Η βία κατά των αθιγγανίδων

Γράφει η Αθηνά Παπανικολάου

Προλογίζει η Σίσσυ Βωβού

Στη σημερινή διαδικτυακή εκδήλωση του Μωβ για το Δικαίωμα των Γυναικών στην Αυτοάμυνα σε περιπτώσεις έμφυλης βίας και το αίτημα για την αλλαγή του νόμου, παρενέβη η υπογράφουσα το κατωτέρω κείμενο, η οποία ήταν αλληλέγγυα και υποστηρίχτρια της Σανιέ Ο., της γυναίκας που σκότωσε τον άντρα της μετά από 19 χρόνια γάμου-19 χρόνια κακοποίησης. Η Σανιέ καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση, και τα οκτώ ανήλικά της σκορπίστηκαν σε διάφορους φορείς προστασίας ανηλίκων. Η Α.Π. δεν μιλάει για τις αθιγγανίδες από θέση αναλύτριας, αλλά από θέση αλληλέγγυας για πολλά χρόνια, στην Σανιέ και τα οκτώ ανήλικα. Η ίδια ασχολήθηκε με τις δίκες της Σανιέ, στο πρωτόδικο, 10 χρόνια, στο Εφετείο 10 χρόνια και στον Άρειο Πάγο όπου φρόντισε με τη βοήθεια φεμινιστικών οργανώσεων να φτάσει η υπόθεση. Ο Άρειος Πάγος απέρριψε αυτοστιγμεί το αίτημά της, και τα χρόνια έμειναν, ωσότου να εκτίσει τα 4 και να μπορεί νόμιμα να βγει. Η περίπτωση της ποινής για την Σανιέ είναι η πιο κραυγαλέα αδικία του νομικού συστήματος, και υπογραμμίζει με τον πιο ακραίο τρόπο τα κλειστά μάτια του νόμου απέναντι στη βία κατά των γυναικών και την ανάγκη για την τροποποίηση αυτού του νόμου. Σ.Β.

Η βία κατά των αθιγγανίδων

Παρά το γεγονός ότι η ενδοοικογενειακή βία με θύματα τις γυναίκες αποτελεί ζήτημα που αγγίζει όλα τα κοινωνικά, πολιτισμικά και οικονομικά στρώματα, αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στις ιδιάζουσες συνθήκες που η βία κατά των γυναικών εκφράζεται στους κόλπους της κοινωνίας των αθίγγανων. Η φτώχια, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η έλλειψη μόρφωσης καθώς τα ήθη και έθιμα της εν λόγω κοινότητας επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το ρόλο και την θέση των γυναικών.

Η βία κατά των αθίγγανων γυναικών ξεκινάει σε νεαρή ηλικία, όταν πρόωρα ωθούνται στον γάμο και την τεκνοποίηση. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2008 στον οικισμό Αγία Σοφία του δήμου Δέλτα το 56% των έγγαμων ανήκε στην ηλικιακή ομάδα 13-19. Η συνθήκη αυτή
αποτελεί υπέρτατη έκφραση βίας, παραβιάζοντας τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα του ατόμου.

Στη χώρα μας, σύμφωνα με τον Αστικό κώδικα στο άρθρο 1351, απαγορεύεται η τέλεση γάμου πριν την ενηλικίωση. Τόσο οι γυναίκες όσο και οι άντρες, στα πλαίσια ενός πρόωρου γάμου, καλούνται να αντιμετωπίσουν ρόλους μη συμβατούς με το ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο ωρίμανσής τους. Επιπλέον ο πρόωρος γάμος ελαχιστοποιεί τις δυνατότητες πρόσβασης στην εκπαίδευση και την εργασία, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες εκδήλωσης ενδοοικογενειακής βίας.

Στην αποκλεισμένη από τον υπόλοιπο κοινωνικό ιστό κοινότητα των αθίγγανων, αναπαράγονται στερεότυπα και ιδεολογίες για την θέση των γυναικών στην οικογένεια, πράγμα που τις καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτες στην κακοποίηση που δέχονται στον έγγαμο βίο, αλλά και στους
μηχανισμούς αντίδρασης και διαφυγής από αυτήν.

Η θυματοποίηση και τα συναισθήματα ενοχής αποτελούν τα κύρια στοιχεία έκφρασης όλων των κακοποιημένων γυναικών, ανεξάρτητα από την κοινωνική και οικονομική θέση στην οποία ανήκουν. Τα συναισθήματα αυτά όμως επιτείνονται στις κοινωνίες που συντηρούν αντιλήψεις ανισότητας των δύο φύλων. Οι στερεοτυπικές πεποιθήσεις περί υπεροχής του αντρικού και της αδυναμίας του γυναικείου φύλου,  διαμορφώνουν το έδαφος για την επιβολή ισχύος μέσα από βίαιες συμπεριφορές.

Οι γυναίκες υφίστανται συστηματικά ενδοοικογενειακή βία στις κοινότητες των Αθίγγανων, με την ανοχή και τη σιωπή της υπόλοιπης κοινωνίας, η οποία εκλογικευμένα αποδίδει συγκεκριμένες συμπεριφορές στα ήθη της εν λόγω κοινωνικής ομάδας. Κοινή είναι η αντίληψη της κοινωνίας για την απροθυμία της κοινότητας να δεχτεί οποιαδήποτε «διορθωτική» παρέμβαση. Αυτό όμως έχει ως αποτέλεσμα την μη λήψη επαρκών μέτρων, που θα στοχεύουν στην αντιμετώπιση των ιδιαίτερων συνθηκών που ευνοούν την εκδήλωση των αυξημένων περιστατικών ενδοοικογενειακής
βίας.

Ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα αποτελεί η δυσχερής πρόσβαση των αθίγγανων γυναικών στις αρχές και στις κοινωνικές υπηρεσίες προάσπισης των δικαιωμάτων τους.

Οι γυναίκες Ρομά νοιώθουν παγιδευμένες και ανυπεράσπιστες μέσα στην κακοποιητική σχέση. Οι οικονομικοί, πολιτισμικοί και κοινωνικοί παράγοντες λειτουργούν αποτρεπτικά σε ένα ενδεχόμενο σχέδιο διαφυγής. Αναγκάζονται να υπομένουν τη βία, γιατί έχουν γαλουχηθεί με
αντιλήψεις υπεροχής του άντρα, δεν διαθέτουν πόρους, δεν έχουν τη στήριξη της κοινότητας, δεν έχουν το μορφωτικό υπόβαθρο ώστε να κάνουν χρήση των κοινωνικών υπηρεσιών και των δικαιωμάτων τους, δεν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας και είναι κατακλυσμένες από ένα
αίσθημα γενικευμένης αβοηθησίας.

Διεθνείς και Ευρωπαϊκοί οργανισμοί κατατάσσουν τις γυναίκες Ρομά στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και προωθούν στρατηγικές αντιμετώπισης των πολλαπλών μορφών ενδοοικογενειακής βίας που υφίστανται. Το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης «Πρόσβαση των γυναικών Ρομά στη δικαιοσύνη» JUSTROR3, έχει ως
σκοπό την ενδυνάμωση των γυναικών Ρομά μέσω της ενίσχυσης της γνώσης τους σχετικά με τους μηχανισμούς καταγγελιών, το σύστημα απονομής δικαιοσύνης και τα θεσμικά όργανα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η φωτό είναι από ενημέρωση σε γυναίκες ρομά για θέματα Ισότητας, στο Αλιβέρι, το 2019