Τεσσερεις βουλεύτριες, μιλούν για το νομοσχέδιο στη Βουλή: ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝ.ΑΛ., ΚΚΕ, ΜΕΡΑ25

Παρουσίαση Σίσσυ Βωβού

Παρουσιάζουμε σήμερα τις ομιλίες τεσσάρων βουλευτριών στη Βουλή, για το αντιδραστικό νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης, στις 12 Μαίου.

Είναι η Ειρήνη Αγαθοπούλου από τον ΣΥΡΙΖΑ, η Νάντια Γιαννακοπούλου από το ΚΙΝ.ΑΛ, η Μαρία Κομνηνάκα από το ΚΚΕ και η Αγγελική Αδαμοπούλου από το ΜΕΡΑ25. Εδώ θα βρείτε όλες τις καταγγελίες και τις προτάσεις τους, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα αν όλες θα ζητήσουν την απόσυρση του νομοσχεδίου τελικά.

Ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ είπε όχι επί της αρχής, το ΚΙΝ.ΑΛ. είπε επιφυλασσόμεθα για την ολομέλεια, ενώ το ΜΕΡΑ25 επίσης είπε ΟΧΙ επί της αρχής αλλά και όπως φαίνεται στην ομιλία της εκπροσώπου του, ζήτησε την απόσυρσή του. Επίσης εκ μέρους του ΚΚΕ, δηλώθηκε ότι θα πάρουν θέση επί της αρχής στην ολομέλεια.

Να αναφέρουμε ένα αξιοσημείωτο περιστατικό γυναικείας αλληλεγγύης, όταν ο κ. Τσιάρας είπε προς την κ. Αδαμοπούλου ότι τα λέει και έτσι και αλλιώς, η κ. Αδαμοπούλου διαμαρτυρήθηκε και είπε ότι αυτό είναι συκοφαντικό, και αμέσως η κ. Γιαννακοπούλου δήλωσε την αμέριστη αλληλεγγύη της προς την κ. Αδαμοπούλου.

Φαίνεται ότι η αντίθεση ή η ριζική κριτική στο νομοσχέδιο που αποτελεί παραμόρφωση του οικογενειακού δικαίου έχει κινητοποιήσει τις γυναίκες, ότι έχει καταστεί εκ των πραγμάτων γυναικεία υπόθεση. Όχι μόνο στις τέσσερεις που αναφέρουμε, αλλά και κάποιες βουλεύτριες από το κυβερνών κόμμα, που τόλμησαν να εκφράσουν αντιρρήσεις, όπως η κ. Κεφαλογιάννη και κ. Γιαννάκου, τις απόψεις των οποίων δημοσιεύσαμε χθες.

Οι άλλες γυναίκες που δεν είναι στη Βουλή, των γυναικείων οργανώσεων, έχουμε κάνει τεράστια προσπάθεια από τον περασμένο Οκτώβριο για την ενημέρωση του κοινού και για την απόσυρση του αντιδραστικού νομοσχεδίου, και δεν υπάρχει καμία γυναικεία ή φεμινιστική οργάνωση που να έχει δηλώσει την υποστήριξή της. Μέτωπο αρραγές.

ΕΙΡΗΝΗ ΑΓΑΘΟΠΟΥΛΟΥ – ΣΥΡΙΖΑ

κ. Υπουργέ, ήταν χρήσιμη και ιδιαίτερα ουσιαστική η σημερινή ακρόαση των φορέων, καθώς και η κατάθεση του σχεδίου την Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για το οποίο, όπως ενημερωθήκαμε στη σημερινή ακρόαση αλλά είχαμε επισημάνει ήδη από εχθές, δεν έγιναν δεκτές από τον Υπουργό κάποιες διατάξεις του που υπερψηφίστηκαν με συντριπτική πλειοψηφία (15/3) στην επιτροπή, αλλά έγιναν δεκτές οι εισηγήσεις μιας πολύ μικρής μειοψηφίας της επιτροπής, όπως στο άρθρο για την επικοινωνία.

Και ρωτάμε ξανά γιατί απάντηση δεν έχουμε πάρει: ποιες είναι αυτές οι μειοψηφίες, που σας οδήγησαν να παραβλέψετε το πόρισμα της επιτροπής και να περάσετε διατάξεις όπως αυτή για το 1/3, που αποδομήθηκαν συντριπτικά και σήμερα και στην ακρόαση των φορέων;

Το είπαμε κι εχθές, το νομοσχέδιο έχει αντινομίες και αμφισημίες και περισσότερα προβλήματα δημιουργεί παρά λύνει. Σας το είπε και η πλειοψηφία των φορέων.

Δεν είναι ούτε προοδευτικό ούτε προωθητικό το νομοσχέδιο κ. Κότσηρα.
Η ταξικότητά του, λόγω της υποχρεωτικότητας του σταδίου της ιδιωτικής διαμεσολάβησης αναπτύχθηκε από αρκετούς φορείς, η γονεοκεντρικότητά του επίσης, αφού πολλές είναι οι ρυθμίσεις που επικεντρώνονται στις προσδοκίες και τα δικαιώματα των γονέων και όχι στο συμφέρον του παιδιού, που θα έπρεπε να είναι το πρωτεύον για τη συγκεκριμένη νομοθέτηση. Η αναπαραγωγή έμφυλων στερεοτύπων και πατριαρχικών ιδεοληψιών υποκρύπτεται σε πολλά σημεία του νομοσχεδίου, τα οποία κάποια από αυτά ακούσαμε να αναπαράγονται ξεκάθαρα σήμερα και από κάποιους φορείς, υποστηρικτές του νομοσχεδίου.

Επειδή υπάρχουν ελάχιστες περιπτώσεις όπου μπορεί να υπάρξει ψευδής δήλωση για ενδοοικογενειακή βία, θα λάβουμε αυτές τις εξαιρέσεις ως κανόνα, θα αγνοήσουμε Διεθνείς Συμβάσεις όπως τη Σύμβαση της Κων/πολης και θα εκθέσουμε σε κίνδυνο μητέρα και παιδί από έναν κακοποιητικό σύζυγο και πατέρα για τουλάχιστον 5 χρόνια, μέχρι το δικαστήριο να λάβει οριστική απόφαση; Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι σε αυτό και σας ζητάμε να το αποσύρετε, όπως να αποσύρετε και το εδάφιο β. στο άρθρο 1532.

Γιατί υποκρύπτεται σε όλο το νομοσχέδιο η υπαιτιότητα του γονέα που έχει μέχρι σήμερα συνήθως την επιμέλεια, δηλαδή της μητέρας, για την μη επικοινωνία των παιδιών με τους πατεράδες τους, για τη μη εφαρμογή των αποφάσεων για την επικοινωνία και υπήρχε και η διάταξη που δήλωνε ευθαρσώς την χειραγώγηση των παιδιών από τη μητέρα, που ευτυχώς τη βγάλατε. Απαράδεκτο να νομοθετείτε ακολουθώντας τέτοια στερεότυπα. Αφαιρέστε και το εδάφιο β από το άρ.1532.

Για τα υπόλοιπα άρθρα τώρα:
1511: Η παράγραφος 2πρέπει να φύγει. Αφορά τις σχέσεις μεταξύ των γονέων, τις ικανότητες, τις προθέσεις και τις συμπεριφορές του ενός απέναντι στον άλλον και όχι απέναντι στο παιδί και καμία σχέση δεν έχει με το συμφέρον του τέκνου.
Αρ. 1513. Θα έχετε καταλάβει ότι η λέξη «εξίσου» στο άρθρο αυτό δεν προσδίδει τίποτε στον νόμο, αφού και ο ίδιος παραδεχτήκατε ότι δεν αφορά την υποχρεωτικότητα στη συνεπιμέλεια. Αφαιρέστε την. Αποτελεί κακή νομοθέτηση και δύναται να δημιουργήσει πρόβλημα στη νομολογία, όπως επισήμαναν και οι φορείς. Η κ. Γιαννάκου, με την οποία συμφωνούμε σε πολλά επί του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, σας έκανε μια ερώτηση εχθές: Ασκούν οι γονείς «εξίσου» την επιμέλεια μέσα στο γάμο για να την ασκούν και μετά το διαζύγιο; Εάν η κυβέρνησή σας καταφέρει να διαμορφώσει τις συνθήκες εκείνες ώστε η επιμέλεια των τέκνων να ασκείται εξίσου εντός του γάμου, σε επόμενο χρόνο να συζητήσουμε να ασκείται και μετά το διαζύγιο εξίσου. Τώρα όμως όχι, γιατί κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύει. Η εξίσου άσκηση γονικής μέριμνας προϋποθέτει πολιτικές ισότητας των φύλων. Κάτι στο οποίο υπολείπεστε πάρα πολύ.
Επιπλέον, η τελευταία φράση του άρ.1513 πρέπει να αφαιρεθεί. Δεν γίνεται να ζητάτε καθημερινή υποχρεωτική επικοινωνία των γονέων – λογοδοσία του ενός στην ουσία – για τα τρέχοντα ζητήματα επιμέλειας ή για πράξεις επείγοντος χαρακτήρα! Θα χρειαστεί ο γονέας να πάει το παιδί στον γιατρό γιατί έχει πυρετό και πριν το πάει θα πρέπει να επικοινωνήσει με τον άλλο γονέα; Κι αν δεν τον βρίσκει θα πρέπει να περιμένει μέχρι να τον βρει; Το καταλαβαίνετε το παράλογο του πράγματος φαντάζομαι, το ακούσατε και από τους φορείς.

Αρ. 1520. Το άρθρο αυτό προτείνουμε να αντικατασταθεί από τη διατύπωση της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής. Το αριθμητικό προσδιοριστικό δημιουργεί προβλήματα, το ακούσατε από πολλές πλευρές και φυσικά δεν κατοχυρώνει ούτε καν το ελάχιστο του 1/3, οπότε ποια η σκοπιμότητά του; Νομοθετείστε την «Κατά το δυνατόν ευρύτερη προσωπική επικοινωνία», χωρίς να μπορεί ο γονέας να την απεμπολήσει, εάν δεν συντρέχει σοβαρός λόγος. Γιατί είναι και υποχρέωση, εκτός από δικαίωμα η επικοινωνία με τα παιδιά.

Ξέρετε, υπάρχουν και γονείς – δεν είναι η πλειοψηφία, αλλά υπάρχουν – που μετά το διαζύγιο σταματούν να έχουν επικοινωνία με το παιδί τους γιατί έχουν άλλα, ίσως σοβαρότερα πράγματα να ασχοληθούν.
Αυτούς, οφείλει η Πολιτεία να προσπαθήσει να τους εμπεδώσει την υποχρέωση συμμετοχής τους στην ανατροφή του παιδιού τους ή όχι;
Επίσης, ξέρετε ότι υπάρχουν κατηγορίες παιδιών – πχ παιδιά με αναπηρίες – τα οποία πολύ συχνά χάνουν τον έναν γονιό τους μετά το διαζύγιο, μάλλον γιατί οι δυσκολίες είναι πολλές και δεν θέλει να τις αναλάβει ούτε από κοινού ούτε εξίσου… Ζητήσαμε να καλέσετε στη σημερινή ακρόαση φορέων φορείς που ασχολούνται με τέτοιες υποθέσεις, αλλά δεν κάνατε δεκτό το αίτημά μας, προφανώς για εσάς αυτά τα παιδιά είναι κατώτερου θεού, δεν νομοθετείτε για αυτά.

Τέλος, το 1519, θεωρούμε ότι αποτελεί ευθεία παραβίαση του συντάγματος, αλλά και του ευρωπαϊκού δικαίου. Η ελεύθερη μετακίνηση προσώπων αποτελεί απαραβίαστο δικαίωμά τους. Παρ΄όλα αυτά, προσωπικά ακούω το επιχείρημα ότι το συμφέρον του παιδιού είναι πάνω από όλα, άρα οι γονείς θα πρέπει να κάνουν υποχωρήσεις στα δικά τους δικαιώματα για να το υπηρετήσουν. Αλλά αυτό θα πρέπει να αφορά και τους δύο γονείς, αφού το δικαίωμα του παιδιού να επικοινωνεί με τους γονείς του επηρεάζεται και από τη μετοίκηση του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει και έχει την επικοινωνία και οφείλετε αυτό να το συμπεριλάβετε στο εν λόγω άρθρο.

Αναμένουμε να δούμε τη διάθεσή σας για ενσωμάτωση των προτάσεών μας.

ΝΑΝΤΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ

Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Υπουργοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάμε σήμερα επί της αρχής το σχέδιο νόμου που αφορά στις επικείμενες τροποποιήσεις του οικογενειακού δικαίου, θα ήθελα όμως, εξαρχής, να σημειώσω κύριε Υπουργέ, ότι όταν νομοθετούμε μπορεί να διαφωνούμε ή μπορεί να συμφωνούμε, αλλά θεωρώ ως αυτονόητο, ως απολύτως αυτονόητο, ότι οι θέσεις μας διαμορφώνονται ως αποτέλεσμα της αντίληψης του κάθε κόμματος και του κάθε Βουλευτή περί του τι είναι ορθό ή όχι και όχι ως αποτέλεσμα πιέσεων. Το αναφέρω αυτό κυρίες και κύριοι συνάδελφοι και κύριε Υπουργέ, γιατί οφείλω να ομολογήσω ότι μου προκάλεσε πολύ μεγάλη εντύπωση η καταγγελία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για διαδικτυακή στοχοποίηση σε υποθέσεις οικογενειακού δικαίου και τη δράση ομάδων πίεσης στα social media, ώστε να επηρεάσουν με αθέμιτο τρόπο δικαστικούς λειτουργούς, που κρίνουν υποθέσεις οικογενειακής φύσης και ιδιαίτερα επιμέλειας ανήλικων τέκνων.
Επίσης, εύλογα τίθεται ένα ερώτημα κύριε Υπουργέ, γιατί το νομοσχέδιο το οποίο μπήκε στη διαβούλευση πριν από λίγες εβδομάδες, αν και η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή έχει καταθέσει το πόρισμά της εδώ και μήνες, γιατί, λοιπόν, αν είναι τόσο καλό έχει δημιουργήσει τόσες σφοδρές αντιδράσεις; Είναι νομίζω ένα πολύ εύλογο ερώτημα.

Γιατί οι έγκριτοι νομικοί, οι οποίοι συμμετείχαν στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, εκδηλώνουν ανοιχτά, ανοιχτότατα τις διαφωνίες τους για το τελικό draft;

Γιατί οι γυναικείες οργανώσεις διαδηλώνουν και αντιτίθενται σφόδρα;
Είναι σοβαρά ερωτήματα, που πρέπει όλους μας να μας προβληματίσουν.
Θέλω να σας μιλήσω πολύ ειλικρινά κύριε Υπουργέ. Θα ήθελα ειλικρινά η συζήτηση αυτή να μπορούσε να γίνει κάτω από άλλα δεδομένα και θα ήθελα, ειλικρινά σας το λέω, να ερχόμασταν σήμερα εδώ πέρα και να μπορούσαμε να στηρίξουμε όλοι μας αυτήν την πρόταση την οποία μας φέρνετε, γιατί μία είναι η αλήθεια κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κανείς, κανείς, μα κανείς δεν μπορεί να είναι απέναντι, δεν μπορεί να είναι κατά της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας επί της αρχής.
Ποιος θα μπορούσε να είναι κατά της συνεπιμέλειας; Ποιος; Ιδιαίτερα μετά τη λύση του γάμου; Όλοι μας προτιμούμε ένα χωρισμένο ζευγάρι να μεγαλώνει το παιδί με κοινή φροντίδα και πραγματικά είναι αξιοθαύμαστο, είναι αξιοθαύμαστο το να συνεχίζουν δύο άνθρωποι, οι οποίοι ζουν χωριστά, να μπορούν να συνεννοούνται, να ξεπερνούν τα μεταξύ τους προβλήματα για την καλύτερη, για τη βέλτιστη ανατροφή του παιδιού τους, όμως, τι γίνεται όταν ένα ζευγάρι χωρίζει με αντιδικία και οι γονείς δεν μπορούν να τα βρουν; Δυστυχώς, οι λύσεις που πάτε να δώσετε με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο φοβάμαι ότι είναι ατελέσφορες, το λιγότερο που μπορώ να πω.

Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και αυτή η πρόταση και η πρωτοβουλία που πήρατε θα μπορούσε να ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία, θα μπορούσε να ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό ορισμένων διατάξεων και για βελτιώσεις σύμφωνα και με τις νέες κοινωνικές συνθήκες. Η κοινωνία εξελίσσεται μετά από την τελευταία, γενναία, ρηξικέλευθη, πρωτοποριακή μεταρρύθμιση που έγινε το 1983 με το ν. 1329 από το ΠΑΣΟΚ και από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ήταν η πιο προοδευτική μεταρρύθμιση σε ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία προέβλεπε ήδη από τότε και μεταξύ άλλων ότι γονική μέριμνα θα ασκούνταν πλέον από κοινού και από τους δύο γονείς, σε αντίθεση με το παρελθόν όπου ο πατέρας και ο σύζυγος ήταν οι απόλυτα κυρίαρχοι. Θα μπορούσε επίσης, κύριε Υπουργέ, αυτό το νομοσχέδιο να ήταν μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για περαιτέρω ενσωμάτωση προβλέψεων της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης, η οποία αν δεν κάνω λάθος υπεγράφησαν σήμερα πριν από δύο χρόνια με την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών.

Δυστυχώς όμως, χάνετε αυτήν την ευκαιρία. Δεν καταφέρνετε να ανταποκριθείτε στις νέες κοινωνικές ανάγκες και συνθήκες που διαμορφώνονται στην άσκηση της γονικής μέριμνας, μετά τον χωρισμό των γονέων. Σε πολλές περιπτώσεις δεν καταφέρνετε να μείνετε στο επίκεντρο που θα έπρεπε να είναι όλων αυτών των ρυθμίσεων και το οποίο δεν είναι τίποτε άλλο από το συμφέρον του παιδιού.

Μακάρι να μπορούσαμε να τα πούμε μεταρρύθμιση. Δεν μπορούμε να το πούμε. Δεν δίνετε λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα, τα οποία ναι, υπάρχουν προβλήματα, υπάρχει μια προβληματική κατάσταση, όλοι το αναγνωρίζουμε, είναι κατά κύριο λόγο θέμα εφαρμογής του νόμου, είναι κατά κύριο λόγο θέμα δικαστηριακής πρακτικής, βεβαίως υπάρχουν γονείς, υπάρχουν πατεράδες που κακοπαθαίνουν – είναι μια πραγματικότητα – και πολλές οι μονομερής απόφαση των δικαστηρίων, πολλές φορές βγαίνουν αποφάσεις φασόν, είναι μια πραγματικότητα αυτή, κάνουν πολλούς γονείς να νιώθουν ότι τους στερείται η δυνατότητα συμμετοχής στην ανατροφή του παιδιού τους.

Αντί, λοιπόν, να μπορέσουμε να επικεντρωθούμε στην συγκεκριμένη λύση, στις ριζικές αλλαγές που θα απαντούσαν συγκεκριμένα σε αυτό το υπαρκτό και σοβαρότατο πρόβλημα με πυξίδα τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας, όπου και οι δύο γονείς πρέπει να είναι πιο συμμετοχικοί, πιο αποτελεσματικοί, ισότιμοι, η κατεύθυνση δεν είναι αυτή που πρέπει.
Τρεις παραδοχές. Τρεις παραδοχές καταρχάς, που νομίζω ότι τις άκουσα και από τους προλαλλήσαντες και από εσάς, το θέμα είναι όμως – και θα σας πω συγκεκριμένα και αργότερα και στην επί των άρθρων συζήτηση, που αποτυγχάνετε.

Οι νομοθετικές μεταβολές στο οικογενειακό δίκαιο και ειδικά στο θεσμικό πλαίσιο πρέπει να γίνονται με περίσκεψη, πρέπει να γίνεται γίνονται μακριά από αγκυλώσεις ιδεολογικές, μακριά από εμμονές, μακριά από φανατισμός και ανεξάρτητα από επιρροές ομάδων συμφερόντων, με πρώτιστο, αποκλειστικό, μοναδικό γνώμονα το συμφέρον του τόπου. Τίποτε άλλο.
Δεύτερον. Η όποια λύση πρέπει να εξυπηρετεί, πρωτίστως, το συμφέρον του τέκνου στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, το οποίο μπορεί να διαφέρει κάθε φορά.

Υπάρχει, δηλαδή, μία αόριστη νομική έννοια – κάτι το οποίο το λένε όλες οι διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα του παιδιού – η οποία πρέπει να εξειδικεύεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, γιατί ακριβώς το κάθε ζευγάρι, το κάθε παιδί, η κάθε οικογένεια ζουν κάτω από τελείως διαφορετικές συνθήκες. Οι ζωές τους δεν είναι οι ίδιες, άρα πρέπει να αποφεύγεται η νομοθέτηση γενικής φύσεως κριτήριων και προτεραιοτήτων για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του παιδιού.

Τρίτον. Η έννοια της γονικής μέριμνας σε καμία περίπτωση δεν είναι μονοσήμαντη και δεν μπορεί να ταυτίζεται αποκλειστικά και μόνο με την έννοια της επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο, όπως μέσα από τις διατάξεις του νομοσχεδίου σας, δυστυχώς, φαίνεται σε πολλές περιπτώσεις.

Επιτυγχάνονται όλα αυτά, με το παρόν Σχέδιο Νόμου; Η απάντηση είναι, όχι. Για ποιο λόγο το λέω αυτό.

Κατ’ αρχάς γιατί κατά τη διάρκεια της συγγραφής του κειμένου, το Υπουργείο Δικαιοσύνης επέλεξε να αρνηθεί τη διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών και με φορείς, με αντικείμενο την στήριξη και την προστασία θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, να μην διαβουλευτεί με δικηγόρους, δικαστές, ψυχιάτρους. Ψυχιάτρους, κύριε Υπουργέ, και λοιπούς επιστημονικούς φορείς και γιατί το Υπουργείο επέλεξε να συνδιαλλαγεί μόνο με την μια πλευρά των γονέων, την πλευρά ενός λόμπι χωρισμένων μπαμπάδων και να παρακάμψει όλες τις γυναικείες οργανώσεις. Ελπίζω, να κληθούν οι γυναικείες οργανώσεις, κύριε Υπουργέ, και να έχουμε την ευκαιρία να μας πουν και δια ζώσης, εάν τις καλέσετε ή όχι.

Αποκορύφωμα αποτέλεσε για απόκρυψη του σχεδίου της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής και η αντικατάστασή του με ένα κείμενο νομικά προβληματικό και αγνώστου προελεύσεως, το οποίο αγνοεί ή διαστρεβλώνει τις προτεινόμενες ρυθμίσεις της επιτροπής.
Γιατί δεν δώσατε στη δημοσιότητα ποιο ήταν το κείμενο της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής; Δώστε το. Δώστε το, τώρα. Σας το ζητώ από το βήμα της βουλής, να δώσετε επισήμως το κείμενο της νομοπαρασκευαστικής και να δούμε ποιες είναι οι αλλαγές τις οποίες εσείς έχετε κάνει και πώς τις έχετε κάνει και με ποιους τις έχετε διαβουλευτεί για να τις κάνετε.

Όσον αφορά, τώρα, το συμφέρον του τέκνου – και προχωρώντας τώρα και στην ουσία του νομοσχεδίου – εκτενέστερη αναφορά θα κάνω στην επί των άρθρων συζήτηση και εκεί θα αναλύσω τα προβληματικά σημεία, πολύ πιο αναλυτικά.

Όμως και επί της αρχής τα προβλήματα είναι πάρα πολλά και θα πρέπει να ειπωθούν, να γίνουν κατανοητά και μακάρι μέσα από αυτό το διάλογο να μπορέσετε να τα διορθώσετε. Εμείς αυτό θα πιέσουμε, γιατί αυτός είναι ο στόχος μας.

Δυστυχώς, λοιπόν, κύριε Υπουργέ, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζετε το παιδί, πιο πολύ μοιάζει με τρόπο προσέγγισης ενός παιδιού τους σαν παθητικός δέκτης άσκησης αγώνα γονεϊκών δικαιωμάτων, παρά ως φορέα- το ίδιο το παιδί – δικαιωμάτων και συγχέεται όπως ξεκάθαρα προκύπτει από τη διατύπωση – την κακή διατύπωση – του άρθρου 1511, το συμφέρον του παιδιού με τα γονεϊκά δικαιώματα.

Εισάγετε την από κοινού – πολύ ορθά μέχρι στιγμής, πάρα πολύ σωστά, συμφωνούμε στο από κοινού – αλλά μετά βάζετε και την λέξη «εξίσου» άσκηση γονικής μέριμνας. Δηλαδή, για να το πούμε ξεκάθαρα από το βήμα της βουλής και για να καταγραφεί στα πρακτικά – με την λέξη «εξίσου» εισάγετε την ισόχρονη, υποχρεωτική συνεπιμέλεια. Αν αυτό δεν ισχύει, πείτε το ευθαρσώς και ξεκάθαρα από το βήμα της βουλής. Για να το γνωρίζουμε και εμείς και όσοι πρόκειται να εφαρμόσουν τον νόμο μετά, κύριε Υπουργέ. Για ποιον λόγο διαλέγετε, λοιπόν, την λέξη «εξίσου» και δεν βάζετε την λέξη «ισότιμα», αφού τόσο πολύ πιστεύετε ότι αυτό πρέπει να υπάρχει. Όλος ο νομικός κόσμος, τα μέλη της νομοπαρασκευαστικής, η εταιρεία οικογενειακού δικαίου, όλοι, έχουν προβάλει ένσταση στη συγκεκριμένη λέξη, γιατί θεωρούν ότι ανοίγει την πίσω πόρτα για την εισαγωγή της εναλλασσόμενης κατοικίας. Γιατί δημιουργείτε, λοιπόν, αυτή την θολούρα; Εάν αυτή είναι η βούλησή σας, η εναλλασσόμενη κατοικία, βγείτε και πείτε το ευθαρσώς. Εάν πάλι δεν είναι, αφαιρέστε την λέξη «εξίσου» και βάλτε την λέξη «ισότιμα» αντί για αυτό.

Επίσης, βάζετε τεκμήριο χρόνου επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα που δεν διαμένει με το παιδί οριζοντίως στο ένα τρίτο του συνολικού χρόνου του παιδιού. Τι κάνετε δηλαδή;

Θα σας πω ακριβώς τι κάνετε. Βάζετε αυθαίρετα αριθμητικά καλούπια για να λύσετε ένα τόσο ευαίσθητο, ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Νομίζετε ότι αυτό αποτελεί μεταρρύθμιση. Θα αναφερθώ πολύ αναλυτικά και σε αυτό, στην επί των άρθρων συζήτηση.

Τέλος, το νομοσχέδιο αυτό, επιχειρεί να απαριθμήσει τους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να αφαιρείται η γονική μέριμνα. Είναι η μεγαλύτερη δυνατή ποινή που μπορεί να επιβληθεί σε έναν γονέα στο 1532, αφού αντιλαμβανόμαστε όλοι, ότι αυτό οδηγεί σε πλήρη αποξένωση του παιδιού με τον γονέα.

Εδώ πέρα, υπάρχει κάτι, που προξενεί, εμένα τουλάχιστον, αλλά όπως είδα και στο δημόσιο διάλογο και στον νομικό κόσμο, μου προξενεί μια πάρα πολύ μεγάλη εντύπωση. Υπάρχει κάτι παράδοξο. Προτάσσεται λόγους, που βεβαίως και πολύ ορθώς κάνετε και τους προτάσσετε, αλλά προτάσσετε στους τέσσερις από τους έξι λόγους την έννοια «της γονεϊκής αποξένωσης» με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους, που το λέτε στο α΄,β΄,γ΄,δ΄,. Δεν θα έπρεπε, μέσα σε όλα αυτά, να υπήρχε και η κακή η έκθεση του ανηλίκου σε κίνδυνο, οι κακές συνθήκες διαβίωσης, η παραμέληση της υγείας, η παρεμπόδιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, η εγκατάλειψη, εκμετάλλευση, όλα αυτά είναι υποδεέστερα, κύριε Υπουργέ, από την άσκηση της κακής γονικής μέριμνας;

Επίσης, για την περίπτωση της ενδοοικογενειακής βίας, ζητείται, κατ’ εξαίρεση με τις άλλες περιπτώσεις που λέτε, της γονεϊκής αποξένωσης, έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης. Ευτυχώς καταρχάς, ευτυχώς, που διορθώσατε το τερατούργημα του αμετάκλητου. Ευτυχώς, γιατί δεν ξέρω πραγματικά, πώς θα μπορούσατε, πώς σας πέρασε από το μυαλό, πως διανοηθήκατε και εσείς και οι σύμβουλοί σας, να έχετε βάλει μια τέτοια ρύθμιση, του αμετάκλητου, στην ενδοοικογενειακή βία, στην ασέλγεια και σε άλλα. Αλλά, ας πούμε, ότι αυτό, μετά από το κύμα των σφοδρών αντιδράσεων, το τσουνάμι των σφοδρών αντιδράσεων, το πήρατε πίσω και μπράβο σας. Γιατί όμως οριστική απόφαση μόνο για αυτό και όχι για τις υπόλοιπες περιπτώσεις; Εύλογη ερώτηση, χρειάζεται μία απάντηση. Την έκρηξη πάντως του ελληνικού «ΜΕ ΤΟΟ», αλλά και τη σημαντική αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, με το τρόπο τον οποίο ορίζεται και ρυθμίζεται το συγκεκριμένο άρθρο, φαίνεται, ότι ή την αγνοείτε παντελώς, ή την προσεγγίζεται αλά καρτ. Αυτό εισπράττουμε.

Κλείνοντας, κύριε Πρόεδρε και ζητώ την κατανόησή σας, το ζήτημα της επιμέλειας των παιδιών, δεν πρέπει να κριθεί ούτε με μάχες εντυπώσεων ούτε με μάχες ισχύος. Δεν είναι ούτε άσπρο, δεν είναι ούτε μαύρο. Δεν είναι ζήτημα, αν κάποιος τάσσεται με τις φεμινίστριες, με τις μαμάδες ή με τους μπαμπάδες, αλλά αν παραμένει αταλάντευτα με το συμφέρον του παιδιού. Είναι θέση μας, πως κάθε παιδί, πρέπει να έχει τη δυνατότητα επικοινωνίας και με τους δύο γονείς του, αλλά είναι και χρέος και των δύο γονέων, να συμμετέχουν ισότιμα στη μέριμνα του παιδιού τους, που είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο, πολύ δυνατότερο, πολύ περισσότερο, από το χρόνο επικοινωνίας στον οποίο ρηχά περιορίζεται με το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου. Και τα παιδιά βεβαίως, δεν πρέπει να εργαλειοποιούνται ούτε από τις μαμάδες τους ούτε από τους πατεράδες τους.

Εμείς, απέναντι στην μονόπλευρη και προκατειλημμένη θεώρηση που έχετε στο ζήτημα, γιατί, όπως σας προ είπα, επιχειρείτε να λύσετε ένα τόσο πολύπλοκο και ευαίσθητο ζήτημα με υποχρεωτικά, ποσοτικά και αριθμητικά καλούπια και χρονικά ποσοστά, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει σε καμία άλλη χώρα της Ε.Ε., εμείς έχουμε το δικό μας πλαίσιο και τη δική μας πρόταση, την οποία ήδη σας είχα πει από τον Νοέμβριο, κύριε Υπουργέ, στη συζήτηση που είχαμε κάνει στο υπουργείο και την οποία επιδεικτικά αγνοήσατε και συνεχίζετε να αγνοείτε και αυτό έχει να κάνει με τη δημιουργία οικογενειακού δικαστηρίου. Τίποτε δεν μπορεί να γίνει και να αλλάξει στην λάθος, αν θέλετε, στην παντελώς λάθος δικαστηριακή πρακτική, αν δεν γίνει αυτή η τομή. Είναι και αναγκαίο και είναι και εφικτό.

Διαχρονικά το ΠΑΣΟΚ το υποστηρίζει και θεωρούμε, ότι είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να υπάρξει ορθή ερμηνεία, αλλά και εφαρμογή του νόμου. Για τη τήρηση των δικαστικών αποφάσεων, εγώ σας λέω, για το χρόνο επικοινωνίας με τα παιδιά που υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις, αλλά δεν τηρούνται, μόνο ένα οικογενειακό δικαστήριο θα μπορούσε αυτό να το λύσει.

Δυστυχώς, το 2012, στο πλαίσιο της τότε συγκυβέρνησης, δεν επέτρεψε η Ν.Δ. τη πρόταση την οποία είχαμε εμείς τότε καταθέσει. Επανερχόμαστε, λοιπόν, σήμερα, κύριε Υπουργέ και σας λέμε, ότι και σε εύλογο χρονικό διάστημα θα καταθέσουμε πρόταση νόμου, με ειδικές διατάξεις, για τη δημιουργία μιας οργανωμένης, σύγχρονης και αποτελεσματικής δομής, με εξειδικευμένους δικαστές, που θα εκδικάζουν αποκλειστικά υποθέσεις οικογενειακού δικαίου, με την υποστήριξη κατάλληλου επιστημονικού προσωπικού, παιδοψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, οικογενειακών συμβούλων, που εδώ που τα λέμε και το γνωρίζετε σίγουρα, ήδη, από το 1996 είχαν θεσμοθετηθεί οικογενειακά τμήματα με το άρθρο 48 του ν. 2447 του 1996, αλλά δυστυχώς, αυτό έχει μείνει ανενεργό στη πράξη.

Σήμερα, λοιπόν, εμείς, κάνουμε ένα βήμα παραπάνω και προτείνουμε τη δημιουργία αμιγούς οικογενειακού δικαστηρίου, που θα αξιοποιεί πρωτίστως τις εναλλακτικές μορφές επίλυσης διαφορών με τη διαμεσολάβηση. Ως έσχατη λύση, θα πρέπει να διεξάγεται η δίκη και μάλιστα, κάτω από συνθήκες μειωμένης αντιδικίας, ώστε με αυτό το τρόπο, να ελαχιστοποιούνται οι ψυχοφθόρες επιπτώσεις στα παιδιά και γι’ αυτό θεωρούμε, ότι με αυτό το τρόπο, το νέο οικογενειακό δικαστήριο, μπορεί να προσδώσει στο σύστημα επίλυσης οικογενειακών διενέξεων και χαρακτήρα άμεσο και αποτελεσματικό και φιλικό προς την οικογένεια και συμφιλιωτικό, με αναγκαία εξειδίκευση και συνδρομή προσωπικού.

Έτσι μόνο, κύριε Υπουργέ, θα μπορέσουμε να ακολουθήσουμε τα παραδείγματα, που πολλές φορές μας έχετε αναφέρει, άλλων χωρών, που έχουν αναπτύξει, ναι, συστήματα επιμέλειας, αλλά με κατάλληλες δομές, με οικογενειακά δικαστήρια, με κοινωνικές δομές, με κοινωνικούς συμβούλους, με ψυχολόγους, με ψυχιάτρους, όχι με πιστολιές στον αέρα. Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.

ΜΑΡΙΑ ΚΟΜΝΗΝΑΚΑ ΚΚΕ

Στη χθεσινή συζήτηση στην Επιτροπή, ο υπουργός ισχυρίστηκε για το κυβερνητικό νομοθέτημα ότι πρόκειται για «γενναία μεταρρύθμιση που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία». Ποια είναι αυτή η γενναία(!!!) μεταρρύθμιση με βάση τα άρθρα του προτεινόμενου νομοσχεδίου;

1ον: Με το άρθρο 6 προβλέπεται η προσφυγή των γονιών σε διαδικασία ιδιωτικής διαμεσολάβησης, μια ιδιαίτερα δαπανηρή και χρονοβόρα διαδικασία, που αποβαίνει σε βάρος των οικονομικά αδύνατων διαδίκων, και υπονομεύει βέβαια τα όποια εχέγγυα αμερόληπτης επίλυσης της υπόθεσής τους από δικαστικό λειτουργό, την οποία όλοι μαζί άλλωστε είχατε ψηφίσει με το Ν. 4640/2019, στο όνομα της αποσυμφόρησης των δικαστηρίων από οικογενειακές υποθέσεις.

Αν η κυβέρνηση ήθελε να αποσυμφορήσει τα δικαστήρια από τις οικογενειακές υποθέσεις, που όντως οι δικαστικές διαμάχες λειτουργούν σε βάρος του παιδιού, θα υιοθετούσε τις προτάσεις του ΚΚΕ.
Δηλαδή, τη στήριξη των δύο γονέων και των παιδιών από δωρεάν κοινωνικούς θεσμούς που θα εξομαλύνουν τις συγκρούσεις ανάμεσα στους γονείς.

Δωρεάν κοινωνικές υπηρεσίες πρόληψης σε θέματα οικογενειακού προγραμματισμού, σεξουαλικής αγωγής, προγράμματα θεραπείας οικογένειας και ζεύγους (πριν να φτάσουν στη λύση του γάμου), συμβουλευτικής γονέων. Αυτό το πλαίσιο θα περιόριζε δραστικά τις περιπτώσεις των παιδιών που βιώνουν τις συνέπειες χρόνιων κοινωνικών προβλημάτων και συμπεριφορών. Θα αναχαίτιζε την έκθεσή τους σε συγκρουσιακές καταστάσεις που διαμορφώνονται στην πορεία προς το διαζύγιο και μετά από αυτό, τις δικαστικές διαμάχες. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ανάγκη αυτή την επεσήμαναν στις παρεμβάσεις τους όλοι σχεδόν οι φορείς. Κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται ούτε ως δυνατότητα στο νομοσχέδιο, δηλαδή η οριζόντια υποστήριξη των οικογενειών από κρατικούς φορείς, όπως χαρακτηριστικά επισήμανε η εκπρόσωπος της Ένωσης Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος. Όπως δεν προβλέπεται και από τις ισχύουσες διατάξεις, αφού αυτό διαχρονικά απουσίαζε από τον προσανατολισμό όλων των κυβερνήσεων, των κομμάτων δηλαδή που σήμερα χύνουν υποκριτικά δάκρυα για το συμφέρον του παιδιού.

Σήμερα, όμως, από την όλη διαδικασία επίλυσης διαφορών επιμέλειας και επικοινωνίας των παιδιών, απουσιάζει παντελώς η οποιαδήποτε κοινωνική κρατική υπηρεσία, με ρόλο έστω γνωμοδοτικό! Η δικαστική απόφαση βασίζεται αποκλειστικά σε μαρτυρικές καταθέσεις και έγγραφα που οι ίδιοι οι γονείς προσκομίζουν στο δικαστήριο και στην καλύτερη περίπτωση, αν κριθεί απαραίτητο, σε μια ολιγόλεπτη συνάντηση και συζήτηση του δικαστή με το παιδί, σε μια οποιαδήποτε αίθουσα των δικαστηρίων.

Αντί να πάρει τα αναγκαία μέτρα η κυβέρνηση για την ανάπτυξη και στελέχωση τέτοιων δωρεάν κρατικών υπηρεσιών μαζί με τη δημιουργία Οικογενειακών Δικαστηρίων, με το νομοσχέδιο σπρώχνει τους γονείς που δεν μπορούν να βρουν κοινά αποδεκτές λύσεις να καταφεύγουν σε ιδιώτη διαμεσολαβητή.

Δεν προτιμήσατε ούτε έστω την παραπομπή σε δικαστική διαμεσολάβηση, όπως πρότεινε η Ένωση Δικαστών, που προβλέπεται στο δίκαιο ως διαδικασία, αλλά παραδίδετε κι αυτές τις ευαίσθητες διαδικασίες στους ιδιώτες, «ανοίγοντας και την ψαλίδα» των βαρών, διαμορφώνοντας ακόμα μεγαλύτερη πίεση στο ασθενέστερο οικονομικά μέρος.

Δίνει μάλιστα τη δυνατότητα και στο δικαστήριο να διατάξει την επανάληψη της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, ενισχύοντας το φαύλο κύκλο των συγκρούσεων μεταξύ των γονέων.

Αλήθεια, με ποια λογική, μια υπόθεση που έχει ήδη οδηγηθεί για επίλυση στο δικαστήριο, στο φυσικό δικαστή, όπως λέγεται, θα οδηγείται ξανά πίσω στον ιδιώτη διαμεσολαβητή;

Δηλαδή, οι εντάσεις που αντικειμενικά δημιουργούνται ανάμεσα στους δύο γονείς, για μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά την προετοιμασία του κάθε δικαστηρίου από τα διάδικα μέρη (γονείς), αλλά και μετά από αυτό, θα συνεχίζονται.

Απλώς θα επεκταθούν στην ιδιωτική διαμεσολάβηση και πέρα από την αίθουσα του δικαστηρίου, όπου θα έχουν ακουστεί μέσω των μαρτύρων, των δικηγόρων και ενίοτε και από τους ίδιους τους γονείς σκληρές κατηγορίες του ενός γονέα προς τον άλλον.

Σε συνδυασμό με την οικονομική εξάντληση των γονέων, που πληρώνουν δυσβάσταχτα γι’ αυτούς ποσά σε δικηγόρους και δικαστικά έξοδα, αντιλαμβανόμαστε ότι το πλαίσιο της δήθεν δικαστικής διευθέτησης των θεμάτων που αφορούν στο παιδί (επιμέλεια, επικοινωνία, διατροφή), λειτουργεί αντικειμενικά υπονομευτικά στη σχέση των γονέων μεταξύ τους, αλλά και του κάθε γονιού με το παιδί.

Πραγματικά, τολμάτε να ισχυρίζεστε ότι αυτή η διαδικασία είναι προς το συμφέρον των παιδιών, εξασφαλίζοντας την ουσιαστική σχέση τους και με τους δύο γονείς;

2ο ζήτημα που περιλαμβάνει η «γενναία» σας μεταρρύθμιση: Με το άρθρο 7 θεσμοθετείτε την κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου, η οποία ίσχυε ΗΔΗ στη νομολογία.
Συμφωνούμε ότι οι δύο γονείς πρέπει να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα μετά το διαζύγιο. Το ερώτημα σε σχέση με τη συγκεκριμένη διάταξη είναι πώς οι γονείς θα ασκούν «εξίσου» τη γονική μέριμνα. Όταν μάλιστα με το άρθρο 8 δημιουργούνται ασάφειες και συγχύσεις στις έννοιες της γονικής μέριμνας και επιμέλειας. Ενώ ήδη δίνονται διαφορετικές ερμηνείες για το αν αυτό αφορά τελικά την ισόχρονη κατανομή της.

Η «ισότητα των γονέων», που επικαλείται η κυβέρνηση, είναι μόνο «τυπική». Στην πραγματική ζωή είναι ανισότητα. Δεν αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα όλοι οι γονείς μετά από ένα διαζύγιο.

Οι οικονομικοί, κοινωνικοί παράγοντες επιδρούν καθοριστικά ακόμα και στη διαδικασία της διάλυσης του γάμου, ώστε οι γονείς να αποφύγουν την οικονομική αιμορραγία μιας δικαστικής διένεξης ή μιας ιδιωτικής διαμεσολάβησης που προβλέπεται με το νομοσχέδιο.

Σε αυτές τις περιπτώσεις το συναινετικό διαζύγιο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι οι δύο γονείς έχουν συμφωνήσει πραγματικά στη ρύθμιση της κατανομής και άσκησης της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας.

Αλλά και στην πορεία πρακτικά συναντούν πρόσθετα εμπόδια στην κατανομή και άσκηση της γονικής μέριμνας: Από τη συντήρηση δύο σπιτιών μέχρι τη συνεννόηση μεταξύ τους για το πρόγραμμα του παιδιού, με βάση τις αντικειμενικές δυσκολίες που προκύπτουν με τα ακανόνιστα ωράρια εργασίας και χίλια δυο άλλα.

3ο ζήτημα: Η κυβέρνηση με συγκεκριμένες διατάξεις του νομοσχεδίου δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιδιώκει να λύσει σε σχέση με την ισότιμη συμμετοχή των διαζευγμένων γονιών στη φροντίδα και ανατροφή του παιδιού.
Για παράδειγμα, με το άρθρο 13, όπου ο χρόνος επικοινωνίας με φυσική παρουσία του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει «τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου».
Δηλαδή, επιδιώκετε με μαθηματικούς τύπους να ρυθμίσετε την κατανομή του χρόνου του παιδιού ανάμεσα στους δύο γονείς.

Πρώτο ερώτημα: Πώς θα υπολογιστεί ο συνολικός χρόνος του παιδιού; Δηλαδή ο χρόνος επικοινωνίας του παιδιού με το γονέα που δεν διαμένει αφορά στον συνολικό χρόνο ή μόνο στον ελεύθερο χρόνο του παιδιού από άλλες κοινωνικές δραστηριότητες (δηλαδή το χρόνο που μένει από το σχολείο, τις πολιτιστικές, αθλητικές δραστηριότητες, το φροντιστήριο);

Δεύτερο ερώτημα: Πώς θα κατανέμεται ο χρόνος επικοινωνίας του γονέα, όταν εργάζονται και οι δύο με τα ωράρια-λάστιχο; Όταν υπάρχει τέτοια ποικιλία συνθηκών εργασίας και ζωής, με βάση την εργασιακή ζούγκλα που πάτε να επεκτείνετε με το αντεργατικό τερατούργημα. Ήταν γλαφυρό και αποδίδει την πραγματικότητα το παράδειγμα που έφερε στην παρέμβασή της η πρόεδρος της ΟΓΕ, πώς θα κατανέμεται ο χρόνος που θα περνάνε με το παιδί τους ένας γονιός εμποροϋπάλληλος και ένας εργαζόμενος στις τηλεπικοινωνίες με τα εξαντλητικά και ακανόνιστα ωράρια;

Τρίτο ερώτημα: Πώς θα ρυθμίζεται ένα τόσο σύνθετο κι ευαίσθητο ζήτημα, ιδιαίτερα σε εβδομαδιαία βάση; Θα κάθονται οι γονείς – οι ιδιωτικοί διαμεσολαβητές – οι δικαστές με ένα κομπιουτεράκι και θα υπολογίζουν 7 μέρες την εβδομάδα * 24 ώρες/ 3;

Ιδιαίτερα όταν ελλοχεύει ο κίνδυνος η κατανομή του χρόνου που περνά το παιδί με τον κάθε γονέα να γίνεται ως εξής: Τις καθημερινές με το γονέα που ασκεί την επιμέλεια, συνήθως τη μητέρα, και από Παρασκευή βράδυ μέχρι Κυριακή να δίνεται στον γονέα που δεν την ασκεί, συνήθως τον πατέρα.

Συνεπώς, διαφοροποιείται η ποιότητα του χρόνου που περνά ο καθένας μαζί του. Τις καθημερινές, ο γονέας έχει το άγχος για την προετοιμασία του παιδιού για το σχολείο ή τον παιδικό σταθμό, για τον προγραμματισμό των εξωσχολικών δραστηριοτήτων κ.ά. Αντικειμενικά, το Σαββατοκύριακο διευκολύνει την ανάπτυξη της ποιοτικής σχέσης γονέων – παιδιού.
Η υποχρεωτικότητα στην κατανομή του χρόνου επικοινωνίας του παιδιού με κάθε γονέα, όταν δεν υπάρχει συμφωνία και συνεννόηση μεταξύ τους, μπορεί να απορυθμίσει το καθημερινό πρόγραμμα του παιδιού. Οι συγκρούσεις μεταξύ των γονέων μπορεί να εκφράζονται σε διαμάχες κάθε εβδομάδα για την κατανομή του χρόνου και του τόπου διαμονής του παιδιού, διαταράσσοντας το αναγκαίο σταθερό περιβάλλον και πρόγραμμα. Αυτό βέβαια ενδέχεται να ισχύει και σήμερα.

Η απουσία μιας δομημένης καθημερινότητας για το παιδί, η διακοπή της ρουτίνας έχει ως αντίκτυπο την εμφάνιση νωχελικότητας, νωθρότητας, την έλλειψη κινήτρων για την ένταξή του σε διάφορες δραστηριότητες. Πέρα από το σχολείο ή τον παιδικό σταθμό, που προσφέρουν ένα καθημερινό δομημένο πρόγραμμα, η ρουτίνα στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής του παιδιού (ώρες φαγητού, ώρες ύπνου, χρόνος για διάβασμα, για δραστηριότητες, για επαφή με τους φίλους, τους συγγενείς) είναι ζωτικής σημασίας και αναγκαία προϋπόθεση για την ομαλή ψυχολογική και συναισθηματική υγεία του παιδιού και του εφήβου. Παρατηρείται ακόμη και στη βρεφική, νηπιακή ηλικία, στην οποία το άγχος του βρέφους ή του νηπίου -άγχος που προκαλείται επειδή δεν έχει αίσθηση του χρόνου- καταλαγιάζει όταν υπάρχει ένα δομημένο πρόγραμμα.
Ταυτόχρονα, στο ίδιο άρθρο δεν προσδιορίζεται αν η γνωμοδότηση για την ακαταλληλότητα του γονέα θα γίνεται από ιδιώτες κοινωνικούς λειτουργούς ή ψυχολόγους ή ψυχιάτρους, είτε από κρατικούς θεσμούς κοινωνικών υπηρεσιών.

Ένα τέτοιο παράδειγμα, που με τις ασάφειες που υπάρχουν στο νομοσχέδιο καλλιεργείται τελικά το έδαφος για νέα πεδία διαφωνιών και συγκρούσεων, είναι αυτή η πρόβλεψη στο άρθρο 7 σχετικά με την υποχρέωση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο να προβαίνει σε πράξεις επιμέλειας με επείγοντα χαρακτήρα ή τρέχουσας διαχείρισης περιουσίας, μόνο κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του άλλου γονέα. Πέρα από τις πρακτικές δυσκολίες που αυτή η υποχρέωση μπορεί να δημιουργήσει, υπάρχει αντίφαση με το 1516ΑΚ που προβλέπει ότι ο καθένας γονέας μπορεί να πράξει μόνος του αυτές τις πράξεις (χωρίς προηγούμενη ενημέρωση).

4ο ζήτημα: Παρουσίασε ο υπουργός ως καινοτομία ότι εισάγει ο νόμος αντικειμενικά κριτήρια για τις περιπτώσεις κακής άσκησης της γονικής μέριμνας στο άρθρο 14. Που σίγουρα δεν είναι περιοριστική η απαρίθμηση, όμως δείχνει μια ιεράρχηση.

Αν λοιπόν πράγματι θέλετε να διαφυλάξετε το παιδί από τις περιπτώσεις κακής άσκησης της γονικής μέριμνας, σας προτείνουμε να προτάξετε τις περιπτώσεις παραμέλησης της υγείας, της εκπαίδευσης του ανηλίκου, την προστασία του από την εκμετάλλευση ανήλικης εργασίας, την εγκατάλειψη και έκθεση σε κίνδυνο.

Αντίθετα δεν μπορεί να θεωρηθεί προστασία του παιδιού από την κακή άσκηση της γονικής μέριμνας να χρειάζεται η έκδοση έστω και οριστικής καταδικαστικής απόφασης (φυσικά δεν συζητάμε για την αρχική απαράδεκτη ρύθμιση που προέβλεπε την αμετάκλητη καταδίκη), για τις περιπτώσεις τις ενδοοικογενειακής βίας ή των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ζωής, που μπορεί να αφήσει εκτεθειμένο στην κακοποίηση του γονέα το παιδί για πολλά χρόνια με βάση τους χρόνους απόδοσης της δικαιοσύνης. Κατανοούμε βέβαια και την ανησυχία που εκφράζεται για ορισμένες περιπτώσεις που μπορεί πράγματι τέτοιου είδους καταγγελίες να γίνονται μόνο για λόγους εκδίκησης, χωρίς να έχουν λάβει χώρα τα αδικήματα που θα οδηγούσαν σε μια άδικη στέρηση της γονικής μέριμνας από το γονέα. Αυτά ακριβώς τα επικίνδυνα διλήμματα που δεν επιτρέπουν σταθμίσεις, είναι που φανερώνουν απροκάλυπτα την επιτακτική ανάγκη των κρατικών δομών κοινωνικών υπηρεσιών και ψυχικής υγείας, που θα μπορούσαν να παρεμβαίνουν έγκαιρα και να γνωμοδοτούν με βάση τα πραγματικά περιστατικά.

Κι όταν μάλιστα, με δεδομένη αυτή την παντελή απουσία κοινωνικών δομών, ακόμα και για τις εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις κακής άσκησης της γονικής μέριμνας, όπου κρίνεται απαραίτητη η παρέμβαση του εισαγγελέα, διευρύνεται υπερβολικά η προθεσμία στην οποία μπορεί ο εισαγγελέας να απευθυνθεί στο δικαστήριο από τις 30 στις 90 ημέρες και με δυνατότητα παράτασης άλλων 90 ημερών. Αλήθεια, κι αυτή η διάταξη υπαγορεύεται από το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού ή είναι ακόμα μια απόρροια της διαχρονικής υποστελέχωσης των υπηρεσιών της Εισαγγελίας Ανηλίκων;

Αυτό που γίνεται λοιπόν φανερό είναι ότι το πραγματικό συμφέρον του παιδιού, αλλά και η ίδια η αναγκαιότητα της κοινής συνεννόησης και κοινής ευθύνης των γονέων στην άσκηση της γονικής μέριμνας, δεν υπηρετείται από τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, αντίθετα με μία έννοια υπονομεύεται.

Όπως βέβαια συμβαίνει και με το ισχύον Οικογενειακό Δίκαιο, για το οποίο κάποιοι εμφανίζονται ως όψιμοι υποστηρικτές τους. Γιατί ακόμα και ένα ιδανικό θεσμικό πλαίσιο, που βέβαια το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο απέχει πολύ από το να είναι ιδανικό, όσο απουσιάζουν οι κατάλληλες υποστηρικτικές κρατικές κοινωνικές δομές, που θα στηρίζουν και θα παρακολουθούν την εφαρμογή του, αυτό θα παρέμενε τελικά ένα άδειο πουκάμισο.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΡΑ25

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ξεκινά σήμερα στην Επιτροπή η συζήτηση ενός νομοσχεδίου που αποσκοπεί στην τροποποίηση πολύ σημαντικών διατάξεων του οικογενειακού μας δικαίου, και το οποίο έχει προκαλέσει πολύ έντονες αντιδράσεις από τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών.

Καταρχάς, λοιπόν, με μεγάλη ασφάλεια μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης σίγουρα δεν βρίσκει ευρύ έρεισμα στην ελληνική κοινωνία. Ούτε στη μορφή που είχε κατά τη δημόσια διαβούλευση, ούτε στην εκδοχή που τελικά καταθέσατε στη Βουλή. Μάλιστα, τα μαντάντα λένε ότι το κείμενο της νομοπαρασκευαστικής που εσείς ο ίδιος συγκροτήσατε υπό τον κ. Τέντε τελικά δεν το προωθήσατε. Πιστεύω ότι για λόγους πολιτικού πολιτισμού οφείλετε αυτές τις διατάξεις να τις δημοσιοποιήσετε ώστε να ξέρουμε τι προέβλεπαν, να μας εξηγήσετε για ποιο λόγο δεν αξιοποιήθηκαν, αλλά να μας πείτε τελικά και ποιοι έγραψαν αυτό το νομοσχέδιο. Ένα νομοσχέδιο που υπηρετεί κατά βάση τα αιτήματα πολύ συγκεκριμένων ομάδων, για να είμαστε ειλικρινείς. Αυτές οι ομάδες, λοιπόν, βρήκαν στο Μαξίμου και στο Υπουργείο Δικαιοσύνης όχι απλώς καλοπροαίρετους ακροατές, αλλά πρόθυμους υποστηρικτές.

Αγαπητοί συνάδελφοι, ένα από τα επιχειρήματα που ακούστηκαν για το νομοσχέδιο από στελέχη της ΝΔ τον τελευταίο καιρό λέει το εξής: «το οικογενειακό μας δίκαιο έχει πολύ καιρό να τροποποιηθεί.» Και; Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τροποποιηθεί;

Πρώτα απ’ όλα, το οικογενειακό δίκαιο δεν έχει πολύ καιρό να τροποποιηθεί. Διαχρονικά έχουν γίνει τροποποιήσεις αρκετές σε άλλα σημεία του, οι οποίες μάλιστα έχουν επηρεάσει θετικά την ποιότητα των σχέσεων μεταξύ πρώην συζύγων αλλά και με τα παιδιά τους. Θα φέρω ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα: το συναινετικό διαζύγιο ενώπιον συμβολαιογράφου. Με τη δυνατότητα που δόθηκε σε γονείς που αποφασίζουν να χωρίσουν να ρυθμίσουν γρήγορα, ελεύθερα και χωρίς διαδικαστικές επιβαρύνσεις την επόμενη μέρα στον οικογενειακό τους βίο, χτίστηκε πολύ σύντομα μια ευρεία θετική κουλτούρα συναίνεσης. Πλέον, τα διαζύγια με αντιδικία είναι λιγότερα από ποτέ.

Στην Ελλάδα του 2021, το 85% των γονέων που οδεύουν προς διαζύγιο κάθονται γύρω από ένα τραπέζι και λύνουν τα προβλήματά τους μόνοι τους, όπως ξέρουν καλύτερα από τον καθένα για το συμφέρον των παιδιών τους. Ρυθμίζουν τις σχέσεις με τα τέκνα τους, ρυθμίζουν τα περιουσιακά τους και την τυχόν διατροφή. Μόλις 15% των γονέων φτάνουν στο δικαστήριο, και 3-4% προχωρούν πέρα από το πρωτοδικείο. Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες έχουν αποφασίσει συντριπτικά ότι κανένας δικαστής δεν ξέρει καλύτερα τη ζωή τους, τις δυνατότητές τους, τα παιδιά τους και τις ανάγκες τους. Ότι είναι προς το συμφέρον όλων -και κυρίως των παιδιών τους- να συνεννοηθούν οι γονείς, να συμβιβαστούν και να έχουν σχέσεις ανθρώπινες.

Μια χαρά τροποποιήσεις έχουν γίνει, λοιπόν, απλώς όχι με τη δική σας φιλοσοφία. Αυτή τη δυναμική που ξεδιπλώνεται τα τελευταία χρόνια προς μια θετική κατεύθυνση ειρήνευσης των σχέσεων έρχεστε εσείς και την δυναμιτίζετε. Δένετε τα χέρια του δικαστή με το 1/3 και χτίζετε μια αντικουλτούρα που «καίει» το χαρτί της συναίνεσης και του συμβιβασμού και που θα φέρει στις δικαστικές αίθουσες αγωγές με το τσουβάλι. Εκεί να δουν τα μάτια μας ταλαιπωρία και βιομηχανία δικαστηρίων. Αυτά θα φέρουν εκείνοι που σας έχουν πλευρίσει, και που πριν 3-4 μέρες κρέμασαν σε κεντρικότατο σημείο επί της Κηφησίας ένα αισχρό πανό που λίγο-πολύ λέει ότι οι δικηγόροι και οι δικαστές θησαυρίζουν από το ισχύον οικογενειακό δίκαιο, ενώ όλοι ξέρουμε ότι με αυτό ακριβώς το δίκαιο οι υποθέσεις αυτές ολοένα και λιγοστεύουν χρόνια τώρα.

Επίσης, επειδή σας αρέσει πολύ να αναφέρετε το εξωτερικό και τι κάνουν τα προηγμένα κράτη για να παραδειγματιστούμε εδώ οι καημένοι οι ιθαγενείς που δεν ξέρουμε, θα πρέπει να βάλουμε κάποια πράγματα στη σωστή βάση:

Πρώτον, στο εξωτερικό περηφανεύονται όταν έχουν τις ίδιες διατάξεις 50 και 70 και 100 χρόνια. Το θεωρούν επιτυχία να μπορεί ένας νόμος να απορροφά τους κραδασμούς του χρόνου και να καταφέρνει να εκφράζει το δίκαιο τόσο καιρό μετά τη θέσπισή του. Εκείνοι θα πουν με θαυμασμό «πόσο μπροστά έβλεπε ο νομοθέτης μας!», εσείς λέτε «πάλιωσε το αυτοκίνητο, θα πάρουμε άλλο.» Αυτή τη λογική έχετε για το δίκαιο.

Δεύτερον, στην περίπτωση του σύγχρονου οικογενειακού δικαίου η Ελλάδα είναι που δίδαξε καλές πρακτικές στο εξωτερικό, και αυτό πρέπει να το λέμε διαρκώς για να το μάθουν όλοι. Το νέο οικογενειακό μας δίκαιο το εισηγήθηκε ως Υπουργός Δικαιοσύνης ο σπουδαίος νομικός καθηγητής Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης και το επεξεργάστηκε μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή κορυφαίων, όπως ο Δεληγιάννης, η Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, ο Κουμάντος, ο Κασιμάτης, ο Σταθόπουλος, με συμμετοχή 6 γυναικών από τις οργανώσεις, με μία γυναίκα εκπρόσωπο του δικηγορικού σώματος, και με πρόεδρο έναν από τους πυλώνες τους νομικού μας πολιτισμού, τον αξεπέραστο Αριστόβουλο Μάνεση.

Αυτοί οι άνθρωποι έφτιαξαν τον Ν. 1329/1983, το προοδευτικότερο οικογενειακό δίκαιο της Ευρώπης και ίσως και του πλανήτη, που έπαυσε τα πατρικά πρωτεία στην οικογένεια, εδραίωσε «παιδοκεντρικό» προσανατολισμό, και παραμένει αρτιότατο ως ένα από τα πιο λειτουργικά κεφάλαια του Αστικού Κώδικα. Καλοπροαίρετα θα πω, λοιπόν, ότι το 1983 «τα πιάσαμε στον ύπνο» τα προηγμένα κράτη. Εμείς κόψαμε πρώτοι το νήμα της προόδου στο οικογενειακό δίκαιο και οι άλλοι ακολούθησαν.

Μάλιστα, από το 1983 προοικονόμησε εκείνος ο νόμος και ρύθμισε κάποια ζητήματα με τόσο άψογο τρόπο που επηρέασε 6 χρόνια μετά, το 1989, την ίδια τη Σύµβαση για τα ∆ικαιώµατα του Παιδιού του ΟΗΕ που βεβαίως ισχύει μέχρι σήμερα.

Τρίτον και σπουδαιότερο: αυτά που ισχυρίζεται η Νέα Δημοκρατία ότι τάχα συμβαίνουν στο εξωτερικό όπως τα περιγράφετε στο νομοσχέδιό σας, απλώς δεν ισχύουν. Πρόκειται για παραπληροφόρηση, και το λέω ευγενικά. Ορισμένα μόνο από αυτά που προτείνετε έχουν εφαρμοστεί σε ελάχιστα μέρη στον κόσμο, όπως σε κάποια σκανδιναβικά κράτη, και εντελώς σποραδικά σε κάποιες αγγλοσαξωνικές δικαιοταξίες, δηλαδή σε κράτη που δεν είχαν το δικό μας προοδευτικό οικογενειακό δίκαιο και μεταξύ άλλων και σε νομικά συστήματα εντελώς διαφορετικά από τα δικά μας, γιατί εκεί το δίκαιο παράγεται βασικά από δικαστικές αποφάσεις και όχι από τον νόμο.

Να γίνει, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι νομικά μας προτείνετε κάτι πολύ περιθωριακό. Το γιατί είναι και οπισθοδρομικό, θα το δούμε αργότερα.
Και βεβαίως, πρέπει να λήξει και μια ακόμη εκκρεμότητα που κακώς αφήνουν διάφοροι να πλανάται: καμία Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μας επιβάλλει τίποτε σαν κι αυτό που μας φέρνετε στο νομοσχέδιο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ασχολείται με το οικογενειακό δίκαιο των μελών της, δεν υπάρχει κάποια Οδηγία ή Κανονισμός, υπάρχουν μόνο κάποια ψηφίσματα, κι αυτά έχουν να κάνουν γενικά με την ισότητα. Ούτε έχουμε μείνει πίσω από τις εξελίξεις λοιπόν, ούτε παρίες της Ευρώπης είμαστε.

Πάμε στην κεντρική φιλοσοφία του νομοσχεδίου, η οποία στηρίζεται σε έννοιες που δεν είναι αναγνωρισμένες και αποδεκτές από τις αρμόδιες επιστήμες. Κι εδώ, λοιπόν, η πρότασή σας κινείται στο περιθώριο.
Ας αρχίσουμε από τη «γονεϊκή αποξένωση», που την έχετε σε περίοπτη θέση στην αιτιολογική έκθεση. Παρακολουθώ εδώ και μήνες πολύ στενά σε δημόσιες συζητήσεις εξαίρετους και αναγνωρισμένους επιστήμονες, ψυχιάτρους, παιδοψυχιάτρους, κοινωνικούς λειτουργούς, κοινωνικούς ψυχολόγους, παιδοψυχολόγους, ειδικούς αγωγής. Εκεί που καταλήγουν είναι ότι η «γονεϊκή αποξένωση» όπως την προώθησε ως σύνδρομο ο Αμερικανός παιδοψυχίατρος Γκάρντνερ τη δεκαετία του ‘80 και τροφοδότησε μια ολόκληρη βιομηχανία δικαστηρίων είναι κατά βάση ένα ψευδοεπιστημονικό εφεύρημα που όχι μόνο δεν συμπεριλαμβάνεται σε κανένα επίσημο εγχειρίδιο, αλλά βλάπτει τα δικαιώματα και το συμφέρον του παιδιού.

Εγώ θα προσθέσω και κάποιες λεπτομέρειες. Ο Γκάρντνερ ήταν ανοιχτά υπέρ της παιδοφιλίας. Προέτρεπε να συλλαμβάνονται οι μητέρες όταν αντιδρούσαν σε σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ πατέρα και παιδιού ή σε σεξουαλικά υπονοούμενα των πατεράδων προς τα παιδιά. Αρνείτο το δικαίωμα του παιδιού σε προστασία όταν κακοποιείται από τους γονείς του. Είχε γράψει σε βιβλίο του το χυδαίο σλόγκαν: «υπάρχει ένα ποσοστό παιδοφιλίας σε όλους μας». Κατά την άποψή του, ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός παραέκανε θέμα την σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών. Υποστήριζε για γυναίκες θύματα βιασμού ότι κάποιες από αυτές μπορεί να το ευχαριστιούνται γιατί το βλέπουν ως «το τίμημα που είναι πρόθυμες να πληρώσουν για να κερδίσουν την ικανοποίηση της υποδοχής του σπέρματος». Έλεγε ότι τα παιδιά πρέπει να αφαιρούνται εντελώς από μια μητέρα που αμφισβητεί τη συνεπιμέλεια ώστε -ακούστε πόσο φρικτό!- να «αποπρογραμματιστούν» (de-program)! Αυτά για να ξέρουμε ποιος λέει τι, αγαπητοί συνάδελφοι.

Αφαιρέσατε μετά τη δημόσια κατακραυγή από το άρθρο 5 το απαράδεκτο τεκμήριο καθοδήγησης της γνώμης του παιδιού. Ευτυχώς αφαιρέσατε τουλάχιστον το αμετάκλητο, χωρίς ωστόσο να δίνετε την καλύτερη λύση. Αφήσατε, όμως, άθικτο το άλλο απαράδεκτο και παράλογο τεκμήριο, του ενός τρίτου του συνολικού χρόνου. Έχω πολλά να πω για αυτά στην κατ’ άρθρο συζήτηση, αλλά σας δίνω μια πρόγευση για να δείξω ακριβώς ότι δεν έχετε απαγκιστρωθεί εντελώς από αυτή την επικίνδυνη και αντιεπιστημονική κεντρική έννοια. Και είναι πραγματικά όνειδος να έχουμε αιτιολογική έκθεση που προτάσσει ένα τέτοιο εξάμβλωμα όπως η «γονεϊκή αποξένωση» και περιφρονεί έτσι τις καθιερωμένες επιστήμες. Και είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο έχετε συσπειρώσει απέναντί σας τους επιστήμονες και τους επαγγελματίες του χώρου. Να μιλήσουμε για τους δικαστές; Την Πανελλήνια Παιδοψυχιατρική Εταιρία; Τους Κοινωνικούς Λειτουργούς; Τους δικηγόρους; Πόσοι πια μένουν που συμφωνούν μαζί σας και ποιοι είναι αυτοί;

Μια πολύ σύντομη αναφορά στις άλλες δύο περιγραφικές επινοήσεις: στην «κοινωνικοσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης» στο άρθρο 13 του νομοσχεδίου και στη «διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του» στο άρθρο 14. Εξαιρετική και πλούσια νομολογία είχαμε με τις ισχύουσες πολύ πιο κομψές και δοκιμασμένες διατάξεις, και εσείς εδώ σπεύδετε να ναρκοθετήσετε με τεχνητές αοριστολογίες τον Αστικό μας Κώδικα και το οικογενειακό μας δίκαιο.

Αξίζει επιγραμματικά να μιλήσω και για μια ακόμη επιλογή σας η οποία δείχνει πόσο πρόχειρη δουλειά έχει γίνει. Πρώτα προσθέτετε εντελώς περιττά τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης ως ερμηνευτικό εργαλείο στο άρθρο 1, λες και δεν εξυπακούεται η τήρησή της ούτως ή άλλως. Μετά στο άρθρο 8 λέτε ότι «καθένας από τους γονείς προσφεύγει σε διαμεσολάβηση», δηλαδή φέρνετε την υποχρεωτική διαμεσολάβηση αδιακρίτως και ανεξαιρέτως, ενώ η ίδια η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης στο άρθρο 48 την απαγορεύει όταν έχει εμφιλοχωρήσει ενδοοικογενειακή βία. Εσείς οι ίδιοι, λοιπόν, δεν τη σέβεστε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης!

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Όποιον και να ρωτήσετε επί χρόνια ολόκληρα από τους ανθρώπους που ασχολούμαστε με αυτές τις διαδικασίες και τις ζούμε στην καθημερινότητά μας, από κοινωνικούς λειτουργούς, από δικηγόρους και δικαστές, ψυχολόγους, ψυχιάτρους και άλλους ειδικούς επιστήμονες, θα καταλήγατε στα εξής:
Υπάρχουν προβλήματα στον μηχανισμό δικαστικής διαχείρισης ενός διαζυγίου με παιδιά; Υπάρχουν.

Ποια είναι αυτά τα προβλήματα;
1. Καθυστερούν υπερβολικά οι εκδικάσεις και οι αποφάσεις σε οικογενειακές υποθέσεις.
2. Δεν υπάρχει οικογενειακό δικαστήριο στο οποίο να υπηρετούν όχι μόνο εξειδικευμένοι δικαστές αποκλειστικής ή έστω πολύ μακράς θητείας, αλλά και άλλοι ειδικοί επιστήμονες ως σταθεροί εμπειρογνώμονες γύρω από τον δικαστή, και
3. Το κράτος από το 1992 αδιαφορεί να οργανώσει και να στελεχώσει επαρκώς τις δομές οικογενειακής πρόνοιας και μέριμνας που μπορούν να επιλαμβάνονται άμεσα και αποτελεσματικά όποτε χρειάζεται.

Για αυτά τα προβλήματα, λοιπόν, φταίει η νομοθεσία μας; Όχι. Άλλωστε, η ισχύουσα νομοθεσία επιτρέπει στα δικαστήρια να αποφασίζουν ακόμη και τη συνεπιμέλεια όποτε το κρίνουν.
Τελικά το νομοσχέδιο τα λύνει αυτά τα προβλήματα; Κατά 90% ούτε καν τα αγγίζει, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί καινούργια.
Αυτή είναι η πραγματικότητα για το νομοσχέδιό σας, και γι’ αυτό προφανώς το καταψηφίζουμε επί της αρχής.

Θα κλείσω με το εξής: θα πρέπει να μας ανησυχεί πάρα πολύ, αγαπητοί συνάδελφοι, ότι συζητάμε για αυτό το νομοσχέδιο κάτω από μια πολύ βαριά σκιά. Φτάσαμε στο σημείο να βλέπουμε σε δημοσιεύματα αναρτήσεις γονέων να κατονομάζουν και στοχοποιούν χυδαία δικαστές και να φτιάχνουν «μαύρες λίστες» σε κλειστές ομάδες του facebook. Φτάσαμε στο σημείο η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων να βγαίνει δημόσια και να λέει πως αυτές οι κινήσεις δεν είναι μεμονωμένες αλλά οργανωμένες πρακτικές «ομάδων πίεσης» οι οποίες έχουν «αποκλειστικό σκοπό να επηρεάσουν με τρόπο αθέμιτο δικαστικούς λειτουργούς που κρίνουν υποθέσεις οικογενειακής φύσης.» Έχουμε χρέος και να καταδικάσουμε στην πράξη αυτή την αγριότητα, αλλά και να διαφυλάξουμε τον φιλελεύθερο και προοδευτικό χαρακτήρα του οικογενειακού μας δικαίου. Πάνω απ’ όλα για το καλό των παιδιών μας.

Καλούμε το Υπουργείο να αποσύρει το νομοσχέδιο άμεσα και να στραφεί στα πραγματικά και σοβαρά προβλήματα που όλοι αναγνωρίζουν.