Γράφει η Σίσσυ Βωβού
Στη δικάσιμο της Παρασκευής 14 Φεβρουαρίου, η φεμινιστική αλληλεγγύη απέξω με τα πανό και μέσα στην κατάμεστη, δυστυχώς μικρή, αίθουσα.
Ξεκίνησε με καθυστέρηση λόγω στάσης εργασίας των δικαστηρίων, αλλά ακόμα περισσότερο γιατί ο ένας κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε λόγω της ισχυρής αγωγής με ψυχοφάρμακα που λαμβάνει, όπως είπε ο δικηγόρος του. Δεν έφερε χαρτί γιατρού. Μετά από ενέργειες της έδρας για την διαπίστωση της κατάστασης, η δίκη ξεκίνησε με καθυστέρηση. Σε εμάς έδωσε την ισχυρή εντύπωση (πιθανώς και στην έδρα) ότι η απουσία ήταν ένα τερτίπι για να καθυστερήσει τη δίκη αλλά και να βασανίσει τους γονείς της νεκρής, που έρχονται από το Διδυμότειχο κάθε φορά, με μεγάλο ψυχικό και οικονομικό κόστος. Ας πούμε με την ευκαιρία, ότι η προσπάθεια καθυστέρησης τέτοιων δικών είναι συνηθέστατη από μεριάς των κατηγορουμένων και ας θυμίσουμε ότι στη δίκη της Χρυσής Αυγής ελάχιστα παρίσταντο οι κατηγορούμενοι, και αυτός ο ίδιος ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος ακόμα.
Ο πρώτος μάρτυρας Βασίλης Καλυβόπουλος, ήταν ο τελευταίος που είχε δει την Ελένη μαζί με έναν από τους κατηγορούμενους σε ένα φορτηγάκι, στην περιοχή Κάλαθο (κοντά στο σπίτι όπου έγινε ο φόνος), στις 28-11-18, και είπε ότι το ύφος της ήταν μάλλον ήρεμο και ανέκφραστο.
Η δεύτερη και πιο σημαντική μάρτυρας ήταν η στενότερη φίλη της Ελένης, η Αριάδνη Λειβαδίτη. Είπε ότι ήταν φίλες στη Ρόδο, ότι η Ελένη ήταν η καλύτερη φίλη της και ότι ήταν άτομο με εξαιρετικό χαρακτήρα χωρίς κακία, έδινε ενέργεια παντού, ήταν ευκολόπιστη και καθόλου δύσπιστη. Ήταν το καλύτερο άτομο που έχει γνωρίσει.
Ήταν συγκινητικό ότι η Αριάδνη ήρθε στο δικαστήριο με τα μαλλιά της σε δύο κοτσίδες, όπως εικονίζεται εδώ και η Ελένη. Σαν να την εκπροσωπούσε.
Η Αριάδνη είχε τελειώσει τις σπουδές της και είχε φύγει από τη Ρόδο τον Σεπτέμβρη του 2017, και έκτοτε ζει στην Αθήνα. Επικοινωνούσαν συχνά. Το μοιραίο βράδυ έκαναν τηλεφώνημα για μιάμιση ώρα, από τις 10 έως τις 11.30, η Ελένη της είπε ότι είναι κουρασμένη και θέλει να κοιμηθεί, αλλά επίσης ότι πεινάει. Χτύπησε την πόρτα ο Αλέξανδρος και σταμάτησαν το τηλεφώνημα. Της είπε ότι θα πήγαιναν για σουβλάκι. Από την αφήγηση και τις απαντήσεις της σε ερωτήσεις της έδρας, φάνηκε ότι θα πήγαιναν για σουβλάκι κοντά, και ότι είχε πολύ πρόσφατα γνωρίσει τον Αλέξανδρο και τον θεωρούσε καλό παιδί. Στη 1.07 η Ελένη της έστειλε μήνυμα που έλεγε “Πάρε με σε μια ώρα”. Η Αριάδνη είχε ήδη κοιμηθεί και είδε δυστυχώς το μήνυμα το πρωί.
Από τις απαντήσεις της Αριάδνης και από τα γεγονότα που είναι γνωστά και από τις ανακριτικές καταθέσεις, φαίνεται ότι αντί να πάνε για σουβλάκι κοντά πήγαν μακριά, και πιθανώς η Ελένη ένιωσε φόβο ώστε να στείλει αυτό το μήνυμα στη 1.07 το πρωί. Η Αριάδνη ανέφερε ότι η Ελένη είχε βιαστεί πριν από μήνες, στον Αρχάγγελο της Ρόδου, και από τότε φοβόταν, δεν ξέρει γιατί, αλλά είχε κλειστεί στον εαυτό της. Αυτό είναι πλέον γνωστό στις αρχές, και να σημειώσουμε ότι το γεγονός του βιασμού το έχει πληροφορηθεί ο κ. Τοπαλούδης, και έχει δώσει τα στοιχεία στην τοπική αστυνομία ζητώντας τη διερεύνηση της πληροφορίας αυτής.
Η εισαγγελέας της έδρας έχει μεγάλο πάθος να βρει την αλήθεια, και σε προηγούμενη δικάσιμο είχε πει ότι εγώ είμαι εδώ η φωνή της Ελένης. Όμως, ο τρόπος που υπέβαλε τις ερωτήσεις στη νέα γυναίκα δεν βοήθησε καθόλου, η Αριάδνη προφανώς φοβήθηκε μπροστά σε μια εξουσία που σίγουρα είχε καλές προθέσεις, αλλά ασκούσε επιβολή.
Σημαντική στιγμή της δίκης, όταν η Αριάδνη είπε ότι ο Αλέξανδρος φαινόταν στην Ελένη ότι ήταν καλό παιδί. «Σας είπε ότι είναι καλό παιδί; Εκ πρώτης όψεως έτσι φαίνεται», σχολίασε η εισαγγελέας και όταν ο κατηγορούμενος Α.Λ. γέλασε, η εισαγγελέας σε έντονο ύφος τού είπε: «Γελάτε; Τολμάτε και γελάτε; Είστε προκλητικός, σας έχουν απαθανατίσει όλα τα κανάλια να γελάτε».
Η δίκη συνεχίζεται στις 3 Μαρτίου στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, οδός Δέγλερη. Δεν γνωρίζουμε την ώρα, την οποία θα ανακοινώσουμε σύντομα στο ΦΒ του Μωβ.
Η φωτογραφία με το πανό είναι από προηγούμενη δικάσιμο, με τους γονείς της Ελένης μαζί μας.