Τα «χαμένα» κορίτσια της Ελλάδας

Αλιεύει η Σίσσυ Βωβού
Οι μετρήσεις μας υποδηλώνουν ότι πάνω από το 5% των κοριτσιών στην Ελλάδα έχουν «χαθεί» μεταξύ των ετών 1861 και 1920.

Το 1990, ο βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομίας Amartya Sen, μελετώντας το φαινόμενο των «χαμένων» κοριτσιών (missing girls) στη Νοτιοανατολική Ασία, υποστήριξε ότι η υψηλή αναλογία των φύλων (αγόρια προς 100 κορίτσια) ήταν αποτέλεσμα έμφυλων διακρίσεων σε βάρος των κοριτσιών είτε μέσω επιλεκτικών κατά φύλο αμβλώσεων είτε μέσω επιλεκτικών βρεφοκτονιών είτε μέσω κακομεταχείρισής τους κατά την παιδική ηλικία, αυξάνοντας έτσι τα ποσοστά θνησιμότητάς τους.

Αν και το ζήτημα εξετάζεται εκτενώς στον ασιατικό κόσμο, πολύ λίγη προσοχή έχει δοθεί στο φαινόμενο αυτό στην Ευρώπη κατά τον 19ο και 20ό αιώνα. Οι βρεφοκτονίες και η παραμέληση μέχρι θανάτου νεαρών κοριτσιών θεωρούνταν μέχρι και πρόσφατα περιορισμένες στον ευρωπαϊκό χώρο, αποδίδοντας τις διαστάσεις τους στις θρησκευτικές αξίες και στον παραδοσιακό σχηματισμό των νοικοκυριών. Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες έφεραν στο φως νέες πληροφορίες, αποδεικνύοντας ότι το φαινόμενο αυτό ήταν πολύ πιο διαδεδομένο από ό,τι πιστεύαμε, ιδιαίτερα στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη.

Η προτίμηση στους γιους ήταν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής οικογένειας τουλάχιστον μέχρι και τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, με πολλές λαογραφικές παραδόσεις να μαρτυρούν ότι οι οικογένειες υποδέχονταν τη γέννηση των αγοριών με χαρά, σε αντίθεση με των κοριτσιών, η οποία συχνά θεωρούνταν αιτία θρήνου (ιδιαίτερα στις περιπτώσεις του πρώτου παιδιού).

Οι γιοι θεωρούνταν πιο ικανοί να συμβάλουν στην οικογενειακή οικονομία, ειδικά στις αγροτικές περιοχές, έχοντας μεταξύ άλλων την υποχρέωση να συντηρούν τις ανύπαντρες αδελφές τους αλλά και τους γονείς τους, ιδίως τις χήρες μητέρες τους.

Οι κόρες, από την άλλη, αποτελούσαν «βάρος» για τις οικογένειές τους κυρίως λόγω του θεσμού της προίκας, από την οποία εξαρτιόταν η «αξία» της νύφης και συχνά εξαντλούσε τους οικογενειακούς πόρους. Ελλείψει πατέρα, οι νεαροί άνδρες ήταν υποχρεωμένοι να παραμείνουν άγαμοι για να συνεισφέρουν στην προίκα των αδελφών τους μέχρι όλες τους να παντρευτούν.

Η έλλειψη ανδρών λόγω της μαζικής υπερατλαντικής μετανάστευσης στις αρχές του 20ού αιώνα έκανε την επιθυμία απόκτησης γιων εντονότερη, γεγονός που αφ’ ενός συνέβαλε στην αύξηση της αξίας της προίκας, ενώ συγχρόνως ανάγκασε πολλούς νέους να μεταναστεύσουν στην Αμερική, ώστε να εξασφαλίσουν προίκα για τις αδελφές τους.

Καθώς η σύγχρονη ελληνική ιστορία ήταν γεμάτη από συγκρούσεις, ο φόβος του πολέμου ενέτεινε ακόμη περισσότερο την προτίμηση στους γιους εξαιτίας της αντίληψης ότι οι άνδρες ήταν υπερασπιστές της πατρίδας, ενώ η διαφύλαξη της τιμής των κοριτσιών και κατ’ επέκταση της τιμής της οικογένειας ήταν μεγάλη ευθύνη. Ολες αυτές οι πατριαρχικές παραδόσεις και πρακτικές συνέβαλαν σημαντικά στην υποδεέστερη θέση των κοριτσιών.

Χρησιμοποιώντας τις ελληνικές απογραφές, καθώς και τις στατιστικές της φυσικής κίνησης του πληθυσμού, διαπιστώνεται μια υψηλή αναλογία των φύλων όχι μόνο κατά τη γέννηση, αλλά και κατά τη διάρκεια της βρεφικής (έως ενός έτους) και παιδικής (μεταξύ ενός και εννέα ετών) ηλικίας. Είναι γνωστό ότι γεννιούνται περισσότερα αγόρια από ό,τι κορίτσια, με τη φυσιολογική αναλογία των φύλων κατά τη γέννηση να αντιστοιχεί σε 105 αγόρια για κάθε 100 κορίτσια.

19/11/2022

πηγή: www.efsyn.gr