυση. Το ΚΑΗ άνθησε χάρη στον αυθορμητισμό του. Το ίδιο στοιχείο ωστόσο έφθειρε την ικανότητά του για συνεκτική πολιτική δύναμη. Η δημιουργικότητα έλαμπε και μετά εξαφανιζόταν.

Οι σχέσεις των αριστερών κομμάτων με τα νέα φεμινιστικά κινήματα ήταν κάθε λογής. Τα δύο μεγαλύτερα ΚΚ, της Γαλλίας και της Ιταλίας είχαν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις με το ΓΚ.

Έδιναν και τα δύο μια οικονομίστικη έμφαση στα προβλήματα των γυναικών στη δουλειά, μαζί με κινητοποιήσεις για μητρότητα, κατανάλωση και άλλα, αλλά πάντα μέσα στο σεξιστικό πλαίσιο της κουλτούρας της Αριστεράς. Ο φεμινισμός αυτός καθαυτός θεωρούνταν γι αυτά «αστική παρέκκλιση». Με την ευρωκομμουνιστική στροφή, τα δύο αυτά κόμματα ήρθαν σε ρήξη με τις αντιλήψεις αυτές και προσπάθησαν να ενσωματώσουν τα νέα γυναικεία κινήματα. Ωστόσο ενώ οι Ιταλοί αντιμετώπισαν καλόπιστα το Γυναικείο Κίνημα, οι Γάλλοι προσπάθησαν να το χρησιμοποιήσουν εργαλειακά (1976-78).

Στην κομματική οργάνωση του νοτίου Παρισιού ένα από τα ισχυρότερα ευρωκομμουνιστικά οχυρά του ΚΚΓ, η εγγραφή φεμινιστριών ήταν τόσο ισχυρή ώστε τουλάχιστον 50 από αυτές παρευρίσκονταν στις τακτικές μηνιαίες συνεδριάσεις της Επιτροπής Γυναικών. Όταν όμως το 1978 το ΚΚΓ επέστρεψε στην εργατίστικη πολιτική τα συνθήματα για την ΚΑΓ εγκαταλείφθηκαν και οι αγωνίστριες εγκατέλειψαν το κόμμα το 1979, αφήνονταν την επιτροπή γυναικών κενή.

Το 1981 όταν ο Μιτεράν ανέλαβε την εξουσία έστησε το υπουργείο για τα Δικαιώματα των Γυναικών με υπουργό την Ιβέτ Ρουντί. Έτσι μπόρεσαν να ψηφιστούν κάποιοι νόμοι όπως  με την σεξουαλική παρενόχληση (1992). Οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις της Γαλλίας έδινα μεγαλύτερη σημασία στις οργανώσεις που υποστήριζαν την εξίσωση, στη λογική της εκπροσώπησης συμφερόντων μάλλον παρά της συλλογικής ταυτότητας του ΚΑΓ.

Στην Ισπανία, με την σοσιαλιστική κυβέρνηση,  ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Γυναικών με διάφορα παραρτήματα σε Ανδαλουσία, Βαλένθια, στη χώρα των Βάσκων κλπ και διεξήγαγε διάφορες εκστρατείες για υγεία, μαθητεία, απασχόληση, κλπ

Το ΚΑΓ έγινε ορατό στη δημόσια σφαίρα με την παρουσία των γυναικών στα κοινοβούλια το 1990 να είναι μεν μικρή, αλλά να υπάρχει. Στην Ελλάδα, Γαλλία, Βρετανία Πορτογαλία, Βέλγιο, Ιταλία, δεν ξεπερνούσε το 10%.

Οι ποσοστώσεις έγιναν ένας τρόπος  να βελτιωθεί αυτή η αναλογία. Το 1997 οι Γάλλοι σοσιαλιστές δέχτηκαν τελικά να συμμετέχουν οι γυναίκες στα ψηφοδέλτια του κόμματος και στις κυβερνητικές θέσεις σε ποσοστό ενός τρίτου. Το ίδιο έκανε και το Ισπανικό ΣΚ (1988) ενώ το Ιταλικό ΚΚ υιοθέτησαν το ελάχιστο ποσοστό γυναικών, το 1986-87

Το 1992, η παρουσία των γυναικών στις κοινοβουλευτικές ομάδες της αριστεράς κυμαινόταν από 50% περίπου στην Νορβηγία και τη Σουηδία, μέχρι το 18% στην Δανία. Ολλανδία, Δ. Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Ισπανία.

Στις χώρες που είχαν σοσιαλιστικές κυβερνήσεις προωθήθηκαν τα συμφέροντα των γυναικών με πιο συμβατικούς τρόπους: χρηματοδότηση προγραμμάτων, ψήφιση νόμων ευνοϊκών για τις γυναίκες,, δεν έπαυαν όμως να επηρεάζονται και από τον ριζοσπαστισμό του ΚΑΓ.

Πάνω από όλα, ο νέος φεμινισμός εξαπλώθηκε στην κοινωνία των πολιτών, στα πανεπιστήμια, στα μέσα ενημέρωσης, στους καλλιτεχνικούς χώρους, στα συνδικάτα μερικές φορές, σε επαγγελματικούς τομείς της  υγείας και σε κάθε μορφής κοινωνικού ακτιβισμού.

Δεδομένης της κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας, της αποτυχίας του ευρωκομμουνισμού, της μεταβαλλόμενης σύνθεσης των τάξεων, η Αριστερά πέρασε στην άμυνα την δεκαετία του 1980 και οι διαφορετικές συγκρούσεις στο φεμινιστικό  κίνημα περιορίστηκαν. Παρότι το ΚΑΓ δεν βρισκόταν πια στην εποχή της ακμής τους, οι φεμινίστριες βρήκαν τρόπο να συνεργαστούν μεταξύ τους και να ενταχθούν στους ευρύτερους κόλπους της Αριστεράς. Η άνοδος της Δεξιάς, ο Θατσερισμός στην Βρετανία, η Χριστανοδημοκρατία του καγκελάριου Κολ,  το σοσιαλιστικό κόμμα του Κράξι  και η ποικιλόμορφη ηγεμονία των νεοφιλελεύθερων στην υπόλοιπη Ευρώπη έκαναν επιτακτική την ανάγκη για κοινή δράση και υπέρβαση διαφορών.

* Καθηγήτρια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μέλος του Μωβ

Πηγές:

1. Σφυρηλατώντας τη Δημοκρατία. Ιστορία της Ευρωπαϊκής Αριστεράς 1923-2000, Geoff Eley, Εκδόσεις Σαββάλας , 2002.

2. Ο φεμινισμός μετά το γαλλικό ’68, της Δέσποινα ς Λαλάκη στο περιοδικό Marginalia, Μάιος 2018, (Βιβλιοπαρουσίαση του βιβλίου : «Φεμινισμός στη Γαλλία. Από τον Μάη του ’68 στον Μιτεράν» της Claire Duchen, London and New York: Routledge & Kegan Paul, 1986)