Κολομβία: μια φωνή ελπίδας απέναντι στο φόβο και το θάνατο

Γράφει ο Δημήτρης Γκιβίσης

Αλιεύει η Σίσσυ Βωβού

Πλησιάζοντας την 13η Μαρτίου, την ημέρα που θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την επιλογή των υποψηφίων στις προεδρικές εκλογές του Μαΐου στην Κολομβία, η ενδεχόμενη νίκη της Φρανθία Μάρκες, της πρώτης ιθαγενούς στην ιστορία της χώρας που διεκδικεί την προεδρία, δείχνει όλο και περισσότερο ότι μπορεί να προκαλέσει μια πρωτόγνωρη ρήξη με την παραδοσιακή πολιτική, όχι μόνο στα δεξιά αλλά και στο πλαίσιο του περιφερειακού προοδευτισμού. Η αφροκολομβιανή φεμινίστρια και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον είναι υποψήφια με το Historical Pact (Ιστορικό Σύμφωνο*), και αποτελεί την μεγάλη αντίπαλο του Γκουστάβο Πέτρο, του πρώην δημάρχου της Μπογκοτά που προηγείται στις δημοσκοπήσεις (σημ: ο δεύτερος θα είναι υποψήφιος αντιπρόεδρος).

Η κινηματική ιστορία της Μάρκες ξεκίνησε στην ηλικία των 13 ετών, όταν πρωτοστάτησε στις κινητοποιήσεις των αυτόχθονων της νοτιοδυτικής Κολομβίας ενάντια στην κατασκευή ενός φράγματος που απειλούσε τις περιοχές τους. Το 2018 τής απονεμήθηκε το περιβαλλοντικό βραβείο Goldman για τις προσπάθειές της να σταματήσει η παράνομη εξόρυξη χρυσού στην Κάουκα, όταν ηγήθηκε μιας πορείας 350 χιλιομέτρων προς την Μπογκοτά που έκαναν 80 γυναίκες, πολλές με τα παιδιά τους στην αγκαλιά, ζητώντας το κλείσιμο όλων των παράνομων ανθρακωρυχείων στις κοινότητές τους, και καταγγέλλοντας τις εταιρείες που μόλυναν το νερό και γέμιζαν το αίμα των αυτόχθονων με υδράργυρο. Οι αγώνες της για την φυλετική, έμφυλη, περιβαλλοντική, και οικονομική δικαιοσύνη την έχουν καταστήσει ένα κοινωνικοπεριβαλλοντικό σημείο αναφοράς όχι μόνο στις ιθαγενικές κοινότητες αλλά σε όλη την Κολομβία. Η υποψηφιότητά της είναι μια φωνή ελπίδας απέναντι στο φόβο και το θάνατο, σε μια χώρα που έχει τις περισσότερες δολοφονίες περιβαλλοντικών ακτιβιστών στον κόσμο, και που η δημοκρατία έχει καταληφθεί από τους ναρκέμπορους, τις πολυεθνικές, τις διεφθαρμένες ελίτ, τον στρατό, τις παρακρατικές συμμορίες, και την φανατική ακροδεξιά του Ιβάν Ντούκε.

Στην προεκλογική της εκστρατεία, η Μάρκες μιλάει για την ανάγκη να πάρουν οι φτωχοί, που έχουν υποστεί με άγριο τρόπο τις πολιτικές της στέρησης, της βίας, και του θανάτου (ιδίως στη διάρκεια της λαϊκής εξέγερσης του 2021) τον χώρο που πάντα καταλάμβαναν οι πλούσιοι και οι λευκοί: για την ανάγκη να ενισχυθεί η φωνή αυτών που ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία να ακουστούν. Η δέσμευσή της είναι για μια ιστορική αποκατάσταση από τις συνέπειες της σκλαβιάς, του ρατσισμού και της αποικιοκρατίας: μια δέσμευση για τη ζωή. Η υποψηφιότητά της είναι άρνηση και δημιουργία μαζί, και συγχρόνως ένα κάλεσμα για μια χειραφετητική κοινωνική αλλαγή που θα ανοίξει νέους ορίζοντες πέρα από τα αδιέξοδα της παραδοσιακής Αριστεράς.

Στη συζήτηση για τη μορφή της δημοκρατίας που ζει σήμερα η κοινωνική πλειοψηφία, μιας δημοκρατίας που βασίζεται στα προνόμια των λίγων, που καταδικάζει σε θάνατο τους νέους από τις εργατικές γειτονιές, και που δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα στις γυναίκες που εργάζονται μέχρι και 16 ώρες την ημέρα, η Μάρκες μιλάει για μια φεμινιστική πρόταση που ριζοσπαστικοποιεί τη δημοκρατία στην Κολομβία και δείχνει τον δρόμο για να γίνει το πρώτο βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση.

Για τη βία που ποτέ δεν σταμάτησε κατακεραυνώνει όλους αυτούς που παραβιάζουν την ειρηνευτική συμφωνία του 2016, μιλάει για την σχέση της βίας με την πατριαρχία και τον καπιταλισμό, και ζητάει τον τερματισμό του πολέμου κατά των ναρκωτικών και της τρομοκρατίας που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 1999 μέσω του Σχεδίου για την Κολομβία, με αποτέλεσμα την δραματική αύξηση της αιματοχυσίας και τους χιλιάδες εκτοπισμούς ιθαγενών, αγροτών και φτωχών.

Ωστόσο, προσθέτει ότι για να σταματήσει ο πόλεμος και να νικήσει η ζωή πρέπει να πολεμηθεί η πείνα, γιατί αν υπάρχει πείνα δεν υπάρχει ειρήνη. Γι’ αυτό προτείνει τη δημιουργία ενός αγροοικολογικού συστήματος παραγωγής, που θα ενισχύσει την επισιτιστική κυριαρχία, και θα αντικαταστήσει την εξορυκτική παραγωγή που καταστρέφει τη γη και το νερό και δεν επιτρέπει την καλλιέργεια της τροφής.

Παράλληλα, καλεί τους ανθρώπους να σκεφτούν αυτό το νέο παράδειγμα, ξεκινώντας από τις λαϊκές πρακτικές και τις φεμινιστικές μορφές οικονομίας και εκπαίδευσης που υπάρχουν, για να δημιουργηθούν νέες μορφές συλλογικής φροντίδας ικανές να προστατέψουν τους ίδιους και τα παιδιά τους. Στο ερώτημα ποιες είναι αυτές οι μορφές, απαντά πολύ απλά ότι δεν τις ξέρει: ότι προχωρά ρωτώντας, όπως λένε και οι συντρόφισσές της στα βουνά του Μεξικού, και ότι πρέπει να τις χτίσουν συλλογικά.

Μιλώντας για την ανάπτυξη, και γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η δίκαιη ανάπτυξη, που είναι το μότο του αναπτυξιολάγνου Γκουστάβο Πέτρο, δεν υπάρχει, η Μάρκες υπενθυμίζει ότι «πάντα θυσιαζόμασταν στο βωμό της ανάπτυξης, στο όνομά της σκλάβωσαν και σκότωσαν τους προγόνους μας. Στο όνομά της η πατριαρχία έκανε ό,τι ήθελε στα σώματα και τα εδάφη μας». Και προσθέτει: «Δεν τη θέλουμε την ανάπτυξή τους. Το δικό μας στοίχημα είναι να ακουστεί η απελπισμένη κραυγή των πολλών, γιατί μας τα πήραν όλα, ακόμα και το φόβο. Είμαστε, είμαι, μέρος μιας γενιάς που θέλει να τα αλλάξει όλα, και αυτό θέλουμε να το κάνουμε όλες και όλοι μαζί».

Είναι προφανές, ότι η προεδρική υποψηφιότητα μιας αφροκολομβιανής φεμινίστριας δεν είναι αυτό στο οποίο ελπίζει η ηγεμονική πολιτική. Όμως η Μάρκες δεν είναι μόνη της. Ο αγώνας της είναι η φωνή ενός λαού που έχει κουραστεί να μην μπορεί να αναπνέει, να μην μπορεί να ονειρεύεται. Για αυτό επιλέγει τη δημιουργικότητα ως μια πρόκληση για την πολιτική της Κολομβίας, γνωρίζει καλά ότι στη χώρα της δεν υπάρχει μόνο η βία, ότι υπάρχουν πολλές άλλες μορφές που καθημερινά συγκρούονται με το θάνατο.

Ξέρει επίσης ότι η υποψηφιότητά της είναι μια συλλογική πρόκληση, γι’ αυτό έχει υιοθετήσει το σύνθημα «είμαι, γιατί είμαστε». Και απέναντι στις απειλές που δέχεται, θυμάται την περσινή συνάντησή της με τις μητέρες πέντε νεαρών αφροκολομβιανών που είχαν δολοφονηθεί από παραστρατιωτικούς. Ήταν εκείνη την στιγμή που από το κλάμα τους πήρε θάρρος, και λίγες ώρες αργότερα ανακοίνωσε την απόφασή της να είναι υποψήφια γράφοντας στο twitter: «Θέλω να γίνω πρόεδρος αυτής της χώρας, θέλω οι άνθρωποί της να είναι ελεύθεροι και αξιοπρεπείς, οι λαοί της να μπορούν να υπάρχουν ελεύθερα στην πολιτιστική τους ποικιλομορφία, οι περιοχές μας να γίνουν χώροι ζωής, και τα παιδιά μας να ζουν χωρίς το φόβο ότι θα δολοφονηθούν».           

ΠΗΓΗ: Το Κόκκινο και το Μαύρο 17-2-22   

Περιγραφή φωτογραφίας για άτομα με οπτική αναπηρία: Το πρόσωπο της υποψήφιας προέδρου, χαμογελαστό και χαρούμενο