Η πορνεία: ούτε σεξ ούτε εργασία

5/9/2020

Συζήτηση βασισμένη στο βιβλίο «né sesso né lavoro. Politiche sulla prostituzione» («ούτε σεξ ούτε εργασία. Πολιτικές για την πορνεία»)

Της Doranna Lupi

Μετάφραση Βέρα Σιατερλή

Στις 15 Μαρτίου 2019 στο Pinerolo (Τορίνο ) πραγματοποιήθηκε συνάντηση με τίτλο «ούτε σεξ ούτε εργασία» στα πλαίσια των εκδηλώσεων IO L’OTTO SEMPRE*, σαν αποτέλεσμα μιάς στρογγυλής τράπεζας που διοργάνωσε η Σύμβουλος Ίσων Ευκαιριών Francesca Costarelli για την αντιμετώπιση της καταπολέμησης της βίας των ανδρών κατά των γυναικών με τις τοπικές οργανώσεις: 1) EMMA Κέντρα κατά της Βίας Ενάντια στη Γυναίκα, 2) Anlib, Ομάδα Ανδρών του Pinerolo, 3) Απαλλαγμένοι από τη Bία – Κέντρο ακρόασης ανδρικής δυσφορίας.

 

Για την περίσταση, προσκλήθηκαν η δικηγόρος Grazia Villa, η ιστορικός Luciana Tavernini με την κοινωνιολόγο Daniela Danna και τη συνταγματολόγο Silvia Niccolai, οι οποίες έγραψαν μαζί το βιβλίο «Ούτε σεξ, ούτε εργασία. Πολιτικές πορνείας» (VandA.ePublishing, 2019). Αυτό το βιβλίο γεννήθηκε στη συνάντηση για την πορνεία στο Circolo della rosa το γυναικείο βιβλιοπωλείο στο Μιλάνο στις 10 Μαρτίου 2018 και από τη φεμινιστική δέσμευση της Angela Di Luciano, μιας από τις εκδότες του VandA.ePublishing.

Ορισμένες φεμινίστριες έχουν ξαναρχίσει να σκέφτονται την πορνεία από φόβο κακών νόμων, που γεννήθηκαν από αυτοσχέδιες ιδέες, επειδή στην Ιταλία αντιμετωπίζουμε αρκετές απόπειρες ανατροπής ή αντικατάστασης του νόμου Μέρλιν*, ο οποίος φέρει το όνομα της σοσιαλίστριας γερουσιαστή που άκουσε και μίλησε με πάνω από 2000 γυναίκες εκδιδόμενες από τα κλειστά σπίτια με τα κόκκινα φανάρια.

Η απόδειξη είναι η επιλογή κάποιων επιστολών ανάμεσα σ’ αυτές που έστειλαν τα κορίτσια των κόκκινων φαναριών και τώρα αναδημοσιεύονται. Η Λίνα Μέρλιν, που συμμετείχε από νεαρή ηλικία στον αντιφασιστικό αγώνα, καταδικάστηκε σε εγκλεισμό, στρατευμένη της Αντίστασης, εκλεγμένη στη Συντακτική Συνέλευση (η διατύπωσή της «χωρίς διάκριση φύλου» στο άρθρο 3 του Συντάγματος σχετικά με την αρχή της ισότητας), χρειάστηκε δέκα χρόνια να περάσει αυτόν τον νόμο, ο οποίος ακόμη και στους άντρες από το κόμμα της δεν άρεσε από την αρχή. Ενώ εκείνη υποστήριξε ότι δεν ήταν σκόπιμο να ερωτηθούν οι άντρες για τις απόψεις τους σχετικά με τα πορνεία, για προφανείς λόγους.

Η Silvia Niccolai υποστηρίζει ότι οι άνδρες ερμήνευσαν το νόμο χωρίς ψυχρεμία. “Ο νόμος της Μέρλιν δεν συνάντησε υποστήριξη από τους ερμηνευτές  στο εσωτερικό του κόμματος, αλλά σκεπτικισμό και κακή ανοχή με αποτέλεσμα, αυτή τους η στάση να έχει μετρήσει πολύ στην αναίρεση της σημασίας και της αξίας του νόμου” (σελ. 80). Εξετάζοντας το νόμο και τη νομολογία, η Niccolai διαπίστωσε ότι πολλές ερμηνείες δεν έχουν σεβαστεί την πραγματική του έννοια, δηλαδή να διαμορφώσουν την πορνεία ως δραστηριότητα από μόνη της νόμιμη, αλλά ταυτόχρονα να τιμωρούν όλη τη συμπεριφορά τρίτων που τη διευκολύνουν ή την εκμεταλλεύονται.

Το θέμα είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Στις 6 Μαρτίου 2019, μια απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου κήρυξε αβάσιμες τις αμφιβολίες σχετικά με τη συνταγματικότητα του νόμου της Μέρλιν. Οκτώ φεμινιστικές οργανώσεις και η Προεδρία του Συμβουλίου των Υπουργών συγκροτήθηκαν στη διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου, αντιτάσσοντας το ζήτημα της συνταγματικότητας ορισμένων άρθρων του νόμου που τέθηκαν τους προηγούμενους μήνες από δικηγόρους δύο κατηγορουμένων κατά τη διαδικασία προσφυγής στο Μπάρι για τις escort (ερωτικές συνοδούς), τις οποίες έφερνε μεταξύ 2008 και 2009, ο επιχειρηματίας Gianpaolo Tarantini στις ιδιωτικές κατοικίες του τότε Πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι.

Η πορνεία είναι νόμιμη, αλλά δεν είναι νόμιμη η προαγωγή ανθρώπων να πουλάνε το σώμα τους ή άλλη χρήση  ή να αποκτήσουν κέρδος από την έκδοση των άλλων. Επομένως, το αδίκημα εκμετάλλευσης της πορνείας παραμένει υπό αμφισβήτηση στην Ιταλία, από εκείνους που πιστεύουν ότι μια γυναίκα μπορεί ελεύθερα να αποφασίσει να εκδοθεί και ότι πρόκειται για μια μορφή αυτοδιάθεσης.

Όπως απεικονίζεται και από το προσεκτικό έργο της Grazia Villa, στις δύο τελευταίες νομοθεσίες έχουν υποβληθεί 22 προτάσεις και νομοσχέδια σχετικά με το θέμα της πορνείας, τα οποία, συγκρίνοντας, αποκαλύπτουν μια απροσδόκητη σύγκλιση απόψεων σχετικά με τον ορισμό του φαινομένου της πορνείας μεταξύ εκφραστών ομάδων διαφορετικής πολιτικής προέλευσης, λόγω συχνά αντιτιθέμενων ιστοριών και γενεαλογιών, σύγκλισης που οδηγεί σε ομοιομορφία κρίσεων και συχνά επιλογών (σελ. 127).

Οι κυριότερες από αυτές τις απόψεις, που μοιράζονται επίσης μεταξύ πολιτικών θέσεων οι οποίες φαίνεται να προτείνουν διαφορετικές αντιλήψεις για τις σχέσεις μεταξύ των φύλων, είναι:

  • το αναπόφευκτο της πορνείας,
  • η κριτική του νόμου της Μέρλιν για την αποτυχία επίλυσης του φαινομένου ή ακόμη και για την επιδείνωσή του,
  • την τοποθέτηση της βιομηχανίας της πορνείας στη λογική της αγοράς και ακόμη καλύτερα της παγκόσμιας αγοράς,
  • η διάκριση μεταξύ εμπορίας και πορνείας που επιλέγεται ελεύθερα από τις εκδιδόμενες

Είναι η πορνεία μία δουλειά όπως οποιαδήποτε άλλη;

Πρόκειται  για οπτικές που αντικατοπτρίζουν ένα μέρος των διεθνών πολιτικών για την πορνεία, που αναλύθηκαν με ακρίβεια από την Daniela Danna στο πρώτο κεφάλαιο. Αυτό που έχουν κοινό είναι ότι γίνεται λόγος για την πορνεία ως εργασία και αυτό απέχει πολύ από το νόμο της Μέρλιν. Όπως επισημάνθηκε σε διάφορα σημεία του βιβλίου, αυτό επιτεύχθηκε με την πάροδο του χρόνου, επίσης μέσω της χρήσης παραπλανητικής γλώσσας με επακόλουθη διολίσθηση νοήματος.

Για παράδειγμα, ορίζοντας την πορνεία ως σεξεργασία  όπως οποιοδήποτε επάγγελμα, οι εκπορνευτές γίνονται πελάτες που πραγματοποιούν οικονομικές συναλλαγές, οι ιδιοκτήτες πορνείων επιχειρηματίες, εκμεταλλευτές εργοδότες και γυναίκες που διαθέτουν το σώμα τους γίνονται ελεύθεροι επαγγελματίες. Μπορεί όμως η πορνεία να θεωρηθεί επάγγελμα όπως κάθε άλλο; Μπορεί ο κόλπος να είναι χώρος εργασίας και οικονομικής παραγωγικότητας; “Ο ιστότοπος της South Melbourne Community Health (Κοινότητα Υγείας της Νότιας Μελβούρνης) συμβουλεύει τις escort να μην χρησιμοποιούν τοπικό αναισθητικό, επειδή η έλλειψη ευαισθησίας εμποδίζει την άμεση παρακολούθηση των βλαβών” (σελ. 30).

Αυτό δεν υποβαθμίζει το νόημα όλων των εργασιών; Η Luciana Tavernini αναδεικνύει την ιδέα πώς με αυτόν  τον τρόπο περνάει στο σώμα των γυναικών η προσπάθεια του «διαχωρισμού των ίδιων των εργαζομένων(άτομο), από αυτό που πρέπει να διαθέτουν- πουλάνε (σώμα)»,  για να εξασφαλίζουν τους μισθούς τους κάνοντας τη συνολική πώληση τους αποδεκτή και κρύβοντας τις υποκείμενες κοινωνικές σχέσεις.

Η Julia O’Connell Davidson ανακαλεί ένα συμβάν, το οποίο ανέφερε ο Μαρξ στο Κεφάλαιο, στο οποίο λέγεται πως ο κ. Peel είχε μεταφέρει στην Αυστραλία, εκτός από τα μέσα διαβίωσης και παραγωγής, επίσης τριακόσιους άνδρες, γυναίκες και παιδιά της εργατικής τάξης, οι οποίοι μόλις είδαν πώς ήταν δυνατόν να βρουν μέσα αλλού για να ζήσουν καλύτερα, έφυγαν αφήνοντάς τον χωρίς καν υπηρέτη!

Ο Μαρξ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να μετατρέψει τα υπάρχοντά του σε κεφάλαιο, ο κ. Peel θα χρειαζόταν να εξάγει τις κοινωνικές σχέσεις που ανάγκασαν τους άνδρες και τις γυναίκες που έφερε μαζί του να πουλήσουν τη δική τους ελεύθερη βούληση (σελ. 196). Οι κοινωνικές σχέσεις που θέτουν τις γυναίκες σε θέση να πουλήσουν το σώμα τους «αυθόρμητα» χαρακτηρίζονται από την ασυμμετρία μεταξύ των φύλων. Η χρήση γυναικείων σωμάτων διαμέσου του χρήματος αποτελεί ιδρυτικό θεσμό της πατριαρχίας.

Είναι λοιπόν ένα σημαντικό ζήτημα για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια των γυναικών και για τις σχέσεις μεταξύ των φύλων. Καθώς στην εποχή μας αρχίζουμε να δίνουμε σημασία στον λόγο των γυναικών, έχουν μεταφραστεί, από φίλες της Resistenza Femminista (Φεμινιστικής Αντίστασης), εξαιρετικά και ανατρεπτικά κείμενα ως πολιτική πράξη.

Τέτοια κείμενα είναι « Βιασμός επί πληρωμή». Η αλήθεια για την πορνεία της Rachel Moran (Round Robin, 2017) όπου η συγγραφέας αφηγείται, ξεκινώντας από τη δική της εμπειρία, τον τρόμο που βίωσε στην πορνεία αναλύοντας το νόημά του («μια δική μου ανασκόπηση» τεύχος 1/2018  Viottoli).

Άλλο είναι ο μύθος της Pretty Woman. Πώς το λόμπι της βιομηχανίας του σεξ διευθύνει την πορνεία, της Julie Bindel (VandA.ePublishing, 2019) που συλλέγει 250 συνεντεύξεις με επιζήσασες της πορνείας, ακτιβιστές για τα δικαιώματα των σεξεργατριών, προαγωγούς, πορνοπελάτες και ιδιοκτήτες πορνείων σε 40 χώρες, πόλεις και πολιτείες του κόσμου.

Μέχρι τώρα, δεν υπήρχε ιταλική άποψη που να πηγάζει από την ιστορία μας, από την προσέγγιση στην πορνεία που χαρακτηρίζεται από το νόμο της Μέρλιν, από τον φεμινισμό μας και απ’ ότι «μειώθηκε στα ιταλικά η αγανάκτηση προς τους άνδρες που επιτρέπουν στον εαυτό τους να αγοράσουν γυναικείο σεξ “(Σ. 14).

Έχουμε λοιπόν μια τριλογία για να κατανοήσουμε καλύτερα το φαινόμενο της πορνείας πέρα ​​από τα συνθήματα και τα στερεότυπα και επομένως να έχουμε ένα πιο ολοκληρωμένο πλαίσιο σε ένα περίπλοκο θέμα, το οποίο αφορά όλες και όλους.

Σίγουρα σ’ αυτό που μας οδηγούν οι συγγραφείς, είναι να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τη δυνατότητα κατάργησης της πορνείας. Οι άνδρες πρέπει να σταματήσουν να παραβιάζουν τα σώματα των γυναικών και των κοριτσιών κατά πως επιθυμούν και με την έγκριση άλλων ανδρών, σύμφωνα με μια υποβαθμισμένη ανδρική αντίληψη της επιθυμίας και της σεξουαλικότητας: η χρήση – ή μάλλον κατάχρηση – του γυναικείου σώματος που διατίθεται για χρήματα, είναι μια εκδήλωση της αρσενικής αλαζονείας σύμφωνα με την οποία οι άνδρες θεωρούν τον εαυτό τους ανώτερο από τις γυναίκες (υπάρχουν ακόμα λίγες εξαιρέσεις), και από τον ιδρυτικό θεσμό της κοινωνικής δομής που καταγγέλλεται από τις γυναίκες ως πατριαρχία (σελ. 16).

Η μάχη των αφηγήσεων

Γνωρίζουμε καλά ότι τα διακυβεύματα είναι πολύ υψηλά: διακυβεύονται δύο αφηγήσεις της πραγματικότητας, οι οποίες σε αυτήν την περίοδο του τέλους της πατριαρχίας εμφανίζονται σε σύγκρουση. Και οι δύο αφηγήσεις είναι μέρος μιας κοινής λογικής που τις δημιούργησε (1) η παλαιότερη που υποστηρίζει, υπέρ των ανδρών, το αναπόφευκτο της πορνείας που θεωρείται ένα φαινόμενο τόσο παλαιό όσο ο κόσμος που υπήρχε ανέκαθεν και θα υπάρχει πάντα, ένα φυσικό γεγονός ότι ανταποκρίνεται σε μια αδάμαστη ανάγκη της ανδρικής σεξουαλικότητας η οποία στη σύγχρονη εποχή πρέπει να ρυθμιστεί.  και (2) την πιο πρόσφατη αφήγηση των γυναικών που έχουν αμφισβητήσει τη συμβολική τάξη πραγμάτων της πατριαρχίας και, ξεκινώντας από την κοινή τους εμπειρία, από τις σχέσεις αδελφοσύνης τους, αξιολογούν σε πρώτο πρόσωπο τι είναι σωστό και τι είναι λάθος για τις ίδιες και για τις άλλες.

Χάρη σε ένα κοινό γυναικείο συναίσθημα και μια μεταδοτική ανάγκη για αλήθεια και δικαιοσύνη για τον εαυτό τους και για όλες εκείνες που ανήκουν στο φύλο τους, από τις αρχές του εικοστού αιώνα υπήρξε μια συμβολική μετατόπιση, μέσω της απομόνωσης όρων του γυναικείου λόγου και της παρερμηνείας του. Η Luciana Tavernini αναφέρει μαρτυρίες για γυναίκες που βγήκαν από την πορνεία χάρη σε άλλους, αφηγήσεις που αναφέρθηκαν και ενισχύθηκαν από τον φεμινισμό της δεκαετίας του 80. Σήμερα μπορούμε να ακούσουμε τι λένε οι επιζήσασες, οι νομικοί, οι φεμινίστριες.

Η πορνεία είναι μια ανταλλαγή: Αυτός έχει τα χρήματα, Αυτή έχει το σώμα. Η ιστορία σεξ και εξουσίας του πρώην πρωθυπουργού Μπερλουσκόνι μας το έδειξε αυτό. Η Ida Dominijanni το εξήγησε καλά στο βιβλίο της «Το κόλπο. Σεξουαλικότητα και βιοπολιτική στο τέλος του Μπερλουσκόνι» (Il Trucco. Sessualità e biopolitica nella fine di Berlusconi, Ediesse, 2014). Όταν οι γυναίκες μίλησαν δημοσίως, όπως στην περίπτωση της Σόφιας Βεντούρα, της Βερόνικα Λάριο και της Πατρίτζια Ντ ‘Αντάρριο, στην «κατέρρευσαν» σημαντικές προσωπικότητες της πολιτικής ζωής.

Όσον αφορά την πορνεία, η “μάχη των αφηγήσεων” (Lia Cigarini in Sottosopra – Cambio di Civiltà, 2018) βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Όπου έχει κερδίσει η νεοφιλελεύθερη αρσενική αφήγηση, η πορνεία ρυθμίζεται όπως στη Δανία, τις Κάτω Χώρες και τη Γερμανία. Ένα σημαντικό παρατράγουδο των πιθανών συνεπειών ήταν η ανάγκη δικαστικής απόφασης στη Γερμανία, έτσι ώστε οι άνεργες γυναίκες να μην υποχρεώνονται  να αποδεχθούν την εργασία σε οίκο ανοχής, που τους έβρισκε ο αντίστοιχος ΟΑΕΔ, για να μην χάσουν το επίδομα ανεργίας τους.

Αντιλαμβανόμενοι ότι αυτή η νομοθετική αντιμετώπιση τρελαίνει και δεν λειτουργεί, τον Απρίλιο του 2019 παραδόθηκαν 42.000 υπογραφές στο ολλανδικό κοινοβούλιο ζητώντας την εισαγωγή του σκανδιναβικού μοντέλου που καθιστά παράνομη την αγοροπωλησία σεξουαλικών υπηρεσιών.

Όπου η γυναικεία (φεμινιστική) αφήγηση έχει κερδίσει είναι γνωστό, γιατί το λένε οι επιζήσασες της πορνείας και επειδή κάθε γυναίκα το γνωρίζει βαθιά μέσα της, ότι η πορνεία για τις γυναίκες είναι κόλαση, είναι βία, ταπείνωση, είναι πληρωμένος βιασμός. Οπότε, το μοντέλο αναφοράς είναι το λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο που ισχύει στη Σουηδία από το 1999 και στη συνέχεια στη Νορβηγία, την Ισλανδία, την Ιρλανδία και τη Βόρεια Ιρλανδία και, από τον Απρίλιο του 2016, επίσης στη Γαλλία.

Αυτό το μοντέλο τιμωρεί την αγορά σεξ με πρόστιμο για τους πορνοπελάτες που ισχυρίζονται ότι το αγοράζουν, αποποινικοποιεί τους εκδιδόμενους ανθρώπους, προβλέπει τη δημιουργία προγραμμάτων εξόδου από την πορνεία σε εθνική κλίμακα, πολιτικές προστασίας και υποστήριξης για θύματα πορνείας, σεξουαλικής εκμετάλλευσης και εμπορίας, προγράμματα επανεκπαίδευσης για πελάτες και προαγωγούς, προγράμματα επανένταξης για εκδιδόμενες.

Στην πραγματικότητα, στη Σουηδία ο αριθμός των εκδιδόμενων έχει μειωθεί σημαντικά. Σύμφωνα με τη σουηδική αστυνομία, το μέτρο είχε σημαντική αποτρεπτική επίδραση στην  πορνική αγορά. Ο νόμος επίσης διαφοροποίησε την κοινή γνώμη.

Στο κείμενό της, η Grazia Villa, δικηγόρος του Κόμο, λέει πως η Οίκη, μια γυναίκα που επέζησε της πορνείας, επέστρεψε στο Κέντρο Μεταναστών για να πει ότι βρήκε σπίτι και “πραγματική δουλειά” γιατί “τίποτα άλλο δεν είναι ποτέ δουλειά, ποτέ, ποτέ, ποτέ!” Είχε μαζί της γλυκά για να ευχαριστήσει και μια κόκκινη σάρπα για τη Grazia, τη δικηγόρο που την είχε παρακολουθήσει ταξίδι της προς τη νομιμότητα. “Σε αυτήν την απλή χειρονομία ευγνωμοσύνης, ωστόσο, υπήρχε η λύτρωση και η αυτοδιάθεση μιας γυναίκας, η δύναμη της συμμαχίας μας: ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα, μια πιθανή επανάσταση” (σελ. 175).

Η αντιμετώπιση αυτού του οδυνηρού και άβολου θέματος μας δίνει την ευκαιρία να αναρωτηθούμε και να σκεφτούμε τις σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών και τις απαραίτητες αλλαγές για μια στροφή του πολιτισμού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ της Βέρας Σιατερλή

* IO L’OTTO SEMPRE: τίτλος συλλογικών εκδηλώσεων για τις 8 Μάρτη. l’ Otto =στις οκτώ και lotto= αγωνίζομαι. Λογοπαίγνιο «εγώ αγωνίζομαι πάντα» αλλά  και «εγώ στις οκτώ πάντα»

* Ο νόμος 20 Φεβρουαρίου 1958, αρ. 75 είναι ένας νόμος της Ιταλικής Δημοκρατίας, γνωστός ως νόμος της Μέρλιν, που πήρε το όνομά του από την υποστηρίκτρια και την πρώτη υπογράφουσα το νόμο, τη γερουσιαστή Λίνα Μέρλιν. Κατάργησε τη ρύθμιση της πορνείας, έκλεισε τα πορνεία και εισήγαγε τα αδικήματα εκμετάλλευσης και προαγωγής και συνέργειας της πορνείας. Η ίδια η πορνεία, εθελοντική και εκτελούμενη,  χωρίς εκμετάλλευση τρίτων, από ενήλικες γυναίκες και άνδρες, παρέμεινε νόμιμη, καθώς θεωρήθηκε μέρος των ατομικών επιλογών που εγγυάται το Σύνταγμα, ως μέρος της απαραβίαστης προσωπικής ελευθερίας (άρθρο 2 και άρθρο 13). Ο νόμος της Merlin εξακολουθεί να ρυθμίζει το φαινόμενο στην Ιταλία.

 

 

Πηγή: https://www.vandaepublishing.com/la-prostituzione-ne-sesso-ne-lavoro/