Μα Ρέινι – Η Μάμα των Μπλούζ

Γράφει η Δώρα Στυλιανίδου

Ήταν πληθωρική, φιλήδονη, δεσποτική, φωνακλού και είχε μια σαγηνευτική βαθειά φωνή που μάγευε όταν τραγουδούσε. Η μαντάμ Ρέινι, όπως προτιμούσε να την αποκαλούν, απαιτούσε να την σέβονται και να την αναγνωρίζουν. Χρειάστηκε πολύ πείσμα και θράσος για να διεκδηκήσει το ρόλο της τραγουδίστριας των μπλούζ και να γίνει μια από τις πρώτες ερμηνεύτριες αυτού του μελαγχολικού αλλά και αγέρωχου μουσικού είδους, που αναδύθηκε μέσα απο τις φτωχές συνοικίες των μαύρων του αμερικάνικου νότου. Υπήρξε αναμφισβήτητα απο τις πρώτες γυναίκες που ηχογράφησαν τα τραγούδια τους.

Η Γερτρούδη Πρίτζετ (που έγινε Ma Rainey παίρνοντας το όνομα του άνδρα της), γεννήθηκε το 1882 στην Τζώρτζια των Ηνωμένων Πολιτειών και ήταν το δεύτερο από 5 παιδιά. Μεγάλωσε μέσα σε μεγάλη ανέχεια και έκανε το καλλιτεχνικό ντεμπούτο της τραγουδώντας σε διαγωνισμούς ταλέντων όταν ήταν 12 ή 14 χρονών. Επειδή ανήκε στην Πρώτη Αφρικανική Εκκλησία των Βαπτιστών, άρχισε να παίζει με τα συγκροτήματα minstrel, όπου λευκοί υποδύονταν μαύρους μπογιαντίζοντας μαύρα τα πρόσωπα τους και ανεβάζοντας παραστάσεις με κωμικά σκετσάκια, χορό, ακροβατικά, και τραγούδια που κορόιδευαν τους νέγρους. Οι λίγοι αφρο-αμερικανοί που συμμετείχαν ήταν κάτω απο των απόλυτο έλεγχο των λευκών. Παρουσίαζαν τους μαύρους σαν χαζούς, τεμπέληδες, γεμάτους δεισιδαιμονίες που συμπεριφέρονταν σαν παιδιά.Τα θεάματα αυτά εκμεταλεύονταν την εικόνα της μαύρης αμερικανίδας γυναίκας που υπό συνεχή εκμετάλευση είχε υποφέρει μεταξύ άλλων τα πάνδεινα απο τους νότιους λευκούς βιαστές, τους ιδιοκτήτες των μπαμπακοφυτειών.

Σταδιακά τα θεάματα αυτά εξελίχθηκαν σε πλατφόρμες ανάδειξης ταλέντων που έδιναν ευκαιρίες στις μαύρες γυναίκες να αναδειχθούν καλλιτεχνικά, οι οποίες μεσα απο τα τραγούδια τους θα αφηγούνταν την ιστορία τους, την ιστορία της φτώχειας τους, της εξαθλίωσης, της καταπίεσης αλλά και του αγώνα τους, της επιτυχίας τους, των ερωτικών τους σχέσεων και της γυναικείας φύσης. Χωρίς αυτά τα κατά τα άλλα ρατσιστικά θεάματα, πολλές νέγρες τραγουδίστριες θα είχαν μείνει στην αφάνεια.

Η Μα Ρέινι έφτιαξε το το πρώτο της συγκρότημα με τον άνδρα της Γουίλ Ρέινι και το 1906 μπήκαν στη δημοφιλή “Μπάντα των Λαγοπόδαρων”, όπου παρέμειναν μέχρι το 1912. Το 1914 το ζευγάρι δημιουργεί το σχήμα “Ρέινι και Ρέινι οι Δολοφόνοι των Μπλούζ”. Η Μα γνώρισε σημαντικούς μουσικούς στην Νέα Ορλεάνη, όπως τον Λούις Άρμστρονγκ και τον Σίντνευ Μπέσετ και καθώς η δημοτικότητα των μπλουζ κέρδιζε γρήγορα έδαφος, η Μα Ρέινι έγινε πολύ γνωστή. Αυτή την εποχή περίπου γνώρησε μια άλλη μαύρη τραγουδίστρια που έμελε να γίνει σπουδαία, την Μπέσσι Σμίθ, την οποία επηρέασε πολύ μουσικά και με την οποία, συμφωνα με ισχυρές ενδείξεις ,έκανε σεξουαλική σχέση. Αργότερα θα κερδίσει και αυτή τον τίτλο της “Βασίλισσας των Μπλουζ”

Από το 1910 άρχισε η ζήτηση για αφρο-αμερικανούς τραγουδιστές που θα ηχογραφούσαν δίσκους.Το 1920 η Μάμι Σμίθ ήταν η πρώτη μαύρη τραγουδίστρια που ηχογραφήθηκε.

Το 1923 η Μα Ρέινι υπέγραψε το πρώτο της ηχογραφικό συμβόλαιο με την Παραμάουντ και έγραψε τα πρώτα οκτώ κομμάτια της όπου ανάμεσα τους συγκααάλέγονταν “Τα Μπλουζ της Μαύρης Μοίρας”, “Τα Μπλούζ του Φεγγαρόφωτου” και άλλα. Μέσα σε 5 χρόνια η Μα Ρέινι ηχογράφησε πάνω απο 100 τραγούδια και η φήμη της εξαπλώθηκε πέρα απο το Νότο. Το 1924 έφτιαξε δίσκο με τον Λούις Άρμστρονγκ και έφυγε για μια περιοδεία του νότου και των μεσοδυτικών πολιτειών, τραγουδώντας για μικτά ακροατήρια απο μαύρους και λευκούς. Τη δεκαετία του 1920 που οι σουφραζέτες στην Αμερική είχαν αρχίσει να βγαίνουν μαχητικά στους δρόμους παλεύοντας για τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα που τους τα ειχαν αρνηθεί, οι μαύρες γυναίκες του νότου και ανάμεσα τους πρωτοπόρα η Μα Ρέινι και οι υπόλοιπες τραγουδίστριες των μπλουζ έδιναν και αυτές το δικό τους αγώνα ενάντια στο λευκό ρατσισμό και μισογυνισμό, για ένα καλύτερο μεροκάματο και το δικαίωμα στην ηχογράφηση των τραγουδιών τους με τις εταιρείες, παλεύοντας μέσα από τα καμπαρέ και τα χαμαιτυπεία των μπλούζ ενάντια στην απόλυτη ένδεια και την αφάνεια.

Παρόλο που τα περισότερα τραγούδια της έχουν στο επίκεντρο τους έρωτες με άνδρες, μερικά κάνουν εμφανείς νύξεις στο λεσβιακό έρωτα, ή την αμφισεξουαλικότητα, όπως αυτό το τραγούδι του 1928 “Να μου το αποδείξουν”.

Είπαν ότι το έκανα
κανείς δεν με έκανε τσακωτή
ας μου το αποδείξουν
βγήκα χθες βράδυ τσάρκα με τις φίλες μου
πρέπει να ήταν γυναίκες γιατί
δεν γουστάρω άνδρες

και πιο κάτω λέει

μπέσα φοράω κολάρο και γραβάτα
και μιλάω στα κορίτσια
σαν τον δικό τους άντρα

Το 1935 αποσύρθηκε από το τραγούδι και επέστρεψε στην πολιτεία που γεννήθηκε, την Τζώρτζια, όπου άνοιξε δύο θέατρα.

Πέθανε το 1939 από καρδιακό πρόβλημα.  Άφησε πίσω της εξαίσια τραγούδια του μπλουζ τραγουδισμένα με μια μεγαλειώδη θρηνητική αλλά περήφανη και αγέρωχη φωνή, που μιλάνε για τα δεινά αλλά και και το σθένος των γυναικών, χωρίς να της λείπει πολλές φορές και ενα πικρόχολο χιούμορ.

Τιμήθηκε το 1983, όταν το όνομα της μπήκε στο Blues Foundations Hall of Fame και στο Rock and Roll Hall of Fame το 1990. Το 1994 το Ταχυδρομείο των Ηνωμένων Πολιτειών τύπωσε ένα επετειακό γραμματόσημο με την φωτογραφία της. Πέρασε στη ιστορία της μουσικής σαν “Η Μητέρα των Μπλούζ.”

Πηγές: Αγγλική Βικιπαίδεια, “The Story of the Blues” Paul Oliver,1969