Ας μιλήσουμε (ξανά) για το δικαίωμα στην έκτρωση

Συντάσσει η Εύη Κυπαρίσση

Στις 27 Ιανουαρίου, η πολωνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θέτει σε άμεση εφαρμογή τη νέα νομοθεσία για τις εκτρώσεις, αυστηροποιώντας έναν ήδη περιοριστικό νόμο. Η ανακοίνωση αυτή βρήκε άμεση απάντηση από το φεμινιστικό κίνημα, που κατέκλυσε για δεύτερη φορά σε λίγους μήνες τους δρόμους της χώρας, διεκδικώντας νόμιμες και ασφαλείς αμβλώσεις. Ένα μήνα νωρίτερα, στην εκπνοή του 2020, η νομιμοποίηση των εκτρώσεων στην Αργεντινή έγινε δεκτή με πανηγυρισμούς από χιλιάδες διαδηλώτριες/τές έξω από το κτήριο της Γερουσίας στο Μπουένος Άιρες.

Στον αντίποδα, ένα χρόνο πριν, το εξώφυλλο αθλητικής εφημερίδας και κάποιες αφίσες εμβρύων στο μετρό της  Αθήνας έφεραν στην επικαιρότητα το θέμα των αμβλώσεων στην Ελλάδα, που για άλλη μια φορά αναδύθηκε μαζί με συζητήσεις αναφορικά με το δημογραφικό. Τέλος, οι προσπάθειες να διακοπεί η χρηματοδότηση των εκτρώσεων από τον Τραμπ σε όλη τη διάρκεια της θητείας του, η (αποτυχημένη) προσπάθεια αυστηροποίησης του νόμου για τις αμβλώσεις από τον Ραχόι πριν από λίγα χρόνια στην Ισπανία και η απαγόρευσή τους σε χώρες της Δύσης, είναι λίγα μόνο παραδείγματα που υπογραμμίζουν τη διαχρονικότητα του ζητήματος των εκτρώσεων, το οποίο δεν έπαψε μέρα να μας απασχολεί από τη στιγμή της ανάδειξής του ως βασικής διεκδίκησης των μαζικών αγώνων του δεύτερου «κύματος» του φεμινιστικού κινήματος.

Η κατάσταση διεθνώς

Η τεχνητή διακοπή κύησης είναι παράνομη σε 26 χώρες του κόσμου. Σε 95 επιτρέπεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ενώ σε 67 μπορεί να γίνει κατόπιν αιτήματος της γυναίκας. Αυτό έχει αποτέλεσμα ότι το 1/3 από τις 73,3 εκ. εκτρώσεις που λαμβάνουν χώρα κάθε χρόνο παγκοσμίως, να γίνονται κάτω από μη ασφαλείς συνθήκες – οι μισές από αυτές στην Ασία.

Στη Λατινική Αμερική και την Αφρική, στις οποίες η πλειονότητα των χωρών έχουν περιοριστική νομοθεσία, 3 στις 4 πραγματοποιούμενες εκτρώσεις είναι μη ασφαλείς. Η Αργεντινή έγινε πρόσφατα η πέμπτη και μεγαλύτερη χώρα που τις νομιμοποιεί σε Λατινική Αμερική και Καραϊβική, περιοχή όπου οι γυναίκες στην πλειονότητά τους συνεχίζουν να ζουν σε χώρες με αυστηρή νομοθεσία. Παρ’ όλα αυτά και παρά τη μεγάλη επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας, το μαζικό φεμινιστικό κίνημα που αναδείχθηκε, αισιοδοξεί ότι το παράδειγμα της γενέτειρας του πάπα Φραγκίσκου θα συμπαρασύρει και άλλες γειτονικές χώρες προς την πλήρη νομιμοποίηση των εκτρώσεων.

Σε ΗΠΑ και Ευρώπη, περιοχές με ιστορικά καλύτερες νομοθεσίες σχετικά με την έκτρωση, διαπιστώνεται ότι επίσης δεν λείπουν τα προβλήματα πρόσβασης σε υπηρεσίες διακοπής κύησης. Στις ΗΠΑ, τα ήδη υπάρχοντα ζητήματα πρόσβασης σε ασφαλείς αμβλώσεις, τα οποία είχαν ανακύψει λόγω της άνθησης του κινήματος pro-life και συντηρητικών πολιτικών σε διάφορες πολιτείες επιδεινώθηκαν από την αρνητική στάση του Τραμπ απέναντι στις εκτρώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του.

H κατάσταση στην Ευρώπη

Σύμφωνα  με το Center for Reproductive Rights, η Ευρώπη αποτελεί την ήπειρο που ηγείται τα τελευταία 60 χρόνια της τάσης φιλελευθεροποίησης του δικαίου της έκτρωσης.Το 93% των γυναικών στην Ευρώπη ζουν σε χώρες όπου η άμβλωση επιτρέπεται κατόπιν αιτήματος της γυναίκας ή για κοινωνικοοικονομικούς λόγους. Αλλά και εκεί, συγκεκριμένοι πολιτικοί ή κοινωνικοί παράγοντες στέκονται εμπόδιο στην πρόσβαση των γυναικών σε δωρεάν ασφαλή άμβλωση.

To European Abortion Access Project διερευνά ποια προβλήματα αναγκάζουν γυναίκες από χώρες με ευνοϊκή νομοθεσία, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία, να ταξιδέψουν αρκετά χιλιόμετρα, ακόμα και στο εξωτερικό, κυρίως σε Ισπανία και Ολλανδία, για να προβούν σε διακοπή κύησης. Και στις δύο πρώτες χώρες το μικρό όριο ηλικίας κύησης για νόμιμη έκτρωση αποτελεί μία από τις αιτίες. Στη Γαλλία συμπληρώνεται από το κλείσιμο 130 κέντρων πραγματοποίησης εκτρώσεων, ενώ στη Γερμανία από τη μικρή διαθεσιμότητα γιατρών εκπαιδευμένων και πρόθυμων να διεκπεραιώσουν τη διαδικασία. Στην Ιταλία, παρά το γεγονός ότι η διακοπή κύησης επιτρέπεται μέχρι τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης, μεγάλος αριθμός  γυναικολόγων αρνούνται να τις αναλάβουν, για λόγους συνείδησης.

Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει σαφώς η επιρροή του Καθολικισμού, η οποία είχε ακόμα ένα μακάβριο αποτέλεσμα: τη δημιουργία των λεγόμενων «Λιβαδιών των αγγέλων». Η ονομασία αυτή αναφέρεται σε νεκροταφεία εμβρύων. Σε πολλούς από τους τάφους μάλιστα αναγραφόταν το όνομα της γυναίκας που έκανε την άμβλωση, χωρίς η ίδια να το γνωρίζει. Όπως γίνεται κατανοητό, μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, η πρόσβαση σε υπηρεσίες διακοπής κύησης είναι πολλές φορές δύσκολη για τις γυναίκες στη χώρα αυτή και ο μη στιγματισμός τους μάλλον αδύνατος.

Η κατάσταση στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα η νομοθεσία για τις εκτρώσεις εισήχθη το 1986, αργότερα από αρκετά ευρωπαϊκά κράτη. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την καθυστέρηση έπαιξαν η στρατιωτική δικτατορία, η επιρροή της Εκκλησίας καθώς και το γεγονός ότι οι παράνομες –τότε- εκτρώσεις ήταν σχετικά εύκολα προσβάσιμες στον ιδιωτικό τομέα. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι την τελική νομιμοποίηση χρειάστηκαν 10 χρόνια αγώνων του φεμινιστικού κινήματος. Σημαντικός σταθμός σε αυτή τη διεκδίκηση ήταν η καμπάνια της Αυτόνομης Κίνησης Γυναικών για το «Δικαίωμα σε έκτρωση, αντισύλληψη, σεξουαλικότητα», με καθοριστική στιγμή της τη δήλωση 500 γυναικών ότι έχουν προβεί σε άμβλωση. Όταν τον Ιανουάριο του 1985 ο εισαγγελέας ανακίνησε την υπόθεση, καλώντας σε απολογία 7 από τις υπογράφουσες, η αντίδραση του φεμινιστικού κινήματος ήταν άμεση, με συγκέντρωση των φεμινιστικών οργανώσεων έξω από το κτήριο, ενώ αργότερα τον ίδιο μήνα οργανώθηκε πορεία με βασικό σύνθημα «Είμαστε όλες παράνομες». Τον Μάιο του 1986 και ενώ είχε ήδη προηγηθεί διετής αναβολή της κατάθεσής του εξαιτίας αντιδράσεων της Εκκλησίας και της Δεξιάς, το νομοσχέδιο κατατέθηκε τελικά στη Βουλή και υπερψηφίστηκε.

Πανευρωπαϊκή κινητοποίηση υπέρ του δικαιώματος στην έκτρωση, Οκτώβρης 2017…

Ο νόμος που ισχύει μέχρι και σήμερα, προβλέπει τη δυνατότητα διακοπής της κύησης μέχρι τη 12η εβδομάδα κατόπιν αιτήματος της γυναίκας, μέχρι τη 19η σε περίπτωση που η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού ή αιμομιξίας, μέχρι την 24η σε περιπτώσεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου και μέχρι το τέλος της κύησης σε περίπτωση που τίθεται σε κίνδυνο η υγεία της εγκύου. Στο πρώτο του άρθρο αναφέρεται μάλιστα ότι: «Η μέριμνα για την προστασία της υγείας της γυναίκας και την εξασφάλιση περίθαλψης σε οργανωμένες νοσηλευτικές μονάδες κατά την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης είναι υποχρέωση της πολιτείας».

…και η αντίστοιχη ελληνική κινητοποίηση

Ωστόσο, ο νόμος αυτός δε συνοδεύτηκε από τις κατάλληλες πολιτικές πρωτοβουλίες προκειμένου να καταστούν οι εκτρώσεις καθολικά δωρεάν, ασφαλείς και προσβάσιμες. Τα κέντρα οικογενειακού προγραμματισμού που συστάθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 θα μπορούσαν να παίζουν κεντρικό ρόλο σε αυτό. Δυστυχώς, στοιχεία που μας έρχονται από έρευνα του 2004 αναφέρουν χρήση των υπηρεσιών από μόλις το 2% των γυναικών, ενώ αναφορές φεμινιστικών οργανώσεων για κέντρα οικογενειακού προγραμματισμού που έκλεισαν και άγνοια των γυναικών για την ύπαρξή τους, αποδεικνύουν ότι απέτυχαν να εκπληρώσουν τον στόχο τους.

Επιπλέον, η άρνηση πραγματοποίησης άμβλωσης από τους αναισθησιολόγους του Νοσοκομείου Σάμου το 2017 και το περιστατικό στο Κέντρο Υγείας Πατησίων δύο χρόνια αργότερα, μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις δεν μπορούν να θεωρηθούν, καθώς φεμινιστικές οργανώσεις καταγγέλλουν παρόμοια περιστατικά και σε άλλα δημόσια νοσοκομεία, ιδιαίτερα της επαρχίας. Οι περιπτώσεις άρνησης πραγματοποίησης αμβλώσεων για λόγους συνείδησης και η υποστελέχωση των νοσοκομείων που τα οδηγεί να διακόπτουν την παροχή «περιττών» υπηρεσιών, κάνουν σε πολλές περιπτώσεις πρακτικά αδύνατη την έκτρωση στο δημόσιο τομέα.

Δε γνωρίζουμε το ακριβές μέγεθος του προβλήματος. Δεν είναι γνωστό πόσα κέντρα οικογενειακού προγραμματισμού λειτουργούν και με ποιους όρους αυτή τη στιγμή ούτε πόσα και ποια νοσοκομεία αρνούνται τη διενέργεια άμβλωσης. Ξέρουμε όμως ότι οι γυναίκες στην Ελλάδα στρέφονται, στη συντριπτική τους πλειονότητα, στον ιδιωτικό τομέα για τη διενέργεια έκτρωσης, πολλές φοβούμενες πιθανή έλλειψη διακριτικότητας σε δημόσιες δομές, ενώ κάποιες αγνοώντας τελείως τη συγκεκριμένη δυνατότητα. Ωστόσο, ούτε στον ιδιωτικό τομέα υπάρχει πάντα η αναμενόμενη αντιμετώπιση, καθώς έχουν καταγραφεί και εκεί περιστατικά αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς.

Εκτρώσεις, «Αφήστε με να ζήσω» και δημογραφικό

Μέσα σε αυτό το διαχρονικά εχθρικό κλίμα για τις γυναίκες που προβαίνουν σε διακοπή κύησης, κατά καιρούς -και συνήθως με το πρόσχημα του δημογραφικού- το ζήτημα των εκτρώσεων ανακινούν συντηρητικοί κύκλοι, με την αμέριστη συμπαράσταση της Εκκλησίας. Τα τελευταία δύο χρόνια, η συζήτηση αυτή έχει επανέλθει. Όταν, τον Ιούλιο του 2019, η Ιερά Σύνοδος θέσπισε την «ημέρα του αγέννητου παιδιού», αναφερόμενη στην ανάγκη προστασίας του και στην εξεύρεση λύσης για το «δημογραφικό», ίσως πολλές/οί θεώρησαν ότι επρόκειτο για μεμονωμένο περιστατικό (η πρωτότυπη ιδέα ανήκει στην Καθολική Εκκλησία, η οποία είχε θεσπίσει ανάλογη μέρα 20 χρόνια νωρίτερα).

Το θέμα όμως επανέφερε σύντομα η αθλητική εφημερίδα Sportime. Στις 29/12 του ίδιου έτους η εφημερίδα, πιθανόν λόγω της απουσίας ποδοσφαιρικών νέων, επέλεξε για εξώφυλλό της ένα έμβρυο που συνοδευόταν από το σλόγκαν «Αφήστε με να ζήσω», που πλαισιωνόταν από αβάσιμους ισχυρισμούς σχετικά με τον αριθμό των αμβλώσεων στη χώρα και το δημογραφικό. Ο νυν υπουργός Ανάπτυξης έσπευσε τότε να συγχαρεί την εφημερίδα. Η ιστορία με το «Αφήστε με να ζήσω» συνεχίστηκε λίγες μέρες αργότερα, όταν εμφανίστηκαν σε στάσεις του μετρό της Aθήνας οι πασίγνωστες πλέον αφίσες με το ίδιο σλόγκαν και την εικόνα ενός εμβρύου να ίπταται (γιατί, ως γνωστόν τα έμβρυα είναι αυθύπαρκτα και αιωρούνται στο κενό…). Μετά από έντονες αντιδράσεις, η αφίσα αυτή του «Κινήματος υπέρ της ζωής του αγέννητου παιδιού (pro-life)» κατέβηκε. Αντίθετα, το Μωβ έβγαλε μια αντίστοιχη αφίσα με τη σωστή ενημέρωση:

Έναν μήνα αργότερα και λίγο πριν την έναρξη της πανδημίας, στο Βελλίδειο της Θεσσαλονίκης οργανώθηκε εκδήλωση χριστιανικών σωματείων για το μεταναστευτικό («λαθρομεταναστευτικό» κατά τους διοργανωτές), το δημογραφικό και τη συμφωνία των Πρεσπών, συνδέοντας και πάλι το φόβο της αλλοίωσης του «πολιτισμού μας» λόγω της έλευσης στη χώρα προσφύγων και μεταναστών με την ανάγκη επίλυσης του δημογραφικού προβλήματος. Γίνεται αντιληπτό ότι επί ένα 6μηνο η ρητορική που συνέδεε εκτρώσεις, δικαιώματα αγέννητων παιδιών και δημογραφικό αναπαραγόταν ξανά και ξανά με προεξάρχοντα τον ρόλο της Εκκλησίας και άλλων συντηρητικών φορέων. Ο κορονοϊός έδρασε κατά τα φαινόμενα αποτρεπτικά όσον αφορά την περαιτέρω άνθηση τέτοιων πρωτοβουλιών.

Δύο τάσεις διεθνώς

Στο πλαίσιο όσων προαναφέρθηκαν, παρατηρούνται δύο τάσεις διεθνώς: Στη μία πλευρά βρίσκονται μαζικά φεμινιστικά κινήματα που διεκδικούν τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων σε χώρες με αυστηρή νομοθεσία· στην άλλη πλευρά, αναδεικνύονται κινήματα κατά των εκτρώσεων και ανακύπτουν ζητήματα πρόσβασης σε χώρες με ευνοϊκούς νόμους. Στον αντίποδα των αγώνων για την αυτοδιάθεση του σώματος, εμφανίζονται κινήματα pro-life και “πατριώτες”, που με το πρόσχημα του «δημογραφικού» βάλλουν κατά του δικαιώματος στην έκτρωση.

Η επιχειρηματολογία των πολέμιων των εκτρώσεων ποικίλλει: από την προστασία των δικαιωμάτων του εμβρύου (του «αγέννητου παιδιού») μέχρι την ανάγκη διαφύλαξης της εθνικής ομοιογένειας και «συνέχειας του έθνους». Σε κάθε περίπτωση όμως, έχουν κάτι κοινό: σε κανένα σημείο αυτής της επιχειρηματολογίας δεν αναγνωρίζονται οι ανάγκες και το δικαίωμα στην επιλογή της γυναίκας που κυοφορεί. Τα κινήματα αυτά αναγνωρίζουν τα δικαιώματα του εμβρύου και όχι του σώματος από το οποίο εξαρτάται εξ ολοκλήρου η ύπαρξή του.

Η απαξίωση των γυναικών φαίνεται και από ακόμα ένα στοιχείο. Γνωρίζουμε ότι με την αυστηροποίηση της νομοθεσίας ούτε τα «αγέννητα παιδιά» ούτε το «έθνος» θα σωθούν. Η ερμηνεία των αριθμών δεν επιδέχεται αμφισβήτησης: μία στις τέσσερις κυήσεις καταλήγει σε διακοπή, είτε το επιτρέπει ο νόμος είτε όχι. Οι μόνες στατιστικές οι οποίες θα επηρεαστούν από τέτοιες πολιτικές είναι αυτές που αφορούν τις γυναίκες που φτάνουν κάθε χρόνο σε νοσοκομεία ή πεθαίνουν μετά από μη ασφαλείς εκτρώσεις. Δε θα προστεθούν άλλα παιδιά στις γεννήσεις. Αλλά θα προστεθούν κι άλλες γυναίκες στις πάνω από 20 χιλιάδες που πεθαίνουν, καθώς και στις 7 εκατομμύρια που καταφεύγουν σε δομές υγείας κάθε χρόνο λόγω επιπλοκών που προκλήθηκαν από μη ασφαλείς αμβλώσεις.

Φαίνεται λοιπόν ότι κάποιοι είναι έτοιμοι να θυσιάσουν τις ζωές των γυναικών χωρίς ιδιαίτερους ενδοιασμούς προκειμένου να κατευναστούν τα πιο ακραία τμήματα του κλήρου και να ικανοποιηθούν ιδεολογικά τα πιο συντηρητικά ένστικτα της κοινωνίας. Από την άλλη, τα φεμινιστικά κινήματα που αναδύθηκαν τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι διαθέτουν τα αντανακλαστικά και την αποφασιστικότητα ώστε να απαντήσουν μαζικά σε κάθε προσπάθεια υποβάθμισης της αυτοδιάθεσης των γυναικών από συντηρητικές, αναχρονιστικές και σκοταδιστικές πολιτικές. Το σύνθημα «Ni una sola mujer muerta por aborto clandestinο», που αντηχούσε επί δύο χρόνια στους δρόμους της Αργεντινής, το αποδεικνύει.

Με πληροφορίες από το Alter thess