Η Amy Coney Barrett αναπληρώνει την θέση της RBG στο Ανώτατο Δικαστήριο

Γράφει η Μελίνα Κασιανίδου *

Σε συνέχεια του δημοσιεύματος του Μωβ όπου παίρνει το φως της δημοσιότητας η επιλογή του Donald Trump για την αναπλήρωση της θέσης στο Ανώτατο Δικαστήριο («Ο Τραμπ επιλέγει για το Ανώτατο Δικαστήριο την συντηρητική Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ») και εν όψει των νέων εξελίξεων, το παρόν άρθρο φανερώνει την κατάληξη του θέματος.

Σκληρά μαχόμενος ο Αμερικανός πρόεδρος Donald Trump να αναπληρωθεί η θέση του Ανώτατου Δικαστηρίου που έμεινε «κενή» μετά τον θάνατο της Ruth Bader Ginsburg, καταφέρνει 8 μέρες πριν την Ημέρα των Εκλογών να διορίσει ισόβια την Amy Coney Barrett στρέφοντας την ιδεολογική κατεύθυνση του Ανώτατου Δικαστηρίου προς τα δεξιά.

Το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο έχει μεγαλώσει εξηγεί ακριβώς την βαθιά πίστη της στον Θεό καθώς και τις υπερσυντηρητικές της πεποιθήσεις. Η Barrett γεννήθηκε στην Νέα Ορλεάνη το 1972, είναι το πρώτο από τα εφτά παιδιά μιας οικογένειας αυστηρών καθολικών γονέων και μέχρι το λύκειο πήγαινε σε σχολείο θηλέων. Με τον σύζυγό της έχουν εφτά παιδιά, τα δύο είναι υιοθετημένα από την Αϊτή ενώ τα ένα από τα βιολογικά της παιδιά γεννήθηκε με τον Σύνδρομο Down. Από το 1998 έως το 1999 εργάστηκε για τον δικαστή Antonin Scalia, γίγαντας της συντηρητικής νομολογίας, ο οποίος είχε έντονες διαφωνίες με την θρυλική Ruth Bader Ginsburg. Η Barrett ανακοίνωσε δημόσια ότι η δική του φιλοσοφία είναι και δική της.

Χαρακτηριστική είναι, μάλιστα, η τελευταία φράση του Trump κατά την ανακοίνωση του ονόματός της στην προεκλογική του εκστρατεία στην Πενσυλβάνια: «Θα υπερασπιστεί τον Θεό σας δίνοντας δικαιώματα και ελευθερίες». Η φράση αυτή μπορούμε να πούμε ότι δικαιολογεί το προβληματισμό και τις αμφιβολίες που εξέφρασαν το 2017 οι Δημοκρατικοί για το αν θα μπορέσει να υπηρετήσει το ομοσπονδιακό εφετείο ανεπηρέαστη από το καθολικό δόγμα που ασπάζεται. Όμως, δεν πρέπει να εννοήσουμε ότι η εφαρμογή των συντηρητικών της απόψεων, όπως θα φανεί και στις παρακάτω αναφορές, υπήρξαν αποτέλεσμα ή φυσικό επόμενο του θρησκεύματός της παρά προσωπικές πολικές και ιδεολογικές επιλογές, όπως είναι στην πραγματικότητα. Η πρόθεση του Trump να δικαιολογήσει τις ανερχόμενες οπισθοδρομικές αποφάσεις τους με το πρόσχημα της θρησκευτικής πίστης, δεν είναι παρά ένα τρόπος χειραγώγησης των πολιτών.

Ο διορισμός της έχει αναστατώσει την αμερικάνικη κοινωνία καθώς με την συντηρητική πλειοψηφία 6-3 που διαμόρφωσαν πλέον οι Ρεπουμπλικανοί στο Ανώτατο Δικαστήριο, η Amy θα μπορέσει να διεκδικήσει σοβαρές οπισθοδρομήσεις κοινωνικού περιεχομένου σε νομοθετήσεις που αφορούν τις διακρίσεις, το δικαίωμα κατοχής όπλων, την πράξη προσιτής φροντίδας, την θανατική ποινή, την μετανάστευση καθώς και το δικαίωμα της άμβλωσης.

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

Σύμφωνα με στοιχεία της ανεξάρτητης οργάνωσης υπεράσπισης και δράσης «Human Rights First»,  από το 2017, όταν ο Trump διόρισε την Barrett στο Εφετείο του έβδομου κυκλώματος, σε όλες, εκτός από μία από τις 25 υποθέσεις της, υποστήριξε σταθερά την άρνηση είτε του διεκδικούμενου ασύλου είτε της ανθρωπιστικής στήριξης των αιτούντων ακόμα και όταν παρουσιάστηκαν αποδεικτικά στοιχεία για καταστροφικές διώξεις στη χώρα καταγωγής τους. Μία από τις πιο τραγικές υποθέσεις αφορά την αίτηση ασύλου από τον Gerson Alvarenga-Flores, ο οποίος είχε επιζήσει από μια απειλητική για τη ζωή του επίθεση από τη βάναυση συμμορία MS-13, η οποία ασκεί έλεγχο σε μεγάλες περιοχές του Ελ Σαλβαδόρ και προσπάθησε να του επιτεθεί με λεωφορείο. Η δικάστρια Barrett αρνήθηκε την αίτηση επικαλούμενη την αναξιοπιστία της κατάθεσής του λόγω μικρών ανακριβειών ή ασυνεπειών, παρόλο που δεν είναι ασυνήθιστο από επιζώντες επιθέσεων να δυσκολεύονται να θυμούνται λεπτομέρειες και να εξιστορούν τα περιστατικά με συνεπή τρόπο. Ακόμα μία ενδεικτική περίπτωση αφορά την Μαρία Πομπόσο Λόπεζ, μια γυναίκα από το Μεξικό, την οποία οι διώκτες της την είχαν απειλήσει με όπλο, προσπάθησαν να απαγάγουν την κόρη της και άφησαν τηλεφωνικά μηνύματα στα οποία απείλησαν να πάρουν τα όργανα των παιδιών της. Η Barrett διαπίστωσε ότι αυτά τα φρικτά περιστατικά δεν ισοδυναμούσαν με «σοβαρή βλάβη για να επιβάλουν τη διαπίστωση προηγούμενων διώξεων» και συμφώνησε με τον δικαστή ο οποίος αρνήθηκε την αίτηση προστασίας.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΜΒΛΩΣΗ

Η θεοσεβούμενη δικάστρια υποστηρίζει ακράδαντα ότι η ζωή ξεκινά από την σύλληψη. Στην πολιτεία Ιντιάνα εξέτασε τρεις νόμους που περιορίζουν τις αμβλώσεις εκφράζοντας και στις τρεις περιπτώσεις αμφιβολίες σχετικά με τις προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις που είχαν καταργήσει τους σχετικούς νόμους. Σύμφωνα με την «New York Times», το 2018 στην ίδια πολιτεία υπερασπίστηκε δύο νόμους, ο ένας εκ των οποίων απαγορεύει τις αμβλώσεις που ζητούνται αποκλειστικά λόγω του φύλου ή της αναπηρίας ενός εμβρύου και ο δεύτερος απαιτεί να θάβονται ή να αποτεφρώνονται τα εμβρυϊκά υπολείμματα. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι δημιούργησε τις εντυπώσεις ότι θα προβεί σε επανεξέταση της υπόθεσης Roe εναντίον Wade του 1973, υπόθεση ορόσημο για την κατοχύρωση του δικαιώματος της άμβλωσης στην οποία πρωτοστάτησε η φεμινίστρια δικάστρια Ruth Bader Ginsburg. Τις εντυπώσεις αυτές πυροδότησε, μεταξύ των άλλων, η δέσμευση του Trump να διορίσει δικάστριες που θα παρακάμψουν την συγκεκριμένη υπόθεση, όπως προσπάθησε να κάνει και ο ίδιος με την επαναφορά της υπόθεσης στο εφετείο το 2017. Επίσης, η άποψη του δικαστή Scalia ότι το Σύνταγμα δεν έχει τίποτα να πει για την άμβλωση, δεν βρίσκει αντίθετη την Barrett. Έτσι δεν είναι παράξενο που ομάδες κατά της άμβλωσης υπερασπίστηκαν την επιλογή του Trump για τον διορισμό της.

Όσα περισσότερα βγαίνουν στην επιφάνεια τόσο για τις τετελεσμένες αποφάσεις και κινήσεις της όσο και για τις προκείμενες θέσεις που θα υποστηρίξει τελώντας ισόβια το αξίωμα στο Ανώτατο Δικαστήριο, τόσο πιο εύκολα μπορεί ο καθένας να διακρίνει την υπέρμετρη διαφορά του συντηρητικού κόσμου που οραματίζεται η Barrett με τον κόσμο ισότητας και δικαιωμάτων που μπόρεσε με έναν αγώνα ζωής να δημιουργήσει η θρυλική Ruth Bader Ginsburg. Η διαδοχή του «θρόνου» της Ruth από την Barrett σηματοδοτεί την έναρξη μιας εποχής κρίσης για το παγκόσμιο φεμινιστικό κίνημα, τα γυναικεία δικαιώματα (ιδίως αν λάβουμε υπόψη τις τελευταίες εξελίξεις στην Πολωνία, καθώς και την συνυπογραφή της διακήρυξης των ΗΠΑ κατά των αμβλώσεων με 30 αυταρχικές κυβερνήσεις) αλλά και μια εποχή επισκίασης και αμφισβήτησης των μέχρι τώρα θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι διαμάχες των δύο γυναικείων προσωπικοτήτων σκιαγραφούν τις αντίθετες απόψεις τους και τις τομές μεταξύ του φεμινιστικού και επαναστατικού πνεύματος και της συντηρητικής και οπισθοδρομικής ιδεολογίας. Ο Trump με τον διορισμό της Barrett εκπλήρωσε την επιθυμία του να εξασφαλίσει την επιρροή των συντηρητικών Ρεπουμπλικάνων και μετά την ενδεχόμενη λήξη της θητείας του  αλλά και να κορυφώσει την προπαγανδιστική πολιτική του.

Ακόμα και η τελευταία επιθυμία της Ruth Bader Ginsburg δείχνει την δυναμική, επαναστατική, απόλυτη στις ιδέες της, αγωνίστρια και οξυδερκή γυναίκα που υπήρξε: «My most fervent wish is that I will not be replaced until a new president is installed» (Η πιο ένθερμη επιθυμία μου είναι να μην αντικατασταθώ έως ότου εγκατασταθεί νέος πρόεδρος). Στον αντίποδα αυτού του θρύλου βρίσκονται ο Donald Trump και η Amy Coney Barrett.

Δυστυχώς, όλα τα παγκόσμια κινήματα και οι οργανώσεις πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή εγρήγορση σχηματίζοντας μια δικλείδα ασφαλείας απέναντι στην υπονόμευση της ισότητας και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι μακραίωνοι και δυσχερείς αγώνες της ισότητας και κατά της πατριαρχίας δεν θα αμφισβητηθούν από κανέναν και αυτό είναι το ελάχιστο που οφείλουμε στην ηρωίδα Ruth Bader Ginsburg…

* Η Μελίνα Κασιανίδου είναι φοιτήτρια του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών