Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος για τα προβλήματα στην εφαρμογή διαταγμάτων επικοινωνίας γονέων με τέκνα

Το παρακάτω εξαιρετικά τεκμηριωμένο σημείωμα συνέταξε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Οικογενειακού Δικαίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και υποβλήθηκε στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων το 2015. Η επιστημονική του αρτιότητα και οι αναφορές-σημειώσεις αποτελούν εξαιρετική ενημέρωση και αναδεικνύει τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τα παιδιά όταν συμπεριλαμβάνονται στη νομοθεσία όροι όπως “γονική αποξένωση” ή “πατρική αποξένωση” ή “διαταραχή γονικής αποξένωσης”. Ωστόσο, παρόλο που μεταμφιέζεται σε κάτι καλόηθες, όπως προπαγανδίζεται ευρέως στη χώρα μας από τους συλλόγους των πατεράδων, παραπέμπει πάντα είτε ευθέως είτε έμμεσα στο “Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης” του ψυχίατρου Δρ. Gardner, που δεν αναγνωρίζεται από διεθνείς οργανισμούς, και έχει ευρέως απορριφθεί από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Δυστυχώς όμως, εμφιλοχωρεί στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την αναμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου, το οποίο κρίνεται ως ακατάλληλο και βλαπτικό πρωτίστως για τα παιδιά. Δυστυχώς δεν έχουμε δει κάποιο ενδιαφέρον, μελέτη ή θέσεις δικηγορικών συλλόγων της Ελλάδας. Σ.Β.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος ευχαριστεί την επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών της Βουλής των Αντιπροσώπων για την πρόσκληση να εκφράσει τις απόψεις του σε σχέση με τα προβλήματα που παρουσιάζονται σε σχέση με την εφαρμογή διαταγμάτων που αφορούν θέματα επικοινωνίας διαζευγμένων γονέων με τα παιδιά που βρίσκονται κάτω από τη φροντίδα του άλλου γονέα.

Θα θέλαμε κατ’ αρχάς να αναφερθεί στη χρήση του όρου “πατρική αποξένωση” στα πλαίσια της εξέτασης του παρόντος θέματος.

Ο όρος “πατρική αποξένωση” παραπέμπει είτε ευθέως είτε έμμεσα στο λεγόμενο Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης του ψυχίατρου Δρ. Gardner. Το “σύνδρομο” αυτό, όμως, δεν περιλαμβάνεται στο DSM V, το διεθνούς κύρους στατιστικό και διαγνωστικό εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχολογικής Ένωσης (American Psychological Association- APA) αφού προσπάθεια που έγινε για συμπερίληψη του στο εγχειρίδιο απορρίφθηκε(1). Δεν περιλαμβάνεται επίσης στο εγχειρίδιο ICD10 της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (WHO). Έτσι ο όρος αναφέρεται σε ένα μη αναγνωρισμένο σύνδρομο.

Παράλληλα το σύνδρομο αυτό έχει ευρέως απορριφθεί από την νομική και επιστημονική κοινότητα.

Έτσι, η Προεδρική Ομάδα Εργασίας για την ενδοοικογενειακή βία της Αμερικανικής Ψυχολογικής Ένωσης σε έκθεση της έχει προειδοποιήσει για την έλλειψη επιστημονικής τεκμηρίωσης του υποτιθέμενου αυτού συνδρόμου και εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για τη χρήση του όρου(2).

Την πιο πάνω θέση έχει υιοθετήσει μεταξύ άλλων και η Επιτροπή για την Ενδοοικογενειακή Βία του Αμερικανικού Δικηγορικού Συλλόγου (Presidential Task Force on Violence and the Family of the American Psychiatric Association)(3).

Η Εθνική Ένωση Οικογενειακών Δικαστών και Δικαστών Ανηλίκων των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. National Council of Juvenile and Family Court Judges), σε έκθεση της τονίζει ότι το λεγόμενο “Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης” έχει καταρριφθεί, είναι επιστημονικά αβάσιμο και δεν θα πρέπει να γίνεται αποδεκτό από τα Δικαστήρια αφού δεν πληροί τα αποδεικτικά κριτήρια αποδεκτότητας επιστημονικής μαρτυρίας(4).

Ο Εθνικός Σύνδεσμος Εισαγγελέων των Η.Π.Α (National District Attorneys Association) σε έκθεση του για το “Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης” τονίζει ότι αυτό αποτελεί μια μη τεκμηριωμένη θεωρία η οποία συνιστά απειλή για την ακεραιότητα του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης και την ασφάλεια παιδιών που έχουν υποστεί κακοποίηση(5).

Στην έκθεση Sturge/Glaser, που ετοιμάστηκε μετά από οδηγίες του Official Solicitor της Αγγλίας για να χρησιμοποιείται για την καθοδήγηση των Αγγλικών δικαστηρίων, επισημαίνεται ότι το λεγόμενο Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης δεν υπάρχει, υπό την έννοια ότι δεν αναγνωρίζεται από το στατιστικό εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχολογικής εταιρείας DSM IV ή από τη διεθνή κατηγοριοποίηση παθήσεων ICD10 και δεν είναι γενικά αποδεκτό από την επιστημονική κοινότητα. Τονίζεται επίσης ότι η χρήση του όρου Γονική Αποξένωση είναι αδόκιμη και ανεπιθύμητη(6).

Στην έκθεση Sturge/Glaser υιοθετείται παράλληλα η κριτική που άσκησε η καθηγήτρια Kathleen C. Faller στη θεωρία περί Συνδρόμου Γονικής Αποξένωσης. Μεταξύ άλλων, η καθηγήτρια Falller αφού προβαίνει σε εκτεταμένη ανάλυση της βιβλιογραφίας επισημαίνει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να τεκμηριώνουν την ύπαρξη του συνδρόμου(7). Αντίθετα με βάση τις διαθέσιμες έρευνες και κλινικά συμπεράσματα, ορισμένα από τα αξιώματα της θεωρίας είναι λανθασμένα ενώ άλλα εκφράζουν μόνο την άποψη μιας μειοψηφίας ειδικών.

Ανάλογη κριτική έχει ασκηθεί κατά τρόπο πειστικό και τεκμηριωμένο από μεγάλο αριθμό άλλων ειδικών εγνωσμένου κύρους όπως την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του George Washington Joan S. Meier (8), την καθηγήτρια Carol S. Bruch του UC Davis School of Law(9), την Jennifer Hoult, Law Guardian, Kings County, N.Y.10 και τον Dr. Paul J. Fink(11), τέως Πρόεδρο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ένωσης και καθηγητή του Temple University Philadelphia

Προειδοποίηση κατά της αποδοχής της θεωρίας αυτής από τα Δικαστήρια έχουν εκδώσει επίσης πολλοί οργανισμοί που ασχολούνται με το ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας αλλά και γυναικείες οργανώσεις όπως η Εθνική Οργάνωση Γυναικών των Η.Π.Α. (National Organisation of Women NOW)(12), το National Network to End Domestic Violence (NNEDV), το Domestic Violence Legal Empowerment and Appeals Project (DV LEAP), το Stop Family Violence, και το National Coalition Against Domestic Violence(13).

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος υιοθετεί τις πιο πάνω θέσεις. Θεωρεί ότι η προσπάθεια προώθησης του λεγόμενου συνδρόμου γονικής αποξένωσης υπονομεύει την ακεραιότητα του συστήματος οικογενειακής δικαιοσύνης στην Κύπρο και τη δυνατότητα του να εξυπηρετήσει το συμφέρον παιδιών σε υποθέσεις που αφορούν τη γονική τους μέριμνα(14). Θεωρεί επίσης ότι οι λύσεις που προκρίνει η πιο πάνω θεωρία όπως η λεγόμενη “θεραπεία δια της απειλής” (“threat therapy”) ή της υποχρεωτικής απομάκρυνσης παιδιών από τον γονέα ο οποίος έχει τη φροντίδα του και με τον οποίο το παιδί είναι συνδεδεμένο και τερματισμό κάθε επικοινωνίας μαζί του είναι βάρβαρες, χωρίς οποιοδήποτε επιστημονικό υπόβαθρο ή τεκμηρίωση, και συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις στα δικαιώματα του παιδιών αυτών όπως αυτά κατοχυρώνονται από την Κυπριακή νομοθεσία, το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα του παιδιού. Θεωρούμε ότι τέτοια μέτρα δεν έχουν θέση στο Κυπριακό Σύστημα απονομής δικαιοσύνης.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος σημειώνει τις προσπάθειες που έγιναν από αριθμό ψυχολόγων για αναθεώρηση του λεγόμενου Συνδρόμου Γονικής Αποξένωσης(15). Οι αναθεωρημένες αυτές θεωρίες απορρίπτουν τόσο τη θεραπεία απειλών όσο και την υποχρεωτική αλλαγή της φροντίδας παιδιών τονίζοντας ότι η τελευταία επιτρέπεται μόνο στις σπάνιες περιπτώσεις όπου ο γονέας που έχει τη φροντίδα του παιδιού παρουσιάζει σοβαρή ψυχοπαθολογική συμπεριφορά που ούτως ή άλλως θα δικαιολογούσε την μετακίνηση του παιδιού από τον γονέα αυτό.(16) Οι θεωρίες αυτές αναγνωρίζουν ότι η θέση ότι ο γονέας που έχει τη φροντίδα του παιδιού έχει την κύρια ευθύνη για την “αποξένωση” του παιδιού από τον άλλο γονέα είναι μονοδιάστατη και απλοϊκή, και δεν υποστηρίζεται από τα διαθέσιμα στοιχεία. Αναγνωρίζουν επίσης την πληθώρα των παραγόντων που μπορούν είτε από μόνοι τους είτε συνδυασμένα να οδηγήσουν ένα παιδί να απορρίψει τον ένα γονέα και να αρνηθεί να έχει επικοινωνία μαζί του.(17) Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος σημειώνει όμως ότι δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ αυτών των θεωριών περί “αποξένωσης” και του “Συνδρόμου Γονικής Αποξένωσης”, πολλές από τις θεωρίες αυτές στηρίζονται στον ένα ή άλλο βαθμό σε επί μέρους στοιχεία του “Συνδρόμου Γονικής Αποξένωσης” και στην πράξη οι αναφορές σε αποξένωση κατά κανόνα παραπέμπουν στο “Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης”(18) με όλες τις αρνητικές συνέπειες από τη χρήση αυτής της θεωρίας. Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος υιοθετεί τις απόψεις της Εθνικής Ένωσης Οικογενειακών Δικαστών και Δικαστών Ανηλίκων των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. National Council of Juvenile and Family Court Judges)(19) και της έκθεσης Sturge/Glaser(20) ότι η ίδια η χρήση των όρων “αποξένωση”, “γονική αποξένωση” ή “σύνδρομο γονικής αποξένωσης” είναι ανεπιθύμητη γιατί προσδίδει κύρος σε μια “θεωρία” που έχει καταρριφθεί από την επιστημονική και νομική κοινότητα.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος σημειώνει παράλληλα ότι οι θεωρίες περί γονικής αποξένωσης όταν εγείρονται σε απάντηση κατηγοριών για κακοποίηση παιδιών από τον ένα γονέα αποπροσανατολίζουν τη διαδικασία και στρέφουν τη συζήτηση γύρω από το υποτιθέμενο σύνδρομο και μακριά από το ζήτημα της κακοποίησης, υπονομεύοντας έτσι τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να ανταποκριθεί στο έργο του(21). Αυτό όχι μόνο θέτει σε κίνδυνο τα ίδια τα παιδιά που κινδυνεύουν από κακοποίηση αλλά αποτρέπει γονείς των οποίων τα παιδιά έχουν πέσει θύματα τέτοιας κακοποίησης από το να ζητήσουν τη διερεύνηση των περιστατικών και τη βοήθεια του Δικαστηρίου.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος αναγνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το σύστημα απονομής δικαιοσύνης εκεί όπου η επικοινωνία παιδιών με τους γονείς τους έχει τερματιστεί λόγω της επίμονης άρνησης των παιδιών να συμμετέχουν σε τέτοια επικοινωνία. Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος σημειώνει την ορθότητα της νομολογημένης αρχής ότι κατ’ αρχήν το συμφέρον των παιδιών είναι να έχουν σχέση και με τους δύο γονείς εφόσον δεν συντρέχουν παράγοντες που σχετίζονται με ενδοοικογενειακή βία ή άλλες σοβαρά αρνητικές συμπεριφορές του άλλου γονέα που επιβάλλουν περιορισμούς στη σχέση αυτή. Αποδέχεται επίσης τη νομική αρχή ότι τα Δικαστήρια οφείλουν να εξαντλούν όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεση τους για να πετύχουν τη διατήρηση αυτής της σχέσης.(22) Σημειώνει όμως παράλληλα, την ανάγκη όπως τα Δικαστήρια αντιμετωπίζουν καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία με τη δέουσα σοβαρότητα. Στον τομέα αυτό θεωρούμε ότι επιβάλλεται η άμεση εκπαίδευση των Οικογενειακών Δικαστών στο ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας, τις διάφορες μορφές που αυτή λαμβάνει, τις συνέπειες που έχει στα θύματα και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας που είναι μάρτυρες τέτοιας βίας και τον τρόπο που αυτή επηρεάζει τη σχέση ενός παιδιού με τον γονέα που ασκεί ή έχει ασκήσει τέτοια βία.

Παράλληλα σημειώνει ότι η άμεση ή έμμεση υιοθέτηση οποιουδήποτε τεκμηρίου ότι για προβλήματα που παρουσιάζονται στη διατήρηση αυτής της σχέσης ευθύνεται είτε εξ’ ολοκλήρου είτε κατά κύριο λόγο ο γονέας που έχει τη φύλαξη και όχι άλλοι παράγοντες, είτε αυτοί επικεντρώνονται στον άλλο γονέα είτε όχι, είναι επιστημονικά ατεκμηρίωτη, νομικά απαράδεκτη, και δεν βοηθά στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος αφού δεν επιτρέπει την επικέντρωση στην πραγματική πηγή του προβλήματος. Είναι επίσης αντίθετη με τη νομολογία που οφείλει να ακολουθήσουν τα κυπριακά δικαστήρια(23). Στο βαθμό που ένα τέτοιο επιχείρημα άμεσα ή έμμεσα αποτελεί το υπόβαθρο καταδίκης γονέων σε διαδικασίες καταφρόνησης δικαστικών διαταγμάτων ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος τονίζει ότι αυτό αποτελεί σοβαρή παραβίαση του Τεκμηρίου της Αθωότητας, όπως αυτό καθιερώνεται από το άρθρο 12 του Συντάγματος και το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και πλήττει καίρια το κύρος της κυπριακής δικαιοσύνης. Το Δικαστήριο έχει την υποχρέωση να εξετάσει κάθε περίπτωση στη βάση των δικών της περιστατικών, δίδοντας τη δέουσα βαρύτητα σε τυχόν καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία (είτε αυτή συμβαίνει κατά το χρόνο εξέτασης της υπόθεσης ή έχει στραφεί στο παρελθόν και είτε αυτή στρέφεται ή έχει στραφεί κατά του παιδιού είτε άλλου μέλους της οικογένειας). Θα πρέπει επίσης να μην καταλογίζει εις βάρος ενός γονιού τις εύλογες και καλόπιστες ενέργειες του που έχουν ως στόχο την προστασία του παιδιού από τις συνέπειες τέτοιων συμπεριφορών.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος απορρίπτει κατηγορηματικά ως ακραία και νομικά απαράδεκτη τη θέση ότι η άρνηση ενός παιδιού να έχει σχέση με τον άλλο γονέα απαλλάσσει τον γονέα που έχει τη φροντίδα του παιδιού από την υποχρέωση να συμβάλει στο μέτρο των δυνάμεων του για την αποκατάσταση της σχέσης. Με τον ίδιο τρόπο όμως, απορρίπτει και τη θέση ότι και ο γονέας του οποίου η σχέση με το παιδί έχει διαταραχθεί, απαλλάσσεται σε κάθε περίπτωση από την ευθύνη να συμβάλει και από την πλευρά του στην αποκατάσταση αυτής της σχέσης ή ότι είναι κατά τεκμήριο απαλλαγμένος ευθυνών σε περίπτωση που διατηρούνται τα προβλήματα στη σχέση. Η έκταση που επιβάλλεται στην συμβολή του ενός ή του άλλου γονιού για την αποκατάσταση της σχέσης του παιδιού με τον γονιό με τον οποίο έχει διαταραχθεί η επικοινωνία, θα πρέπει να εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος υιοθετεί τη αρχή ότι σε κάθε περίπτωση όπου δεν υπάρχει κίνδυνος κακοποίησης ενός παιδιού από τον άλλο γονέα οπότε και η επικοινωνία λογικά θα πρέπει να τεθεί υπό σοβαρό περιορισμό, η συμβολή και των δυο γονέων στην αποκατάσταση της σχέσης του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν έχει επαφή είναι κατά κανόνα απαραίτητη και χωρίς αυτή τη συμβολή η αποκατάσταση είναι πολλές φορές αδύνατη.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος αναγνωρίζει ότι τα Οικογενειακά Δικαστήρια δείχνουν ιδιαίτερη ευαισθησία στην ανάγκη διατήρησης της σχέσης των παιδιών και με τους δυο γονείς. Είναι πολλές φορές που Δικαστές του Δικαστηρίου έχουν εργαστεί και εις βάρος του προσωπικού τους χρόνου στην προσπάθεια να πετύχουν ένα θετικό αποτέλεσμα. Παράλληλα όμως, αναγνωρίζει ότι το κύριο αν όχι το μόνο διαδικαστικό μέσο που είναι διαθέσιμο στα δικαστήρια, δηλαδή αυτό της διαδικασίας παρακοής (δηλαδή της τιμωρίας του ενός γονέα για μη συμμόρφωση με το διάταγμα του Δικαστηρίου) στρέφεται μόνο εναντίον του ενός γονέα. Με αυτό τον τρόπο, εκ των πραγμάτων, στρέφει την προσοχή μακριά από τις όποιες συμπεριφορές του άλλου γονέα που είτε έχουν προκαλέσει ή συμβάλει στην έλλειψη επικοινωνίας και περαιτέρω δεν προσφέρεται για να βοηθήσει στην υιοθέτηση άλλων ενδιάμεσων μέτρων όπως το διορισμό ψυχολόγου, ο οποίος να αξιολογήσει την περίπτωση, να προσπαθήσει να εντοπίσει την πηγή του προβλήματος και να εισηγηθεί και προς τους δυο γονείς τρόπους που θα βοηθήσουν στην αποκατάσταση της σχέσης. Παράλληλα, βάζει τα Δικαστήρια σε ένα απαράδεκτο δίλημμα είτε να απορρίψουν μια αίτηση παρακοής με αποτέλεσμα η επικοινωνία του παιδιού με το άλλο γονέα να τερματιστεί οριστικά, είτε να προχωρήσουν σε καταδίκη ανεξάρτητα από το αν η μαρτυρία που έχουν ενώπιον τους δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Το δίλημμα αυτό πολλές φορές οδηγεί σε αποφάσεις που παραβιάζουν κατάφωρα τα δικαιώματα των γονέων εναντίον των οποίων στρέφεται η αίτηση και υποσκάπτουν το κύρος της δικαιοσύνης.

Παράλληλα, οι διαδικασίες αυτές αντί να βοηθήσουν τους γονείς να προσαρμόσουν τις συμπεριφορές τους ώστε να υποβοηθήσουν στην αποκατάσταση της επικοινωνίας τείνουν να οδηγούν τους γονείς στο να οχυρώνονται πίσω από τις αρχικές τους θέσεις και ασκούν πίεση στα παιδιά να εντείνουν την ταύτιση τους με τον ένα γονέα. Παράλληλα, τείνουν να στρέφουν την προσοχή στους γονείς αντί στις ανάγκες των παιδιών. Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος σημειώνει ότι στην πράξη έχει αποδειχθεί ότι τιμωρίες όπως αυτή της φυλάκισης και του προστίμου είναι αναποτελεσματικές και σπάνια οδηγούν στην αποκατάσταση της επικοινωνίας είτε γιατί τείνουν να εντείνουν τη διαμάχη των γονιών, να επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο τα αρνητικά αισθήματα του παιδιού προς τον γονέα που οδήγησε στη φυλακή τον άλλο γονέα με τον οποίο τα παιδιά είναι συνδεδεμένα είτε γιατί πολλές φορές εκ των πραγμάτων παραγνωρίζουν την πολύπλοκη δυναμική που έχουν τέτοιες υποθέσεις και τους άλλους παράγοντες που θα πρέπει επίσης να συνηγορήσουν υπέρ της αποκατάστασης της σχέσης που δεν αφορούν τον γονέα που έχει υποστεί την τιμωρία.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος όμως, αναγνωρίζει παράλληλα το θετικό ρόλο που τα Δικαστήρια διαδραματίζουν σε τέτοιες υποθέσεις και τις προσπάθειες που καταβάλλονται στα πλαίσια των οδηγιών να βρεθούν τρόποι να ξεπεραστεί το αδιέξοδο και να αποκατασταθεί, όπου είναι δυνατόν, η σχέση του παιδιού με τον γονέα. Οι τρόποι αυτοί περιλαμβάνουν την εκ συμφώνου άτυπη και προσωρινή τροποποίηση του διατάγματος επικοινωνίας, επιβλεπόμενες επικοινωνίες στην παρουσία λειτουργού του γραφείου ευημερίας ή άλλου τρίτου προσώπου κοινής εμπιστοσύνης, την αξιολόγηση της περίπτωσης από ειδικούς είτε του ιδιωτικού τομέα είτε του δημοσίου, την παροχή ψυχολογικής στήριξης και αγωγής στα παιδιά και την παροχή συμβουλευτικής αγωγής στους γονείς. Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος αναγνωρίζει ότι οι ρυθμίσεις αυτές πολλές φορές είναι αποτελεσματικές στο να ξεπεραστεί το πρόβλημα. Είναι επίσης ρυθμίσεις που δίνονται εκ συμφώνου προς αποφυγή εκδίκασης της αίτησης παρακοής που κατά κανόνα είναι ανεπιθύμητη για τον γονέα εναντίον του οποίου στρέφεται και λογικά θα πρέπει να είναι ανεπιθύμητη για τον άλλο γονέα. Αυτό γιατί, αφενός μεν αν το διάβημα αποτύχει τότε ο γονέας αυτός δε θα έχει άλλο άμεσα διαθέσιμο αποτελεσματικό μέτρο στη διάθεση του για να πετύχει αποκατάσταση της επικοινωνίας και αφετέρου δε γιατί όπως ήδη αναφέρθηκε η ενδεχόμενη τιμωρία του άλλου γονέα είναι κατά κανόνα αναποτελεσματική.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος θεωρεί ότι η διαδικασία αυτή θα πρέπει να ενισχυθεί και να θεσμοθετηθεί ώστε το Δικαστήριο το οποίο αντιμετωπίζει αίτηση για παρακοή διατάγματος επικοινωνίας να μπορεί αντί της εξέτασης της αίτησης παρακοής και με τη σύμφωνη γνώμη των μερών να λαμβάνει μέτρα, είτε με οδηγίες είτε με προσωρινά διατάγματα, που θα βοηθήσουν στην αποκατάσταση της σχέσης. Κατά προτίμηση, οι οδηγίες και τα διατάγματα αυτά θα πρέπει να εκδίδονται εκ συμφώνου σε στενή συνεργασία με ειδικό. Θεωρούμε ότι οι ειδικοί αυτοί θα πρέπει να είναι ψυχολόγοι είτε του δημοσίου είτε του ιδιωτικού τομέα και όχι λειτουργοί του γραφείου ευημερίας αφού οι τελευταίοι δεν έχουν λάβει την κατάλληλη ενδοϋπηρεσιακή κατάρτιση για να εκτελέσουν ένα τέτοιο έργο ούτε και μπορούν να εκτελέσουν τέτοιο έργο λαμβάνοντας υπόψη το φόρτο εργασίας τους. Παράλληλα, για αποτροπή της κατάχρησης το Δικαστήριο θα πρέπει να έχει την εξουσία να μην εξετάσει αιτήσεις παρακοής όταν θεωρεί ότι εξέταση τους έχει καταστεί άνευ αντικειμένου ή στην περίπτωση που κρίνει ότι η εξέταση τους δεν θα εξυπηρετήσει κάποιο θεμιτό σκοπό λαμβάνοντας κυρίως υπόψη την ανάγκη προστασίας του συμφέροντος των παιδιών που εμπλέκονται στην υπόθεση.

Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος είναι έτοιμος να συνεργαστεί με τη Βουλή για τη σύνταξη πρότασης νόμου στη βάση της πιο πάνω εισήγησης του.

Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος
Λευκωσία, 29 Ιουνίου 2015

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.http://www.huffingtonpost.com/2012/09/21/parental-alienation-is-no_n_1904310.html

2.http://www.apa.org/news/press/releases/2008/01/pas-syndrome.aspx: “The American Psychological Association (APA) believes that all mental health practitioners as well as law enforcement officials and the courts must take any reports of domestic violence in divorce and child custody cases seriously. An APA 1996 Presidential Task Force on Violence and the Family noted the lack of data to support so-called “parental alienation syndrome”, and raised concern about the term’s use.”

3.10 Custody myths and how to counter them. Amerian Bar Associtaion: Commission on Domestic Violence. Quarterly E-Newletter, Volume 4, July 2006. http://www.americanbar.org/content/dam/aba/publishing/cdv_enewsletter/custodymythsandcounter.authcheckdam.pdf: “MYTH 7: Parental Alienation Syndrome (“PAS”) is a scientifically sound phenomenon: The American Psychological Association has noted the lack of data to support so-called “parental alienation syndrome,” and raised concern about the term’s use.”

4.Dalton, C., Drozd, L., & Wong, F. (2006). Navigating Custody and Visitation Evaluations in Cases with Domestic Violence: A Judge’s Guide (Rev. ed.). Reno, NV: National Council of Juvenile & Family Court Judges.
https://www.afccnet.org/Portals/0/PublicDocuments/ProfessionalResources/BenchGuide.pdf. σσ.24-25: “In contested custody cases, children may indeed express fear of, be concerned about, have distaste for, or be angry at one of their parents. Unfortunately, an all too common practice in such cases is for evaluators to diagnose children who exhibit a very strong bond and alignment with one parent and, simultaneously, a strong rejection of the other parent, as suffering from “parental alienation syndrome” or “PAS”. Under relevant evidentiary standards, the court should not accept this testimony.
The theory positing the existence of “PAS” has been discredited by the scientific community. In Kumho Tire v. Carmichael, 526 U.S. 137 (1999), the Supreme Court ruled that even expert testimony based in the “soft sciences” must meet the standard set in the Daubert case. Daubert, in which the Court re-examined the standard it had earlier articulated in the Frye case, requires application of a multi-factor test, including peer review, publication, testability, rate of error, and general acceptance. “Parental Alienation Syndrome” does not pass this test. Any testimony that a party to a custody case suffers from the syndrome or “parental alienation” should therefore be ruled inadmissible and/or stricken from the evaluation report under both the standard established in Daubert and the earlier Frye standard.
The discredited “diagnosis” of “PAS” (or allegation of “parental alienation”), quite apart from its scientific invalidity, inappropriately asks the court to assume that the children’s behaviors and attitudes toward the parent who claims to be “alienated” have no grounding in reality. It also diverts attention away from the behaviors of the abusive parent, who may have directly influenced the children’s responses by acting in violent, disrespectful, intimidating, humiliating and/or discrediting ways toward the children themselves, or the children’s other parent. The task for the court is to distinguish between situations in which children are critical of one parent because they have been inappropriately manipulated by the other (taking care not to rely solely on subtle indications), and situations in which children have their own legitimate grounds for criticism or fear of a parent, which will likely be the case when that parent has perpetrated domestic violence. Those grounds do not become less legitimate because the abused parent shares them, and seeks to advocate for the children by voicing their concerns.

5.National District Attorneys Association. National Center for Prosecution of Child Abuse. Parental Alienation Syndrome: What Professionals Need to Know Parts 1 and 2. Update. Volume 16, Number 6, 2003 and Volume 16, Number 7, 2003. http://www.ndaa.org/ncpca_update_v16_no6.html και http://www.ndaa.org/ncpca_update_v16_no7.html “PAS is an unproven theory that can threaten the integrity of the criminal justice system and the safety of abused children. Prosecutors should educate themselves about PAS and be prepared to argue against its admission in court. In cases where PAS testimony is admitted, it is a prosecutor’s responsibility to educate the judge and jury about the shortfalls of this theory. As more criminal courts refuse to admit PAS evidence, more protection will be afforded to victims of sexual abuse in our court system.”

6.Sturge Claire, Glaser Danya. Contact and domestic violence – the experts’ court report. Family Law, 30, September 2000, pp.615-629. https://law.ucdavis.edu/faculty/Bruch/files/AppendixD.pdf. σ. 622. “Parental Alienation Syndrome does not exist in the sense that it is: not recognized in either the American classification of mental disorders (DSMIV) or the international classification of disorders (ISD10); not generally recognised in our allied child mental health specialities.
We do not consider it to be a helpful concept and consider that the sort of problems that the title of this disorder is trying to address is better thought of as implacable hostility. The essential and important difference is that the Parental Alienation Syndrome assumes a cause (seen as misguided or malign on the part of the resident parent) which leads to a prescribed intervention…The basic concept in the Parental Alienation Syndrome is a uni-directional one as if such situations are a linear process when they are, in fact, dynamic and interactional with aspects of each parent’s relationship to the other interacting to produce the difficult and stuck situation.”

7.Faller, K.D. (1998). The Parental Alienation Syndrome: What Is It and What Data Support It? Child Maltreatment, 3(2), 100-115

8.Joan S. Meier. Parental Alienation Syndrome and Parental Alienation: Research Reviews http://www.leadershipcouncil.org/docs/VAWnet.pdf.  Όπου μεταξύ άλλων αναφέρει “The dominant consensus in the scientific community is that there is no scientific evidence of a clinical “syndrome” concerning “parental alienation.” Leading researchers, including some who treat “alienation” itself as a real problem, concur that “the scientific status of PAS is, to be blunt, nil.” Joan S. Meier. A Historical Perspective on Parental Alienation Syndrome and Parental Alienation. Journal of Child Custody, 6:232–257, 2009 όπου αναφέρει μεταξύ άλλων: “Despite the palpably extreme and unbalanced quality of both the PAS theory and the thinking of its author, as well as the lack of scientific basis, the theory has for over a decade become virtually ubiquitous in family courts. The prevalence of PAS in courts is particularly puzzling in light of the fact that not one precedential decision has found it admissible under evidentiary standards for admitting scientific evidence.”

9.Bruch, C.S. (2001). Parental Alienation Syndrome and Parental Alienation: Getting It Wrong in Child Custody Cases. Family Law Quarterly, 35, 527-552 http://www.thelizlibrary.org/bruch/bruch-expanded.pdf όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι “PAS as developed and purveyed by Richard Gardner has neither a logical nor a scientific basis. It is rejected by responsible social scientists and lacks solid grounding in psychological theory or research.”

10.Hoult, J. (2006). The Evidentiary Admissibility of Parental Alienation Syndrome: Science, Law and Policy. Children’s Legal Rights Journal, 26(1), 1-61. http://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=910267 όπου μεταξύ άλλων αναφέρει: “PAS’s twenty-year run in American courts is an embarrassing chapter in the history of evidentiary law. It reflects the wholesale failure of legal professionals entrusted with evidentiary gatekeeping intended to guard legal processes from the taint of pseudo-science.”

11.Paul J. Fink, Judge Sol Gothard, and Tasha Amador “Critics of Child Abuse Film Miss the Point in Rush to Defend Fathers” 2005. http://www.leadershipcouncil.org/1/med/pr-fcrc.html όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται: “Parental Alienation Syndrome is not accepted as a psychiatric diagnosis, and has been rejected by the mainstream psychological community. Parental Alienation Syndrome is junk science; there is no valid research or empirical data to support this unproven theory.”

12.National Organization for Women Admonishes Media for Giving Alec Baldwin a Platform for Misinformed Theories. May 3, 2007. http://web.archive.org/web/20131010134456/http://www.now.org/issues/family/050307pas.html όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων: “The truth is that Parental Alienation really is a dangerous and cleverly marketed legal strategy that has caused much harm to victims of abuse, especially women and children during and post divorce… Parental Alienation Syndrome (sometimes called simply Parental Alienation) is not recognized by any professional body. It is simply a legal defense (disguised as psychological phenomenon) designed by Dr. Richard Gardner in the late 1980s to protect fathers from consequences of their abuse.”

13.Parental Alienation Syndrome Misused in Child Custody Cases. September 29, 2008. http://nnedv.org/news/nnedv/183-pas-press-release.html

14.Experts Warn About Dangers of Deprogramming Treatment. The Leadership Council on Child Abuse and Interpersonal Violence. February 10, 2009

15.Johnston, J.R. (2005). Children of Divorce Who Reject a Parent and Refuse Visitation: Recent Research and Social Policy Implications for the Alienated Child. Family Law Quarterly, 38, 757-775. Johnston, J.R., & Kelly, J.B. (2004b). Commentary on Walker, Brantley, and Rigsbee’s (2004) ‘A Critical Analysis of Parental Alienation Syndrome and Its Admissibility in the Family Court.’ Journal of Child Custody, 1(4), 77-89.

16.Johnston, J.R. (2005) (ανωτέρω) σσ 773-774: “Only in those relatively rare situations where the aligned parent is found to be psychotic, severely character-disordered, or a serious abduction risk, and has corresponding serious parenting deficits do we consider a change of custody warranted… This means that changes of custody should not be based solely on the child’s rejection of a parent, but rather on those factors that would customarily lead to removing the child from or supervision of contact with a residential parent. Such parent factors include severe clinical pathology in the residential parent (DSM-IV Axis I & II), and parental neglect and/or abuse.”

17.Johnston, J.R. (2005) (ανωτέρω) σ 760: “Gardner’s singular focus on the aligned parent as primarily responsible for the child’s alienation is overly simplistic and not supported by available data.” σσ 773-774: “There are many components that make up a child’s preference for one parent over the other in more normal family circumstances. Normal developmentally expectable reasons include the child’s familiarity and comfort with a primary caretaker who provides “good-enough” care; separation- anxieties at times of transitions for a preschool child; gender identification and affinity in interests with one parent; and means-oriented alliances with a parent who offers the best goodies, or makes fewer demands.
Divorce-specific reasons for children, especially young adolescents, to make an alignment’ with one parent and potentially reject the other include: anger and hurt at the parent’s decision to divorce and manner of leaving the family; moral indignation at the parent’s behavior; worry and sympathy for the left-behind parent; and untenable loyalty conflicts and guilt that make the choice a relief.
Disruptions to their school and peer activities, boredom visiting a parent, jealousy and resentment about the involvement of new partners and step-siblings also can contribute to their negativity. Other reasons that certainly justify the child developing strong negative feelings and convictions about a parent include neglectful, endangering, and/or abusive parenting, witness to family violence, and parental abandonment. We view these children as being realistically “estranged” from one of their parents as a consequence of the rejected parent’s history of family violence, abuse and neglect.”

18.“[B]ecause the differences between ‘‘alienation’’ and [Parental Alienation Syndrome (PAS)] are not firmly established, many discussions of parental alienation still necessarily draw on PAS theory and scholarship, and, at least in practice, invocations of PA appear often to be simply ‘‘old wine in new bottles…Thus, while PAS is increasingly (but not entirely) relegated by thoughtful analysts to the past, PA or comparable approaches continue to dominate forensic evaluation and related scholarship. This continued focus on alienation and alienated children remains a destructive trend in custody evaluation and litigation.”

19.Dalton, C., Drozd, L., & Wong, F. (2006). Navigating Custody and Visitation Evaluations in Cases with Domestic Violence: A Judge’s Guide (Rev. ed.) (ανωτέρω) σ.14, Σημείωση 28: “We refer to cases in which the children may express fear of, be concerned about, have distaste for, or be angry at one of their parents as being estranged from that parent. We do not use the labels of “parental alienation”, “alienation”, or “parental alienation syndrome” to describe this behavior because to do so would give credibility to a “theory” that has been discredited by the scientific community. See AM. PSYCHOL. ASS’N, supra note 2, at 40; see also Carol S. Bruch, Parental Alienation Syndrome and Alienated Children – getting it wrong in child custody cases, 14 CHILD & FAM. L. Q. 381 (2002) and Kathleen Coulborn Faller, The Parental Alienation Syndrome: What Is It and What Data Support It?, 3 CHILD MALTREATMENT 100 (May 1998)”

20.Sturge Claire, Glaser Danya. Contact and domestic violence – the experts’ court report. (ανωτέρω), σσ.622-623.

21.Dalton, C., Drozd, L., & Wong, F. (2006). Navigating Custody and Visitation Evaluations in Cases with Domestic Violence: A Judge’s Guide (Rev. ed.) (ανωτέρω) σσ.24-25: “[Parental Alienation Syndrome] diverts attention away from the behaviors of the abusive parent, who may have directly influenced the children’s responses by acting in violent, disrespectful, intimidating, humiliating and/or discrediting ways toward the children themselves, or the children’s other parent…. If the history of violence is ignored as the context for the abused parent’s behavior in a custody evaluation, she or he may appear antagonistic, unhelpful, or mentally unstable. Evaluators may then wrongly determine that the parent is not fostering a positive relationship with the abusive parent and inappropriately suggest giving the abusive parent custody or unsupervised visitation in spite of the history of violence; this is especially true if the evaluator minimizes the impact on children of violence against a parent or pathologizes the abused parent’s responses to the violence. Custody evaluators, therefore, should be advised to listen carefully to children’s concerns about each of their parents, and follow up with a careful investigation as to whether those concerns are grounded in fact, what role each parent has played in shaping the children’s perceptions of the other parent, and each parent’s apparent motivation. This careful factbased inquiry, unlike applying the “PAS” label, is likely to yield testimony that is more accurate and relevant. ”

22.S Re (A Child) (Contact: Promoting Relationship with Absent Parent) [2004] EWCA Civ 18; [2004] 1 F.L.R. 1279

23.Bromley’s Family Law. Eleventh Edition. 2015: Oxford University Press. σσ. 495-496: “[I]t should not be assumed that a child’s hostility to contact has been deliberately fostered by the residentialparent.”. Re L-W (Children) (Enforcement and Committal: Contact) [2010] EWCA Civ 1253; [2011] 1 F.L.R. 1095. Η θέση αυτή υποστηρίζεται και από τα ευρήματα έρευνας που έγινε για λογαριασμό του Πανεπιστημίου του Sussex Emeritus από την Καθηγητή Jane Fortin και Dr Lesley Scanlan, του Πανεπιστημίου του Sussex και Joan Hunt, Πανεπιστήμιο Oxford τον Νοέμβριο 2012 με τίτλο “Taking a longer view of contact: Perspectives of young adults who experienced parental separation” όπου αναφέρονται τα εξής: “We found no evidence to support the common perception that children often resist contact primarily because their resident mothers pressurise them into doing so. Such manipulation was reported, but only extremely rarely and then usually with young children in circumstances where their mothers had good grounds for their own concerns. Our findings suggest that if and when children resist contact visits, they do so, not as brain washed children, but for reasons of their own, often in response to the nonresident parent’s own behaviour.” (https://www.sussex.ac.uk/webteam/gateway/file.php?name=nuffield-foundation-final-report-16nov2012.pdf&site=28 σ.xii)