Λατινική Αμερική και Κοινοτικός φεμινισμός

Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Το περήφανο κίνημα γυναικών Ζαπατίστας (φωτογραφία Γιώργος Κατσαγάνης)

Την δεκαετία του 80 η λατινική Αμερική μπαίνει σε μία φάση όπου οι πολιτικές και οικονομικές βάσεις βρίσκονται στις δομικές προσαρμογές που επιβλήθηκαν από τον ιμπεριαλισμό για να εξασφαλιστούν ψηλοί δείκτες συσσώρευσης πλούτου και κερδοσκοπικής ιδιοποίησης των οικονομικών πλεονασμάτων και των φυσικών πόρων των χωρών του τρίτου κόσμου. Όμως στην νεοφιλελεύθερη φάση όπως και προηγουμένως, διατηρήθηκε η περιθωριοποίηση των αυτόχθονων λαών οι οποίοι στερούνταν αντιπροσώπευσης λόγω ανέχειας , κοινωνικού αποκλεισμού και εργαλειοποίησης των αγώνων τους. Η οικογένεια και η πραγματικότητα των αυτόχθονων γυναικών μέσα σ’ αυτήν, τόσο στις αγροτικές κοινωνίες όσο και στις παρυφές των πόλεων, δεν είχε μετεξελιχθεί σε πυρηνική ούτε πόσο μάλλον οι αυτόχθονες γυναίκες είχαν γαλουχηθεί στην εφαρμογή-υποταγή-αναπαραγωγή του «κατασκευασμένου κοινωνικού φύλου». Οι σημαντικοί αγώνες τους ήταν η αντίσταση και εξεγέρσεις ενάντια στην προ-αποικιακή και αποικιακή πατριαρχία.

Στο γύρισμα της χιλιετίας περίπου, μαζί με την επίθεση του νεοφιλελευθερισμού εμφανίζονται και οι φεμινιστικές ΜΚΟ οπότε αναπτύσσεται μια νέα μορφή διαμεσολάβησής μεταξύ των γυναικών και του κράτους, αρθρώνοντας ένα λόγω εντός πλαισίων των συμβάσεων δικαιωμάτων του ΟΗΕ, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψη οι ανάγκες των φτωχότερων αυτόχθονων γυναικών. Απέναντι στον φεμινισμό που εισήγαγαν οι ΜΚΟ δημιουργείται ένα κοινοτικό γυναικείο κίνημα, ενάντια στην «συνεργασία με τον καταπιεστή» αλλά και στην διαμεσολάβηση των ΜΚΟ.

Συχνά οι δυτικές φεμινίστριες μας βλέπουν σαν μαθητευόμενες της δυτικής σκέψης και δε μας αντιμετωπίζουν ως ισότιμες συνομιλήτριες λένε οι κοινοτίστριες φεμινίστριες. Επιπλέον, δεν κατανοούν πλήρως τις δικές μας ανάγκες, γιατί δε μας προσεγγίζουν στο πλαίσιο μας. Δεν αντιλαμβάνονται, για παράδειγμα το ρατσισμό που βιώνουμε στο εσωτερικό των χωρών μας, ούτε λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της νεοαποικιοκρατίας, που εκφράζεται σήμερα μέσα από το λεγόμενο εξορυκτικό – ενεργειακό μοντέλο, τις επιπτώσεις του οποίου βιώνουμε στα εδάφη μας. Ο κοινοτικός φεμινισμός, παρόλο που εκπροσωπείται κυρίως από ιθαγενείς γυναίκες, παίρνει αποστάσεις και από τον ιθαγενισμό, ο οποίος αναδεικνύει μεν την ιστορική καταπίεση των ιθαγενών λαών από την αποικιοκρατία μέχρι σήμερα, αλλά, συνοδεύεται συχνά από μία εξιδανίκευση του προαποικιακού παρελθόντος. Έτσι, επικρατεί η άποψη ότι οι γυναίκες θα κατάφερναν να βελτιώσουν την κατάσταση τους, επιστρέφοντας σε ένα αρμονικόπαρελθόν όπου δεν υπήρχε, υποτίθεται λανθασμένα, πατριαρχική καταπίεση.

Ο κομουναλισμός βάσης των αντιλήψεων αυτών των γυναικών, οδηγεί στην παραγωγή μιας νέας πραγματικότητας, σχηματοποιεί μια συλλογική ταυτότητα, συστήνει μια αντι-εξουσία στο σπίτι και στην κοινότητα και ανοίγει μια διαδικασία αυτό-αξιοποίησης και αυτοδιεύθυνσης. Αρχικά από αυτούς τους αγώνες μπορούμε να αποκομίσουμε, ότι η δημιουργία κοινών σχέσεων (commoning) στη βάση των υλικών μέσων αναπαραγωγής αποτελεί τον βασικό μηχανισμό με τον οποίο δημιουργείται ένα συλλογικό συμφέρον και μια αμοιβαία συμφωνία. Αποτελεί επίσης την πρώτη γραμμή αντίστασης σε μια υποδουλωμένη ζωή και την συνθήκη για την κατασκευή αυτόνομων χώρων που υπονομεύουν από μέσα την πατριαρχία και την νεοφιλελεύθερη καταπίεση στις ζωές μας.

Χρειάζεται να ξεπεραστεί το καθεστώς ανευθυνότητας σχετικά με τις συνέπειες των πράξεών μας που προκύπτουν από τους καταστροφικούς τρόπους στους οποίους η κοινωνική διαίρεση της εργασίας οργανώνεται στον καπιταλισμό, καθώς η παραγωγή της ζωής μας γίνεται αναπόφευκτα η παραγωγή θανάτου για άλλους. Η παγκοσμιοποίηση έχει επιδεινώσει αυτή την κρίση, διευρύνοντας την απόσταση μεταξύ όσων που παράγουν με αυτούς που καταναλώνουν, και το αποτέλεσμα είναι παρόλη την αύξηση των παγκόσμιων αλληλοσυνδέσεων, να εντείνεται η τύφλωσή μας στις ανθρωποθυσίες που προϋποτίθενται για να παραχθούν η τροφή που τρώμε, το πετρέλαιο που χρησιμοποιούμε, τα ρούχα που φοράμε και οι υπολογιστές με τους οποίους επικοινωνούμε. Ξεπερνώντας αυτή την κατάσταση τύφλωσης, η κοινοτική φεμινιστική προοπτική μας διδάσκει να ξεκινήσουμε με την ανακατασκευή των κοινών. Κανένα κοινό δεν είναι εφικτό εάν δεν αρνηθούμε να βασίζουμε την ζωή μας και την αναπαραγωγή μας στον πόνο και στο βασανισμό άλλων, εάν δεν αρνηθούμε να αντιμετωπίζουμε τους εαυτούς και εαυτές μας ως διαχωρισμένους/ες από αυτούς/ες τους/τις άλλους/ες. Εάν η δημιουργία κοινών σχέσεων (commoning) έχει κάποιο νόημα, τότε αυτό θα πρέπει να είναι η διάπλαση του/ης εαυτού/ης μας ως ένα κοινό υποκείμενο. Αυτός είναι ο τρόπος που πρέπει να αντιλαμβανόμαστε το σύνθημα «κανένα κοινό χωρίς κοινότητα». Αλλά η «κοινότητα» πρέπει να νοείται όχι ως μια περιχαρακωμένη πραγματικότητα, ως μια ομάδα ανθρώπων που συνδέονται με αποκλειστικά συμφέροντα διαχωρισμένοι από άλλους, όπως συμβαίνει με τις κοινότητες που σχηματίζονται με βάση τη θρησκεία ή το έθνου, αλλά ως ποιότητες σχέσεων, που έχουν ως αρχή τη συνεργασία και την υπευθυνότητα μεταξύ των διαφορετικών ατόμων και απέναντι στην γη, τα δάση, τις θάλασσες και τα ζώα.

Πρόκειται για έναν φεμινισμό, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι διεκδικήσεις για τις γυναίκες μπορούν να επιτευχθούν από μία θέση αυτονομίας σε σχέση με το Κράτος και τα πολιτικά κόμματα, με αυτοοργάνωση και όχι μέσα από τους θεσμούς. Έρχεται σε ρήξη με τον κυρίαρχο φεμινισμό, εκείνον που εισήγαγε ο νεοφιλελευθερισμός, έναν φεμινισμό που οδήγησε στη θεσμοποίηση του φεμινιστικού κινήματος μέσα από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ξένες και εγχώριες. Αυτές οι ΜΚΟ μετατράπηκαν σε τεχνοκράτες του φύλου, μεταχειρίστηκαν «καθωσπρέπει συμπεριφορές» αρκετά απομακρυσμένες από τις κινητοποιήσεις των γυναικών στους δρόμους και μιλούσαν για λογαριασμό των γυναικών, προτάσσοντας όμως τα αιτήματα των γυναικών της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Ας μην αυταπατόμαστε βέβαια ότι ούτε καν στις ίδιες τις ευρωπαϊκές αγροτικές περιοχές δεν αφορά αυτός ο δυτικός φεμινισμός για να μην μιλήσουμε για την Ελλάδα.

Ο κοινοτικός φεμινισμός ένα από τα πολλά ρεύματα που έχουν αναδυθεί τις τελευταίες δεκαετίες στη Λατινική Αμερική, μέσα σε μία πανσπερμία φεμινισμών. Γεννήθηκε στη Βολιβία από γυναίκες Αϋμάρα, με αφετηρία τη λαϊκή εξέγερση του Ελ Άλτο τον Οκτώβρη του 2003 αλλά σήμερα έχει εξαπλωθεί και σε πολλές ακόμη χώρες της ηπείρου.

Ο κοινοτικός φεμινισμός βασίζεται στις πεποιθήσεις των ιθαγενών και πρεσβεύει την αρχή της συμπληρωματικότητας μεταξύ των δύο φύλων σε μια οριζόντια βάση χωρίς ιεραρχίες. Η χαρακτηριστική στρατηγική του, είναι του βασισμένη στην αποδόμηση των συμβόλων και της γλώσσας της πατριαρχικής κυριαρχίας, στο πλαίσιο της εσωτερικής αποικιοκρατίας. Σαν όπλα χρησιμοποιεί γκράφιτι, τηλεοπτικές εκπομπές και έντυπα, ποίηση εργαστήρια ως και θεατρική παντομίμα. Χωρίς να ματαιώνονται τα επιτεύγματα του δυτικού φεμινισμού, διαφοροποιούνται από την ατομική ιδιοκτησία, τον ατομισμό, την νεωτερικότητα και τον δικαιωματισμό. Στοχεύουν στην αμεσοδημοκρατική δημιουργία κοινοτήτων με τον τρόπο που οραματίζονται οι γυναίκες: οριζόντια δομή των συμμετεχόντων στην κοινότητα χωρίς ανάθεση και ιεραρχίες, η οποία αντιλαμβάνεται την γυναίκα σε μια αντισυστημική κοινοτική θέση απομακρυσμένη από τις ευρωκεντρικές αντιλήψεις. Η επίτευξη μιας τέτοιας κοινότητας, με την κολλεκτιβοποίηση της καθημερινής εργασίας αναπαραγωγής, μπορεί να αποτελεί μόνο μια αφετηρία. Δεν είναι υποκατάστατο για μια ευρύτερη καμπάνια ενάντια στην ιδιωτικοποίηση και ανάκτηση του κοινού μας πλούτου. Αλλά είναι ουσιαστικό μέρος για την ζύμωση μας στη συλλογική διαχείριση και αναγνώριση της ιστορίας ως συλλογικού σχεδίου.

Τα πεδία δράσης του πολιτικού αγώνα του κοινοτικού φεμινισμού κινούνται σε 5 διαστάσεις:

1. Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ η οποία αφορά στην απελευθέρωση του σώματος από τα σεξιστικά πρότυπα. Είναι το πεδίο δράσης της ίδιας της ύπαρξης στον υλικό κόσμο και επομένως αποτελεί και το βασικό πεδίο δράσης και αγώνα αλλά και οικοδόμησης σχέσεων φιλίας, αγάπης, ερωτισμού κι όχι καταπίεσης.

Η σχέση του χώρου και του χρόνου των λατινοαμερικανίδων, είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη των ευρωπαίων.

2. Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ Ο χώρος είναι ένα ζωτικό πεδίο τόσο ως τόπος (ΓΗ) όσο και ως άυλη έννοια «πολιτικός χώρος»

3. Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ Στόχος είναι η επανάκτηση του χρόνου των γυναικών. Αν η τάξη των φτωχότερων ανθρώπων δεν είχε τον χρόνο να οργανώσει τις πολιτικές και τις διεκδικήσεις της γιατί ασχολείται με τα προς το ζην, οι γυναίκες βρίσκονται σε χειρότερη μοίρα καθώς το πατριαρχικό σύστημα πάντα άρπαζε τον χρόνο τους προς όφελος των άλλων όχι μόνο της ανώτερης τάξης αλλά και των αντρών μέσα στο σπίτι. Αυτό συνέβαινε ανέκαθεν επειδή τις επιφόρτισαν με τις ανάγκες της κοινωνικής αναπαραγωγής. Οπότε οι γυναίκες δεν μπορούσαν μέσα στις πολιτικές και οργανωτικές διαδικασίες να αρθρώσουν την φωνή τους να αρθρώσουν τις ίδιες τις προτάσεις και διεκδικήσεις τους.

4. Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ το κίνημα κρατάει τις κοινότητες ζωντανές στο παρόν. Η Τζούντιθ Μπάτλερ αναφέρει σε συνέντεξή της ότι κατά την επίσκεψή της στη Χιλή το 2019, την εντυπωσίασε το γεγονός ότι το φεμινιστικό κίνημα ήταν στην πρώτη γραμμή της αριστεράς και έκανε τη διαφορά όταν σκεφτόταν τακτικές, στρατηγικές και στόχους που χρησιμοποιούσε στην κινητοποίησή του.

5. Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ των παρελθόντων αγώνων αποτελεί την κινητήρια δύναμη της κοινότητας, την κοινωνικοποίησή της με άλλες κοινότητες ιθαγενών, είναι ο τόπος επανοικιοποίησης των ονείρων των προγιαγιάδων. Η παράδοση των Μάγιας, όπως και οι ιθαγενείς λειτουργούσαν ανέκαθεν σε κοινότητες, που δεν τις έμαθαν από κάποια επαναστατική θεωρία.

Οι έννοιες της Αυτονομίας και της Κοινότητας των ζαπατίστας παίζουν πρωταρχικό ρόλο στον κοινοτικό φεμινισμό, τοποθετώντας εκτός από στην αμεσοδημοκρατική διαχείριση των κοινών, και την αναδιάρθρωση του τρόπου επιτέλεσης της κοινωνικής αναπαραγωγής . Βασική επιδίωξη είναι η Αυτονομία της Κοινότητας, δηλαδή απεξάρτηση από τους κρατικούς μηχανισμούς, αυτούς της αγοράς και της πατριαρχίας και, στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό, οικοδόμηση ανάλογων δομών γι’ αυτήν την απεμπλοκή εδώ και τώρα. Οι Κοινότητες έχουν να κάνουν με τις κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώνονται. Στοχεύουν σε δράση ενάντια στην καθημερινή διάβρωση τους από το κράτος -ανάθεση- και τον νεοφιλελευθερισμό -ανταγωνιστικότητα, τον ατομικισμό, την πατριαρχία, την εξειδίκευση κ.α.- που αντιπαρέρχονται τον αλληλοσεβασμό και την αλληλεγγύη και σπάνε τους κοινωνικούς δεσμούς.

Τέλος, ο κοινοτικός φεμινισμός επικρίνει και τον αριστερό φεμινισμό ως μονοδιάστατο και ανταγωνιστικό, καθώς ο δεύτερος δε δίνει λύση στο εδώ και στο τώρα για τη βία που υφίστανται οι γυναίκες, αλλά εξαρτά την απελευθέρωση τους από τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. «Οι γυναίκες είμαστε το ήμισυ κάθε λαού (διατρανώνει μία από τις βασικές φεμινίστριες κοινοτίστριες, η βολιβιανή Χουλιέτα Παρέδες), κι όχι μια μειονότητα μια περιθωριοποιημένη υποκατηγορία ανθρώπων… οι αριστερές φεμινίστριες ξεκινούν από την πάλη των τάξεων για να κατανοήσουν την καταπίεση των γυναικών, αντί να ξεκινήσουν από τα σώματα τους για να κατανοήσουν την πάλη των τάξεων».

Οι ιθαγενείς γυναίκες, εκείνες που βιώνουν στο πετσί τους τη φτώχεια, το ρατσισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, «ενάντια στην υφαρπαγή της εκπροσώπησης», όπως δηλώνουν, θέτουν το ζήτημα του δικαιώματος να μιλάνε με τη δική τους φωνή, χωρίς τη διαμεσολάβηση όλων των παραπάνω φεμινισμών. Διαμόρφωσαν λοιπόν μία πολιτική θεωρία και δράση, τον κοινοτικό φεμινισμό, ο οποίος πρώτον, είναι αντισυστημικός, δεύτερον, είναι διαθεματικός, καθώς δίνει έμφαση στο πώς τέμνονται οι καταπιέσεις φύλου, τάξης και φυλής και τρίτον, έχει ως κέντρο του την κοινότητα. Όχι την κοινότητα που υπάρχει σήμερα, αλλά εκείνη που οι ίδιες οι γυναίκες θέλουν να χτίσουν, «απαλλαγμένη από την πατριαρχία που διαρρηγνύει την ισορροπία της ζωής» και σε αρμονία με την Μητέρα Γη.

Ο κοινοτικός φεμινισμός έχει προχωρήσει σε πολύ γόνιμες επανανοηματοδοτήσεις κλασικών φεμινιστικών όρων, όπως είναι εκείνοι του κοινωνικού φύλου ή της πατριαρχίας, ενώ έχει εισαγάγει και δικές του έννοιες: αρχέγονη γηγενής πατριαρχία, πατριαρχική διασταύρωση, οριζόντια συμπληρωματικότητα. Δεν αρκεί, όμως, ένας φεμινισμός της ερμηνείας, λένε οι κοινοτίστριες φεμινίστριες. Πρέπει και να δομηθεί ένα πολιτικό σχέδιο. Έτσι, τα βασικά προτάγματα αυτού του φεμινισμού είναι η αντιρατσιστική και η αντιαποικιακή δράση, η «από-αποικιοποίηση των μυαλών και των σωμάτων» και η «από-πατριαρχικοποίηση των σχέσεων στην κοινότητα».