Η ποίηση της Κικής Δημουλά

Γράφει η Δώρα Στυλιανίδου

Μπροστά στη φθορά και στην απώλεια

“Αυτό δεν θα τ’αγγίξετε. Είναι απο έφλευκτο εγώ θα με τινάξει όλη στον αέρα σας.”

Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά της ποίησης αποκτά την πιο σημαντική γυναικεία φωνή της στο πρόσωπο της Κικής Δημουλά, που εισέρχεται δυναμικά σε ένα ανδροκρατούμενο καλλιτεχνικό σύμπαν για να το σφραγίσει με την γυναικεία της παρουσία και να διεκδικήσει σχεδόν αμείλικτα την πρωτιά.

Η Κική Δημουλά (Βασιλική Ράδου) γεννήθηκε στην Αθήνα στις 6 Ιουνίου του 1931. Το 1952 παντρεύτηκε τον ποιητή Άθω Δημουλά και απέκτησε μαζί του δύο παιδιά. Εργάσθηκε σαν υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος από το 1949 μέχρι το 1973.

Το 1972 η Δημουλά τιμήθηκε με το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για την συλλογή Το λίγο του Κόσμου, το 1989 με το Κρατικό Βραβείο με την συλλογή Χαίρε Ποτέ και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για την Εφηβεία της Λήθης. Ποιήματά της έχουν μεταφρασθεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Γερμανικά,  Σουηδικά και άλλες γλώσσες.

Αν και η αστή Δημουλά δέχονταν τα βραβεία και αναζητούσε όπως κάθε ποιητής την ανάγνώριση, η ποίηση της ανατρεπτική, με την ωμή, σκληρή της ειλικρίνεια και την αβάσταχτη συχνά διεισδυτική ερευνητική ματιά της στην φθορά του χρόνου και στην απώλεια ενός ανθρώπου στη ζωή, δυναμιτίζει την ασφάλεια που παρέχουν τα βραβεία και τινάζει το ποιητικό σύμπαν της στον αέρα, για να υπηρετήσει την ανελέητη ποιητική αλήθεια που δεν χαρίζεται και ούτε καν κατοχυρώνεται, ούτε ακόμα και μέσα απο την πιο βαρειά απώλεια, αλλά παλεύει μέχρι το τέλος με το τρομαχτικό λευκό χαρτί για να εκφράσει τά πάντα εκ νέου, ξανά και ξανά.

“Οταν μιλάει η αταξία η τάξη σωπαίνει

έχει μεγάλη εμπειρία ο χαμός.”

και αλλού γράφει: “Κανένα τέλος δεν έρχεται με άδεια χέρια “

Η στέρηση, η απώλεια, η ερωτική ματαίωση, ο χαμός αγαπημένου προσώπου, κάνουν την ποίησή της τόσο πικρή, που η λύτρωση έρχεται σχεδόν σαν την έσχατη ανακούφιση μέσα απο την κάθαρση.

Έπειτα υπάρχει εκείνο το ανίκητο, τρομαχτικό υπαρξιακό με το οποίο παλεύουν όλοι οι άνθρωποι, και που η ποιήτρια τοποθετεί στο κέντρο της ποίησής της

“αίνιγμα δανείσθηκα, αίνιγμα επέστρεψα……. στο αίνιγμα του Θανάτου πάω ψυχωμένη.”

και αλλού λέει: “τον έρωτα τον έπλασε ο Θάνατος απο άγρια περιέργεια για να εννοήσει τι είναι ζωή.”

και ακόμα: “το πολύ να αγοράσω λίγο χώμα όχι για λουλούδια αλλά για εξοικείωση εκεί δεν έχει διάλεξε με κλειστά μάτια”

Γράφει για τις γυναίκες :

“Σε λέω γυναίκα γιατί είσαι αιχμάλωτη” μια συγκλονιστική διαπίστωση όμως χωρίς ηττοπάθεια και υποταγή σε προστάγματα της μοίρας, αλλά αντίθετα που οδηγεί στην ανατροπή και τη λύτρωση απο τα κοινωνικά , πατριαρχικά δεσμά της γυναίκας.

“Σκύβοντας ουρανό ατένιζα που έφτιαξα απο πτώσεις

Μαζεύοντας σπυρί-σπυρί ότι δεν αφομοίωνε το ύψος.”

και αλλού: “Ολοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα εγώ σε προσφωνώ κατευθείαν γυναίκα”

Οι στίχοι της Δημουλά δεν είναι μόνο πικροί αλλά μοιάζουν να αντεπιτίθονται με μια κοφτή, διαπεραστική γλώσσα που χτυπάει στο ψαχνό. Μοιάζει να λέει υπόκωφα από τα βάθη της αβύσσου της ζωής ότι θα τα ζήσει όλα, μέχρι το τέλος, αγέρωχα και ανυπόταχτα και δίχως να μετανιώσει για τίποτα. Μια γνήσια ποιήτρια που δεν αλλοιώνει τη γυναικεία της φωνή για να προσαρμοσθεί στην ανδροκρατούμενη ποίηση, αλλά δημιουργεί εκ νέου τη δική της Τέχνη, πιστή πάντα στα σκληρά αλλά απόλυτα αληθινά λόγια της.

Η Κική Δημουλά τιμήθηκε με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο αλλά και το Ευρωπαικό Βραβείο Λογοτεχνίας ανάμεσα στα πολλά άλλα. Όμως η ποίησή της υπερβαίνει τις αναγνωρίσεις και τις βραβεύσεις και δεν κεντράρει ποτέ σε αυτές, αλλά ακολουθεί με την κοφτερή , στιλπνή και αισθαντική γραφή της το δρόμο της, χαρίζοντάς μας στο τέλος αυτή την εξαίσια απόλαυση της αναγνώρισης στα γραπτά της όχι μόνο του ίδιου μας του εαυτού, αλλά και όλης της ανθρώπινης κατάστασης..

Πηγές: ελληνική βικιπέδια