«ΘΑ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΝΑ ΦΛΕΡΤΑΡΟΥΜΕ»

Γράφει η Μαρίνα Πουλάκου

Μετά τις τελευταίες αποκαλύψεις για περιστατικά έμφυλης βίας με λεκτική, ψυχολογική και σεξουαλική μορφή στους χώρους της τέχνης-θεάματος και του αθλητισμού η ατάκα «θα φοβόμαστε να φλερτάρουμε» καταφθάνει συχνά σε μένα τόσο μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όσο και μέσω του κοινωνικού μου περίγυρου. Η συγκεκριμένη ατάκα εμφανίζεται με «χιουμοριστική» διάθεση από άντρες διαφόρων ηλικιών. Φαντάζεστε αυτή τη διάθεση… Είναι η διάθεση που επιχειρεί να σε αφοπλίσει διότι «ήταν απλά μια πλάκα» ενώ η αντίδρασή σου είναι «υπερβολική» (όπως υπερβολικές χαρακτηρίστηκαν  από πολλούς και οι μαρτυρίες γυναικών που βρήκαν το ψυχικό σθένος να αποκαλύψουν την κακοποίηση τους).

Αναρωτιέμαι λοιπόν, πως φλερτάρουν αυτοί οι άντρες που «αστειευόμενοι» υποστηρίζουν πως «ούτε να φλερτάρουμε δεν θα μπορούμε»;

Τους γνωρίζουμε αυτούς τους τύπους. Ίσως ήδη έρχεται ένας στο μυαλό σου. Είναι εκείνος που σταμάτησε δίπλα σου με το αμάξι και σε είπε «καύλα του/μουνάρα του», εκείνος που καθώς πέρασε δίπλα σου κόρναρε και φώναξε κάτι ακαταλαβίστικο αφήνοντας σέ να αναρωτιέσαι τι συμβαίνει στους ανθρώπους. Είναι ο καθηγητής, ο προπονητής, ο προϊστάμενος ή ο συνάδελφος που σου έκανε ένα σχόλιο για την εμφάνιση σου σε ένα πλαίσιο που μειώνει τη δυνατότητα σου να αντιδράσεις, κάνοντας σε να νιώθεις ακόμη πιο άβολα.

Πώς, λοιπόν, κάποιος παρακολουθώντας περιστατικά βιασμού/σεξουαλικής παρενόχλησης συσχετίζει την πληροφορία με το φλερτ;  Πως κάποιος γνωστός ή άγνωστος θεωρεί πως έχει το δικαίωμα να σχολιάζει με πρόστυχο τρόπο την εμφάνιση σου, να σε προσφωνεί «….. ΤΟΥ», να σε αγγίξει, να σε ακολουθεί και γενικότερα να παραβιάζει τα προσωπικά σου όρια;

Η απάντηση έρχεται από πληθώρα πηγών και δυστυχώς φαίνεται να έχει διαχρονικό χαρακτήρα. Το 1980 ο Burt αναφέρθηκε στους μύθους γύρω από τον βιασμό, οι οποίοι διατηρούνται εως και σήμερα από σημαντικό αριθμό ατόμων τόσο γυναικών όσο και ανδρών . Σύμφωνα με τους μύθους αυτούς οι γυναίκες θα μπορούσαν να αποτρέψουν το βιασμό τους αν πραγματικά το επιθυμούσαν, θα μπορούσαν να μην έχουν προκαλέσει μέσω της εμφάνισης τους ή σε άλλες περιπτώσεις επιζήτησαν τη σεξουαλική συνεύρεση και λένε ψέματα πως βιάστηκαν. Έρευνες αποκαλύπτουν πως υπέρμαχοι αυτών των θέσεων είναι περισσότερο άντρες, ενώ όσο πιο παραδοσιακές είναι οι αντιλήψεις τους για τους έμφυλους ρόλους τόσο πιο βαθιά υποστηρίζουν αυτές τις πεποιθήσεις. (Hendrick & Hendrick,2000)

Η Koss διεξήγαγε έρευνα με δείγμα 3.000 φοιτήτριες και αντίστοιχο αριθμό φοιτητών, η οποία έδειξε  πως το 53,7% των νεαρών γυναικών είχαν δεχθεί κάποια μορφή σεξουαλικής θυματοποίησης στα εφηβικά και μετεφηβικά τους χρόνια. Από αυτές το 15,4% υπέστη βιασμό ενώ το 12,1% υπέστη απόπειρα βιασμού. Στις περιπτώσεις που ενείχαν βιασμό το 50% διαπράχθηκε στα πλαίσια ερωτικής σχέσης. Στον αντίποδα οι νεαροί άντρες της έρευνας ανέφεραν ότι διέπραξαν ή αποπειράθηκαν να διαπράξουν βιασμό σε ποσοστό 7,7%.( Hendrick & Hendrick,2000)

Η αριθμητική διαφορά είναι προφανώς μεγάλη και προσωπικό μου ερώτημα αποτελεί το αν οι άντρες ανέφεραν ψευδή στοιχεία για να μην διαταράξουν την αυτοεικόνα τους ή αν η εσωτερίκευση των πατριαρχικών κοινωνικών προτύπων έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην θεωρούν πως διέπραξαν κάτι επιλήψιμο. Ενδεχομένως πρόκειται για συνδυασμό των προαναφερθέντων.

Μιλώντας για εσωτερίκευση των πατριαρχικών προτύπων αξίζει να αναφερθεί πως το 73% των γυναικών που δέχθηκαν σεξουαλική επίθεση σε περιστασιακές ερωτικές σχέσεις δεν χαρακτηρίζουν το βίωμα τους εγκληματικό. Τα παραπάνω στοιχεία συμπληρώνει η έρευνα του Rand σύμφωνα με την οποία το 69% των γυναικών θυμάτων εγκληματικότητας γνώριζαν το θύτη. Μάλιστα το μεγαλύτερο ποσοστό των βίαιων εγκλημάτων διαπράχθηκαν από συζύγους, συντρόφους και γνωστούς των γυναικών (βλέπε καθηγητές, προπονητές, συναδέλφους).

Πόσο δύσκολο είναι  για το θύμα να δεχθεί πως κακοποιήθηκε από κάποιον που εμπιστεύθηκε; Πόσες είναι οι μομφές που θα δεχθεί από την κοινωνία, ακόμη και για την κριτική του ικανότητα αν το δεχθεί και το καταγγείλει;

Οι θύτες φαίνεται να εκμεταλλεύονται την εξουσία που τους προσφέρει το φύλο τους σε πατριαρχικές κοινωνίες και να την συνδυάζουν με την εξουσία-εμπιστοσύνη που τους προσφέρει η εκάστοτε θέση τους ώστε να χειραγωγήσουν τα θύματα τους. Βασικός παράγοντας των προαναφερθέντων, εκτός της εξουσίας, είναι και η ρήξη των άμυνών του θύματος με στρατηγικό τρόπο, η οποία ξεκινά από «αστειάκια» και «αθώο φλερτ» και μπορεί να καταλήξει σε βιασμό.

Το ότι η κοινωνία θα πρέπει να εκπαιδευτεί και οι έμφυλοι ρόλοι να μετατραπούν είναι γνωστό. Πρόκειται για μια διαδικασία που ξεκίνησε δεκαετίες πριν και όπως αποδεικνύεται θέλει πολλή δουλειά ακόμη. Μέχρι αυτή η διαδικασία να ολοκληρωθεί δεν είσαι μόνη/ος/ο… δεν είμαι μόνη. Η έμφυλη βία δεν είναι προσωπικό θέμα είναι πολιτικό, σχετίζεται με τα θεμέλια της κοινωνίας μας. Η θυματοποίηση σου δεν είναι δική σου υπόθεση είναι και δική μου, είναι δική μας. Προετοιμάσου όσο και εγώ προετοιμάζομαι και ας στηρίξουμε η μια την άλλη, ο ένας τον άλλον σε αυτή μας τη πορεία.

Με αυτό το κείμενο θέλω να ευχαριστήσω τις γυναίκες που με το θάρρος τους με προστάτευσαν, μας προστάτευσαν και να πω σε όσες δεν έχουν βρει ακόμη αυτό το θάρρος να πάρουν το χρόνο τους. Τα στόματα ανοίγουν. Ο αγώνας θα είναι μακρύς. Ακόμη και αν δεν μάθω πότε για την ύπαρξη σου είσαι η ηρωίδα  μου και σε στηρίζω με όλη μου τη καρδιά.

 

Πηγές:
Hendrick, C.& Hendrick, S.S.(2000). Close Relationsphips: A Sourcebook.London: Sage Publications, Inc

Rand, M. R. 2009. Criminal victimization, 2008. Bureau of Justice Statistics Bulletin.