ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ – Βιβλιοπαρουσίαση

Παρουσιάζει η Μάρω Κώνστα

Η Μαρία Παπαδημητρίου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε θέατρο στο Institut d’ Études Théâtrales της Σορβόννης. Ταξίδεψε πολύ. Έζησε εκτός Ελλάδος, τέσσερα χρόνια στη Βραζιλία και τέσσερα στη Γαλλία. Πήρε ενεργό μέρος στο αυτόνομο γυναικείο κίνημα. Έγραψε τα βιβλία: Λαβύρινθος, μυθιστόρημα 1966, β’ έκδοση Καστανιώτης 1988 (Γαλλική μετάφραση Les grilles, Julliard 1969), Το μαχαίρι, νουβέλα, Κέδρος 1978, Η σπηλιά, μυθιστόρημα, Κέδρος 1983, Ειρήνη, μυθιστόρημα Κέδρος 1986, β’ έκδοση Άγρα 1998, Άψινθος ο πικρός, μυθιστόρημα ‘Αγρα 1996, Ένας ήσυχος φόνος, νουβέλα, Αλεξάνδρεια 2004, Ο χορός του Ισημερινού, μυθιστόρημα, Μελάνι 2013
.

Η παρουσίαση του τελευταίου της μυθιστορήματος “Με τα χέρια ενός άλλου” από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, έγινε στις 30-9-2019 στο βιβλιοπωλείο Πλειάδες στο Παγκράτι (Σπύρου Μερκούρη 62).
Για το βιβλίο μίλησαν οι:
Γιώργος Συμπάρδης συγγραφέας
Μάρω Κώνστα εκπαιδευτικός 
Γιάννης Βαϊτσάρας ψυχολόγος συγγραφέας 
Διονύσης Παπακώστας συγγραφέας

ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ

Όλοι οι κεντρικοί χαρακτήρες των βιβλίων της Μαρίας Παπαδημητρίου, είναι γυναίκες,. Η μεσαιωνική Ειρήνη, η Άννα του Ισημερινού και η Μάγια, μετανάστρια από τον Καύκασο.

Όλες οι ηρωίδες είναι ερωτικές, ευάλωτες και δυνατές, συνεπείς στη γυναικεία φύση που γνωρίζει και αναδεικνύει, η συγγραφέας. 
Ταξιδεύουν στο χώρο και στο χρόνο. 
Ταξιδεύουν από το φως στο σκοτάδι, από τον έρωτα στον θάνατο.
Οι ζωές τους, είναι οι στιγμές τους.

Η Ειρήνη, ανακάλυψε τον εαυτό της μέσα από το πάθος. 
Η Άννα, έζησε και αγάπησε τη ζωή που της δόθηκε. Περιπλανήθηκε και αποχώρησε. 
Η Μάγια, η νεότερη από τις κόρες – ηρωίδες, της συγγραφέως, είναι η πιο αδικημένη από τη ζωή, γιατί η ζωή της, δεν είναι δική της τελικά .

«Μία ακατανίκητη δύναμη έφτανε στα χέρια της και τα έσπρωχνε επιτακτικά, να σπρώξουν κι εκείνα με τη σειρά τους στις ράγες του μετρό, μια κυρία μεσόκοπη που το περίμενε φορτωμένη στην αποβάθρα».

Το βιβλίο της Μαρίας ξεκινάει με μία ανθρωποκτονία.
Κι όμως, η ιστορία της ζωής κάθε πλάσματος, ξεκινάει με τη γέννηση.
Με το έντρομο κλάμα του μωρού που καλείται να ζήσει τη ΔΙΚΗ του ζωή του στον όμορφο και μάταιο τούτο κόσμο.
Κι αυτό το κλάμα, είναι η απόλυτη ευτυχία για τη μητέρα του.

Η μητέρα της Μάγισσας, από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισε, ένιωσε απελπισία και τρόμο.
Η σχέση τους ήταν σχέση απάθειας.
Και έτσι, η απάθεια, το κενό και το σκοτάδι έγιναν η μοίρα της .

Στο κενό βρήκαν χώρο τα χέρια της που δεν ήταν δικά της χέρια.
Η ίδια δε μπορούσε να τα καθοδηγήσει, ούτε να τα νικήσει.

Ο αδελφός της ο Χριστόφορος, ήταν ο μόνος άνθρωπος που δεν τη φοβόταν, που την άγγιζε, που μπορούσε με το χάδι του, να διώξει τον θάνατο.

Το μόνο που ήταν δικό της, ήταν η αγάπη γι` αυτόν, που της έδινε το κίνητρο να προσφέρει δύναμη.
Η μόνη ανάμνηση αγάπης και στιγμών ζωής.
Με εξαίρεση τον Χριστόφορο, το βιβλίο είναι μαύρο.
Μαύρο είναι η έλλειψη χρωμάτων .
Η απόλυτη απουσία.
Το κενό.
Το πένθος.

Όλοι και όλα απομακρύνονται, χάνονται.
Τίποτα δε μπορεί να εμποδίσει την απώλεια, τη φθορά δε μπορεί να ανακόψει την πορεία προς το τέλος.
Κατάμαυρη είναι, η γάτα της, η Μήδεια.
Η γάτα, αυτό το παραγνωρισμένο πλάσμα που θεωρήθηκε επίσης μάγισσα .
Η γάτα που βρίσκεται τόσο κοντά στον άνθρωπο, που εξημερώνεται εύκολα από αυτόν και τον εξημερώνει.

Η Μήδεια, όπως και η μητέρα της απέτυχε να την εξημερώσει.
Και είναι το μόνο πλάσμα, με το οποίο η Μάγια συμβιώνει στην ξενιτειά.

Αλλά ποια ξενιτειά;
Για να υπάρξει ξενιτειά, πρέπει να υπάρχει πατρίδα.
Και πατρίδα με ότι αυτό σημαίνει, δεν υπήρξε ποτέ.

Η ηρωίδα, είναι ταυτόχρονα, φυγάς και φερέοικος .
Προσπαθεί μάταια να ξεφύγει από τη μοίρα της μεταφέροντας παντού τα χέρια της, που δεν ορίζει.
Πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία.
Δεν υπήρξε παιδικότητα.

Για τη Μάγια, αφιλόξενη, σκληρή πατρίδα, ήταν τα χέρια ενός άλλου.

Οι πρώτες της εμπειρίες, ήταν η έκπληξη και η απόγνωση, γι’ αυτό που της συμβαίνει, χωρίς όμως, η ίδια να νιώθει ότι συμμετέχει.

Από τη Μαύρη Θάλασσα πέρασε στη Μεσόγειο, χωρίς ν’ αλλάξει κάτι.
Καθημερινότητα άδεια, μοναχική, χωρίς συμπάθεια, με κάποιες ασήμαντες αναταράξεις.

Σεξ δυνατό, ορμονικό, χωρίς έρωτα, χωρίς τρυφερότητα. Μόνο κάποιες αναμνήσεις αμήχανες, και δειλές συγκινησιακές στιγμές με τον Ερμή .

Ο Ερμής, ο απαθής νεαρός, ο άνευρος εραστής, που παρακολουθεί και καταλαβαίνει τα πάντα, της έκανε δώρο μία κλεψύδρα που δεν περιείχε άμμο, αλλά ζάχαρη.
Τη γλύκα του χρόνου, δεν τη δοκίμασε ποτέ.
Αυτό ήταν το μόνο, το πρώτο και το τελευταίο δώρο που της είχε κάνει ο εραστής της.

Ο Νίκος Καζαντζάκης έγραψε:
“Μια αστραπή είναι η ζωή μας , μα προλαβαίνουμε”

Μια αστραπή που δεν ήταν δική της”.

Ούτε το σπίτι που έμενε, ούτε τα έπιπλα που περίμεναν τον ιδιοκτήτη τους, για να μπει η ζωή σε έναν φυσιολογικό ρυθμό.
Κάποιος άλλος όριζε τα χέρια της, τη ζωή που της δόθηκε κατά λάθος, που δεν ήταν δική της.

Οι ηρωίδες της Μαρίας, είναι κόρες της.
Και έχουν κληρονομήσει τη θηλυκότητα και τη γοητεία της μητέρας -δημιουργού τους. 
Καθορίζονται από την οικογένεια, τους “όλους” δηλαδή και περιπλανώνται είτε ανάμεσα στους άλλους, είτε μόνες, αναζητώντας τον εαυτό τους.

Σαν αναγνώστρια και σαν γυναίκα, έχω αναγνωρίσει την αλήθεια της Ειρήνης και της Άννας. 
Με τη Μάγια, τη Μάγισσα, τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα.
 Η απάθεια και το κενό απωθούν. 
Δεν είναι εύκολο να καταλάβεις και να αγαπήσεις μία κατά συρροήν δολοφόνο που προκαλεί φρίκη.

Η Μαρία όμως ,νιώθει τρυφερότητα για αυτή την αδικημένη, σκοτεινή, γόησσα.
Το ευάλωτο παιδί της που δε βίωσε αγάπη.
Και έτσι, η αβίωτη αγάπη έγινε απάθεια και μίσος.
Προσπαθεί να την ερμηνεύσει και να τη συγχωρήσει, γιατί κι η ίδια, είναι εξ’ ίσου θύμα με τα θύματα της.
Τα θύματα ενός άλλου.

Χωρίς αφορμή και κίνητρο, η ηρωίδα τα έχει χαμένα, όπως τόσοι και τόσοι άνθρωποι με αλλόκοτη συμπεριφορά που προκαλούσαν και προκαλούν το δέος, τον τρόμο ή τον περίγελο της κοινωνίας, πριν προχωρήσει η ψυχιατρική έρευνα και δοθούν κάποιες απαντήσεις.

Η περιγραφή του κενού και της ψυχασθένειας, είναι σωματική και παραστατική.
Δε γνωρίζω αν είναι ρεαλιστική.

Η Μαρία αγαπάει πολύ και αυτή την ηρωίδα της.
Την απαλλάσσει από κάθε ευθύνη και της δείχνει το δρόμο προς τη λύτρωση.
Και παρ’ όλο που ήμουν προκατειλημμένη, κατάφερε να κάνει κι εμένα, την αναγνώστρια, να γνωρίσω τη Μάγια, που σε άλλες εποχές θα τη θεωρούσαν Μάγισσα.

Πάντα όμως έτσι ήταν και έτσι θα είναι. 
Η φύση είναι η ζωή. 
Και η ζωή, είναι η αγάπη. 
Οτιδήποτε άλλο, περισσεύει 
Η φύση είναι σοφή 
και φροντίζει για όλα. 

Και η ζωή συνεχίζεται…