ΒΙΒΛΙΟ: Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα – Ψηλαφώντας τις δύσκολες ιστορίες του Ψυχρού Πολέμου

Αλιεύει η Σίσσυ Βωβού

Κείμενο του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Το βιβλίο της Gonda Van Steen αναδεικνύει μια μαύρη τρύπα της γεωγραφίας της ελληνικής ιστορίας. Μια μακροσκελής παρουσίαση της δραματικής ιστορίας των υιοθεσιών μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, που κόβει την ανάσα. Εκδόσεις Ποταός, Νοέμβριος 2021. Σ.Β.

H ανάγνωση του βιβλίου της Gonda Van Steen με γέμισε σκέψεις, ερωτήματα και πολλά συναισθήματα. Ερωτήματα για το τι σημαίνει να γράφεις Ιστορία στον 21ο αιώνα, σε έναν πολύπλοκο κόσμο, ο οποίος διαπραγματεύεται τη σχέση του με ένα δύσκολο παρελθόν. Πόσο βαραίνει ο ρόλος της Ιστορίας σε μια κοινωνία που συνομιλεί με ιστορικές εμπειρίες του 20ού αιώνα, όπως το Ολοκαύτωμα, οι γενοκτονίες, οι στυγνές δικτατορίες, και καθημερινά διαπραγματεύεται τη βαρβαρότητα ή τον φόβο που γεννά ένα φυσικό φαινόμενο, όπως λ.χ. η πανδημία. Ποια πρέπει να είναι η ηθική στάση του ιστορικού;

Διάβασα το “Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα. Υιοθεσίες στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου” με έναν κόμπο στον λαιμό﮲ ένα βιβλίο γραμμένο γι’ αυτούς που δεν έχουν φωνή, τους εγκαταλελειμμένους, ένα βιβλίο που πονάει και που ανοίγει κακοφορμισμένες πληγές. Και αυτό το θεωρώ σπουδαίο. Και είναι ακόμη πιο σπουδαίο επειδή γίνεται με όλους τους κανόνες της ιστορικής τέχνης. Το βιβλίο εγγράφεται στο πεδίο της κοινωνικής Ιστορίας, μιας Ιστορίας που χρησιμοποιεί δημιουργικά εργαλεία από τις σπουδές μνήμης, αλλά και τις μελέτες του τραύματος.

Εκκινεί από σημαντικές θεωρητικές παραδοχές, για να συνομιλήσει σε βάθος με την υπάρχουσα βιβλιογραφία γύρω από το θέμα, συνεχίζοντας με μια άλλη προοπτική τον δρόμο που άνοιξε το σπουδαίο βιβλίο της Αίγλης Μπρούσκου: «Λόγω της κρίσεως σας χαρίζω το παιδί μου». Η διακίνηση των παιδιών στην ελληνική κοινωνία του 20ού αιώνα. Αξίζει κανείς μόνο να δει τις ευχαριστίες για να συνειδητοποιήσει το μέγεθος της αρχειακής εργασίας, τα δεκάδες αρχεία που η συγγραφέας επισκέφθηκε και το πλήθος των μαρτύρων με τους οποίους συνομίλησε. Πρόκειται συνολικά για μια άρτια διεθνική μελέτη, η οποία, πέρα από το ενδιαφέρον που έχει για μας, αποτελεί μια σημαντική ψηφίδα και για την κατανόηση της αμερικανικής κοινωνίας.

Οι υλικές κληρονομιές ενός τραυματικού παρελθόντος

Ξεκινώντας κάποτε να γράψω για τους φακέλους κοινωνικών φρονημάτων, είχα μιλήσει για τις υλικές κληρονομιές ενός τραυματικού παρελθόντος, που εξακολουθούν να βασανίζουν τους ανθρώπους έως σήμερα. Η παρούσα έρευνα μας δείχνει το πώς αυτές οι υλικές κληρονομιές μπορεί να είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι, τα βρέφη και τα παιδιά ενός κόσμου σε κίνηση, ενός κόσμου που έβγαινε από έναν θερμό για να βρεθεί σε έναν ψυχρό πόλεμο.

Το βιβλίο της Γκόντα Φαν Στιν έρχεται να προσθέσει γνώση σε ένα από τα πιο δύσκολα θέματα της ιστορίας του ελληνικού εμφυλίου και των μετεμφυλιακών χρόνων, εκείνο της τύχης χιλιάδων παιδιών που βρέθηκαν είτε στις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης είτε στις ανατολικές χώρες είτε, όπως μας δείχνει τώρα η συγγραφέας, υιοθετημένα σε ξένες χώρες, και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ.

Με τη δουλειά της σκιαγραφεί έναν ολόκληρο κόσμο, για τον οποίον ποτέ δεν είχαμε ολοκληρωμένη εικόνα, και τον θέτει στο επίκεντρο των προβληματισμών μας. Η συγγραφέας αναδεικνύει όλα αυτά τα δίκτυα της υιοθεσίας που παρέμεναν μισοκρυμμένα πίσω από τα δημοσιεύματα του Τύπου ή κάποιες προσωπικές καταθέσεις. Μετά από αυτό το βιβλίο κανείς δεν μπορεί να προσποιείται πως δεν ξέρει ότι 3.200 παιδιά μετακινήθηκαν από την Ελλάδα στις ΗΠΑ και πολλές φορές εν αγνοία των γονιών τους.

Πρόκειται για μια πληθώρα λόγων που οδήγησαν σε αυτές τις μετακινήσεις. Εκκινώντας από την περίπτωση των παιδιών του Ηλία Αργυριάδη, του ανθρώπου που εκτελέστηκε επειδή έκρυβε στο σπίτι του τους ασύρματους της υπόθεσης Μπελογιάννη, ενώ η γυναίκα του αυτοκτόνησε μετά την ανάκρισή της από την Ασφάλεια, η συγγραφέας αναφέρεται στη μετακίνηση και την υιοθεσία των παιδιών για πολιτικούς λόγους. Η υιοθεσία τους προπαγανδίστηκε ως η διάσωσή τους από τον κομμουνιστικό κίνδυνο και το ξερίζωμά από το περιβάλλον τους ως ηθική σωτηρία.

Δίπλα στις υιοθεσίες παιδιών που οι γονείς τους εκτελέστηκαν ή χάθηκαν μέσα στη δίνη του εμφυλίου υπάρχει μια άλλη κατηγορία παιδιών, η οποία εικονογραφείται από πολλά παραδείγματα: παιδιά που υιοθετήθηκαν λόγω του ότι ήταν νόθα ή αγνώστου πατρός ή εγκαταλείφθηκαν από τη μητέρα τους. Από τη μια ο αντικομμουνισμός και η εθνικοφροσύνη, οι διώξεις και ο στιγματισμός των πολιτικών αντιπάλων, ο ηθικός πανικός σε συνδυασμό με τη δαιμονοποίηση του άλλου. Και από την άλλη η φτώχεια και η εξαθλίωση, σε συνδυασμό με τον κοινωνικό κομφορμισμό και την ασφυξία ενός παραδοσιακού οικογενειακού περιβάλλοντος.

Ο συνδυασμός όλων αυτών οδήγησε, με την καθοριστική παρέμβαση του παλατιού, στη θέσμιση ενός συστήματος κοινωνικής πρόνοιας που ενίσχυσε τον δρόμο, ανάμεσα σε άλλους, της υπερατλαντικής μετανάστευσης των παιδιών, αρχικά για πολιτικούς και έπειτα για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους, στο πλαίσιο και της εμπιστοσύνης στη δύναμη και στις αξίες του «ελεύθερου δημοκρατικού κόσμου».

Οι υιοθεσίες μέρος μιας νεοαποικιακής πολιτικής

Η μελέτη της Gonda Van Steen δεν περιορίζεται στο να περιγράψει την ελληνική εμπειρία, αλλά στρέφεται και προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού σκιαγραφώντας δύο διαφορετικές κοινωνίες, την ελληνική και την αμερικανική. Μια κοινωνία που μετά τον πόλεμο έζησε την άνοδο του βιοτικού της επιπέδου και την καθιέρωση του καταναλωτισμού ως βασικού χαρακτηριστικού της. Μια κοινωνία μέσα στην οποία η απόκτηση παιδιών και η ανατροφή τους αποτέλεσε ένδειξη ευμάρειας, απαραίτητου συστατικού ενός ιδεατού τρόπου ζωής.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τα παιδιά από την Ελλάδα αποτέλεσαν προνομιακό πεδίο ζήτησης, όχι μόνο για να σωθούν από τον κομμουνιστικό κίνδυνο ή τη φτώχεια, αλλά και διότι ανήκαν στη λευκή φυλή. Συνδεδεμένη με ρατσιστικές αντιλήψεις, η επιλογή των Ελληνόπουλων ξεπέρασε γρήγορα εκείνη των «σχιστομάτηδων» παιδιών από την Κορέα και απευθύνθηκε όχι μόνο στους συμπατριώτες τους, αλλά και σε άλλους Αμερικανούς που είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν.

Την ίδια ώρα οι ΗΠΑ αναλάμβαναν τον ρόλο της ηγέτιδας δύναμης του δυτικού κόσμου έναντι του σοσιαλιστικού μπλοκ, μιας υπερδύναμης που επιφορτίστηκε την ανασυγκρότηση της γηραιάς Ευρώπης και ιδιαίτερα της Ελλάδας, δημιουργώντας μια σχέση πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης.

Δικαίως η συγγραφέας εμπλέκει στο κείμενό της την ιστορία των υιοθεσιών με τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, το δόγμα Τρούμαν, το σχέδιο Μάρσαλ, τις ελληνικές προσδοκίες και τις αμερικανικές ανταποκρίσεις. Οι υιοθεσίες αποτέλεσαν μέρος των συγκεκριμένων σχέσεων μιας νεοαποικιακής πολιτικής που μπορούσε να εξάγει μηχανήματα και αυτοκίνητα και να εισάγει παιδιά, δείγμα αυτών των άνισων σχέσεων ανταλλαγής.

Ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους λειτούργησαν δίκτυα επικοινωνίας και ανταλλαγής. Δίκτυα που στηρίχθηκαν σε σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες και από τις δύο χώρες, δίκτυα που διευκόλυναν τη μετακίνηση στο όνομα της προστασίας των ίδιων των παιδιών, της φροντίδας για την αποκατάστασή τους. Στην πραγματικότητα τα συγκεκριμένα δίκτυα, όπως μας δείχνει με πολύ αναλυτικό τρόπο η συγγραφέας, αυτός ο συνδυασμός της κρατικής εξουσίας με την ιδιωτική πρωτοβουλία, σύντομα αποτέλεσε εστία διαφθοράς, μετατράπηκε σε μια συναλλαγή που, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία ή την επιθυμία, είχε μόνο στόχο το κέρδος.

Στο όνομα ιδανικών και ευγενών συναισθημάτων, μια σειρά θεσμοί ενεπλάκησαν σε βιοπολιτικές διαδικασίες που καθόρισαν με αδιαφανείς όρους τις ζωές και τις διαδρομές ανθρώπων, χωρίς ποτέ να ερωτηθούν οι ίδιοι. Ένα κύκλωμα θεσμών και ανθρώπων που μας βοηθάει να κατανοήσουμε τη σαθρότητα και την υποκρισία ενός πολύ μεγάλου μέρους της ιδεολογίας που συνόδευσε την ανοικοδόμηση αυτού του νέου μετεμφυλιακού κόσμου, να σκεφτούμε συνολικά τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι διαδικασίες αποτέλεσαν φυτώρια ιδιοτελών προθέσεων και πρακτικών με την ανοχή ή τη σιωπή των ιθυνόντων.

Η Gonda Van Steen περιγράφει αυτό τον κόσμο ανατρέχοντας συνεχώς από το ατομικό στο γενικό, από τη μάκρο στη μικροϊστόρια. Οι ήρωές της έχουν ονόματα, άλλοτε τα πραγματικά και άλλοτε τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιήθηκαν για να προστατευθεί η ανωνυμία τους, τόπους καταγωγής, συγγενείς, πραγματικούς και θετούς γονείς. Είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας και δικαίως ένα σημαντικό τμήμα του βιβλίου είναι αφιερωμένο στις αφηγήσεις τους. Οι συγκλονιστικές ιστορίες τους αναδεικνύουν τις εντάσεις και τα τραύματα που γεννά η ανακάλυψη ενός αποσιωπημένου παρελθόντος, τις δυσκολίες διαχείρισής του στο παρόν.

Οι μαύρες τρύπες της Ιστορίας και η υπόμνηση του τραύματος

Το βιβλίο της Gonda Van Steen αναδεικνύει μια μαύρη τρύπα της γεωγραφίας της ελληνικής ιστορίας. Μιας ιστορίας που οι περισσότεροι θέλησαν να κρύψουν: κράτη και θεσμοί για να σβήσουν από τις σελίδες τους πολιτικές και πρακτικές που σήμερα τους δυσφημούν, πρόσωπα που ενεπλάκησαν αποκομίζοντας οφέλη, άνθρωποι που δεν θέλουν να θυμούνται ιστορίες που στοίχειωσαν τη ζωή τους ή άφησαν μυστικά που τους κυνηγούν έως τα σήμερα.

Γιατί άραγε να γυρίσουμε σε αυτή την ιστορία; Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί για να γνωρίσουμε καλύτερα τις εμπλεκόμενες κοινωνίες, να αντιληφθούμε νοοτροπίες και λογικές, να αναδείξουμε σε ένα άλλο, διαφορετικό επίπεδο αυτό που ονομάζουμε εξάρτηση ανάμεσα στις δύο χώρες. Και είναι αλήθεια αυτό: είναι πάντα ένα μείζον ζητούμενο η κατανόηση του παρελθόντος.

Υπάρχει, όμως, κάτι κρισιμότερο, όπως δείχνει και η στάση της ίδιας της συγγραφέως, με τη συμπερίληψη στο βιβλίο της ενός πρακτικού τμήματος που θα μπορούσε να βοηθήσει κάποιους να αναζητήσουν την προσωπική τους ιστορία. Το κρίσιμο σημείο αφορά τη δυνατότητα διάρρηξης της σιωπής, την υπόμνηση του τραύματος. Όπως και η ίδια η συγγραφέας επισημαίνει, μετά την έκδοση του βιβλίου χρησίμευσε ως ο ενδιάμεσος κρίκος σε περιπτώσεις πολιτών που αναζητούσαν την προσωπική τους καταγωγή.

Το χρέος του ιστορικού είναι ακριβώς η υπόμνηση αυτών των ξεχασμένων ή αποσιωπημένων ιστοριών, η παροχή της δυνατότητας σε ανθρώπους να γνωρίσουν τις διαδρομές τους. Όχι επειδή πιστεύουμε μόνο ότι αδικήθηκαν ή ότι θα ζούσαν καλύτερα αν δεν είχε συμβεί η υιοθεσία -ποιος είναι αυτός που μπορεί να υποστηρίξει κάτι τέτοιο; Αλλά διότι ο πολίτης έχει δικαίωμα να γνωρίζει την ιστορία του και ας αποφασίσει εκείνος το πώς θα τη χειριστεί, αν θα τη φανερώσει ή όχι.

Το χρέος μας, το χρέος των ιστορικών, είναι η ανάδειξη αυτών των ιστοριών και της σιωπής γύρω από αυτές, όχι μόνο για τους πολίτες που ενεπλάκησαν, αλλά και για όλους μας, για τη διάρρηξη της αδιαφορίας και της αποσιώπησης. Και έχει δίκιο η συγγραφέας όταν απαιτεί τη δημόσια συγνώμη από τους εμπλεκόμενους θεσμούς και πρόσωπα.

Η δημόσια συζήτηση, η κατανόηση του τι έγινε, αλλά και των συνεπειών δεν αφορά μόνον όσους και όσες τις υπέστησαν, αλλά όλους μας. Η συζήτηση γι’ αυτές τις μαύρες τρύπες της Ιστορίας έχει μια «παιδαγωγική» διάσταση για τη σημερινή κοινωνία που είναι χρέος μας να την αναδείξουμε.

Πριν από λίγα χρόνια, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ιστορικούς της εποχής μας, ο Σπύρος Ασδραχάς, γράφοντας για τον τόπο του, θύμιζε ότι χρέος του ιστορικού είναι να μαζέψει στάλα – στάλα το λαδάκι που χρειάζεται για να ανάψει το καντήλι όλων όσοι δεν υπάρχουν πια και οι φωνές τους χάθηκαν μέσα στον χρόνο.

Σκέφτομαι αν, όπως και με το συγκεκριμένο βιβλίο, μπορούμε να δώσουμε όνομα και καταγωγή ή τόπο γέννησης σε εκείνους και εκείνες που υπήρξαν θύματα της Ιστορίας, και αυτό είναι ένα σπουδαίο έργο. Όχι μόνο επειδή το έχουν εκείνοι ανάγκη, άλλωστε οι περισσότεροι προχώρησαν και έκαναν πολλά μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν, αλλά και για να μπορούμε ως κοινωνία να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη. Και εμείς και τα παιδιά μας.

* Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Θεωρίας και Ιστορίας της Ιστοριογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

** Προφορική ανακοίνωση στην παρουσίαση του βιβλίου της Gonda Van Steen Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα. Υιοθεσίες στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου

ΠΗΓΗ:https://www.avgi.gr/tehnes/401993_psilafontas-tis-dyskoles-istories-toy-psyhroy-polemoy?fbclid=IwAR32EKh2HqSTxrG41gvPQSYlJPTER_xmn-G-L5pzjqqDPlbYOuRmXp9IwRM

Πρώτη φωτογραφία: Η Jane Russell, η πριγκίπισσα Σοφία της Ελλάδας και οι υπάλληλοι της ΔΚΥ καλωσορίζουν, στις 29 Οκτωβρίου 1958, στη Νέα Υόρκη, μια ομάδα οκτώ ορφανών από την Ελλάδα. Από το προσωπικό αρχείο της Ελληνίδας υιοθετημένης Ellen 

Η φωτογρ. με τα δυο παιδάκια: Παιδιά από την Ελλάδα, ορφανά του πολέμου, το 1948, κατά τη διάρκεια βραδιάς στο Hotel St. Moritz της Νέας Υόρκης, που είχε σκοπό την εξασφάλιση δωρεών για την αρωγή παιδιών από την Ευρώπη και την Ασία. Ευγενική
παραχώρηση από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου