Η συνεπιμέλεια να αποτελεί επιλογή και όχι να επιβάλλεται από το νόμο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ/ΦΥΛΟΥ ΤΟΥ
ΣΥΡΙΖΑ – ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Το 1983 έγινε μια μεγάλη και ουσιαστική μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, σε συμμόρφωση προς τη θεμελιώδη αρχή της ισότητας των φύλων. Για πρώτη φορά καθιερώθηκε ανάμεσα σε άλλα η έννοια της γονικής μέριμνας ως καθήκον και υποχρέωση των γονέων την οποία ασκούν από κοινού, με αποτέλεσμα να τερματίζεται νομοθετικά η πατρική εξουσία ως αποκλειστικό και κυριαρχικό δικαίωμα του πατέρα αφέντη.
Είναι όμως γεγονός ότι από το 1983 μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στη μορφή και στη λειτουργία της οικογένειας. Η ελεύθερη συμβίωση, το σύμφωνο συμβίωσης το οποίο συμπεριλαμβάνει και τα ΛΟΑΤ ζευγάρια, η αναγνώριση της ταυτότητας φύλου και του σεξουαλικού προσανατολισμού καθώς και οι αλλαγές που καταγράφονται γενικά ως προς τους έμφυλους ρόλους και ειδικότερα ως προς τη μητρότητα και την πατρότητα απαιτούν μια νέα μεταρρύθμιση συμπεριληπτική των ποικίλων μορφών οικογένειας, με ή χωρίς παιδιά. Η μεταρρύθμιση αυτή, αφού λάβει υπ’ όψη α) ότι παρά την όποια πρόοδο οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών στη χώρα μας παραμένουν άνισες και ιεραρχημένες, β) το ιδιαίτερα εκτεταμένο φαινόμενο και στη χώρα μας της ενδοοικογενειακής βίας και των επιπτώσεων της στις ζωές των γυναικών και των παιδιών, οφείλει, επίσης, να λαμβάνει υπόψη το αίτημα για κοινές ευθύνες των γονιών ανεξάρτητα αν είναι χωρισμένοι ή όχι. Ειδικότερα στην περίπτωση των χωρισμένων ζευγαριών με παιδιά, ιδιαίτερη σημασία έχουν οι ρυθμίσεις που παίρνουν υπόψη τους τα νέα σχήματα που διαμορφώνονται καθώς και την αναπλαισίωση του όρου μητρότητα – πατρότητα.
Ταυτόχρονα, κάθε μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου οφείλει να σέβεται τα δικαιώματα του παιδιού και να συναρτά τις προτεινόμενες ρυθμίσεις με τα συμφέροντά του.

Οι μέχρι τώρα διάφορες προτάσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης για αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου είναι εξαιρετικά πρόχειρες, αποσπασματικές και προβληματικές.
1. Απουσιάζουν εμβληματικές ρυθμίσεις όπως είναι οι διατάξεις για το επώνυμο του παιδιού ή η τεκνοθεσία των ομόφυλων συντρόφων.
2. Αγνοείται η ουσιαστική «συμφιλίωση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής και για τα δύο φύλα»
3. Δεν προωθείται η κουλτούρα της συναίνεσης για την επίλυση των διαφορών ανάμεσα στα χωρισμένα ζευγάρια με παιδιά έτσι ώστε να εξασφαλίζεται κατά το δυνατόν η φιλική δικαιοσύνη και όχι η αντιδικία
4. Δεν θεσπίζονται οι απαραίτητες εκείνες ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες που αναλαμβάνουν να στηρίξουν τους γονείς και τα παιδιά στη διαχείριση των θεμάτων τους. Μια ουσιαστική μεταρρύθμιση θα πρέπει να συμπεριλάβει νομοθετήματα και φυσικά θεσμούς απονομής δικαιοσύνης και οικογενειακής διαμεσολάβησης με εξειδίκευση και πείρα στον τομέα αυτό. Ένας τέτοιος ολοκληρωμένος θεσμός, στελεχωμένος διεπιστημονικά, θα μπορούσε να παρέμβει ουσιαστικά, να οδηγεί σε ουσιαστικά συναινετικές και κοινά αποδεκτές λύσεις και να λειτουργεί προς το συμφέρον του τέκνου.
5. Δεν προβλέπονται ειδικού τύπου δικαστήρια, τα οικογενειακά δικαστήρια για την επίλυση των διαφορών ανάμεσα στα ζευγάρια στην περίπτωση που αποτύχει η συναινετική μεταξύ τους διαδικασία
6. Δεν υποστηρίζονται οικονομικά οι γονείς κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης
7. Δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη η ενδοοικογενειακή βία είτε αφορά στο παιδί είτε αφορά στη μητέρα του και δεν ορίζονται επαρκώς οι συνέπειες που οφείλει να έχει για την απώλεια της γονικής μέριμνας.
Αντιθέτως, περιλαμβάνονται διατάξεις που μπορεί να έχουν αντίκτυπο στην αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας στις γυναίκες και στα παιδιά και δεν μπορεί να είναι αποδεκτές, όπως η καθιέρωση της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης διαμονής του παιδιού («από κοινού και εξ ίσου,») χωρίς να απαιτείται η συμφωνία των γονέων ως προϋπόθεση.
Παίρνοντας υπόψη όλες αυτές τις διαπιστώσεις, προτείνουμε:
– Να ξεκινήσει διάλογος με τις γυναικείες οργανώσεις, οι οποίες μέχρι τώρα έχουν αγνοηθεί, να δοθεί η δυνατότητα σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές να πάρουν μέρος στη διαβούλευση και να μην προχωρήσουν εσπευσμένα – μέσα στην καραντίνα- οι διαδικασίες ψήφισης τόσο σημαντικών για τη ζωή των παιδιών και των οικογενειών τους νομοθετικών ρυθμίσεων.

Επί της ουσίας των, μέχρι τώρα, γνωστών προτάσεων του Υπουργείου:
– Απορρίπτουμε την υποχρεωτική συνεπιμέλεια και την υποχρεωτική (εκ του νόμου) εναλλασσόμενη κατοικία. Μόνο με τη συναίνεση και των δύο γονέων που είναι διαζευγμένοι ή σε διάσταση να υπάρχει δυνατότητα για εναλλασσόμενη κατοικία του παιδιού. Ο ισχύων νόμος ήδη προβλέπει τη δυνατότητα συνεπιμέλειας και εναλλασσόμενης κατοικίας (Α.Κ. 1513 “στους γονείς από κοινού” αν συμφωνούν).

– Απορρίπτουμε την καθιέρωση μέσα από τις διατάξεις του σ/ν της θεωρίας της γονεϊκής αποξένωσης, η οποία αμφισβητείται έντονα διεθνώς ως αντιεπιστημονική και έχει επανειλημμένως καταγγελθεί από την GREVIO.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, τα Κράτη οφείλουν να σέβονται και να διασφαλίζουν το δικαίωμα του παιδιού στην επικοινωνία και με τους δύο γονείς και την άμεση επαφή με αυτούς, εκτός εάν τούτο είναι αντίθετο με το συμφέρον του (άρθρο 9 παρ. 3 της Σύμβασης), ενώ σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΕΔΔΑ)  και το άρθρο 3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που, λόγω της φύσης και της σοβαρότητάς του, υπερισχύει εκείνου των γονέων.

Με βάση αυτές τις κατευθύνσεις, προτείνουμε: 
–     Άσκηση από κοινού της γονικής μέριμνας και μετά το διαζύγιο ή τη διάσταση: αναγνωρίζοντας ότι είναι επωφελές για τα παιδιά των εν διαστάσει ή των πρώην συζύγων να εμπλέκονται και οι δύο γονείς στην άσκηση της γονικής μέριμνας,  ο κύριος σκοπός της μεταρρύθμισης πρέπει να αφορά τη διεύρυνση και ενίσχυση της κοινής άσκησής της από τους δύο γονείς, ακόμη και μετά τη διάσταση και το διαζύγιο.

Η συνεπιμέλεια – και κατ’ επέκταση η εναλλασσόμενη κατοικία – πρέπει να αποτελεί επιλογή (και να μην επιβάλλεται εκ του νόμου ή να δίνεται η δυνατότητα στο δικαστήριο να την αποφασίζει χωρίς τη συμφωνία και των δύο γονέων)  στις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει ήδη συναίνεση ως προς τη λύση του γάμου, και στις περιπτώσεις, στις οποίες  συμφωνούν οι γονείς στην άσκηση της από κοινού επιμέλειας.

– Η ρύθμιση του άρθρου 1515 Α.Κ. για τη δικαστική αναγνώριση του παιδιού με αντιδικία του πατέρα (παρ.2 Α.Κ.1515) να μείνει ως έχει σήμερα
– Οι διατάξεις  του άρθρου 1520 ΑΚ  – (“Προσωπική επικοινωνία”) να αντικατασταθούν με γνώμονα την ενίσχυση της επικοινωνίας του παιδιού με τους γονείς: Ενίσχυση των δικαιωμάτων του γονέα που δεν διαμένει μαζί του το τέκνο, δηλ. της επικοινωνίας του, με μέτρα  που θα διασφαλίζουν την μη καταχρηστική άσκηση από τον ένα γονέα. Επικύρωση της 192 σύμβασης για την επικοινωνία γονέων και τέκνων.
– Οι διατάξεις του  άρθρου 1532 Α.Κ. (“Συνέπειες κακής άσκησης”) να τροποποιηθούν κι αυτές στο ίδιο πνεύμα, δηλαδή της ενίσχυσης της επικοινωνίας και της μη καταχρηστικής παρεμπόδισής της από τον ένα γονέα (και – σε κάθε περίπτωση – να μην περιέχονται  σε αυτές,  πράξεις που παραπέμπουν στην υιοθέτηση του αμφισβητούμενου επιστημονικά όρου της “γονεϊκής αποξένωσης”, ως αιτία  για την αφαίρεση της γονικής μέριμνας).

Τέλος, απαραίτητη προϋπόθεση για τη σωστή απονομή της δικαιοσύνης σε υποθέσεις Οικογενειακού Δικαίου και, κυρίως, του ευαίσθητου θέματος των σχέσεων γονέων-τέκνων, είναι: 
–  Η  υλοποίηση της προβλεπόμενης από τον Ν.2447/1996 λειτουργίας των Οικογενειακών Δικαστηρίων
– Η  βελτίωση του θεσμού της διαμεσολάβησης με την παροχή του δωρεάν από ένα ειδικό διεπιστημονικό σώμα διαμεσολαβητών, υπαγόμενο σε κάποια δημόσια Αρχή ή Υπηρεσία του κράτους.
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις για τη γονική μέριμνα καταλαμβάνουν και την περίπτωση λύσης ή ακύρωσης και του συμφώνου συμβίωσης.

Το Τμήμα Φεμινιστικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ υποστηρίζει μια ουσιαστική μεταρρύθμιση που να συμπεριλαμβάνει όλα τα παραπάνω με έμφαση την προώθηση της κουλτούρας της συναίνεσης και της φιλικής δικαιοσύνης. Όταν συντελείται η διάσπαση του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης είναι αναγκαίο να ρυθμίζονται οι σχέσεις γονέων και τέκνων -η επιμέλεια, που αποτελεί τμήμα της γονικής μέριμνας, η διοίκηση της περιουσίας, η εκπροσώπηση του τέκνου, η επικοινωνία όπως και η διατροφή του παιδιού -συναινετικά το ευκταίο ή σε περίπτωση αντιδικίας, δικαστικά, με γνώμονα πάντα το συμφέρον του παιδιού και την πραγματική κατάσταση, οικονομική και κοινωνική, των γονέων.

23/12/2020