Τα “κενά” του σώματος μας

Γράφει η Ελένη Τσεπελίδου

Η τρέχουσα κατάσταση της πανδημίας μας ανάγκασε να αντιμετωπίσουμε μία νέα πραγματικότητα η οποία περιελάμβανε περισσότερο χρόνο με τον εαυτό μας αλλά και με τους ανθρώπους, με τους οποίους συμβιώνουμε, εισχώρησε βαθιά στη ζωή μας η τεχνολογία και η απεικόνιση μας μέσω εκείνης. Όλα αυτά είχαν επίπτωση στον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε εμείς και οι γύρω μας, τα εξωτερικά μας χαρακτηριστικά. Μία συνέπεια που παρατηρήθηκε, ήταν η κατακόρυφη αύξηση και ζήτηση των αισθητικών παρεμβάσεων στον γυναικείο πληθυσμό, που στόχευαν κυρίως στην αύξηση του μαστού, στην εξάλειψη του τοπικού λίπους και στον καλλωπισμό του προσώπου τους.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα υποστηρίζαμε πως ήταν μία μάστιγα των ημερών αλλά αυτό αποτελεί μία πραγματικότητα που ολοένα και περισσότερο αγνοούμε.

Ανά τακτά χρονικά διαστήματα, η κοινωνία κατα (και ανα) -σκευάζει πρότυπα ομορφιάς, τα δημοσιοποιεί με κάθε δυνατό μέσο, τα υπερπροβάλει με θελκτικό τρόπο, πειθαναγκάζει τους ανθρώπους ανεξαρτήτου φύλου να τα αποδεχτούν αλλά και να τα επιζητούν και εν τέλει, τα εμφυσεί στις νεαρές γυναίκες της εκάστοτε γενιάς. Οπότε αυτό που ουσιαστικά πραγματοποιείται σε κάθε εποχή είναι μία σύμπραξη της βιομηχανίας του θεάματος με εκείνη της μόδας, η οποία αποφασίζει ουσιαστικά τον κατάλληλο <<τύπο>> γυναίκας που είναι απαραίτητο κάθε μία να υπηρετεί.

Ήδη από την παραπάνω διατύπωση, αντιλαμβανόμαστε πως οι γυναίκες του 21ου αιώνα, καλούνται να καλύψουν το “κενό” εκείνο που αντιστοιχεί στο ιδανικό πρότυπο, να τοποθετήσουν μία ακόμα επιβεβαίωση σε μία κοινωνία που ενισχύει την πεποίθηση των “κενών” του σώματος. Ο όρος αυτός θα μπορούσε να αντανακλά την σκέψη της αναγκαιότητας των γυναικών να έχουν ένα αψεγάδιαστο πρόσωπο με ένα θελκτικό σώμα, να υιοθετούν έναν παρόμοιο τύπο ρουχισμό και να συμπεριφέρονται ακόμα και με τον ίδιο τρόπο. Οι επεμβάσεις υαλουρονικού οξέος και σιλικόνης σε διάφορα μέρη του σώματος τους αποτελούν μία από τις πιο προσοδοφόρες πλαστικές παρεμβάσεις στην σημερινή εποχή. Δίχως να αναφερθούμε στις προηγούμενες που πραγματοποιούνται για ιατρικούς λόγους, μπορούμε να τοποθετήσουμε κάτω από το μικροσκόπιο την αντιμετώπιή μας αναφορικά με εκείνες που τις πραγματοποιούν με την θέληση τους. Σε ποιόν βαθμό όμως ισχύει πως είναι αποτέλεσμα προσωπικής τους σκέψης;

Εάν αναρωτηθούμε η πρώτη μας απάντηση θα ήταν φυσικά κατακριτέα σχετικά με τις “διορθώσεις” που επιβάλλουν το σώμα τους – ακόμα και η ίδια η λέξη που ορισμένες φορές χρησιμοποιούμε υποδηλώνει πως πιστεύουμε πως κάτι είναι λάθος και πρέπει να αλλάξει – αλλά την ίδια στιγμή εκφράζουμε την δυσαρέσκεια μας για αυτό. Μεταφέρουμε και εμείς απομεινάρια μιας κοινωνικής προσταγής που υποχρεώνει τον νου μας να στοχάζεται πως αυτό που αντικρίζει, διαφορετικό από όσα μέχρι τώρα έχει συνηθίσει να περιφέρεται, φαντάζει σαν κάτι παράταιρο. Η διαπίστωση αυτή διαπερνά κάθε φύλο, ηλικία και κοινωνική τάξη, επειδή βασίζεται κατά κύριο λόγο στην επαναληψιμότητα συγκεκριμένων προτύπων, να μας βομβαρδίζουν κυριολεκτικά από παντού, με αποτέλεσμα να μετατρεπόμαστε σε φερέφωνο τους.

Κατακρίνοντας λοιπόν μία γυναίκα που έχει υποβάλει τον εαυτό της σε μία τέτοια διαδικασία, ίσως θα ήταν πιο βοηθητικό να αναρωτηθούμε τον λόγο για τον οποίο εμείς δεν κάνουμε κάτι για αυτό, τα βαθύτερα αίτια πίσω από μία φαινομενικά αυτόματη απόρριψη της στο μυαλό μας ως ακόμα μία γυναίκα – θύμα οικονομικών συμφερόντων μίας άρχουσας βιομηχανίας.

Ουσιαστικά είναι πιο εύκολο και προσιτό αλλά και προαπαιτούμενο από εμάς να επιδοκιμάζουμε τέτοιες αποφάσεις αλλά το συμφέρον θα ήταν να συλλογιστούμε τους λόγους που εμείς διαφωνούμε με αυτές και αυτή η κριτική μας πώς θα συνεισφέρει στην καταπολέμηση της ιδέας πως οι γυναίκες δεν είναι απαραίτητο να οδηγούνται σε τέτοιου είδους παρεμβάσεις για να αισθανθούν όμορφες.

Η κοινωνική μας θέση ως γυναίκες, μας ωθεί να εκθειάζουμε την εσωτερική καλλιέργεια του κάθε ατόμου, άρα και κατ’ επέκταση του φύλου μας αλλά, στις περιπτώσεις όπου αφορούν τόσο εμάς όσο και το άλλο φύλο, η προσοχή και ο θαυμασμός μας εναποτίθενται στην εξωτερική εμφάνιση. Λογικό επακόλουθο λοιπόν, είναι οι ίδιες οι γυναίκες του περίγυρου μας να ενσαρκώνουν την ίδια συλλογιστική, όπου θα υποστηρίζει πως οι άνθρωποι κοιτούν το “περιτύλιγμα”, οπότε και εκείνες αντίστοιχα οφείλουν να δημιουργήσουν μία εμφανίσιμη κάλυψη.

Αφιερωμένες λοιπόν σε μία συνεχή εξιδανίκευση και θεοποίηση του σώματος, οι γυναίκες όχι μόνο δέχονται τις απόψεις των άλλων σωρηδόν για κάθε τους απόφαση αλλά και καθορίζονται από αυτές. Η κοινωνία λοιπόν πέτυχε τον σκοπό της: δημιούργησε πλήθος ασυνείδητων υποστηρικτών για τις απαιτήσεις της και το μόνο που απομένει από εκείνη είναι να δεχτεί τα θετικά αποτελέσματα για τις επιχειρήσεις της.

Όμως πάντοτε υπάρχει μία φωτεινή ρωγμή μέσα στα κενά του σώματος μας που θέλουμε να καλύψουμε. «Είναι σημαντικό να θυμηθούμε όχι μόνο πόσο αγαπήθηκε (αυτό το σώμα) αλλά και εκείνες τις επιθυμίες που για εμάς γυάλιζαν μέσα στα μάτια φανερά κι ετρέμανε μες στην φωνή – και κάποιο εμπόδιο τυχαίο τις ματαίωσε (Κ.Π. Καβάφης).»

Ας θυμηθούμε λοιπόν τις προσωπικές μας επιθυμίες για το σώμα μας, απορρίπτοντας κοινωνικές προσταγές που μας οδηγούν προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Άλλωστε, κάθε σημείο μας – μέσα και έξω – στηρίζεται στη διαφορετικότητα και αυτή είναι η μοναδικότητα της ομορφιάς του.