Ο ΚΑΦΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΦΕΤΖΟΥΔΕΣ

«Χύθηκε ο καφές; Λεφτά θα πάρεις», λέει η λαϊκή ρήση!

Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Σήμερα είναι η Διεθνής Ημέρα Καφέ που καθιερώθηκε το 2015 από τον Διεθνή Οργανισμό Καφέ (ICO), συσπειρώνει τις παραγωγούς και καταναλώτριες χώρες καφέ, και γιορτάζεται κάθε χρόνο την 1η Οκτωβρίου, με σκοπό να προωθηθεί η κατανάλωση καφέ και να τιμηθεί το δημοφιλές αφέψημα, με σειρά εκδηλώσεων.
Ανάλογοι εορτασμοί γίνονται σε πολλές χώρες εδώ και πολλά χρόνια, με την ονομασία Εθνική Ημέρα Καφέ.

Η ιστορία του καφέ

Ο καφές είναι το δημοφιλέστερο ρόφημα στον κόσμο και παρασκευάζεται σε διάφορες παραλλαγές. Η δημοφιλία του μπορεί να αποδοθεί στο αναζωογονητικό αίσθημα που προκαλεί και το οποίο οφείλεται στην καφεΐνη, η οποία είναι ένα από συστατικά του. Έχει υπολογιστεί ότι κάθε μέρα καταναλώνονται πάνω 500 εκατομμύρια φλυτζάνια καφέ. Παράγεται από τους καρπούς του καφεόδεντρου (Καφέα η επιστημονική του ονομασία), κατόπιν ειδικής επεξεργασίας.

Σύμφωνα με μία παράδοση, το καφεόδεντρο ανακαλύφθηκε γύρω στα 600 μ.Χ. ατα οροπέδια της κεντρικής Αιθιοπίας. Η λέξη qahwa, από την οποία προέκυψε και η ονομασία «καφές», βρέθηκε γραμμένη σε πλάκες λάσπης που χρονολογούνται πολλούς αιώνες προ Χριστού. Οι καρποί του, που είναι σαν μούρα, αποτελούσαν τροφή για τους ανθρώπους των διαφόρων ντόπιων φυλών.

Ένας από τους πιο παλιούς θρύλους για το πώς ο καφές έγινε ρόφημα, αναφέρεται σε έναν νεαρό γιδοβοσκό στην Αιθιοπία, τον Καλδή γύρω στα 650 μ.Χ., ο οποίος παρατήρησε ότι το κοπάδι του έτρωγε ένα συγκεκριμένο είδος μούρων που έκανε τα ζώα ιδιαίτερα ζωηρά. Όταν αποφάσισε να δοκιμάσει κι εκείνος αυτά τα μούρα, είδε ότι δεν ένιωθε πια νύστα. Ο Ακούμπα, ένας μορφωμένος άντρας από την πόλη, παρατήρησε την αλλαγή αυτή στον Καλδή και το κοπάδι του, δοκίμασε κι αυτός τα μούρα αυτά και τα πήρε μαζί του στην πόλη όπου τα ανακάτεψε με ποτά μέσα στο μοναστήρι του.

Όταν οι μοναχοί δοκίμασαν το ρόφημα αυτό, δυσαρεστήθηκαν από την πικρή του γεύση και το πέταξαν στη φωτιά. Σύντομα όμως άρχισε να αναδύεται ένα υπέροχο άρωμα. Οι ιδιοφυείς μοναχοί πήραν τους ψημένους καρπούς και δημιούργησαν ένα αφέψημα, το οποίο και θεώρησαν θεόσταλτο, διότι τους βοηθούσε να μείνουν ξύπνιοι την νύχτα. Απέδωσαν ιερές ιδιότητες στο ποτό, καθώς «διευκόλυνε» τις ολονύκτιες προσευχές τους.

Άλλη εκδοχή της παράδοσης αυτής θέλει τους Σούφι (μυστικιστικό τάγμα του Ισλάμ) να είναι αυτοί που ανακάλυψαν τις τονωτικές ιδιότητες του καφέ, οι οποίες τους διευκόλυναν στα πολύωρα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Έτσι ο καφές διαδόθηκε σε άλλα μοναστήρια και σε άλλες πόλεις και ο Ακούμπα έγινε ένας πολύ πλούσιος άντρας. Κανείς βέβαια δεν ξέρει τι απέγινε ο μικρός βοσκός.

Άλλος μύθος αναφέρει ότι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ έφερε το σκουρόχρωμο ελιξίριο στον ετοιμοθάνατο προφήτη Μωάμεθ. Χάρη στην θεϊκή δύναμη που του έδωσε αυτό το ποτό, ο Μωάμεθ ξαναβρήκε τις δυνάμεις του, μάζεψε 40 καβαλάρηδες και ξεκίνησε να δημιουργήσει την μεγαλύτερη Ισλαμική αυτοκρατορία στην Ιστορία.

Το μεσαίωνα το φυτό καλλιεργούνταν στη νότια Αραβία κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα κι έτσι διαδόθηκε στους Άραβες και στους γείτονές τους. Οι Άραβες έφτιαχναν τον καφέ από πράσινους άψητους κόκκους, κάνοντάς τον περισσότερο σαν τσάι. Μέχρι τα τέλη του 13ου αιώνα καθιέρωσαν το καβούρδισμα και το άλεσμα των σπόρων του καφέ, παρασκευάζοντας έτσι το ρόφημα όπως περίπου το γνωρίζουμε.

Η διάδοση του προχώρησε μέχρι την Ισπανία ακόμα από την Βόρεια Αφρική. Το 1470 ο καφές φτάνει στη Μέκκα όπου οι θρησκευτικές και ιατρικές χρήσεις του καφέ έγιναν γνωστές.

Από την Υεμένη όπου καλλιεργούσαν τον καφέ, η χρήση του εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Αραβική χερσόνησο και αργότερα μέσω της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς την Τουρκία.

Τα πρώτα καφενεία άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στην Δαμασκό και το Χαλέπι το 1530 και 1532, παρ’ όλες τις απαγορεύσεις της επίσημης εξουσίας, που θεωρεί ότι η κατανάλωση καφέ στα καφενεία απομακρύνει τους πολίτες από τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.

Το 1554 Άραβες έμποροι φέρνουν τον καφέ από τη Δαμασκό της Συρίας κι ένα χρόνο αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανοίγει και το πρώτο καφενείο. Οι κάτοικοι της πόλης αγαπούν το νέο αφέψημα και οι καφενέδες απλώνονται σχεδόν σ’ όλες τις συνοικίες.

Ένας λόγος για την τόσο μεγάλη διάδοση του καφέ στο μουσουλμανικό κόσμο, είναι ότι με τις αναζωογονητικές του ιδιότητες μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν σαν υποκατάστατο του κρασιού, που ως γνωστόν απαγορεύεται στον Μωαμεθανισμό. Άλλωστε και η αραβική λέξη qahwa (καχβά), που παραφράστηκε μετά για να δώσει την ονομασία του καφέ, αρχικά σήμαινε «κρασί του κόκκου».

Οι Ευρωπαίοι ταξιδιώτες στην Ανατολή εντυπωσιάζονται από το εξωτικό ρόφημα και περιγράφουν γοητευμένοι τις ιδιότητές του. Ωστόσο, η Δύση αντιμετωπίζει με καχυποψία το νέο ποτό. Οι Άραβες έπιναν τόσο πολύ καφέ που η χριστιανική εκκλησία ονόμασε τον καφέ «μαύρο αφέψημα της κολάσεως». Το 1600, ο Πάπας Κλήμης Η’, ευχαριστημένος από το άρωμα και τη γεύση του,  τον βάφτισε ως «χριστιανικό», λέγοντας ότι είναι πολύ νόστιμος για να τον απολαμβάνουν μόνο οι άπιστοι.

Ο πρώτος καφές στην Ευρώπη πουλήθηκε στα φαρμακεία το 1615 ως φάρμακο, φυλασόταν στα γνωστά φαρμακευτικά κεραμικά δοχεία αλμπαρέλο και τον πωλούσαν με ιατρική συνταγή ως «αραβικό κρασί».

Το 1652 ανοίγει το πρώτο καφενείο στη Δυτική Ευρώπη και μάλιστα από Έλληνα, τον Πασκουά Ροζέ με την επωνυμία «Ελληνικό Καφενείο», στο Λονδίνο όπου ο καφές κόστιζε ένα σεντ. Το 1702 δημιουργείται ο χαρακτηριστικός τύπος του παρισινού καφενείου, όπου συχνάζουν αστοί, ωραίες γυναίκες, συγγραφείς, πολιτικοί, αξιωματικοί και τυχοδιώκτες. Σ’ ένα από αυτά, το «Καφέ ντε Προκόπ», τακτικός θαμώνας ήταν ο Βολταίρος, φανατικός λάτρης του ποτού, που κατανάλωνε ημερησίως 20 με 40 φλυτζάνια καφέ.

Επίσης λέγεται ότι οι Άραβες προστάτευαν τους κόκκους για να μην διαδοθεί η καλλιέργειά του σε άλλα μουσουλμανικά έθνη. Παρά όμως τις τεράστιες προσπάθειες που έκαναν για να διατηρήσουν τον έλεγχο του καφέ, οι κόκκοι μεταφέρθηκαν λαθραία στην Ινδία γύρω στο 1650. Εκεί ξεκίνησε η καλλιέργειά τους στους λόφους της Ινδίας όπου και άνθισε. Από εκεί οι Ολλανδοί άρχισαν την καλλιέργειά του στο Ινδονησιακό αρχιπέλαγος.

Οι Ολλανδοί κατόρθωσαν να διασπάσουν το αραβικό μονοπώλιο του καφέ και να εισάγουν την καλλιέργειά του στην Ιάβα της Ινδονησίας, που ήταν αποικίας τους. Εκεί ξεκίνησε η καλλιέργειά τους στους λόφους της Ινδίας όπου και άνθισε. Από εκεί οι Ολλανδοί άρχισαν την καλλιέργειά του στο Ινδονησιακό αρχιπέλαγος.

Αργότερα γύρω στο 1714, οι Ολλανδοί δώρισαν έναν θάμνο καφέ στον Λουδοβίκο XIV, τον οποίο ο βασιλιάς κράτησε καλά φυλαγμένο σε ένα θερμοκήπιο. Όταν όμως τον είδε ένας Γάλλος αξιωματικός του ναυτικού Γκαμπριέλ ντε Κλιέ, έκλεψε δενδρύλλια καφέ από το βοτανικό κήπο του Παρισιού ς και τα μετέφερε παράνομα στην Μαρτινίκα, το νησί της Καραϊβικής, που ήταν αποικία του γαλλικού στέμματος. Έτσι, ο καφές περνάει στην αμερικάνικη ήπειρο. Μέσα σε 50 χρόνια τα επίσημα αρχεία κατέγραψαν 19 εκατομμύρια δέντρα καφέ στην Μαρτινίκα.

Όμως ο καφές ήρθε στην Ευρώπη και από άλλο δρόμο. Όταν οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να σταματήσουν την πολιορκία της Βιέννης το 1683, εγκατέλειψαν πίσω τους 500 σάκους καφέ. Μία έξυπνη γυναίκα, από την Πολωνία τους αξιοποίησε και άνοιξε το πρώτο καφενείο. Ο καφές έγινε η συνήθεια της μεσαίας ευρωπαϊκής τάξης και μικρά καφενεία άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού. Έγινε το ρόφημα με το οποίο τα μεγαλύτερα, σπουδαιότερα αλλά και καθημερινά και απλά ζητήματα μπορούσαν να συζητηθούν. Ο λεγόμενος «μπαρίστα» ήταν αυτός που έκανε την παρασκευή του καφέ ως επάγγελμα, ο μπάρμαν του καφέ.

Το 1727 ένας πορτογάλος αξιωματικός από την κτήση της Βραζιλίας, ο Φρανσίσκο ντε Μέλο Παλιέτα, σαγηνεύει τη σύζυγο του κυβερνήτη της γειτονικής Γαλλικής Γουϊάνας, που αρνούνταν πεισματικά να τους δώσει σπόρους καφέ για καλλιέργεια. Εκείνη του εκδηλώνει την αγάπη της, χαρίζοντάς του μερικούς βλαστούς καφέας, που όταν μεταφυτεύτηκαν στη Βραζιλία αποτέλεσαν την αρχή για την πιο μεγάλη φυτεία καφέ στον κόσμο. Σήμερα, η Βραζιλία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός καφέ στον κόσμο.

Ο καφές έγινε το πολιτιστικό ποτό στην Αμερική στο Boston Tea Party το 1773, όπου οι Αμερικανοί επαναστάτησαν κατά του φόρου κατανάλωσης τσαγιού που επέβαλε ο Βασιλιάς Γεώργιος και το Κογκρέσο κήρυξε τον καφέ ως το επίσημο εθνικό ποτό.

Ο καφές στην Ελλάδα

Ο τούρκικος (ή ελληνικός) καφές ήρθε στη χώρα μας την εποχή της Τουρκοκρατίας, καθώς ήταν ένα μεγάλο πάθος για τους Οθωμανούς. Στον τουρκοκρατούμενο ελλαδικό χώρο υπήρχαν πολλοί καφενέδες, στους περισσότερους, όμως, απ’ αυτούς δεν επιτρεπόταν η είσοδος σε ραγιάδες. Το «Ελληνικό Καφενείο» στο Λονδίνο διατηρήθηκε ως τις παραμονές του απελευθερωτικού αγώνα και φιλοξένησε πολλά από τα ελληνικά επαναστατικά στοιχεία και πρόδρομους του ελληνικού διαφωτισμού.

Στην Ελλάδα, το πρώτο ελληνικό καφενείο άνοιξε στο Ναύπλιο μόλις απελευθερώθηκε η πόλη. Στην Αθήνα, πολύ πριν η πόλη ανακηρυχθεί πρωτεύουσα του νέου κράτους, το πρώτο καφενείο ίδρυσε ένας Βαυαρός, το ονομαστό «Πράσινο Δενδρί» στην Ιερά Οδό. Μετά την ανακήρυξή της σε πρωτεύουσα, άνοιξε και το περίφημο καφενείο «Η Ωραία Ελλάς», στη συμβολή των οδών Ερμού και Αιόλου, το οποίο έγινε σημείο συγκέντρωσης όλων των διάσημων προσωπικοτήτων του καιρού.

Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, γύρω στο 1910, τα τρία αδέλφια της οικογένειας Λουμίδη, ο Αντώνιος, ο Νίκος και ο Ιάσων, εργάζονταν σ’ ένα από τα καφεκοπτεία της εποχής. Τα καφεκοπτεία τότε χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή του καφέ έναν πέτρινο μύλο, ένα κλειστό χειροκίνητο καβουρντιστήρι 10-20 οκάδων, και για καύσιμη ύλη ξύλα ή κάρβουνα. Η διαδικασία παρασκευής του καφέ ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και η παραγωγή της επιθυμητής ποιότητας ήταν πραγματικό κατόρθωμα: ο καφές έπρεπε να καβουρδιστεί ομοιόμορφα, να έχει σταθερό χρώμα και να μη χάσει στο ψήσιμο κανένα από τα πολύτιμα συστατικά του. Σύντομα παρουσίασαν τον περίφημο «Έτοιμο Καφέ Λουμίδη», που γρήγορα κατέκτησε τον Πειραιά, την Αθήνα κι από εκεί σε ολόκληρη την Ελλάδα την εποχή που ο κόσμος αντιμετώπιζε με δυσπιστία τα έτοιμα παρασκευάσματα. Οι νοικοκυρές και οι καφετζήδες που προσπαθούσαν να καβουρδίζουν τον καφέ μόνοι τους, δοκίμασαν τον «Έτοιμο Καφέ Λουμίδη», τον έβαλαν χωρίς κανένα δισταγμό στις κουζίνες των σπιτιών και των καφενείων τους.

Το 1901 η Δρ Sartori Kato από την Ιαπωνία παρουσίασε την πρώτη διαλυτή σκόνη καφέ. Το 1938 πρωτοεμφανίστηκε ο στιγμιαίος καφές.

Η δημιουργία του φραπέ ήταν τυχαία και συνέβη κατά τη διάρκεια της Διεθνούς Έκθεσης στη Θεσσαλονίκη το 1957. Ο Δημήτριος Βακόνδιος, υπάλληλος της Nestlé στην Ελλάδα, κατά την διάρκεια της έκθεσης θέλησε να πιει καφέ, αλλά επειδή δεν έβρισκε ζεστό νερό σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το σέικερ που χρησιμοποιείτο για σοκολατούχο ρόφημα και να φτιάξει με κρύο νερό τον καφέ του. Έβαλε καφέ, ζάχαρη και νερό, τα κούνησε και δημιούργησε τον πρώτο καφέ φραπέ της ιστορίας (frappé γαλλιστί =χτυπημένο). Έτσι εφευρέθηκε το διασημότερο ρόφημα στην Ελλάδα.

Η καφετζού

Το μεγάλο αυτό κύμα που δημιούργησε ο καφές έφερε και τα …παράπλευρα επαγγέλματα. Η καφεμαντεία είναι η τέχνη της ανάγνωσης του μέλλοντος μέσα από το φλιτζάνι του καφέ και την πρωτοκαθεδρία σ’ αυτή την τέχνη κατείχαν ανέκαθεν οι γυναίκες οι οποίες διάβαζαν το φλιτζάνι και έγιναν γνωστές για τη δυνατότητά τους να συμβουλεύσουν τον κόσμο με τον τίτλο της καφετζούς.

Καφετζού μπορεί να σημαίνει και ιδιοκτήτρια ενός καφενείου αλλά κυρίως είναι αυτή που προσπαθεί να μαντέψει το μέλλον μέσα από το κατακάθι του καφέ στο φλυτζάνι. και καφεμαντεία ή το διάβασμα του φλιτζανιού από τα σχήματα που έχουν δημιουργηθεί μέσα στο φλυτζάνι είναι μια διαδικασία που σχεδόν όλες και όλοι μας έχουμε παρακολουθήσει σε κάποια φάση της ζωής μας, σ’ εμάς ή σε άλλους, στα σοβαρά ή σαν παιχνίδι. Οι καφετζούδες θεωρείται ότι έχουν το χάρισμα που βασίζεται στη διαίσθηση, να «διαβάζουν» τα μελλούμενα.

Στη Δυτική Ευρώπη οι πρώτες «μάντεις» του φλιτζανιού εμφανίστηκαν στη Γαλλία και στη Γερμανία. Όμως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κοντύτερα στην ανατολή, όπως τα Βαλκάνια, η παράδοση αυτή υπήρχε πολύ νωρίτερα. Η τέχνη του διαβάσματος του καφέ αναφέρεται σε διάφορα λογοτεχνικά κείμενα του καιρού εκείνου.

Οι καφετζούδες επηρέαζαν κυρίως τον γυναικείο πληθυσμό κι επειδή είχαν εξουσία ήταν ανταγωνιστικές με την αντρική κυριαρχία. Εξ άλλου η αίθουσα αναμονής στην οποία συχνά συναθροίζονταν λαϊκές γυναίκες και έπιναν τον καφέ τους καθώς στα καφενεία απαγορευόταν να μπαίνουν ακόμη και με την «συνοδεία ανδρός» ήταν κάτι το «σκανδαλώδες» και ύποπτο! Γι αυτό, πολύ αργότερα βέβαια, δημιουργήθηκαν σε διάφορες πόλεις «καφενεία γυναικών». Η καφετζού ύποπτη και παράνομη αμαυρώθηκε σαν υπόληψη στην κοινή γνώμη παρόλη την δικαίωσή της στην γνωστότατη ηθογραφική ταινία του Αλέκου Σακελάριου «Η Καφετζού»

Έτσι με την κατάλληλη προπαγάνδα και την συνεπικουρία της εκκλησίας οι καφετζούδες σε ένα ακόμη πογκρόμ μαγισσών απέκτησαν αρνητική δημοσιότητα, με αποτέλεσμα να εκδοθούν μέχρι και επίσημες ανακοινώσεις για την απαγόρευσή τους. Πράγμα που δεν πέτυχε, αν κρίνουμε από το πώς έχει επιζήσει μέχρι τις μέρες μας αυτή η τέχνη, όχι για την επιτυχία των προβλέψεων, όσο για την επιμονή των γυναικών να κρατήσουν το ανεξέλεγκτο της δύναμης τους.

Πηγή:sansimera.gr, myastro.gr, el.wiktionary.org, cellocafe.gr

Φωτό: Η παμμέγιστη Γεωργία Βασιλειάδου στο έργο “Η Καφετζού”