Απεργίες εργατριών στην Ελλάδα

Συντάσσει η Βέρα Σιατερλή

«Μην πεις κακό για φαμπρικού γιατί ‘ναι αμαρτία

γιατί την τρώει ο πάγκος της και η ορθοστασία».

Η πρώτη απεργία γυναικών στην Ελλάδα έγινε το 1892 στο εργοστάσιο υφαντουργίας των αδελφών Ρετσίνα στον Πειραιά. Στις 13 Απριλίου οι υφάντριες του δεύτερου εργοστασίου υφαντουργίας των αδελφών Ρετσίνα κατέβηκαν αυθόρμητα σε απεργία.

«Εν Πειραιεί 13 Απριλίου 1892: Η «επανάστασις» των υφαντριών

«Τύλιξε γρήγορα τα μαλλιά της πλεξίδα γύρω από το κεφάλι, έριξε λίγο νερό στο πρόσωπό της από το πήλινο κανάτι κι έπιασε μάνι-μάνι να κάνει τις δουλειές. Ό,τι προλάβει, όπως πάντα και πιο βιαστικά ακόμα.

…Από τότε που δούλευε στο εργοστάσιο, ούτε στην αυλή δεν προλάβαινε να καθίσει, ούτε μια κουβέντα ν’ αλλάξει με τις γειτόνισσές της. Έφευγε νύχτα ακόμα. Να ΄ναι μπροστά στην πόρτα του Ρετσίνα πριν χαράξει. Να πιάσει έγκαιρα δουλειά. Τα λεφτά που έπαιρνε ήταν λίγα, 80 λεπτά για κάθε τόπι πανί που ύφαινε κι αυτά τις πιο πολλές φορές λειψά, αφού όλο και κάποια δικαιολογία εύρισκε ο επιστάτης να της κρατήσει για πρόστιμο τα Σαββατόβραδα που πληρωνότανε το βδομαδιάτικο». (Ίρις Αυδή-Καλκάνη: Εκείνο το πρωί-Πειραιάς 1892. Η πρώτη απεργία εργατριών στην Ελλάδα)»

Η κυκλοφορία της «εφημερίδας των Κυριών» το1887 πρόβαλε και τα θέματα που αφορούσαν τα δικαιώματα των γυναικών στην εργασία όπως και τις όποιες κινητοποιήσεις τους. Όμως ελάχιστα είναι γνωστά γι’ αυτό το ιστορικό γεγονός. Οι περισσότερες εφημερίδες της εποχής δεν ασχολήθηκαν και σε όσες, λίγες, έγινε μια μικρή αναφορά δεν δίνουν πληροφορίες για την έκβαση της πρώτης αυτής κινητοποίησης που έμελλε να γραφτεί στην ιστορία. Και εκεί όμως η σημαντική αυτή γυναικεία εργατική κινητοποίηση αναφέρεται αδιάφορα και υποτονικά, στα πλαίσια της προσπάθειας αγνόησης κάθε θέματος που αφορά την εργατική τάξη και μείωσης της σημασίας του, αλλά και τις γυναίκες της τάξης αυτής ειδικότερα…με δυο τρεις λέξεις, χωρίς κανένα σχόλιο, περισσότερο σαν παράξενο γεγονός που θα κινήσει το ενδιαφέρον του κοινού παρά σαν σημαντική εργατική εκδήλωση με ιδιαίτερη σημασία. Αντίθετα, η απεργία όχι μόνον αναφέρεται από την “Εφημερίδα των Κυριών”, που εκδίδει από το 1887 η Καλλιρρόη Παρρέν, αλλά η συντάκτρια της είδησης, προφανώς η ίδια η εκδότρια που έχει και την ευθύνη για κάθε άρθρο που δεν υπογράφεται, υπερασπίζεται τις απεργούς. Δεν γνωρίζει κανείς αν η απεργία στέφθηκε με επιτυχία. Τα λιγοστά στοιχεία που αντλούνται από τον Τύπο της εποχής, οδηγούν στο συμπέρασμα πως αυτή η απεργία, που αποτελεί ορόσημο στην ιστορία του εργατικού κινήματος της χώρας -γιατί ήταν η πρώτη μαζική κινητοποίηση εργατριών-, έγινε αυθόρμητα και ανοργάνωτα, όταν ο εργοδότης αποφάσισε να μειώσει κατά 20% την μικρή αμοιβή που έπαιρναν και που δεν έφτανε ούτε για τη συντήρησή τους.

Το 1871 οι «Αδελφοί Ρετσίνα» διαθέτουν πέντε εργοστάσια στον Πειραιά, με 2.000 εργάτες και εργάτριες.

Γράφει η εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ στις 10 Δεκεμβρίου 2017:

«Με την ανατολή του 20ού αιώνα η επιχείρηση Ρετσίνα είναι η μεγαλύτερη κλωστοϋφαντουργία της χώρας και χιλιάδες εργατών και εργατριών από όλες τις συνοικίες του Πειραιά εργάζονται στα εργοστάσιά της. Η οικογενειακή επιχείρηση που έχει αναπτυχθεί σε υφαντουργία βαμβακερών υφασμάτων, γνωστών με το όνομα «ρετσίνες» γίνεται η σημαντικότερη των Βαλκανίων.

Πριν από την ίδρυση της κλωστοϋφαντουργίας των Αδελφών Ρετσίνα, τα υφάσματα ήταν πανάκριβα, καθώς εισάγονταν από την Ευρώπη. Οι ρετσίνες λοιπόν, τα υφάσματα του Ρετσίνα, γίνονται περιζήτητα. Η οικογένεια Ρετσίνα την εποχή αυτή κυριαρχεί στην οικονομική και πολιτική ζωή του Πειραιά. Ο Θεόδωρος Ρετσίνας εκλέγεται δήμαρχος της πόλης και στη συνέχεια βουλευτής με το κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη.

Οι εργάτριες της εποχής ξεκινούν να δουλεύουν στα 10 με 12 τους χρόνια, εργάζονται 12 με 14 ώρες την ημέρα και πληρώνονται με το μισό ή και ακόμα πιο κάτω από το μεροκάματο που λαμβάνουν οι άνδρες. Στον Πειραιά, έχουν ήδη φθάσει μαζικά Κρητικοί που δημιουργούν κάτω από τον λόφο της Καστέλας, τη συνοικία «Κρητικά». Οι Κρητικοπούλες, με παράδοση στην υφαντική τέχνη, δεν δυσκολεύονται να βρουν εργασία στα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας του Πειραιά. Το ίδιο και οι γυναίκες που καταφθάνουν στον Πειραιά από την Ανατολή, μέσω των νησιών, ψάχνοντας μεροκάματα. Πενόμενοι εργάτες και εργάτριες ελληνικής εθνικότητας από την Κωνσταντινούπολη και από άλλα μέρη της Ανατολής έχουν μεταναστεύσει στον Πειραιά για εργασία. Οι εργάτριες, προφανώς λόγω της παράδοσης της Ανατολής στην υφαντική τέχνη, τοποθετούνται στα κλωστήρια και υφαντήρια.

Το εργοστάσιο Ρετσίνα έμελλε να γίνει και πρώτος υποδοχέας γυναικών εργαζομένων και πεδίο της πρώτης απεργίας εργατριών στην Ελλάδα.»

Τον Μάιο του 1894, η εφημερίδα «Ακρόπολις» δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα άρθρο με τον τίτλο «Ο εργατικός κόσμος εν Ελλάδι-Οι φαμπρικούδες». Το δημοσίευμα αυτό δίνει την εικόνα και τις συνθήκες για την εργάτρια της εποχής. Μαθαίνουμε ότι στα υφαντουργεία ξεκινούν εργασία ακόμη και κορίτσια οκτώ, εννιά και δέκα ετών, γυναίκες χλωμές, ρακένδυτες, εξαθλιωμένες που βγήκαν στην παραγωγή για να επιβιώσουν και με μεροκάματα στο μισό ή στο ένα τρίτο από αυτά που έπαιρναν οι άνδρες.

Οι γυναίκες από τότε συμμετείχαν ενεργά και συχνά πρωταγωνιστούσαν σε απεργίες και εργατικές κινητοποιήσεις. Το 1930 οι γυναίκες στην χώρα μας αποτελούσαν το 83% των εργαζομένων την κλωστοϋφαντουργία και το 70% της καπνοβιομηχανίας.

Κατά τις κινητοποιήσεις των καπνεργατών /τριών του ’36 στη Θεσσαλονίκη, απεργούν χιλιάδες καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης – εκ των οποίων περίπου το 70% γυναίκες Στις 8 και 9 Μάη, η αστυνομία επιτέθηκε κατά των άοπλων εργατών και εργατριών, των μικρών κοριτσιών (12 ως 15 χρόνων) και τους/τις ματοκύλισε. Ο σημαντικός αυτός σταθμός της ιστορίας του ελληνικού εργατικού κινήματος ενέπνευσε το Γιάννη Ρίτσο να γράψει το διάσημο ποίημα «Επιτάφιος».

Στη Σύρο, το 1914, οι εργάτες των βυρσοδεψείων και οι καπνεργάτες κατεβαίνουν ξανά σε απεργιακές κινητοποιήσεις, ύστερα από την ιστορική απεργία του 1879. Αυτήν τη φορά, όμως, ακολουθούν και οι γυναίκες εργάτριες των κλωστηρίων και υφαντουργείων.

Σε μεταγενέστερη χρονολογία, ο «Εργάτης της Ερμούπολης» δημοσίευσε την παρακάτω είδηση:

«Ως να μη ήρκει η πρώτη απεργία των υπερτριακοσίων εργατών βυρσοδεψείων, μέγα μέρος των εργατίδων των υφαντηρίων και κλωστηρίων, μη θέλουσαι να συμμορφωθώσι προς την αξίωσιν των εργοστασιαρχών εις ων τα εργοστάσια ειργάζοντο, οίτινες ηξίωσαν από τας εργατίδας των να διαγραφώσι εκ του Συλλόγου των Εργατίδων, ον κατήρτισαν, άλλως ν’ απελθώσι των εργοστασίων των, εν οις δεν θα εδέχοντο πλέον ως εργατίδας τα μέλη του νεοσυνιστωμένου συλλόγου, επροτίμησαν να εγκαταλείψουσι την εργασίαν των και να υψώσωσι την σημαίαν του Συλλόγου…».

Ήταν, πραγματικά, πρωτοφανές. Σύμφωνα, μάλιστα, με άλλο δημοσίευμα, κάποιος ιδιοκτήτης υφαντηρίου, όταν αντιλήφθηκε ότι «το γυναικείο προσωπικό του όσον ούπω θα τεθή με αποφασιστικότητα υπό την Κόκκινην Σημαίαν του Εργατικού Αγώνος», πρόσθεσε στο μεροκάματο κάθε εργάτριας μία… πεντάρα (!) «υπό τον όρον όπως μη καταρτίσουν Σωματείο!»…

Δυστυχώς, ενώ οι βυρσοδέψες εξακολούθησαν την απεργία, οι κλωστοϋφαντεργάτριες άρχισαν σιγά – σιγά να επιστρέφουν στη δουλειά τους και να διαγράφονται από τον σύλλογο. Η απειλή της απόλυσης που κρεμόταν πάνω από τα κεφάλια τους ήταν πολύ βαριά, για να καταφέρουν εκείνη την εποχή να συνεχίσουν τον αγώνα τους.

Τον Οκτώβρη του 1921 πραγματοποιήθηκε ακόμα μία απεργία των εργατριών κλωστηρίων και υφαντηρίων. Η απεργία «έληξε δι’ αμοιβαίων υποχωρήσεων. Ούτω αι εργάτιδες εζήτουν 30% επί των σημερινών ημερομισθίων, οι δε βιομήχανοι έδιδαν 20%. Εντέλει εδέχθησαν αμφότεροι το 25%».

Γυναίκα δουλεύει ως φορτοεκφορτωτής.     

 Γυναίκες δουλεύουν στην ασφαλτόστρωση πάντα υπό το βλέμμα του επόπτη (φωτογραφία Σπύρου Μελετζή, από έντυπο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου)

Με την απεργία αποδεικνύεται πως οι εργαζόμενες γυναίκες στη χώρα μας, αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται, πάλευαν από πολύ νωρίς ενάντια στους εργοδότες, όχι απλά συμπληρωματικά στο πλευρό των εργατών, αλλά και αυτόνομα, σε μια εποχή που κάθε γυναίκα είναι ακόμα μια ετερόφωτη προσωπικότητα, εξαρτημένη πάντα από έναν άντρα, χωρίς δική της άποψη και θέληση, με συνέπεια η υποταγή της στον άντρα και στον εργοδότη να θεωρείται αυτονόητη. Οι αγώνες και οι απεργίες των γυναικών πολύ συχνά δεν καταγράφονται και ή αποσιωπώνται ή περνούν απαρατήρητες σαν δράσεις του εργατικού κινήματος σκιάζοντας την μαζική συμμετοχή τους κάτω από τα ονόματα των αρχηγών που είναι πάντα άντρες.

Ο φόρος αίματος των Ελληνίδων εργατριών είναι μεγάλος: Η Μαρία Χουσιάδου (1924) στην απεργία καπνεργατών στην Καβάλα, η Βασιλική Γεωργαντέλλη, που έγκυο έξι μηνών τη θέρισαν οι σφαίρες στις 8 Αυγούστου του 1926, η καπνεργάτρια Κωνσταντέλλη από το Αγρίνιο (1927), η καπνεργάτρια Αναστασία Καρανικόλα, στέλεχος του ΚΚΕ (9 Μάη 1936) στη Θεσσαλονίκη. Οι επισκέπτες/τριες του Σουφλίου με έκπληξη θα δουν στο Τοπικό Μουσείο Μεταξουργίας ενδιαφέροντα στοιχεία για τους αγώνες και τις απεργίες των εργατριών που δούλευαν από μικρά παιδιά και συχνά πέθαιναν από φυματίωση…

 

Πηγές: mixanitouxronou.gr, tovima.gr, rizospastis.gr, atexnos.gr, syros-agenda.gr, alt.gr