Ο βιασμός για την “Τέχνη” και η τέχνη του βιασμού – Μαρία Σνάιντερ και Μπερνάρντο Μπερτολούτσι

Γράφει η Δώρα Στυλιανίδου

Ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι πέθανε τελευταία δίχως να έχει μετανιώσει καθόλου για την δοκιμασία στην οποία υπέβαλε την Μαρία Σνάιντερ τραυματίζοντας την ανεπανόρθωτα για όλη της την ζωή. Εξάλλου ήταν για την “Τέχνη” και η “Τέχνη” θέλει θυσίες. Μόνο που την θυσία την κάνει συνήθως ο δημιουργός του καλλιτεχνικού έργου και όχι κάποιος άλλος και μάλιστα με εξαναγκασμό. Όμως ο Μπερτολούτσι έκανε θεαματική έξοδο ως μεγάλος καλλιτέχνης με άσπιλη φήμη υπό την σκιά της πιο αποτροπιαστικής πράξης σε ένα ακούσιο θύμα και με ελάχιστες διαμαρτυρίες απο τον κόσμο όλα αυτά τα χρόνια πριν το θάνατο του.

Το 1972 που γυρίσθηκε το Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι ο Μάρλον Μπράντο ήταν 48 χρονών και η Μαρία Σνάιντερ 19. Ο Μπερτολούτσι συμφώνησε μυστικά με τον Μπράντο να χρησημοποιήσει ο τελευταίος για την σκηνή του πρωκτικού σεξ ένα κομμάτι βούτηρο σαν λιπαντικό για να βιάσει την Μαρία, εν αγνοία της. Ήταν μια σεξουλική σκηνή δίχως συναίνεση, κάτι που θα μάθει αργότερα η Σνάιντερ ότι απαγορεύεται, κατά την διάρκεια του γυρίσματος μιάς ταινίας.

“Εκλαψα στ’αλήθεια” δήλωσε συντετριμμένη η Σνάιντερ .”Μου το είπαν λίγο πριν γυρίσουμε την σκηνή και εξοργίστηκα. Θα έπρεπε τότε να είχα ειδοποιήσει τον ατζέντη μου ή να έφερνα τον δικηγόρο μου στο πλατώ, γιατί κανένας δεν μπορεί να σε αναγκάσει να κάνεις κάτι που δεν είναι στο σενάριο, αλλά δεν το γνώριζα αυτό τότε.”

Η Σνάιντερ έκανε μια δήλωση το 2007 στο Daily Mail , ότι δεν υπήρξε σεξουαλική πράξη κατά το γύρισμα της ταινίας, αλλά ότι εσκεμμένα της απέκρυψαν ότι θα γυριζόταν αυτή η σκηνή και αυτό την επηρέασε βαθιά, και συνέχισε λέγοντας ότι παρόλο που αυτό που έκανε ο Μάρλον δεν ήταν αληθινό, έπαθε πανικό, τρόμαξε και ένιωσε εξευτελισμένη και ότι “με βίασαν λίγο” όχι μόνο ο Μπράντο αλλά και ο Μπερτολούτσι.

Η ταινία είναι η ιστορία ενός άνδρα που κάνει μια εφήμερη σχέση για να νιώσει καλύτερα, μετά την αυτοκτονία της γυναίκας του. Όταν προβλήθηκε το 1972 σοκάρισε με τις λεπτομερείς περιγραφές του σεξ και του βιασμού και δημιουργεί ερωτηματικά μέχρι σήμερα. Πολύ μετά το γύρισμα της ταινίας, πολλοί νόμιζαν ότι το σεξ στη ταινία ήταν αληθινό αλλά τους διέψευσε η ίδια η Σνάιντερ. Όμως, ενω η ταινία αποσκοπεί να δείξει ένα ψυχικά πληγωμένο άνδρα, καταλήγει να πληγώνει μόνο μια γυναίκα για να νιώσει καλύτερα αυτός ο άνδρας. Το σενάριο του Μπερτολούτσι είναι μισογυνικό, με καλά μεταμφιεσμένη ματσίλα και με πρωταρχικό σκοπό την ικανοποίηση του άνδρα με κάθε κόστος.

Το 2013 όταν ερωτήθηκε ο Μπερτολούτσι είπε ότι ένιωθε ένοχος, αλλά δεν μετάνιωσε για την απόφαση του να γυρίσει έτσι την, ολέθρια για την Μαρία, σκηνή. Σε μια εκδήλωση της Γαλλικής Σινεματέκ ισχυρίσθηκε ότι μετα το τέλος των γυρισμάτων δεν ξανασυναντήθηκε με την Σνάιντερ επειδή τον είχε μισήσει. Παραδέχθηκε ότι η σκηνή με το βούτηρο ήταν μια ιδέα που είχε με τον Μπράντο και ότι ήταν απαίσιο που δεν το είπε στη Μαρία, επειδή ήθελε την κοριτσίστικη αντίδρασή της και όχι εκείνη της ηθοποιού.

Συνέχισε λέγοντας ότι παρόλες τις ενοχές του δεν μετάνιωσε ποτέ, γιατί καμιά φορά στις ταινίες για να πετύχεις κάτι πρέπει να είσαι τελείως απελευθερωμένος. Ισχυρίσθηκε ότι δεν ήθελε να υποκριθεί η Μαρία τον εξευτελισμό της αλλά να τον αισθανθεί, βιώνοντας τον και αυτός είναι ο λόγος που τον μίσησε η Σνάιντερ.

Όμως ο πανικός και η φρίκη στο πρόσωπο της Μαρίας στη σκηνή όπου ο Μπράντο της λέει “φέρε το βούτυρο” υπάρχει εκεί για να μας στοιχειώνει, και είναι απόλυτα βιωμένος. Εκείνη την τραγική στιγμή ήξερε -όπως έχει πει- ότι ειχε εξευτελισθεί ταυτόχρονα στη ζωή και στην οθόνη. Για χρόνια μετά αναφέρονταν δημοσίως σε αυτό το γεγονός που στιγμάτισε την ζωή της.

Η Μαρία Σνάιντερ συνέχισε να δουλεύει στο κινηματογράφο αλλά δεν ξαναεμφανίσθηκε ποτέ σε γυμνές και σεξουαλικές σκηνές. Όταν ήταν 40 χρονών αγωνίσθηκε για καλύτερους γυναικείους ρόλους για όλες τις γυναίκες. Βασανίστηκε όλη της την ζωή απο τις συνέπειες αυτής της ταινίας.

Το Τελευταίο Ταγκό θεωρήθηκε “επαναστατική” ταινία και η διάσημη Νεοϋορκέζα κριτικός Πωλίν Κάελ θριαμβολογούσε αποκαλώντας την την πιο δυνατή ερωτική ταινία που έχει γυρισθεί ποτέ. Όμως η ταινία βασίζονταν σε ένα βίτσιο και μια ερωτική φαντασίωση του σκηνοθέτη της, δείχνοντας έναν άντρα που για να απελευθερωθεί ο ίδιος καταδυναστεύει μια νέα γυναίκα, χρησιμοποιώντας την απλά σαν δοχείο της εκσπερμάτισης του. Στη ταινία αυτή οι γυναίκες είναι απλά διακοσμητικά στοιχεία, άβουλες και παθητικές, δέκτριες κάθε επιθυμίας του άντρα. Και όλα αυτά την δεκαετία του φεμινιστικού κινήματος, και της διεκδίκησης των στοιχειωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων!

Εν τέλει, η ταινία είναι απελευθερωτική μόνο για τον άντρα, γιατί ουσιαστικά μόνο ο άντρας είναι στο επίκεντρο, και η γυναίκα είναι ψυχολογικά και σωματικά δεμένη στο άρμα του, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το πέος του. Για ποιά απελευθέρωση μιλάμε; Όχι μόνο δεν έχουμε την απελευθέρωση της γυναίκας, αλλά έχουμε τον κατακερματισμό της μέσα απο την σεξουαλική πράξη στην εποχή της σεξουαλικής επανάστασης!

Οι διαμαρτυρίες πλήθυναν τελευταία με τους στάρ του Χόλλυγουντ να κάνουν tweet για να εκφράσουν την οργή τους, όπως ο ηθοποιός των Marvel Comics ,Chris Evans , η σκηνοθέτις Ava Duvenay , η Jessica Chastain, η Anna Kendrick και άλλες/άλλοι. Χρόνια μετά την ταινία η Μαρία Σνάιντερ, λαβωμένη ακόμα, πάλευε με τον εθισμό στα ναρκωτικά και την κατάθλιψη. Δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει αυτό το τραύμα και είναι σίγουρο ότι το Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι κατέστρεψε και την τελευταία ρανίδα αυτοπεποίθησης της. Κύριε Μπερτολούτσι, δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να ξεχάσουμε!

Πηγές: άρθρο της Suzanne Moore στη Guardian