Από το οικογενειακό δίκαιο με κέντρο το παιδί στο δίκαιο του πατέρα

Γράφει η Αθηνά Γούλιαρου•

Αλιεύει η Στέλλα Σάμου

Το σχέδιο νόμου για την αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου αποτελεί μνημείο προχειρότητας, και, με βεβαιότητα θα προκαλέσει σύγχυση και περισσότερα προβλήματα από αυτά, που υποτίθεται θα επιλύσει, και, επιπλέον αφορμή για τη διεξαγωγή πλείστων δικών. Ως δικαιολογητικός λόγος της νομοθετικής πρωτοβουλίας προβάλλεται ο εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου που θα λαμβάνει υπόψη τις νέες κοινωνικές συνθήκες και μορφές οικογένειας, θα προάγει την ισότητα των δύο φύλων και τα δικαιώματα των παιδιών και θα αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του πραγματικού συμφέροντος του παιδιού.

Το ισχύον οικογενειακό δίκαιο, που θεσπίστηκε με τον ν.1329/1983, σε συμμόρφωση προς την θεμελιώδη αρχή της ισότητας των φύλων (4 παρ.2 του Συντ., και του άρθρου 21 παρ. του Συντ. για την προστασία της παιδικής ηλικίας), καθιέρωσε για πρώτη φορά την έννοια της γονικής μέριμνας ως καθήκον και δικαίωμα των γονέων την οποία ασκούν από κοινού. Πρόκειται για την κατεξοχήν ρύθμιση που εκφράζει την αρχή της ισότητας των φύλων σε σχέση με το παιδί, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η αυθαιρεσία τους ενός γονέα απέναντι στο παιδί, όπως συνέβαινε  πριν την μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, όπου η «γονική μέριμνα» ήταν αποκλειστικό και κυριαρχικό δικαίωμα του πατέρα- αφέντη η λεγόμενη «πατρική εξουσία». Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 1510 παρ.1 Α.Κ υλοποιεί την παιδοκεντρική αντίληψη ότι η κοινή φροντίδα συμφέρει περισσότερο το ανήλικο παιδί από την εξουσία του ενός γονέα που ενδεχομένως να την ασκεί καταχρηστικά(1).

Τα παραπάνω ισχύουν κατά βάση όσο είναι ενεργός ο γάμος ή η συμβίωση. Όταν συντελείται η διάσπαση του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης είναι αναγκαίο να ρυθμιστούν οι σχέσεις γονέων και τέκνων, συναινετικά το ευκταίο ή, σε περίπτωση αντιδικίας, δικαστικά. Το σύνηθες που ρυθμίζεται συναινετικά ή δικαστικά είναι η επιμέρους ιδιότητα της γονικής μέριμνας, η επιμέλεια, που αποτελεί τμήμα της γονικής μέριμνας, ενώ η (διοίκηση περιουσίας, εκπροσώπηση τέκνου) ασκείται και από τους δύο γονείς). Με τον ίδιο τρόπο ρυθμίζεται η επικοινωνία όπως και η διατροφή του παιδιού.

Κατά την άποψή μου, για να εφαρμοστεί η από κοινού άσκηση της επιμέλειας διασφαλίζοντας πρωτίστως το συμφέρον του παιδιού, απαιτείται να υπάρχουν κοντινοί τόποι διαμονής των γονέων ώστε να εξασφαλίζεται εύκολα η πρόσβαση του παιδιού και στις δύο χωριστές κατοικίες, στο σχολείο και εξωσχολικές δραστηριότητες και κυρίως να υπάρχει μεταξύ τους υψηλό επίπεδο συναίνεσης και συνεννόησης, έτσι ώστε, η παράλληλη ύπαρξη δύο σπιτιών να μην αναστατώνει τη ζωή του παιδιού, ούτε να δημιουργεί έλλειψη σταθερότητας και ασφάλειας, καθώς η εναλλασσόμενη διαμονή απαιτεί μία πραγματική συνεργασία μεταξύ των γονέων στις επιλογές και στη διαχείριση των αναγκών του ανήλικου παιδιού(2).

Να τονιστεί ότι η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας δεν απαγορεύεται στον ισχύοντα νόμο. Οι προϋποθέσεις που θέτει όμως, με βάσει το παιδοκεντρικό μας οικογενειακό δίκαιο είναι να συμφωνούν μεταξύ τους οι γονείς στην συνάσκηση και να ορίζεται υποχρεωτικά ο τόπος διαμονής του παιδιού. Επομένως στα συναινετικά διαζύγια υπάρχει η δυνατότητα εκ του νόμου να έχουν οι γονείς από κοινού την επιμέλεια, πλην όμως, οι πατέρες σπάνια κάνουν χρήση αυτού του δικαιώματός τους.

Από το σχέδιο νόμου εξαφανίστηκε η έννοια της ουσιαστικής επιμέλειας ως επιμέρους ιδιότητα της γονικής μέριμνας. Ακόμη, όμως, κι αν θεωρηθεί ότι αυτή αντικαθίσταται από την συνολικότερη έννοια της γονικής μέριμνας, αφού, πλέον «οι γονείς στις περιπτώσεις διάστασης, διαζυγίου θα εξακολουθήσουν να την ασκούν από κοινού», δεν εξειδικεύεται τι ακριβώς αυτή περιλαμβάνει και  εάν θα γίνεται και πως  η κατανομή της μεταξύ των  εν διαστάσει ή πρώην συζύγων. Κατά την άποψή μου, το αποτέλεσμα θα είναι, ο καθένας σύμφωνα με τις απόψεις και τα συμφέροντά του να προσδίδει στην έννοια ό,τι περιεχόμενο επιθυμεί και να αυξάνονται οι αντιδικίες.

Το χειρότερο όμως είναι, ότι κανένας γονιός δεν θα έχει ουσιαστική δικαιοδοσία στην ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των παιδιών του, με επιβλαβείς συνέπειες στην ψυχική και πνευματική συγκρότηση των ανήλικων παιδιών. Έτσι ο γονέας που θα έχει την επιμέλεια στον μειωμένο χρόνο που όρισε το δικαστήριο να μην δύναται με την οιονεί επιμέλεια να προάγει σταθερές συνθήκες ανάπτυξης στο παιδί, να θέτει όρια και κανόνες στον ανήλικο, ιδίως στα ζητήματα της μελέτης, των εξωσχολικών δραστηριοτήτων  και της ενασχόλησης με τα κινητά τηλέφωνα και ηλεκτρονικά παιχνίδια. Πώς ο/η ανήλικος/η θα συγκροτηθεί σε αυτόνομη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα με κοινωνικές ευαισθησίες και σεβασμό στον συνάνθρωπο, όταν, ακόμη και μετά το διαζύγιο των γονιών του θα συνεχίσει να μεγαλώνει με αλληλοσυγκρουόμενα μηνύματα και ανάμεσα σε εμπόλεμες ζώνες; Πώς θα προστατευτεί το ανήλικο παιδί όταν θα εξακολουθήσει να βιώνει έκνομες καταστάσεις με συνηθέστερο παράδειγμα τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αφού θα υποχρεούται να μοιράζεται ίσο χρόνο με τον κακοποιητή;

Πόσες γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας θα βρουν τη δύναμη να σπάσουν τον κύκλο της βίας ακολουθώντας την νομική διαδικασία, όταν  και μετά τη διάρρηξη της σχέσης θα υποχρεούνται να λαμβάνουν από κοινού αποφάσεις για το παιδί με τον θύτη τους και να μοιράζονται ίσο χρόνο με το παιδί; Εν τέλει σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων και μη συναντίληψης ως προς την τρόπο επίβλεψης του ανηλίκου (επιδόσεις στο σχολείο, διαγωγή, συναναστροφές του παιδιού), ποιος θα έχει την ευθύνη όλων αυτών των παραλείψεων στην επίβλεψη του παιδιού που με βεβαιότητα όμως θα έχουν επιβλαβείς συνέπειες στην ενήλικη ζωή του;

Με το σχέδιο νόμου, τα παιδιά από υποκείμενα δικαίου και άξια προστασίας της ανηλικότητας, όπως επιτάσσουν διεθνείς συνθήκες και το ισχύον οικογενειακό δίκαιο, καθίστανται αντικείμενα δικαίου. Με τον ισχύοντα νόμο, κάθε απόφαση των γονέων ή του Δικαστηρίου σε περίπτωση διαφωνίας τους πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του. Ποιο περιεχόμενο έχει  το συμφέρον του τέκνου σύμφωνα με τον νόμο; Πρόκειται για μία αόριστη νομική έννοια, που εξειδικεύεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από το δικαστήριο της ουσίας, όταν καλείται να ρυθμίσει κάποιο ζήτημα της γονικής μέριμνας.

Το δικαστήριο άγεται επομένως στην κρίση του όχι αυθαίρετα, όπως υπονοεί το σχέδιο νόμου και οι συντάκτες του, αλλά συνεκτιμώντας διάφορους ουσιώδεις παράγοντες που υπηρετούν το συμφέρον του παιδιού όπως ενδεικτικά: τις πνευματικές και ψυχικές ικανότητες των γονέων, τον τρόπο ζωής τους, το είδος του ασκούμενου επαγγέλματος, τον ουσιαστικό και ποιοτικό χρόνο επαφής με τον ανήλικο, τους δεσμούς που έχουν αναπτυχθεί με το παιδί κατά τη διάρκεια του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης. Σημαντικότερο όμως κριτήριο του συμφέροντος του παιδιού, το οποίο συνεκτιμά το Δικαστήριο με την απόφασή του είναι η προσωπική γνώμη του παιδιού.

Σύσσωμη μέχρι σήμερα η θεωρία και η νομολογία, θεωρεί την προσωπική γνώμη του παιδιού ως κρίσιμο παράγοντα στη λήψη απόφασης που απορρέει από την υποχρέωση σεβασμού της προσωπικότητας του ανηλίκου. Φυσικά από ένα βρέφος ή μικρό παιδί δεν υπάρχει νόημα να ζητήσει ένα δικαστήριο την γνώμη του γιατί απαιτείται ανάλογη ωριμότητα και να κατανοεί  το ίδιο το παιδί το συμφέρον του. Μία ουσιαστική αντίκρουση είναι ότι πολλές φορές η γνώμη του παιδιού δεν είναι ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη, αλλά προϊόν χειραγώγησης και μονομερούς επηρεασμού από τον γονέα που διαμένει με το παιδί.

Πράγματι είναι υπαρκτός ένας τέτοιος κίνδυνος και ο επηρεασμός αυτός σαφώς αποβαίνει εις βάρος του καλώς εννοούμενου συμφέροντος του παιδιού. Η ενδεδειγμένη λύση είναι σε πρώτη φάση η ίδρυση αυτοτελών κοινωνικών υπηρεσιών όπως προβλέπονταν από τον νόμο 2447/1996 που θα συγκροτούνται από εξειδικευμένους επιστήμονες (κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους) που θα διενεργούν κοινωνική έρευνα  σε κάθε περίπτωση ρύθμισης γονικής μέριμνας που προφανώς θα είναι επιβοηθητική στο έργο του/της δικαστού. Η δέουσα όμως λύση είναι να υλοποιηθεί η ίδρυση οικογενειακών δικαστηρίων από δικαστές που θα έχουν ευρύ γνωστικό πεδίο και ιδίως κοινωνικό πεδίο. Να  έχουν κουλτούρα ισότητας και να αντιλαμβάνονται καλύτερα τη δομή των νέων οικογενειακών σχέσεων όπου αυτές υπάρχουν, την καλύτερη εμπέδωση του ισότιμου ρόλων των γονέων στο μεγάλωμα των παιδιών τους, την μη αναπαραγωγή με τις αποφάσεις τους στερεοτύπων για την βιολογική υπεροχή των μητέρων έναντι των πατέρων ως προς την ανατροφή των παιδιών τους. Επομένως η συγκρότηση των κοινωνικών υπηρεσιών και οικογενειακών δικαστηρίων θα μεταβάλει σε μεγάλο βαθμό τη νομολογιακή στάση ως προς τη διαπίστωση του πραγματικού συμφέροντος του παιδιού και όχι η αλλαγή της νομοθεσίας.

Ένα άλλο ζήτημα που θα δημιουργήσει περαιτέρω προστριβές ανάμεσα στους πρώην συζύγους ή συντρόφους και θα ταλανίσει επί μακρόν τη νομολογία είναι η δυνατότητα που παρέχεται με το σχέδιο νόμου στο δικαστήριο της εναλλασσόμενης διαμονής του παιδιού στην οικία του κάθε γονέα, εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες ζωής των γονέων και του παιδιού και είναι προς το συμφέρον του. Με το σχέδιο νόμου όμως ως συμφέρον του τέκνου ορίζεται η ισόχρονη ουσιαστική παρουσία των γονέων στη ζωή του παιδιού και η αποτροπή  αποξένωσής  του από τον κάθε γονέα, όμως μόνο τέτοιο δεν είναι, αφού, προβάλλεται πρωτίστως ως συμφέρον η εξυπηρέτηση των αντιμαχομένων συμφερόντων των γονέων και όχι των ίδιων των παιδιών. Προδήλως δεν θα λειτουργήσει η εναλλασσόμενη διαμονή προς όφελος  του παιδιού, όταν θα καλείται το δικαστήριο να την επιβάλλει(3), καθώς δεν εδράζεται σε σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αγαστής συνεργασίας μεταξύ των εν διαστάσει ή πρώην συζύγων, τα οποία είναι προαπαιτούμενα για την  από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας.

Εξίσου προβληματική είναι η ρύθμιση που εισάγει το σχέδιο νόμου για την επικοινωνία. Στο αναφερόμενο «σύντομο μεμο για το ν/σ του οικογενειακού» καθιερώνεται ως «ελάχιστο μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας κατά το 1/3 του συνολικού κατανεμομένου χρόνου υπολογιζόμενου είτε σε ετήσια, είτε σε μηνιαία ή εβδομαδιαία βάση, εκτός εάν ο γονέας που δεν διαμένει με το τέκνο επιθυμεί μικρότερο χρόνο επικοινωνίας». Με την εν λόγω ρύθμιση το παιδί αντιμετωπίζεται ως απόκτημα γάμου ως res-πράγμα, όπου, ο κάθε γονέας ανάλογα με τη συμβολή του στη δημιουργία του αποκτήματος λαμβάνει το ποσοστό του. Αν μάλιστα ο δικαιούχος γονέας δεν επιθυμεί να κάνει χρήση του τεκμήριου του κατά ποσοστό 1/3, μπορεί να παραιτηθεί! Είναι οξύμωρο και άκρως επικίνδυνο για τη ψυχοσωματική ισορροπία των παιδιών να ενημερώνονται σε κάποια στιγμή της ζωής τους ότι ο δικαιούχος γονέας δεν επιθυμούσε να κάνει χρήση του τεκμηρίου, ενώ του παρείχε τη δυνατότητα ο νόμος. Αναρωτιέται κανείς ευλόγως, με ποιον τρόπο στην προτεινόμενη ρύθμιση της επικοινωνίας εξυπηρετείται το συμφέρον των παιδιών όταν δίνεται στον δικαιούχο τόσο εύρος να κάνει ή όχι χρήση της και μάλιστα κατά το δοκούν; Σε ποιο συμφέρον αναφέρονται οι συντάκτες, αν όχι των γονέων;

Ένα τέλος μεγάλο ζήτημα είναι το δικαίωμα διατροφής του παιδιού. Με τον ισχύοντα νόμο η απαίτηση διατροφής ασκείται από τον γονέα που έχει την επιμέλεια ή με τον οποίο διαμένει το παιδί. Με το σχέδιο νόμου θα μεταβληθεί άρδην το κεφάλαιο της διατροφής με δύο καταρχήν συνέπειες. Είτε δεν θα υπάρχει καμία αξίωση διατροφής για το παιδί, εάν υπάρχει ίση κατανομή στη διανομή του χρόνου του παιδιού και ίσες οικονομικές δυνάμεις των γονέων, είτε δραστική μείωση της διατροφής στην περίπτωση που ο χρόνος του παιδιού μοιράζεται σε ποσοστό διαφορετικό από τον εξ ημισείας μεταξύ των γονέων του, πάντως όχι λιγότερο από το 1/3 του συνολικού χρόνου. Η υποχρέωση προς διατροφή του παιδιού  με τον ισχύοντα νόμο υπολογίζεται με βάση τις ανάγκες του, τις οικονομικές συνθήκες των συζύγων-συντρόφων, ενώ στον υπολογισμό της συνεισφοράς των γονέων στη διατροφή του παιδιού συνυπολογίζονταν η προσωπική εργασία για τη φροντίδα του παιδιού.

Με την καθιέρωση της εναλλασσόμενης διαμονής η παράμετρος της προσωπικής εργασίας δεν θα προσμετράται στο ύψος της διατροφής γιατί θεωρητικά θα ασκείται και από τους δύο γονείς ισομερώς. Θεωρώ ότι θα επιταθούν έτι περαιτέρω οι αντιδικίες μεταξύ των γονέων, ακόμη και στα τρέχοντα ζητήματα –τι είδους και αξίας παροχή και από ποιον αυτή παρέχεται.

Οι διάφοροι λογής σύλλογοι ενεργών μπαμπάδων έχουν κινητοποιήσει το σύμπαν. Δικαιολογημένα λέγεται ότι ενεργούν ως lobby που εκκινούνται από ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες της χώρας και έχουν κατακλύσει με την παρουσία τους έντυπο τύπο, social media, με αφίσες και σποτ στην Τ.V. H άλλη πλευρά, αυτή των μητέρων είναι αόρατη, όχι θεωρώ από έλλειψη επιχειρημάτων, αλλά από αδυναμία πρόσβασης στα ΜΜΕ και στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Οι γυναικείες οργανώσεις της χώρας κινητοποιήθηκαν και απέστειλαν στον Πρωθυπουργό της χώρας, στον Υπουργό Δικαιοσύνης και σε όλες τις κοινοβουλευτικές ομάδες των πολιτικών κομμάτων, ψήφισμα που απαιτούν την απόσυρση του νομοσχεδίου(4) που πάει να περάσει χωρίς διαβούλευση και εν μέσω πανδημίας.

Το εν λόγω σχέδιο νόμου αποτελεί ένα  αφήγημα που εξυπηρετεί απροκάλυπτα τους συλλόγους πατέρων, διακατέχεται επίσης από έναν ασύγγνωστο μισογυνισμό αφού παρουσιάζει τις γυναίκες ως τις «σύγχρονες μέγαιρες» που με πρόθεση αποξενώνουν τα παιδιά από τους άνδρες-πατέρες εισάγοντας την έννοια της γονικής αποξένωσης(5) ως βασικής μάλιστα αρχής του νομοσχεδίου. Η υποκρισία του νομοσχεδίου είναι ότι δήθεν προάγει την ισότητα των φύλων και νουθετεί τις μητέρες να αντιληφθούν το συμφέρον τους εξοικονομώντας χρόνο για προσωπική ζωή!

Σημειώσεις:
1. Έφη Κουνουγέρη- Μανωλεδάκη «Οικογενειακό Δίκαιο τόμ.ΙΙ).

2. Αντί άλλων, Εφ. Αθηνών 504/2019 και Μον. Πρωτ.Λασιθίου 261/2020

3. Γ. Πλαγάκος, Πρόεδρος Πρωτοδικών «Μερικές σκέψεις για την από κοινού επιμέλεια (συνεπιμέλεια) των ανηλίκων τέκνων μετά τη διάσπαση και τη λύση του γάμου των γονέων τους https://dikastis.blogspot.com

4. Ψήφισμα γυναικείων οργανώσεων « Να πάψει κάθε επέμβαση στο Οικογενειακό Δίκαιο»

5. Παρ’ ότι δεν είμαστε ειδικοί, το «σύνδρομο γονεϊκής αποξένωσης»,  κυρίαρχο επιχείρημα των υποστηρικτών της συνεπιμέλειας και ήδη νέα αρχή του προτεινόμενου νομοσχεδίου είναι όρος αμφίβολης επιστημονικής αξιοπιστίας, δεδομένου ότι δεν περιλαμβάνεται ως διαταραχή στους επίσημους καταλόγους της ιατρικής κοινότητας. Επιπλέον, κύριος εμπνευστής και θεμελιωτής της θεωρίας αυτής αποτέλεσε ο RichardGardner, άρθρα του οποίου συγκεντρώνουν όχι μόνο πληθώρα σεξιστικών διατυπώσεων, αλλά και αμφιλεγόμενων θέσεων σχετικά με τη θεραπευτική διαχείριση παιδιών θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης με θύτη τον πατέρα τους.  http://www.leadershipcouncil.org/1/pas/RAG.html

*Η Αθηνά Γουλιάρου είναι δικηγόρος Θεσσαλονίκης

ΠΗΓΗ: tvxs.gr 16-12-20