Μαρία Κεχαγιόγλου: «Η μόνη οδός είναι η γυναικεία αλληλεγγύη και η ενίσχυση του τρυφερού και αποφασισμένου εαυτού μας»

Αλιεύει η Βέρα Σιατερλη

Με αφορμή την παράσταση «Ελευθερία στη Βρέμη», μιλάει για τις ανελευθερίες των γυναικών, την πατριαρχία αλλά και την εξέγερση των ηθοποιών που διεκδικούν τα αυτονόητα.

Ο εξουσιαζόμενος μάχεται τον εξουσιαστή. Στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη ένα έργο του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ που επικεντρώνεται σε μια γυναίκα που τα έβαλε με άνδρες. Σε μια εποχή που η διεκδίκηση της ελευθερίας, της αυτοδιάθεσης από μια γυναίκα, νοούνταν ως ψυχικό νόσημα, ο Φασμπίντερ πλάθει έναν κόσμο όπου η Γκεέσε Γκότφριντ καταφεύγει στον (μαζικό) φόνο για να επιτύχει «Ελευθερία στη Βρέμη».

Ένα έργο που θέτει επί τάπητος τα ζητήματα των έμφυλων ανισοτήτων, διαταράσσοντας τα γρανάζια του συστήματος της πατριαρχίας και σκιαγραφώντας το προφίλ μιας γυναίκας που οδηγείται στην προσωπική της επανάσταση.

Η Μαρία Κεχαγιόγλου βλέπει στην Γκεέσε Γκόντφριντ μια γυναίκα εξεγερμένη που διεκδικεί το δικαίωμα στη χαρά. Η ηθοποιός, με αφορμή την παράσταση, μιλάει στο ελc για αυτήν την ιδιαίτερη ηρωίδα, για τις ανελευθερίες των γυναικών, για την πατριαρχία, για τον εσωτερικευμένο μισογυνισμό αλλά και την εξέγερση των ημερών, εκείνη των ηθοποιών που διεκδικούν αυτά που σε μια πολιτισμένη κοινωνία θα έπρεπε να είναι αυτονόητα.

μια γυναίκα πολεμά με τα θηρία

«Δεν πρόκειται για ένα γοητευτικό ή μη γοητευτικό πρόσωπο. Πρόκειται για ένα εξεγερμένο πρόσωπο. Μια εξεγερμένη γυναίκα. Μια γυναίκα που, μιλώντας για την άχαρη, στερημένη ζωή της μητέρας της, συνειδητοποιεί ότι και η ίδια είναι προγραμματισμένη να έχει την ίδια μοίρα. Υπάρχει βέβαια μια φράση που κάθε φορά αναρωτιέμαι τι στο καλό ήθελε να πει με αυτήν ο Φασμπίντερ.

Πώς αυτή η γυναίκα που παλεύει και διεκδικεί το δικαίωμα στη χαρά, στον έρωτα, στην ανεξαρτησία της μπορεί να πει στον αγαπημένο της, που την εγκαταλείπει, «η πατρίδα μιας γυναίκας είναι ο άντρας της». 

«Φοβάμαι ότι η λίστα είναι μεγάλη και φοβάμαι και ότι μας αφορά και σήμερα, σε πολλά σημεία. Με συγκινεί πολύ που ένας άντρας καλλιτέχνης ευαισθητοποιείται από μια φόνισσα του 19ου αιώνα και γράφει ένα έργο-πραγματεία για το γυναικείο ζήτημα. Είναι θαυμάσιο το πώς έχει κυκλώσει αυτό το θέμα.

Η ηρωίδα του λοιπόν, που παίρνει το όνομα αυτής της κατά συρροήν φόνισσας, έχει εκπαιδευτεί στο να υπηρετεί τους άλλους (σύζυγο, γονείς, παιδιά) με απόλυτη αφοσίωση. Δεν της επιτρέπεται να έχει επιθυμίες. Από τον νόμο απαγορεύεται να έχει γνώμη. Εννοείται ότι σεξουαλικά οφείλει να είναι πάντα διαθέσιμη. Ο σύζυγος μπορεί να τη χτυπά, να την ταπεινώνει, να τη χρησιμοποιεί και να της συμπεριφέρεται όπως αυτός θέλει.

Το γεγονός ότι είναι απόλυτα εξαρτημένη από αυτόν -άρα δεν μπορεί να αυτονομηθεί- την καθιστά κτήμα του. Σκλάβα του. Οι γονείς της τη χειραγωγούν συστηματικά. Η μητέρα της (που έχει αφομοιώσει όλες τις πατριαρχικές αντιλήψεις) δεν της επιτρέπει να ζήσει με τον άντρα που αγαπά, εκτός γάμου. Την εκφοβίζει. Ο πατέρας της δεν της επιτρέπει να εργαστεί και να διαχειριστεί τα χρήματα της επιχείρησης που της ανήκει. Την εκφοβίζει κι αυτός.

Όλοι οι άντρες που γνωρίζει την εκμεταλλεύονται οικονομικά μιας και η επιχείρηση που της έδωσε ο πατέρας της (ως προίκα) είναι δέλεαρ για τους γαμπρούς. Φροντίζουν να την κρατούν πάντα δέσμια ενός άντρα προστάτη. Στα μεσοδιαστήματα που μένει μόνη, αναλαμβάνει ο πατέρας μέχρι να εμφανιστεί ο επόμενος αντικαταστάτης. Ο κοινωνικός περίγυρος, μάλιστα στο πρόσωπο γυναίκας φίλης, την ειρωνεύεται και την κατηγορεί για την ελευθεριότητά της. 

Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί το πλαίσιο-φυλακή στο οποίο ζει τη ζωή της, και να κάνει τις δικές του αναφορές στο σήμερα. Φυσικά έχουν γίνει πολλά βήματα από τότε, αλλά εγώ προσωπικά, βρίσκω σε πολλά από τα προηγούμενα σημεία, ταυτίσεις. Και δεν είναι ανάγκη να τα βιώνω η ίδια, τα βλέπω γύρω μου. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να αποτινάξουμε -άντρες και γυναίκες-προκαταλήψεις και ταμπού που εμποδίζουν τη γυναίκα ως ανθρώπινη υπόσταση να είναι ίση με αυτήν του άντρα.  Έχει δαιμονοποιηθεί το σώμα και η ψύχη της γυναίκας.

Δεν ξέρω από πού ξεκινάει όλο αυτό αλλά μου έρχεται στο μυαλό αυτή η φριχτή ιστορία, που φυσικά επινοήθηκε από άντρες, η ιστορία του Αδάμ και της Εύας και της πτώσης από τον παράδεισο. Με αυτές τις ιστορίες δεν μεγαλώσαμε όλοι; Δεν αρχίζουν από εκεί μια σειρά από στρεβλώσεις και προκαταλήψεις;

Η έννοια της αμαρτίας και το ποιος φταίει για όλο αυτό. Είναι μια άθλια, κωμικοτραγική επινόηση που το δηλητήριό της έχει ριζώσει και μας βασανίζει όλους. Να μη μιλήσω για το «βρώμικο» σώμα μας. Δεν είναι παραλογισμός; Το υπέροχο, θαυμαστό γυναικείο σώμα που δίνει ζωή, να τσαλαπατιέται τόσο άδικα. 

Η γυναίκα αυτή από τη στιγμή που συνειδητοποιεί πόσο πικρή είναι η ζωή της, μπαίνει σε μια δίνη. Αγωνίζεται μέχρι το τέλος για να ζήσει λίγες στιγμές ελευθερίας και νομίζω πως το κατορθώνει. Όταν αποδεσμεύεται από τις εστίες καταπίεσης, ίσως παίρνει κάποιες ανάσες, λίγες, μέχρι να εμφανιστεί το επόμενο τέρας. Το τίμημα όμως, εννοείται είναι πολύ μεγάλο. Είναι η μοναξιά. Όταν κάνει και τον τελευταίο φόνο ξέρει ότι δεν μπορεί να συνεχίσει άλλο τη ζωή της και την τερματίζει». 

«Μεγάλωσα στην επαρχία τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Τα βλέμματα των κοριτσιών ήταν πάντα προς τα κάτω. Πάντα σεμνά και ντροπαλά. Αντίθετα των ανδρών ήταν ελεύθερα και αδηφάγα. Μεγάλωσα με τους επαίνους της οικογένειας για τη νοικοκυροσύνη μου. Προσπάθησα να ξεχωρίσω παίζοντας ένα ρόλο αγοροκόριτσου. Κανείς δε μου μίλησε για τον γυναικείο οργασμό. Η περίοδος ήταν κάτι που έπρεπε να κρύβω κι ας υπέφερα από τους πόνους.

Τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα καταπνίγηκαν γιατί δεν είχα το κουράγιο να τα υποστηρίξω. Τα λίγα κορίτσια που δοκίμαζαν πιο ελεύθερα, ήταν στόχοι κουτσομπολιού. Βίωσα την επιφύλαξη και την άρνηση του στενού και ευρύτερου κύκλου, όταν διάλεξα να ασχοληθώ με το θέατρο. Με ειρωνεύονταν με τη λέξη θεατρίνα. Βίωσα υποτιμητική συμπεριφορά ως γυναίκα και μέσα στο θέατρο.

Βιώνω καθημερινά ως γυναίκα οδηγός τη βία και τον χλευασμό των ανδρών. Με αφορμή τον ρόλο που παίζω τώρα, συνειδητοποίησα ότι στην προσπάθειά μου να επιβιώσω, υιοθέτησα πατριαρχικές συμπεριφορές και άθελά μου εσωτερίκευσα μισογυνισμό. Προσπαθώ συνεχώς αλλά η μόνη οδός είναι η γυναικεία αλληλεγγύη και η ενίσχυση του τρυφερού, ζεστού και αποφασισμένου εαυτού μας. 

Όλα όπως μας παραδόθηκαν, φτιάχτηκαν από άντρες, για τους άντρες. Η ίδια η ανθρώπινη φύση, που μια κυρίαρχη τάση της είναι να ελέγξει, να φάει τον απέναντι. Νομίζω ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο Φασμπίντερ βάζει στο επίκεντρο μια γυναίκα. Είναι μια γυναίκα που πολεμά με τα θηρία αυτού του κόσμου, του ανδρικού».  

«Ναι, έτσι νομίζω. (πως ο Φασμπίντερ μιλάει για τη μοναξιά και τη δυστυχία). Το έργο και η παράστασή μας, αφήνουν ένα πικρό χαμόγελο στο τέλος. Ο ίδιος ο Φασμπίντερ, αυτός ο τόσο ανήσυχος δημιουργός, που τον ταλαιπωρούσαν οι σεξουαλικές του προτιμήσεις, που τον βασάνιζε ο εξουσιαστικός και έκρυθμος  χαρακτήρας του, έζησε πολύ λίγο. Δούλευε ασταμάτητα, πυρετωδώς, αλλά παράλληλα φλέρταρε και με τα άκρα. Νομίζω ότι με αυτό το έργο μιλά και για τη δική του ζωή. Για τη δική του μοναξιά και δυστυχία».

«Ο Σύλλογος διδασκόντων της σχολής του Εθνικού αποφάσισε να παραιτηθεί συμπαραστεκόμενος στον αγώνα των σπουδαστών της και θέλοντας να ενώσει τη φωνή του μαζί τους, σε ένα αίσθημα αδικίας που πυροδότησε η ψήφιση του Προεδρικού Διατάγματος στις 17 Δεκεμβρίου.

Προσωπικά, τη συγκεκριμένη κίνηση τη νιώθω σαν μια οφειλή στις επόμενες γενιές. Το πρόβλημα με τα πτυχία των Δραματικών Σχολών είναι χρόνιο. Αυτό που ζητάμε είναι να αναγνωριστούν ως Πτυχία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης.

Μέχρι στιγμής δεν έχει ακουστεί ένα επιχείρημα από τη μεριά του Υπουργείου που να εξηγεί τον λόγο που δεν μπορεί να γίνει αυτό. Λένε ότι είναι δύσκολο αλλά δεν λένε γιατί. Είναι σίγουρα ένα περίπλοκο ζήτημα που αφορά και σε άλλα υπουργεία (Παιδείας, Εσωτερικών) και καμία κυβέρνηση τα τελευταία είκοσι χρόνια δεν ενδιαφέρθηκε, αλλά επιτέλους πρέπει να δοθεί μια λύση. Αυτό το καταλαβαίνει ο καθένας βλέποντας πόσες κινήσεις διαμαρτυρίας γίνονται κάθε μέρα. Ξεκίνησε και συνεχίζεται ένα ντόμινο καταλήψεων και παραιτήσεων που είναι πρωτοφανές. Θέλω να πιστεύω ότι τώρα θα ακουστούμε».

Πηγή: ελculture.gr