Μαρία Μοντεσσόρι 1870 – 1952

Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έλαβε πτυχίο ιατρικής από Ιταλικό Πανεπιστήμιο, αλλά και παιδαγωγός, δημιουργός του παγκόσμια γνωστού «μοντεσσοριανού εκπαιδευτικού συστήματος».

Διάσημη ιταλίδα γιατρός και παιδαγωγός, δημιουργός του εκπαιδευτικού συστήματος που φέρει το όνομά της. Γνωστή για τα γραπτά της στην επιστημονική παιδαγωγική και για την φιλοσοφία της εκπαίδευσης που φέρει το όνομά της, το μοντεσσοριανό παιδαγωγικό σύστημα, ή «μοντεσσοριανή μέθοδος», το οποίο αποτέλεσε πρωτοπορία για την εποχή του και εξακολουθεί να εφαρμόζεται ακόμα και σήμερα σε αρκετά σχολεία, τα επονομαζόμενα «μοντεσσοριανά σχολεία» ή «μοντεσσοριανές σχολές».

H Μαρία Θέκλα Αρτεμισία Μοντεσόρι (Maria Tecla Artemisia Montessori) γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου 1870 στο Κιαραβάλε, ένα χωριό κοντά στην Αγκώνα. Ο πατέρας της Αλεσάντρο Μοντεσσόρι ήταν υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών και διηύθυνε ένα κρατικό καπνεργοστάσιο και η μητέρα της Ρενίλντε Στοπάνι ήταν μία ιδιαίτερα μορφωμένη νοικοκυρά.

Η Μαρία σε ηλικία τριών ετών μετακόμισε με την οικογένειά της στη Φλωρεντία και το 1875 στη Ρώμη, λόγω της δουλειάς του πατέρα της. Τον επόμενο χρόνο πήγε στο δημοτικό σχολείο, από το οποίο αποφοίτησε το 1883 με ιδιαίτερες επιδόσεις στο μάθημα των Οικιακών. Το 1883 γράφτηκε στο Τεχνικό Σχολείο «Μικελάντζελο Μπουοναρότι» και το 1886 στα 16 της, κατέρριψε τις σεξιστικές προσδοκίες συνέχισε τις σπουδές της στο Τεχνικό Σχολείο «Λεονάρντο Ντα Βίντσι», μια σχολή μόνο για αγόρια για να γίνει μηχανικός. όπου διδάχθηκε ιταλικά, μαθηματικά, ιστορία, γεωγραφία, γεωμετρία, γραμμικό και ελεύθερο σχέδιο, φυσική, χημεία, ζωολογία, φυτολογία και ξένες γλώσσες.

H Μαρία, είχε μια αρκετά στενή σχέση με την μητέρα της η οποία την ενθάρρυνε πάντα, ενώ με τον πατέρα της είχε μια σχέση αγάπης παρόλο που ο πατέρας της διαφωνούσε με την επιλογή της να συνεχίσει τις σπουδές της.

Αποφοίτησε το 1890 με δίπλωμα στη φυσική και τα μαθηματικά και τον ίδιο χρόνο επιχείρησε να γραφτεί στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου «Λα Σαπιέντσα» της Ρώμης, μία ασυνήθιστη επιλογή για γυναίκα της εποχής της. Δεν έγινε δεκτή αμέσως και παρακολούθησε ένα πρόγραμμα σπουδών που περιελάμβανε φυτολογία, ζωολογία, πειραματική φυσική, ιστολογία, ανατομία, χημεία, Ιταλικά και Λατινικά. Το 1893 πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις και δεν μπόρεσαν να της αρνηθούν την εγγραφή της στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ρώμης.
Από την αρχή αντιμετώπισε την εχθρότητα μερίδας των συμφοιτητών της, αλλά και των καθηγητών, εξαιτίας του φύλου της.

Θεωρήθηκε ακατάλληλο το να παρακολουθεί η Μοντεσσόρι μαθήματα μαζί με άνδρες φοιτητές και με την παρουσία ενός γυμνού σώματος και έτσι η ίδια ήταν υποχρεωμένη να εκτελεί την ανατομία των πτωμάτων μόνη της. Γρήγορα όμως τους κέρδισε με τις επιδόσεις της.

Το 1896 αποφοίτησε με τιμητικές διακρίσεις με τις ειδικότητες του παιδιάτρου και της ψυχιάτρου, έχοντας κλινική εμπειρία κατά τη διάρκεια των σπουδών της. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έλαβε πτυχίο ιατρικής από Ιταλικό Πανεπιστήμιο. Την ίδια χρονιά διορίστηκε βοηθός στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου της Ρώμης, όπου της κίνησαν το ενδιαφέρον τα εκπαιδευτικά προβλήματα των παιδιών με νοητική καθυστέρηση.

Από το 1900 έως το 1907 δίδαξε παιδαγωγική στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, όπου κατείχε και την έδρα της ανθρωπολογίας από το 1904 έως το 1908. Στο διάστημα αυτό συνέχισε τις σπουδές της στη Φιλοσοφία, την Ψυχολογία και σε θέματα αγωγής. Στην ψυχιατρική κλινική του Πανεπιστημίου ασχολήθηκε με παιδιά με νοητική υστέρηση και διαπίστωσε ότι η Παιδαγωγική πρέπει να συνεργαστεί με την Ιατρική για την θεραπεία αυτών των παιδιών. «Ακόμα και αυτά τα άτυχα παιδιά, όταν ενθαρρύνονται κατάλληλα, αποκτούν ένα αυθόρμητο ενδιαφέρον στη μάθηση και μία αυθόρμητη αυτοπειθαρχία», είχε πει χαρακτηριστικά.

Από το 1896 έως το 1901 ξεκίνησε επίσης να ταξιδεύει, να μελετά και να δημοσιεύει σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο ενώ παράλληλα θεωρήθηκε ευρέως ως συνήγορος των δικαιωμάτων των γυναικών και της εκπαίδευσης των παιδιών με διανοητικά προβλήματα.

Στις 31 Μαρτίου 1898, γεννήθηκε ο μοναχογιός της που ονομαζόταν Μάριο Μοντεσσόρι (31 Μαρτίου 1898 – 1982). Ο Μάριο Μοντεσσόρι προέκυψε από την σχέση της με τον Τζουζέπε Μοντεσάνο, εκτός γάμου.Εάν η Μοντεσσόρι παντρευόταν, θα ήταν αναμενόμενο ότι θα σταματούσε να εργάζεται επαγγελματικά. Ανταυτού, αποφάσισε να συνεχίσει την δουλειά και τις σπουδές.

Η Μοντεσσόρι ήθελε να κρατήσει κρυφή την σχέση με τον πατέρα του παιδιού της υπό την προϋπόθεση ότι κανένας τους δεν θα παντρευόταν άλλον. Ο Μάριο Μοντεσσόρι μεγάλωνε με την φροντίδα μιας οικογένειας που ζούσε στην εξοχή, μακρυά από την μητέρα του. Επανασυνδέθηκαν κάποια χρόνια αργότερα, όταν ο ίδιος ήταν έφηβος, και αποδείχθηκε ένας σημαντικός βοηθός στην έρευνά της.

Εν τω μεταξύ ασχολείτο με την έρευνα για την εκπαιδευτική μέθοδο που στην συνέχεια εφάρμοσε και στα ομαλώς αναπτυσσόμενα παιδιά, τα οποία παρατήρησε ότι «έμεναν πίσω» σε σχέση με τις δυνατότητές τους εξαιτίας των εκπαιδευτικών αρχών που ακολουθούνταν μέχρι τότε στην Ιταλία.

Σαν υφηγήτρια του Πανεπιστημίου του Ρώμης ίδρυσε και οργάνωσε κέντρα προσχολικής αγωγής, «σπίτια του παιδιού». Εκεί τα παιδιά λάμβαναν «την αγωγή των αισθήσεων, την αγωγή των μυών, την αγωγή της ευφυΐας, την αγωγή των κοινωνικών συναισθημάτων και την ηθική της βούλησης», όπως η ίδια γράφει.
Η φιλοσοφική και ψυχολογική βάση της μεθόδου της, η οποία είναι το άτομο, σαν πυρήνας της κοινωνίας, και η ελευθερία του, επεκτάθηκε με την πάροδο των ετών πέρα από τα όρια του εκπαιδευτικού συστήματος και έφερε αλλαγές τόσο στο πλαίσιο της οικογένειας όσο και στο πλαίσιο της κοινωνίας.

Το 1897 η Μοντεσσόρι μίλησε για την ευθύνη της κοινωνίας απέναντι στην εγκληματικότητα των ανηλίκων στο Εθνικό Συνέδιο Ιατρικής στο Τορίνο. Το 1898, έγραψε αρκετά άρθρα και μίλησε στο Πρώτο Παιδαγωγικό Συνέδριο του Τορίνο, προτρέποντας για την δημιουργία ιδρυμάτων αποκλειστικά για παιδιά με διανοητικά προβλήματα καθώς και για την εκπαίδευση καθηγητών για αυτά τα ιδρύματα.

Το 1899 η Μοντεσσόρι διορίστηκε σύμβουλος στο Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας των Καθυστερημένων Παιδιών και προσκλήθηκε να δώσει μια σειρά διαλέξεων όσον αφορά τις ειδικές μεθόδους εκπαίδευσης για καθυστερημένα παιδιά στο τμήμα κατάρτισης καθηγητών στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης.

Την ίδια χρονιά η Μοντεσσόρι ανέλαβε να κάνει μια σειρά διαλέξεων, διάρκειας δυο εβδομάδων, μπροστά σε κοινό. Έγινε μέλος της επιτροπής του Εθνικού Ιδρύματος και ανέλαβε την θέση του λέκτορα στα μαθήματα υγιεινής και ανθρωπολογίας σε ένα από τα δυο ιδρύματα κατάρτισης εκπαιδευτικών για γυναίκες στην Ιταλία.

Το 1900 το Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας εγκαινίασε το Scuola Magistrale Ortofrenica (Σχολή Ορθοπεδικής), ένα “ιατρο-παιδαγωγικό ινστιτούτο” για την κατάρτιση καθηγητών μέσα σε μια τάξη-εργαστήριο, πάνω στην εκπαίδευση παιδιών με διανοητικές διαταραχές. Η Μοντεσσόρι ανέλαβε την θέση της υποδιευθύντριας. 64 καθηγητές φοίτησαν στο πρώτο έτος, μελετώντας ψυχολογία, ανατομία και φυσιολογία του νευρικού συστήματος, ανθρωπολογία, τις αιτίες και τα χαρακτηριστικά της νοητικής αναπηρίας και τις ειδικές μεθόδους καθοδήγησης. Κατά την διάρκεια της διετούς εργασίας της στο σχολείο αυτό, η Μοντεσσόρι ανέπτυξε μεθόδους και υλικό που θα εφάρμοζε αργότερα στα “φυσιολογικά” παιδιά.

Το σχολείο απέκτησε γρήγορα φήμη και έλαβε την προσοχή των κυβερνητικών αξιωματούχων από τα υπουργεία εκπαίδευσης και υγείας, των πολιτικών ηγετών και σημαντικών εκπροσώπων από τους τομείς της εκπαίδευσης, της ψυχιατρικής και της ανθρωπολογίας από το Πανεπιστήμιο της Ρώμης. Τα παιδιά που φοιτούσαν στο σχολείο αυτό προέρχονταν από κανονικά σχολεία αλλά κρίθηκαν “ανεκπαίδευτα” εξαιτίας της διαφορετικότητάς τους. Κάποια από αυτά τα παιδιά αργότερα συμμετείχαν σε εξετάσεις του κράτους, ανάλογες με αυτές στις οποίες υποβάλλονταν τα “φυσιολογικά” παιδιά.

Το 1901, η Μοντεσσόρι έφυγε από την Ορθοπεδική Σχολή και τον ιδιωτικό τομέα και το 1902 ξεκίνησε προπτυχιακές σπουδές στην φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης. (Η φιλοσοφία εκείνη την εποχή περιλάμβανε ένα μεγάλο μέρος από αυτό που σήμερα θεωρούμε ψυχολογία.) Μελέτησε την θεωρητική και την ηθική φιλοσοφία, την ιστορία της φιλοσοφίας καθώς και την ψυχολογία αλλά δεν αποφοίτησε ποτέ.

Ξεκίνησε σπουδές πάνω στην ανθρωπολογία και τη φιλοσοφία της εκπαίδευσης, διεξήγαγε παρατηρήσεις και πειραματική έρευνα σε δημοτικά σχολεία και μελέτησε ξανά τα έργα των Itard και Séguin, μεταφράζοντας τα βιβλία τους στα ιταλικά. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ξεκίνησε να εφαρμόζει τις μεθόδους που ανέπτυξε πάνω στην εκπαίδευση των παιδιών με διανοητικά προβλήματα, στην “κανονική” εκπαίδευση.

Το έργο της Μοντεσσόρι πάνω σε αυτό που αργότερα θα αποκαλούσε “επιστημονική παιδαγωγική” συνέχισε και κατά τα επόμενα χρόνια. Το 1902, η Μοντεσσόρι παρουσίασε μια έρευνα σε ένα παιδαγωγικό συνέδριο στην Νάπολη. Το 1903 δημοσίευσε δυο άρθρα με θέμα την παιδαγωγική και ακόμα δυο άρθρα το επόμενο έτος.

Το 1903 και το 1904, έκανε μια ανθρωπολογική έρευνα με Ιταλούς μαθητές και το 1904 εξελέγη λέκτορας ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης. Προσκλήθηκε να δώσει διαλέξεις στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Πανεπιστημίου της Ρώμης και κατείχε αυτή την θέση έως το 1908. Οι διαλέξεις της δημοσιεύτηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο Pedagogical Anthropology το 1910.

Γρήγορα, διαπίστωσε ότι η αγάπη της για τα παιδιά υπερτερεί απ’ όλα τ’ άλλα κι αφοσιώνεται σ’ αυτά. Διατελεί διευθύντρια της ορθοφρενικής σχολή της Ρώμης (ίδρυμα για όχι ομαλά αναπτυγμένα παιδιά) και ιδρύει δύο «σπίτια μικρών». Γυρίζει όλο τον κόσμο κηρύσσοντας ότι το καλύτερο όπλο που χρειάζονται τα παιδιά για να εξελιχθούν σε θετικά στελέχη της κοινωνίας είναι η αγάπη προς αυτά.

Μέσα από την παιδιατρική οδηγήθηκε, ως ψυχολόγος και ταλαντούχος παιδαγωγός που ήταν, στην προσπάθεια για την ψυχολογική και νοητική ανάπτυξη του παιδιού, ασχολούμενη αρχικά με παιδιά με νοητική καθυστέρηση ή ειδικές μαθησιακές ανάγκες. Σε αυτόν τον αγώνα έδωσε ολόκληρη τη ζωή της.
Έφτιαξε παιδαγωγικό υλικό, προσαρμοσμένο στις ανάγκες του παιδιού για όλα τα μαθήματα, θετικά και θεωρητικά, που αφορούν τη μόρφωσή του. Δημιούργησε μόνη της εποπτικά μέσα διδασκαλίας και παιδαγωγικό υλικό για να γίνονται μέσω των αισθήσεων κατανοητά τα μαθήματα του σχολείου.

Η επιτυχία της μεθόδου της αναστάτωσε τον παιδαγωγικό κόσμο διεθνώς. Ακόμα και παιδιά με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, έμπαιναν σιγά-σιγά στις κανονικές τάξεις του σχολείου, καθώς απελευθερωνόταν το πνεύμα και η ψυχή τους. Γι’ αυτό μερικοί άνθρωποι, ακόμη και επιστήμονες, συνέδεσαν το όνομά της με τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες.

Η Μαρία Μοντεσσόρι όμως ασχολήθηκε κατά βάση σε όλη τη ζωή της με όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως δείκτη νοημοσύνης ή μαθησιακής ικανότητας, και ίδρυσε σχολές σε πολλά κράτη για να εκπαιδεύεται προσωπικό στη χρησιμοποίηση του παιδαγωγικού υλικού αυτού, αλλά κυρίως στην κατανόηση της φιλοσοφίας της μεθόδου της, γιατί δίδαξε πως αυτό είναι το πρώτο θέμα για την επιτυχία.

Η βάση του Μοντεσσοριανού συστήματος είναι στο παιδί. Ο σεβασμός στην προσωπικότητα του παιδιού η βαθιά εμπιστοσύνη και ο απεριόριστος σεβασμός στις ικανότητές του να αναπτυχθεί από μόνο του είναι η πρώτη αρχή της μεθόδου, και έπειτα η ελευθερία που θα προκλύψει από την πειθαρχία. Μότο δε της μεθόδου αποτελεί το «βοήθησέ με να το κάνω μόνος μου» και γι’αυτό η αγωγή του παιδιού πρέπει να είναι τέτοια ώστε να σέβεται την ανάγκη του για προσωπική ελευθερία, τον ατομικό του ρυθμό και τα ενδιαφέροντά του. Όσο για το ζήτημα της πειθαρχίας, αυτή, σύμφωνα με την Μοντεσσόρι, βρίσκεται εν δυνάμει στο βαθύτερο «είναι» το παιδιού. Ά

λλες αρχές της μοντεσσοριανής μεθόδου είναι:
Η εσωτερική και εξωτερική τάξη στη συγκρότηση του ανθρώπου.
Ο σεβασμός στο έμψυχο και άψυχο περιβάλλον.
Η ατομική προσπάθεια αλλά και η καλή συνεργασία με τον κόσμο του περιβάλλοντος.
Η μάθηση μέσω της έρευνας που θα δώσει τη χαρά για τη δουλειά και την ικανοποίηση για το αποτέλεσμα. Η παντοειδής άσκηση για την απόκτηση δυνατοτήτων.
Ικανός άνθρωπος ίσον ευτυχής άνθρωπος.

Στα τέλη του 1906 προσκλήθηκε να αναλάβει την εκπαίδευση μιας ομάδας παιδιών σε μια φτωχογειτονιά της Ρώμης, το Σαν Λορέντζο. Η Μοντεσόρι το θεώρησε ως χρυσή ευκαιρία για την εφαρμογή των εκπαιδευτικών της μεθόδων σε παιδιά με φυσιολογική νοημοσύνη. Στις 6 Ιανουαρίου 1907 άνοιξε το πρώτο Σπίτι των Παιδιών (Casa dei Bambini). Έδινε ιδιαίτερη έμφαση στα εποπτικά διδασκαλίας δικής της εμπνεύσεως και κατασκευής για να γίνονται μέσω των αισθήσεων κατανοητά τα μαθήματα του σχολείου. Οι μαθητές και οι μαθήτριες μάθαιναν στην αυτοπειθαρχία μέσα από διάφορες δραστηριότητες, όπως το ξεσκόνισμα και το σκούπισμα της τάξης και την περιποίηση του κήπου.

Στην πρώτη αυτή πειραματική σχολική τάξη η Μοντεσόρι παρακολουθούσε καθημερινά τις αντιδράσεις των παιδιών, για να διαμορφώσει την εκπαιδευτική της μέθοδο, η οποία αποτυπώνεται στο βιβλίο της Η μέθοδος της επιστημονικής παιδαγωγικής (Il metodo della pedagogia scientifica applicato all’educazione infantile nelle case dei bambini), που εκδόθηκε το 1909. Η Μοντεσόρι εμπνεύστηκε τη μέθοδό της από τα νηπιαγωγεία του Φρέμπελ, την ψυχολογία των αισθήσεων των Ιτάρ και Σεγκέν και τις εκπαιδευτικές θεωρίες του Πεσταλότσι. Το βιβλίο «Η μέθοδος της επιστημονικής παιδαγωγικής», που δημοσιεύθηκε στην Περούτζια, μεταφράστηκε και σιγά σιγά αγκαλιάστηκε από όλο τον κόσμο με ενθουσιασμό.

Σύμφωνα με τη μέθοδο Μοντεσόρι, το παιδί συμμετέχει στη γνώση και με τις πέντε αισθήσεις του και εκπαιδεύεται χωρίς σχολικούς καταναγκασμούς. Διάφορα αντικείμενα το βοηθούν να κατανοήσει τις έννοιες του βάρους, τα χρώματα, τα ποσοτικά μεγέθη και τα σχήματα, ενώ διάφορες κατασκευές αξιοποιούν τη δημιουργική και καλλιτεχνική του έφεση. Η παιδαγωγός δεν επιβάλλεται ποτέ με τον φόβο ή με την ένταση της φωνής της. Ένα «μάθημα σιωπής» ασκεί στον αυτοέλεγχο και την αυτοσυγκράτηση τα παιδιά.

Τη δράση της είχαν εξάρει μεταξύ άλλων ο Γκάντι, αλλά και ο Φρόιντ, ο οποίος θαύμαζε το έργο της και διατηρούσε αλληλογραφία μαζί της, ενώ η κόρη του, Αννα Φρόιντ, επίσης ψυχαναλύτρια, υπήρξε ένθερμη υποστηρίκτρια της. Όπως της είχε γράψει ο ίδιος ο Φρόιντ σε μία από τις επιστολές του «…. η κόρη μου θεωρεί τον εαυτό της μαθήτρια σας».

Το εκπαιδευτικό της σύστημα αρχίζει να αναγνωρίζεται πρώτα στην Ιταλία και στη συνέχεια στον υπόλοιπο κόσμο. Τα επόμενα σαράντα χρόνια ταξιδεύει αδιάκοπα σε όλη την Ευρώπη, την Ινδία και τις ΗΠΑ, ανοίγοντας σχολεία που φέρουν το όνομά της. Το πρώτο μοντεσοριανό νηπιαγωγείο στην Ελλάδα άνοιξε το 1936 στην Αθήνα από την ελληνορωσίδα εκπαιδευτικό Μαρία Εντελστάιν-Γουδέλη (1906-1991), με τη βοήθεια του παιδαγωγού Δημήτρη Γληνού.

Το 1922, η Μαρία Μοντεσόρι διορίζεται κυβερνητικός επιθεωρητής των Σχολείων στην Ιταλία, αλλά θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη χώρα της το 1934, εξαιτίας της φασιστικής διακυβέρνησης Μουσολίνι. Μετακομίζει στην Ισπανία, αλλά μετά τον Εμφύλιο και την επικράτηση της δικτατορίας του Φράνκο λόγω της στάσης και των απόψεων της, τα βιβλία της ρίχνονται στην πυρά ως μη συμβατά με την ιδεολογία του καθεστώτος, έτσι δεν μπορεί να ζήσει πια ούτε στην Ισπανία, οπότε εγκαθίσταται στην Ολλανδία.

Το 1939, καθώς η Ολλανδία βρίσκεται υπό ναζιστική κατοχή φεύγει ξανά και μεταναστεύει στην Ινδία, αποδεχόμενη την πρόσκληση της Θεοσοφικής Εταιρείας της Ινδίας. Το εγκαθίσταται στο Μαντράς (σημερινό Τσενάι), περιμένοντας το τέλος του πολέμου.

Στην Ιταλία επέστρεψε το 1947, με τον γιο της Μάριο -ο οποίος έμελε να είναι και ο συνεχιστής του έργου της- μετά από απουσία δεκατριών ετών, όμως το 1949 επιστρέφει στην Ολλανδία όπου και θα ζήσει μέχρι το τέλος της ζωής της,. στις 6 Μαΐου 1952, οπότε εξαιτίας ενός εγκεφαλικού επεισοδίου, αφήνει την τελευταία της πνοή στην πόλη Νόρντβαικ της Δυτικής Ολλανδίας, σε ηλικία 81 ετών.

Μοντεσσοριανά κέντρα εκπαίδευσης

Το μοντεσσοριανό σύστημα εκπαίδευσης εφαρμόζεται σήμερα σε περίπου 20.000 σχολεία παγκοσμίως, στα οποία συμμετέχουν παιδιά από την γέννησή της έως τα δεκαοκτώ τους έτη.

Κάτω από την ταμπέλα «Μοντεσσόρι» έχουν με την πάροδο των χρόνων εξελιχθεί διάφορες εκπαιδευτικές πρακτικές. Ωστόσο, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Διεθνή Μοντεσσοριανό Σύνδεσμο και την Αμερικανική Μοντεσσοριανή Κοινότητα, τα ουσιαστικά στοιχεία που πρέπει να χαρακτηρίζουν τα σχολεία αυτά είναι:

Μεικτές ηλικιακές τάξεις, συνήθως με παιδιά από 2 ½ έως 9 ετών.
Επιλογή δραστηριοτήτων από τους ίδιους τους μαθητές, από μία γκάμα προκαθορισμένων επιλογών.
Αδιάλειπτοι χρονικοί «κύκλοι» εργασίας.
Εποικοδομητικό ή «εξερευνητικό» μοντέλο, στο οποίο οι μαθητές μαθαίνουν την έννοια της εργασίας μέσω υλικών και όχι μέσω απευθείας καθοδήγησης.
Εξειδικευμένα εκπαιδευτικά υλικά, δημιουργημένα από την Μοντεσσόρι και τους συνεργάτες της.

Το Παιδαγωγικό Σύστημα Μοντεσσόρι σήμερα εφαρμόζεται κυρίως στην προσχολική αγωγή (από τα 3 έως τα 6 έτη) και ανήκει ολοκληρωτικά στον ιδιωτικό τομέα εκπαίδευσης.

Στην Αθήνα λειτουργούν τα Μοντεσσοριανά Σχολεία της Κηφισιάς, η Μοντεσσοριανή Σχολή Αθηνών – Μαρία Γουδέλη, στη Ν. Φιλοθέη, ενώ στα Μελίσσια υπάρχει ο μοντεσσοριανός παιδικός σταθμός «Το Σπίτι των Παιδιών». Στην Θεσσαλονίκη υπάρχει η Μοντεσσοριανή Σχολή Ζαφρανά, η οποία στεγάζει παιδικό σταθμό και νηπιαγωγείο.

Πληροφορίες αποσπάσματα: sansimera.gr, tvxs.gr, el.wikipedia.org