Εκμετάλλευση ανηλίκων από ιερείς

Φρίκη για την κακοποίηση, οργή για τη συγκάλυψη

Την ώρα που η υπόθεση στη Μάνη συγκλονίζει το πανελλήνιο, η «Νέα Σελίδα» φέρνει στο φως της δημοσιότητας παρόμοιες ιστορίες με «ανθρώπους του Θεού» να πρωταγωνιστούν σε εγκλήματα σεξουαλικής κακοποίησης με κοινά χαρακτηριστικά: συγκάλυψη επί μακρόν από την τοπική κοινωνία, εγκληματική σιωπή από τις μητέρες των μικρών κοριτσιών και ποινές-χάδι για τους ρασοφόρους θύτες

ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ | dtriantafillou@neaselida.news

Ένας 57χρονος ιερέας, χήρος με παιδιά, που τα τελευταία χρόνια συζούσε στο χωριό Γερολιμένας με μια γυναίκα βουλγαρικής καταγωγής, μητέρας ενός ανήλικου κοριτσιού, κατηγορείται για συστηματική σεξουαλική κακοποίηση της κόρης της συντρόφου του, σε μια υπόθεση που έχει προκαλέσει θλίψη αλλά και οργή για τη συμπεριφορά της κοινωνίας απέναντι στα ανυπεράσπιστα παιδιά.

Στην περιοχή η περίεργη συμπεριφορά του ιερέα ήταν γνωστή εδώ και χρόνια, με τους περισσότερους κατοίκους να σκιαγραφούν το προφίλ ενός μέθυσου ιερέα, από τον οποίο όλοι, κατά τα λεγόμενά τους, φρόντιζαν να κρατούν σε απόσταση ασφαλείας τα δικά τους παιδιά. Μάλιστα, κάτοικοι της περιοχής αποκάλυψαν ότι ο αδερφός της 12χρονης μίλησε για την κακοποίηση που υφίστατο η αδερφή του σε κουβέντα με θαμώνες στο καφενείο του χωριού. Κανείς τους όμως δεν μετέφερε τη μαρτυρία στο αστυνομικό τμήμα.

Όταν η 12χρονη μίλησε, αποκάλυψε ότι ο εφιάλτης της ήταν διπλός, μια και εκτός από τον ιερέα την κακοποιούσε και ένα πολύ κοντινό της πρόσωπο. Όπως είπε στην κατάθεσή της: «Με πλησίασε ο ιερέας και ασέλγησε πάνω μου μέσα στο σπίτι με πολλαπλούς τρόπους. Η μαμά ήταν εκεί. Είδα αίμα στο βρακάκι μου και το πέταξα. Τα ίδια έκανε και ο δεύτερος άντρας πριν από τον ιερέα».

Αρχικά, όταν η μητέρα της 12χρονης κλήθηκε για κατάθεση, αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι γνώριζε τις αποτρόπαιες πράξεις σε βάρος του παιδιού της. Λίγο αργότερα όμως με δάκρυα στα μάτια και μπροστά σε τηλεοπτική κάμερα άρχισε να αλλάζει το δικό της αφήγημα: «Η κόρη μου ντυνόταν, πάνω είχε ρούχα, κάτω δεν είχε και γελούσε ο παπάς. (…) Στην κουβέρτα έχω δει αίματα και το έχω πει στον παπά. Έμπαινε στο δωμάτιό της, ξάπλωναν μαζί, δεν πέρασε από το μυαλό μου, του είχα πολλή εμπιστοσύνη επειδή ήταν ιερέας».

Ευτυχώς σε μια επίδειξη γρήγορων αντανακλαστικών ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος έκανε αυτό που όφειλε: «Δεν υπάρχουν λέξεις που να μπορούν να αποτυπώσουν τον βαθύτατο πόνο μου ως κληρικού, αλλά και την οργή μου ως ανθρώπου για το τερατώδες και φρικαλέο γεγονός της σεξουαλικής κακοποίησης του 12χρονου αγγελουδιού στην Ανατολική Μάνη». Την ίδια στιγμή, η Ιερά Μητρόπολη Μάνης έθετε σε αργία τον κατηγορούμενο παπά.

Για την «οδύσσεια» του μικρού κοριτσιού μίλησε και το Χαμόγελο του Παιδιού, στο οποίο στράφηκε η μικρή για να αναζητήσει βοήθεια. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωσή του: «Τον Απρίλιο του 2018 η μικρή εμπιστεύτηκε το γεγονός σε άνθρωπο του οργανισμού κι άμεσα κινήθηκαν οι διαδικασίες. Σε αυτή την προσπάθεια το Χαμόγελο του Παιδιού και οι άνθρωποι που βρίσκονταν συνεχώς δίπλα στη 12χρονη αντιμετώπιζαν τις απειλές του ιερέα, έως του σημείου της επίσκεψής του μαζί με δικηγόρο σε χώρο μας για την αποτροπή των ενεργειών μας. Επιπροσθέτως και η μητέρα του παιδιού προέβη σε προπηλακισμούς εις βάρος των ανθρώπων του οργανισμού.
Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί εργαζόμενος του οργανισμού μας». Το Χαμόγελο του Παιδιού έκλεινε την ανακοίνωσή του υπογραμμίζοντας τα νευραλγικά ερωτήματα αυτών των υποθέσεων: «Εως πότε ένα παιδί θα βρίσκει το θάρρος να μιλήσει για τη φρίκη που περνάει, αλλά κανείς δεν θα το πιστεύει; Εως πότε ένα παιδί θα βιώνει κακοποίηση και μια ολόκληρη τοπική κοινωνία θα σωπαίνει;».

Παρόμοια περιστατικά στο παρελθόν

Η Αγγελική Καρδαρά, συνεργάτιδα του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, θεωρεί ότι είναι πολύ σημαντικό στη σημερινή εποχή, που το έγκλημα ποιοτικά και ποσοτικά αποκτά ολοένα και πιο σκληρές διαστάσεις, να αναδειχτεί η έννοια της «συμμετοχικής αντεγκληματικής πολιτικής» έτσι ώστε να πάψει η κλειστή τοπική κοινωνία να αδιαφορεί.

Όπως μας λέει η ίδια: «Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας με θύματα ανήλικα άτομα και δράστες πρόσωπα αξιοσέβαστα στην κοινωνία, που ταυτόχρονα είναι φορείς εξουσίας (ιερείς, πολιτικοί, εκπαιδευτικοί κ.λπ.), χρήζουν πολύ μεγάλης προσοχής, γιατί πέρα από την ποινική απαξία της πράξης η κοινωνική απαξία του εγκλήματος είναι επίσης πολύ μεγάλη, δεδομένου ότι οι δράστες κάνουν κατάχρηση της δύναμής τους εξασφαλίζοντας τη σιωπή των θυμάτων».

Δεν είναι, πάντως, η πρώτη φορά που μια τέτοια φρικαλέα υπόθεση έχει πρωταγωνιστή έναν άνθρωπο της Εκκλησίας. Τον Απρίλιο του 2018 καθαιρέθηκε στην Κύπρο ιερέας σε χωριό της επαρχίας της Λευκωσίας, ο Σάββας Στυλιανός, θετός πατέρας της 29χρονης Έλενας, η οποία αυτοκτόνησε έπειτα από χρόνια βιασμού από τον ιερέα. Σωματική βία ασκούσε σε βάρος της και η μητριά της. Το δικαστήριο με απόφασή του είχε καταδικάσει τον ιερέα σε μόλις δύο χρόνια φυλάκιση, ενώ η θετή της μητέρα δεν κατηγορήθηκε.

Σε μια ακόμα πιο κυνική εξέλιξη της υπόθεσης, με τη λήξη της ποινής του ο ιερέας επέστρεψε στα καθήκοντά του, κάτι που προκάλεσε τον συγκλονισμό της Έλενας, η οποία παράτησε τις σπουδές της και στο τέλος οδηγήθηκε και στην αυτοκτονία.

Έναν μήνα αργότερα στον Βόλο πραγματοποιούνταν η σύλληψη ενός 80χρονου ιερέα, ο οποίος αρχικά είχε συνευρεθεί ερωτικά με την 30χρονη μητέρα ενός ανήλικου κοριτσιού από τη Βουλγαρία. Της έδωσε χρήματα και στη συνέχεια έναντι οικονομικών και υλικών ανταλλαγμάτων την έπεισε να βρίσκεται με την 11χρονη κόρη της και να την αγγίζει. Παρ’ όλα αυτά κι ενώ για την περίπτωσή του υπήρχαν καταγγελίες για παρενοχλήσεις και σε άλλα παιδιά, ο ίδιος ποτέ δεν δικάστηκε και δεν εξέτισε ποινή φυλάκισης, με ράσα ή χωρίς. Έχασε απλώς τον τίτλο του.

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις η σιωπή κι ενίοτε η συνενοχή της μητέρας συγκλονίζουν. Όπως μας λέει η κυρία Καρδαρά: «Oι λόγοι της “ένοχης σιωπής” είναι αρκετοί και πρέπει να εξετάζονται κατά περίπτωση. Ενδεικτικά αναφέρω την “άρνηση”, δηλαδή τον ψυχολογικό εκείνο μηχανισμό που χρησιμοποιεί ένα άτομο για να αντιμετωπίσει την οδυνηρή πραγματικότητα που βιώνει.

Αυτό που ουσιαστικά επιτυγχάνει μια μητέρα μέσω της άρνησής της είναι να “προστατεύσει” τον ίδιο της τον εαυτό από τα συναισθήματα θυμού προς τον σύντροφο που κακοποιεί το παιδί αλλά και από συναισθήματα ενοχής που της δημιουργεί το γεγονός ότι δεν έχει καταφέρει να προστατεύσει το παιδί της. Επίσης, η συγκάλυψη μπορεί να είναι απόρροια της εξάρτησής της (οικονομική, ψυχολογική, συναισθηματική κ.λπ.) από τον σύζυγο – σύντροφο. Όταν, μάλιστα, δεν υπάρχει ένα υποστηρικτικό συγγενικό – φιλικό περιβάλλον ούτε η αναγκαία κοινωνική μέριμνα, η κατάσταση δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο. Τέλος, μια σιωπηρή συναίνεση μπορεί να αντανακλά μια βεβαρημένη ψυχοπαθολογία της μητέρας».

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
Οικοτροφείο-εφιάλτης για μια 13χρονη

Πριν από περίπου έναν χρόνο η Σίσσυ Βωβού, μέλος της συλλογικότητας «Το μωβ» και από τις βασικές υπεύθυνες της φεμινιστικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2015, βρέθηκε μαζί με γυναίκες από πολλές τέτοιου είδους οργανώσεις να παρακολουθεί μια δίκη που δεν είδε ποτέ τα φώτα της δημοσιότητας, αν και είχε ως θύτες ανθρώπους γνωστού στην Αττική θρησκευτικού ιδρύματος – ορφανοτροφείου. Όσα μας εξιστορεί είναι ενδεικτικά του χαρακτήρα και της μοίρας αυτών των υποθέσεων:

«Αυτό που εντυπωσίασε περισσότερο απ’ όλα στην πρόσφατη υπόθεση της κατηγορίας ιερέα για μακρόχρονη σεξουαλική κακοποίηση μικρούλας, σε κάποιο χωριό της Μάνης, είναι η συγκάλυψη που τελικά ήρθε στο φως. Πολλοί και πολλές γνώριζαν, δεν μιλούσαν όμως, ούτε και φρόντιζαν να προστατέψουν το μικρό κοριτσάκι. Τελικά το έγκλημα βγήκε στην επιφάνεια, για να μας θυμίσει ακόμα μια φορά ότι τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν, και η συγκάλυψή τους ή αδιαφορία απέναντί τους απλώς διαιωνίζει το έγκλημα και συγκαλύπτει και άλλα παρόμοια που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Σε χώρους ιδρυμάτων διαβίωσης μικρών παιδιών, συνήθως θρησκευτικών, η έννοια του ανήκειν αλλά και ο φόβος για τα παιδιά που ζουν εκεί είναι πολύ πιο έντονα απ’ ότι σε μια οικογένεια, και η πιθανότητα καταγγελίας κακουργημάτων πολύ μικρότερη απ’ ότι σε άλλα περιβάλλοντα. Αυτό πλέον έχει γίνει δημόσιο μέσα από εξεταστικές επιτροπές που στήθηκαν, με μεγαλύτερη αυτή της Αυστραλίας, για κακουργήματα που κρατούσαν δεκαετίες και που τα παιδιά που τα υφίσταντο δεν τολμούσαν να καταγγείλουν.

Ένα ακόμα παράδειγμα ήταν αυτό σε θρησκευτικό οικοτροφείο στην Αττική, όπου είχαμε την δυσάρεστη ευκαιρία να παρακολουθήσουμε τη δίκη ενός “εθελοντή” του οικοτροφείου, άνω των 70 ετών, που κατηγορείτο για πολυετή παρενόχληση και βιασμούς ανήλικης (αρχικά 13χρονης) τροφίμου, που πλέον, στις αρχές του 2018 που ολοκληρώθηκε η δίκη, ήταν νέα γυναίκα.

Μια σκανδαλώδης δίκη, κατά την οποία βγήκαν, με μεγάλη καθυστέρηση, όλα τα στοιχεία μιας συγκάλυψης που ξεκινούσε από το Α και κατέληγε στο Ω. Όχι, το κοριτσάκι δεν κατάγγειλε τον κατηγορούμενο. Γιατί; “Δεν θα με πίστευε κανένας”, είπε στο δικαστήριο.

Και πώς λοιπόν αποκαλύφθηκε αυτό το κακούργημα; Ήταν δύο υπέροχες καθηγήτριες του σχολείου στο οποίο φοιτούσε η μικρή, μάρτυρες στη δίκη. Εκεί μάθαμε ότι η μια την έβλεπε να είναι αφηρημένη και μελαγχολική, απούσα από όλα. Τι κάνει μια δασκάλα μπροστά σ’ ένα τέτοιο παιδί; Το ψάχνει. Η δασκάλα της μίλησε, της έδωσε σημασία, την ενθάρρυνε και εκμαίευσε το πρόβλημά της. Αμέσως πήγε στη διευθύντρια και το είπε. Η διευθύντρια αμέσως ήρθε σε επαφή με τον Συνήγορο του Παιδιού, που τότε ήταν ο κ. Μόσχος, ο οποίος προχώρησε στην καταγγελία. Το παιδί τότε ήταν 16 χρόνων.

Για να προχωρήσει αυτή η δίκη, με τα εμπόδια και τις καθυστερήσεις, χρειάστηκαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια.

Εκεί όμως, στο δικαστήριο ακούστηκαν από τη μια και συγκαλύφθηκαν από την άλλη, όλα.

Ο κατηγορούμενος ήταν εθελοντής που πήγαινε για να βοηθήσει στη λειτουργία του ιδρύματος, όπως και αρκετοί άλλοι άνθρωποι της εμπιστοσύνης του ιδρύματος. Πήγαιναν μια-δυο φορές την εβδομάδα, συχνά Κυριακές και αργίες, βοηθούσαν στο φαγητό και σε γιορτές που γίνονταν κατά καιρούς. Ήταν σύζυγος μιας κυρίας η οποία είχε μεγαλώσει σ’ αυτό το Ίδρυμα, ενώ η αδελφή της ίδιας κυρίας, μοναχή, που κι αυτή είχε μεγαλώσει στο ίδρυμα το οποίο ήταν σπίτι της και οικογένειά της, ήταν αυτή που είχε την αποκλειστική ευθύνη για τη λειτουργία των κοιτώνων των παιδιών, που ήταν και των δύο φύλων, αλλά έμεναν σε διαφορετικά κτίρια.

Κύρια μάρτυς ήταν η μοναχή, μια δυναμική και προφανώς αποφασισμένη για όλα γυναίκα, που γνώριζε τα πάντα στο Ίδρυμα και χειριζόταν τα παιδιά με την άσκηση εξουσίας. Δεν έγινε ποτέ τίποτε τέτοιο, ισχυρίστηκε η μοναχή με μεγάλη πεποίθηση, και η μικρή τα είπε αυτά γιατί ήθελε να την προσέξουν, να της δώσουν σημασία, να φανεί έξυπνη. Εξάλλου η μικρή έκλεβε συχνά, έλεγε ψέματα, πληγωμένο παιδί βέβαια, αλλά αυτά έκανε. Εγώ γνώριζα όλα όσα γίνονταν στο Ίδρυμα και στους κοιτώνες, αν είχε γίνει κάτι θα μου το είχαν πει τα παιδιά. Εξάλλου τα παιδιά συνεχώς έρχονταν και μου τα έλεγαν όλα.

Και άλλοι μάρτυρες όμως, όπως μια δασκάλα που ερχόταν εθελοντικά για να διαβάζει τα παιδιά το απόγευμα, είπε με πεποίθηση ότι ποτέ δεν είχε γίνει κάτι τέτοιο.

Ακολούθησαν κάποιοι φίλοι και φίλες της μικρής. Κι αυτοί είπαν ότι τίποτε τέτοιο δεν τους είχε πει, και ότι η κοπέλα ήταν προβληματική και έλεγε ψέματα.

Όσο για την γυναίκα του κατηγορούμενου και τον ίδιο τον κατηγορούμενο, φυσικά τα αρνήθηκαν όλα, προϊόντα της φαντασίας της μικρής, που έτσι ήθελε να καταστρέψει έναν τίμιο άνθρωπο.

Οι υπέροχες καθηγήτριες ήταν καταπέλτες, μετά την συζήτηση που είχαν με την κοπέλα και εξ αυτής τη βαθιά γνώση. Εξάλλου την είχαν παραπέμψει σε ψυχολόγους, που ήταν παρούσες και μάρτυρες και διαβεβαίωσαν για την αλήθεια των καταγγελιών. Ο κ. Μόσχος επίσης, έπαιξε τον δικό του σημαντικό ρόλο στην αποκάλυψη της συγκάλυψης. Μάρτυρας υπεράσπισης επίσης η κ. Κουφονικολάκου.

Κατά τη δίκη, οι δικηγόροι του κατηγορουμένου όχι απλώς αρνήθηκαν ότι υπάρχει οποιαδήποτε αλήθεια στην καταγγελία, αλλά απείλησαν ευθαρσώς και δημοσίως τις καθηγήτριες και τον κ. Μόσχο ότι θα τους κάνουν μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση. Σ’ αυτά τα σημεία, που ήταν επανειλημμένα, το δικαστήριο δεν ζήτησε την αποβολή των δικηγόρων, οι οποίοι προφανώς προσπαθούσαν να κλείσουν τα στόματα των ανθρώπων που υπεράσπιζαν την καταγγέλλουσα. Να σημειώσουμε ότι η προσπάθεια τρομοκράτησης των υπερασπιστριών γινόταν από την αρχή της υπόθεσης.

Τελικά, η απόφαση βγήκε “καταδικαστική” για τον κατηγορούμενο, ο οποίος τιμωρήθηκε με μια ποινή τριών ετών για ασέλγεια σε ανήλικη, με αναστολή φυσικά, και με ψήφους 3-2, δηλαδή παραλίγο να απαλλασσόταν.

Το δικαστήριο είχε φυσικά και ενόρκους. Συνεπώς και κάποιοι από αυτούς, τους εκπροσώπους της κοινωνίας, ψήφισαν συγκάλυψη. Γιατί τα στοιχεία ήταν συγκλονιστικά, έστω κι αν όλες οι μαρτυρίες έλεγαν ότι κανείς και καμία δεν ήξερε τίποτα.

Εμπρός λοιπόν, είναι το μήνυμα,  για την επόμενη συγκάλυψη, που είναι ο ιερέας στη Μάνη και ποιος ξέρει ποιος ακόμα.

Αυτή η μικρή βασανισμένη και εγκαταλειμμένη κοπέλα ήταν “εκτός” των ορίων λειτουργίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως συμβαίνει συχνά με τέτοιους ανθρώπους του κοινωνικού περιθωρίου στο οποίο τους έλαχε να βρεθούν.

Υπάρχουν όμως πάντα κάποιες υπέροχες καθηγήτριες, που κάνουν βασανιστική προσπάθεια αποκάλυψης της αλήθειας. Εμείς που παρακολουθήσαμε τη δίκη για να συμπαρασταθούμε στην κοπέλα, από το Μωβ και άλλες γυναικείες οργανώσεις, αναπνεύσαμε το φρέσκο αεράκι αυτής της αλληλεγγύης, που δυστυχώς δεν είναι αυτονόητο».

*Δημοσιεύτηκε στο φύλλο 126 της Κυριακάτικης εφημερίδας ‘ Νέα Σελίδα’ στις 3/11/2019- Στη φωτό η Δήμητρα Τριανταφύλλου

Η φωτογραφία του ιερέα της Μάνης καθώς και τα στοιχεία του έχουν πλέον δοθεί στη δημοσιότητα από την αστυνομία. Το Μωβ δεν τα δημοσιεύει για λόγους δεοντολογίας.