Κακοποιούσαν αθλήτριες και στη ρυθμική γυμναστική – Καταγγελία σοκ πρωταθλήτριας στο newsit.gr

Γράφει η Δήμητρα Τριανταφύλλου

Αλιεύει η Σίσσυ Βωβού

Μετά τις απίστευτες καταγγελίες των 22 αθλητριών/αθλητών της ενόργανης γυμναστικής (βλ. στο τέλος του δημοσιεύματος), για σωματική, λεκτική και σεξουαλική κακοποίηση, βλ. αναδημοσίευση στο Μωβ στις 7-4-21, ανοίγει τώρα ο ασκός του Αιόλου και για τη ρυθμική γυμναστική, εκεί όπου απ’ ό,τι φαίνεται το τοπίο ήταν εξίσου απάνθρωπο για τις αθλήτριες. Η συγκλονιστική μαρτυρία μιας πρώην πρωταθλήτριας στο newsit.gr για όσα έζησε και υπέμεινε από την προπονήτριά της όταν ήταν μόλις 12 ετών, προκαλεί σοκ και οργή για ό,τι έχει βιώσει πλήθος αθλητών και μικρών παιδιών στη χώρα μας.

Η Έφη Δήμου, πρώην πρωταθλήτρια της ρυθμικής γυμναστικής, περιγράφει μια κατάσταση που θυμίζει τα βασανιστήρια που βλέπουμε στα ντοκιμαντέρ ότι υπέμεναν οι αθλήτριες στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης αλλά και στην Κίνα. Τα περιστατικά, όπως και αυτά που καταγγέλλονται στην ενόργανη, πηγαίνουν πολλά χρόνια πίσω (στις δεκαετίες 1980 και 1990), όμως η ίδια θεωρεί πως κανείς δεν ελέγχει ακόμα ουσιαστικά τι συμβαίνει σε αυτούς τους αδηφάγους χώρους του πρωταθλητισμού.

«Μιλάω επώνυμα γιατί αυτά τα πράγματα πρέπει να ειπωθούν και γιατί έχει έρθει η ώρα μου, η δική μου προσωπική στιγμή να το κάνω. Ξεκίνησα με ενόργανη γυμναστική το 1987. Στη ρυθμική μπήκα το 1990. Ήμουν σε ένα μεγάλο σύλλογο γυμναστικής της Αθήνας. Έκανα 4 ώρες προπόνηση την ημέρα, αφού γρήγορα μπήκα σε αγωνιστικό τμήμα. Μέσα σε ένα χρόνο είχα ξεκινήσει να κατεβαίνω σε αγώνες. Ήμουν 10 χρόνων. Κάποια στιγμή ήρθε στο σύλλογο μας, μια περιβόητη, σε όλο τον αγωνιστικό χώρο και γνωστή σε όλα τα αθλήματα, προπονήτρια της Εθνικής Γυναικών στη ρυθμική γυμναστική. Ήρθε στο σύλλογο για κάνει αλίευση ταλέντων. Ήθελαν να δημιουργήσουν τότε την πρώτη εθνική ομάδα νεανίδων στη ρυθμική γυμναστική. Με επέλεξε αμέσως και γρήγορα ξεκίνησα προπονήσεις στο ΟΑΚΑ.

Στις προπονήσεις εκεί, στην αρχή ρίχναμε βάρος στο ατομικό πρόγραμμα. Είχαμε μια προπονήτρια Ελληνίδα, που ήταν μεν αυστηρή αλλά δεν μας κακοποιούσε. Η συγκεκριμένη συνεργάστηκε μετά μαζί με την πρώτη προπονήτρια στην ομάδα του ανσάμπλ αλλά ήταν στο βαθμό που μπορούσε, ως δεξί χέρι της βασικής προπονήτριας, η μοναδική σανίδα σωτήριας μας.

H αρχή του εφιάλτη

«Με το που στήνεται όλη η ομάδα του ανσάμπλ, πέφτουμε στα χέρια της προπονήτριας. Ήμασταν 6 κορίτσια στη βασική ομάδα και 3 αναπληρωματικές. Μαζί μας είχαμε και ένα κορίτσι από την Θεσσαλονίκη. Ξεκινάμε αμέσως 8ωρες και 10ωρες προπονήσεις. Αυτό βέβαια είναι κάτι που το ξέρεις όταν κυνηγάς χρυσά μετάλλια και πρωταθλήματα. Είναι μια κακοποίηση του σώματος που την αναμένεις.

Όταν όμως μπήκαμε στο στάδιο της προετοιμασίας για το πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα, μας ζήτησαν να μένουμε μέσα στους ξενώνες του ΟΑΚΑ, ακόμα και στις αθλήτριες που είχαμε σπίτι στην Αθήνα.
Όταν πια ετοίμασαν και το πρόγραμμα που θα παρουσιάζαμε, άρχισαν να πέφτουν βροχή τα βάσανα μας και οι κακοποιητικές συμπεριφορές. Οι προσβολές ήταν ποταμός. Η προπονήτρια μας αποκαλούσε με τους εξής χαρακτηρισμούς για το σώμα μας- «τούρτα», «σούμο», «άντρας», «χοντρή», «χωριάτα», «πήγαινε να μαζέψεις καλύτερα ντομάτες στο χωριό σου», «βλάχα». Τα έλεγε αυτά σε παιδιά 10 χρόνων. Μας αποκαλούσε διαρκώς «βλαμμένες» και «ηλίθιες». Είχε και χειρότερους, «πιο κάτω» χαρακτηρισμούς, αλλά δεν θέλω να τους πω.

Η προπονήτρια ήταν ένα τέρας, πολύ τρομαχτική για εμάς. Μας κακοποιούσε μυαλό και κορμί, δεν μας είχε αφήσει τίποτα. Αφού τελείωναν οι βρισιές προχωρούσε παρακάτω. Μια φορά σήκωσε ένα κορίτσι από τη μπλούζα, την ταρακούνησε στον αέρα, την πέταξε στο έδαφος και μετά την κλώτσησε. Μια φορά με σήκωσε όρθια, μου κατέβασε τη φόρμα και μου τσίμπησε τα κοκκαλιάρικα μου μπούτια, την πέτσα στην ουσία, για να μου πει “κοίτα τι χοντρή που είσαι”. Μια άλλη φορά, με είχε σηκώσει στον αέρα από τα αυτιά και κάποια στιγμή τα αυτιά μου, από πίσω, μάτωσαν.
Σε εκείνο το περιστατικό πήγα στον φυσικοθεραπευτή μέσα στο προπονητικό κέντρο για να μου βάλει λίγο pulvo.Έφυγε εκείνος από το ιατρείο και πήγε να την βρει. Της είπε: “αν ξαναδώ τέτοιο περιστατικό θα σε καταγγείλω”.

Και ρωτάω εγώ μετά από τόσα χρόνια: “Ποια ακριβώς φορά περιμένει ένας άνθρωπος που γνωρίζει ένα τέτοιο περιστατικό για να το καταγγείλει; Γιατί δεν το έκανε τότε;”.

Όταν μας έβριζε η προπονήτρια κραύγαζε, ούρλιαζε. Μια φορά ήρθε προπονητής από τη δίπλα αίθουσα, που προπονούσε σε χώρο δίπλα μας και της είπε: “κοφ’ το”. Όλοι μέσα στο προπονητικό κέντρο γνώριζαν το ποιόν της.
Όταν γίνονταν αυτές οι παρεμβάσεις, αυτή φοβόταν, τα μάζευε για λίγο, για πολύ λίγο όμως και μετά ξεκινούσε ακούραστη το έργο της ανελέητης κακοποίησης μας. Άλλες φορές, όταν τελείωνε η προπόνηση και εκείνη έφευγε και μέναμε μόνες μας τα κορίτσια στο προπονητικό κέντρο, μας έπαιρνε δήθεν μετανιωμένη τηλέφωνο για να μας μιλήσει γλυκά. Την επόμενη ημέρα το είχε ήδη ξεχάσει».

«Αιματηρή» προπόνηση

«Από την σκληρή προπόνηση είχαμε όλες τραυματισμούς. Εγώ απέκτησα κήλη στη μέση και πονούσα πολύ. Γρήγορα αρχίσαμε να ψάχνουμε τρόπους για να αποφεύγουμε την 6ημερη προπόνηση. Μια φορά, στην απόγνωση μας, πήγαμε στην αίθουσα της προπόνησης και σπάσαμε την ανάκληση των τζαμιών για να παγώσει η αίθουσα και να γλιτώσουμε. Δεν τα καταφέραμε, συνεχίσαμε κανονικά μέσα στο κρύο. Προσπαθούσαμε να της ξεφύγουμε με κάθε τρόπο. Κάναμε για ψέματα τις άρρωστες. Τίποτα δεν πετύχαινε. Μόνο νεκρή γλίτωνες την προπόνηση. Αν είχες σοβαρό τραυματισμό και δεν μπορούσες να κουνηθείς, σε ανάγκαζε να κάθεσαι εκεί και να παρακολουθείς την μαρτυρική προπόνηση των υπολοίπων.

Ολόκληρο το καλοκαίρι του 1993 το περάσαμε κλεισμένες στους ξενώνες του προπονητικού κέντρου. Μέχρι τον Μάιο του 1994 τα βάσανα μας ήταν τα ίδια σε καθημερινό επίπεδο. Η ίδια κακοποίηση υπήρχε και στην ομάδα των γυναικών, αλλά εκεί, επειδή τα κορίτσια ήταν μεγαλύτερα, αντιδρούσαν κάπως σε αυτές τις συμπεριφορές.

Για εμάς που ήμασταν 12 χρόνων όμως, δεν υπήρχε σωτηρία. Οι γονείς μας δεν αντιδρούσαν παρ’ ότι υποψιάζονταν σε ένα μικρό βαθμό τι συνέβαινε. Δεν ξέρω μέχρι σήμερα να απαντήσω το γιατί δεν ήρθε η αντίδραση τους. Ούτε οι παράγοντες του χώρου μας προστάτεψαν. Δεν τα λέγαμε βέβαια όλα στους γονείς μας, από φόβο. Σύντομα μπήκαμε στο καθεστώς της σιωπής που προκαλεί ο φόβος. Οι παράγοντες όμως γνώριζαν.

Όσο για εμάς, είχαμε την κλασική αντίδραση του θύματος. Δεν μπορείς να έχεις ορθή σκέψη όταν είσαι σε αυτή την κατάσταση. Δεν καταλαβαίνεις καν ότι αυτό δεν επιτρέπεται να συμβαίνει. Το μυαλό σου μπλοκάρει.
Το μόνο που μας έσωζε ήταν η σχέση που είχαμε μεταξύ μας τα κορίτσια. Ήμασταν πολύ δεμένες, σε ένα δεσμό του τύπου: “ελάτε να αντέξουμε για να τα καταφέρουμε, για να φύγουμε μια μέρα από εδώ”.

Η τρομαχτική έλλειψη του φαγητού, το ότι δεν τρώγαμε ποτέ γλυκό ή τηγανητές πατάτες, αλλά μόνο πρωτεΐνες και σαλάτες, ήταν το λιγότερο. Βέβαια, το ζύγισμα το τρέμαμε. Μονό νερό πίναμε την μέρα πριν ζυγιστούμε. Πιο πολύ μας πείραζε όμως που δεν είχαμε φίλους και κοινωνική ζωή.

Από την άλλη, και η τρομαχτική πίεση για την εξοντωτική δίαιτα δεν ήταν καθόλου αμελητέα. Απορώ για τον εαυτό μου πως δεν έπαθα στη συνέχεια νευρική ανορεξία. Πολλές αθλήτριες στο χώρο έβαζαν δάχτυλο για να κάνουν εμετό το όποιο φαγητό είχαν φάει. Κάποιες έπαθαν νευρική ανορεξία και γλύτωσαν μετά από χρόνια».

Η φυγή από την προπονήτρια του τρόμου

«Μόλις κατακτήσαμε το χρυσό μετάλλιο το 1994 στους πανευρωπαϊκούς αγώνες, έφυγα. Είχαμε προλάβει να φέρουμε μετάλλια και από διεθνή meeting αγώνων. Έμεινα για λίγο καιρό ακόμα στην Εθνική ομάδα αλλά στην ουσία είχα αποσυρθεί. Και θέλω να καταγγείλω εδώ, ότι από τα χρήματα που πήραμε για τη νίκη μας, τα μισά λεφτά μας τα έφαγαν οι παράγοντες. Από όσα ήταν να πάρουμε λίγα έφτασαν τελικά στα χέρια μας.
Φεύγοντας από την εθνική ομάδα έπαθα άρνηση. Δεν ήθελα να βλέπω τα μετάλλια μου και τα κύπελλα. Τα εξαφάνισα όλα. Μαζί μου έφυγαν και άλλες δύο συναθλήτριες μου. Δεν άντεξαν ούτε εκείνες. Αισθάνθηκα αμέσως ελεύθερη, σκέφτηκα: “τώρα επιτέλους μπορώ να φάω”.
Η προπονήτρια τότε έκανε μια μίξη ομάδας νεανίδων και γυναικών για να ετοιμάσει το τιμ που θα προσπαθούσε να πάρει πρόκριση για την Ατλάντα. Δεν την πήραν τελικά.

Προσπάθησε να με κρατήσει. Μου είπε ότι με έχει ανάγκη, να μείνω, να προσπαθήσω να πάμε στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα. Της απάντησα: “δεν αντέχω άλλο, πονάω”. Έφυγα νύχτα.

Κράτησα επαφή με ένα κορίτσι που έμεινε στην ομάδα. Απορώ ακόμα γιατί έμεινε. Μου έλεγε ότι η κατάσταση έγινε στη συνέχεια χειρότερη. Εγώ έφυγα γιατί σκέφτηκα ότι θα ήμουν άρρωστη αν συνέχιζα. Θα ήμουν άρρωστη αν συνέχιζα να τα υπομένω αυτά. Πόναγε και πάρα πολύ η μέση μου βέβαια πια. Είχα μισήσει την προπονήτρια. Ήθελα να πάθει τα ίδια με εμένα, με όλες εμάς.

Στην πραγματικότητα βέβαια ήθελα να προχωρήσω στο άθλημα, ήθελα να παραμείνω αθλήτρια αλλά μέσα σε αυτό φριχτό περιβάλλον δεν γινόταν. Δεν ήθελα να παραμείνω αθλήτρια με αυτό το κόστος. Κανένα παιδί δεν ήθελε αυτό το κόστος. Είναι τεράστιο κόστος να τρως ξύλο για να παραμένεις στο χώρο. Το σώμα σου καταντάει ένα άψυχο αντικείμενο. Ένα αντικείμενο που το τεντώνουν και το τραβάνε απ’ όλα τα μέρη του για να γίνει πιο ελαστικό και για να ανοίξουν οι αρθρώσεις του.  Θυμάμαι ότι καθόμασταν για ώρες ολόκληρες στη στάση του σπαγκάτου με την προπονήτρια να κάθεται όλη πάνω μας για να “ανοίξουμε”. Ήμασταν πολύ δυστυχισμένες.

Αυτά τα αθλήματα πρέπει να καταργηθούν με τον τρόπο που γίνονται. Ποιος θα σώσει αυτά τα παιδιά; Οι ίδιοι άνθρωποι που τα έχουν βιώσει και μετά γίνονται και εκείνοι προπονητές; Θέτω ένα ερώτημα στην κοινωνία: Τι πρωταθλητισμό θέλουμε; Παραμορφωμένα σώματα σε κακοποιημένους ανθρώπους; Ας το σκεφτούμε».

Δήμητρα Τριανταφύλλου 9/4/21

Στο προηγούμενο αναδημοσίευμά μας, της 7-4-21, δεν υπήρχε ολόκληρη η επιστολή των 22 αθλητριών-αθλητών (20 γυναίκες 2 άνδρες) της ενόργανης γυμναστικής, που απευθύνθηκε στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σήμερα την παρουσιάζουμε ολόκληρη, αφού στο μεταξύ έχει δημοσιευθεί. Προς το τέλος αναφέρεται με σεβασμό η Σοφία Μπεκατώρου, με τη φράση “Λυπόμαστε πραγματικά που έπρεπε να περάσουν τόσα χρόνια σιωπής και συνενοχής για να καταφέρει να μιλήσει μια γυναίκα, η Σοφία Μπεκατώρου, και να πυροδοτήσει μέσα σε όλους μας τη φλόγα της δύναμης και της ευσυνειδησίας.” Αμέσως μετά τη δημοσίευση της επιστολής, ξεκίνησε σχετική έρευνα από τις εισαγγελικές αρχές.

Η επιστολή:

“Ως αθλητές και αθλήτριες της ενόργανης γυμναστικής απευθυνόμαστε σε εσάς με την ελπίδα της παρέμβασης σας στο πολύ σοβαρό πρόβλημα της κακοποίησης που ασκείται σε βάρος των ανήλικων αθλητών και αθλητριών μας. Η κακοποίηση αφορά στη χρήση σωματικής, λεκτικής, ψυχολογικής βίας, τη σεξουαλική παρενόχληση και την προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας στο πλαίσιο της προπονητικής διαδικασίας αλλά και πέρα από αυτή.
Είναι σκόπιμο να επισημάνουμε πως στην ενόργανη και ρυθμική γυμναστική τα παιδιά ξεκινούν την ενασχόλησή τους με το άθλημα από την πολύ μικρή ηλικία των 5 περίπου ετών ενώ από την ηλικία των 9 ετών αρχίζουν να συμμετέχουν σε αγώνες είτε σε συλλογικό επίπεδο είτε σε επίπεδο εθνικής ομάδας εκπροσωπώντας τη χώρα σε διεθνείς διοργανώσεις. Πίσω όμως από την τιμή του να φοράει ένας αθλητής – τρια τη φόρμα με το Εθνόσημο και να πανηγυρίζει ένα μετάλλιο, τις περισσότερες φορές κρύβεται ένα κακοποιημένο παιδί. Ένας κακοποιημένος άνθρωπος.

Η χρονική περίοδος που θα αναφερθούμε είναι μεγάλη και περιλαμβάνει τα περισσότερα χρόνια ζωής της γυμναστικής στην Ελλάδα (1985 και έπειτα) αφού κάθε μία από εμάς ήταν αθλήτρια σε διαφορετική εποχή. Τα περιστατικά λοιπόν σε ένα τόσο ευρύ χρονικό διάστημα είναι πάρα πολλά καθώς ήταν πάντα ένα είδος κοινού μυστικού ότι οι προπονητές είχαν την απόλυτη δικαιοδοσία επάνω στους αθλητές τους χωρίς να υπάρχει κανένας ουσιαστικός έλεγχος επί της προπονητικής τους μεθόδου από τις διοικήσεις των συλλόγων ή της ομοσπονδίας. Φυσικά δεν μιλάμε για την αυτονόητη καθημερινή κόπωση και εξάντληση λόγω των αυξημένων απαιτήσεων για εξέλιξη και βελτίωση των επιδόσεων. Αναφερόμαστε στον τρόπο και τις μεθόδους που ακολούθησε μεγάλη μερίδα προπονητών ως προπονητικό μέσο και που όπως θα διαπιστώσετε έφτασαν στο όριο του βασανισμού και κάθε είδους εκβιασμού μέσω του φόβου που προκαλούσαν.

Ο τρόπος της υποτιθέμενης διόρθωσης των ασκήσεων συχνά ήταν η σωματική κακοποίηση – ξυλοδαρμός των παιδιών. Διαδραματίζονταν καθημερινά 2 περιστατικά στα οποία οι προπονητές για να συνετίσουν τους αθλητές-τριες τους χτυπούσαν με σφαλιάρες στο πρόσωπο και στο σώμα καθώς επίσης και με κλωτσιές, σπρωξίματα και κάθε είδους άλλα χτυπήματα. Άρπαζαν από τα μαλλιά τα κοριτσάκια και τα έσερναν από το σημείο προσγείωσης της άσκησης μέχρι το σημείο εκκίνησης για να επαναλάβουν το πρόγραμμα τους ενώ αυτά έκλαιγαν ασταμάτητα.

Πετούσαν αντικείμενα στους αθλητές (καρέκλες, παπούτσια κ.α.) την ώρα που εκτελούσαν τις ασκήσεις τους με αποτέλεσμα να τους χτυπούν στον αέρα και να κινδυνεύουν με πολύ σοβαρούς τραυματισμούς.

Τσιμπούσαν τα παιδιά κατά τη διάρκεια των ασκήσεων ενώ αυτά βρίσκονταν σε στάσεις εξαιρετικά επικίνδυνες (κατακόρυφο σε δοκό ή δίζυγο). Αφαιρούσαν τα προστατευτικά στρώματα κατά τη διάρκεια της άσκησης έτσι ώστε ο αθλητής χτυπήσει όταν προσγειωθεί. Κάποιοι προπονητές μάλιστα ανάγκαζαν τους αθλητές να χτυπούν τους συναθλητές τους αντί να το κάνουν οι ίδιοι. Επίσης για σκληρότερες μορφές βίας οδηγούσαν τους «ανυπάκουους αθλητές-τριες» σε χώρους όπου δεν τους έβλεπαν άλλοι για να τους χτυπήσουν και να τους απειλήσουν χωρίς να υπάρχουν μάρτυρες. Πολλές φορές ένας αθλητής που τραυματιζόταν είχε να αντιμετωπίσει την οργή του προπονητή ο οποίος δεν τον άφηνε να πάει σε γιατρό και τον ανάγκαζε να συνεχίζει την προπόνηση ή τον αγώνα. Πολλοί από εμάς φτάσαμε στο σημείο να εκτελούμε ασκήσεις ακόμα και με σπασμένα πόδια και χέρια γεγονός που μας οδήγησε σε μεγαλύτερους τραυματισμούς και πολύ σοβαρά προβλήματα.

* Ένα ακόμη ζήτημα είναι ο τρόπος που γινόταν ο έλεγχος του σωματικού βάρους των αθλητών και ιδιαίτερα των αθλητριών. Φυσικά η διαδικασία δεν περειελάμβανε καμία επιστημονική παρακολούθηση και συμβουλευτική ιατρού ή διαιτολόγου. Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου υπήρχε η δυνατότητα παρακολούθησης από ειδικό, δεν γινόταν χρήση αυτής. Οι προπονητές ως άλλοι Θεοί αποφάσιζαν ποσά κιλά έπρεπε να ζυγίζει η κάθε αθλήτρια σύμφωνα με το γούστο και τις όποιες γνώσεις διέθεταν και όχι εννοείται σύμφωνα με τις βιολογικές ανάγκες ή τις απαιτήσεις της προπόνησης. Ο τρόπος ήταν το καθημερινό ζύγισμα και η ανακοίνωση από τον προπονητή του βάρους που επιθυμεί να έχει ο αθλητής την επομένη ημέρα, για παράδειγμα αύριο θα είσαι δυο κιλά λιγότερο. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν τα παιδιά να βιώνουν τεράστιο άγχος και πίεση 3 σχετικά με τη διατροφή τους και να καταφεύγουν σε επικίνδυνες μεθόδους απώλειας βάρους (πρόκληση εμετού, διουρητικά χάπια, πολύωρη σάουνα κ.α.).

Οι τιμωρίες που τους περίμεναν αν δεν τα κατάφερναν ήταν πολύ σκληρές ενώ απειλούνταν και με αποκλεισμό από την ομάδα. Κάποιοι προπονητές επέβαλαν στις αθλήτριες που δεν είχαν το επιθυμητό βάρος κατά το καθημερινό ζύγισμα ακόμα και χρηματική ποινή (η αθλήτρια έπρεπε να βάζει ένα ποσό που όριζε ο προπονητής σε ένα κουμπαρά που κρατούσε ο ίδιος). Επίσης όταν οι αθλητές διέμεναν σε προπονητικά κέντρα ή ήταν σε περιόδους αγώνων, οι προπονητές έλεγχαν πλήρως τη διατροφή τους με αποτέλεσμα να υποσιτίζονται. Τα παιδιά έφταναν στα όρια της λιποθυμίας από την αφαγία, την εξάντληση και την καταπόνηση του οργανισμού τους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι αθλήτριες έχουν φτάσει στο σημείο να τρώνε την οδοντόκρεμα διότι δεν άντεχαν την πείνα καθώς και να ψάχνουν στους κάδους των σκουπιδιών στα ξενοδοχεία όπου διέμεναν και στα στάδια που αγωνίζονταν. Πολλοί αθλητές και αθλήτριες απέκτησαν μόνιμα σοβαρά διατροφικά προβλήματα εξαιτίας αυτών των ακραίων τακτικών καθώς υπέμεναν όλη αυτή την ταλαιπωρία στην πολύ ευαίσθητη ηλικία της ανάπτυξης.

Όπως είναι εύκολα αντιληπτό ένα τέτοιο περιβάλλον απόλυτης εξουσίας και εκφοβισμού αφήνει το περιθώριο να παρουσιαστούν και περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης – κακοποίησης σε βάρος των ανήλικων αθλητών-τριών. Υπήρξαν περιπτώσεις που κάποιοι εκμεταλλευόμενοι τη θέση και την ιδιότητα τους χρησιμοποιούσαν την εξουσία που είχαν με σκοπό τη σεξουαλική τους ικανοποίηση. Οι αθλήτριες υποχρεώνονταν να κάνουν σπαγγάτο ακουμπώντας με το γεννητικό τους όργανο την παλάμη του προπονητή, με πρόσχημα τη βελτίωση της ευλυγισίας. Τραβούσαν τα μικρά κορίτσια από το αιδοίο με δύναμη για να τους δείξουν «πώς να κάνουν σωστά την άσκηση».

Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις που η παρενόχληση ήταν έξω από τα όρια της προπονητικής διαδικασίας. Πρόσωπα εκμεταλλευόμενα το γεγονός ότι τα ανήλικα παιδιά βρίσκονταν μόνα μακριά από τα σπίτια τους, (περίοδοι αγώνων και προετοιμασιών) τα παρενοχλούσαν σεξουαλικά και κατόπιν τα «συμβούλευαν» να το κρατήσουν μυστικό. Η παρενόχληση έφτανε ακόμη και στο σημείο εμμονής με τα παιδιά να κρύβονται και να κλειδώνονται όπου μπορούσαν για να αποφύγουν τα άτομα 4 αυτά. Επίσης δεν ήταν λίγες οι φορές που γίνονταν σεξιστικά σχόλια στις αθλήτριες για το στυλ, την εμφάνιση και τον τρόπο που εκτελούσαν τις ασκήσεις τους.

Πολύ μεγάλο μέρος αυτού του συστήματος ήταν επίσης και οι τιμωρίες οι οποίες τις περισσότερες φορές ουδεμία σχέση είχαν με την εκμάθηση των ασκήσεων, Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας τιμωρίας είναι η έκθεση των αθλητών-τριών χωρίς ρούχα μέσα στο γυμναστήριο. Ο προπονητής υποχρέωνε τον αθλητή-τρία να βγάλει τα ρούχα του και να παραμείνει με τα εσώρουχα για το υπόλοιπο της προπόνησης ή έως ότου βελτιωθεί, έτσι ώστε να «ξεφτιλίζονται» όπως χαρακτηριστικά έλεγαν μπροστά στους άλλους αθλητές και προπονητές. Εξανάγκαζαν επίσης τους αθλητές-τριες να προπονούνται φορώντας μόνο το κορμάκι τους σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα ή να τρέχουν κάτω από τον ήλιο σε περιόδους καύσωνα υπό μορφή τιμωρίας.

Δεν επέτρεπαν σε μικρά παιδιά να πάνε για την ανάγκη τους με αποτέλεσμα να τα κάνουν επάνω τους και τα αφήναν έτσι σε όλη τη διάρκεια της προπόνησης για να συνετιστούν. Έβριζαν χυδαία και απειλούσαν επί καθημερινής βάσης τα παιδιά αλλά και τις οικογένειες τους. Κάθε στιγμή ήταν αφορμή για κάποια νέα τιμωρία, ξέσπασμα και απειλή και αυτό φυσικά δημιουργούσε μια αίσθηση άγχους, φόβου, και στενοχώριας αντί για ένα περιβάλλον υψηλών στόχων, ήθους και ιδανικών σαν αυτά που πρεσβεύει ο αθλητισμός.

• Όλα αυτά δεν ήταν «μεμονωμένα περιστατικά» αλλά μάλλον ο κύριος τρόπος προπόνησης ο οποίος όπως προαναφέραμε ήταν ένα «κοινό μυστικό» ανάμεσα στους «ενήλικες» τους αθλήματος. Ασφαλώς και δεν πρέπει να παραλείψουμε το γεγονός ότι υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι στη γυμναστική που απέχουν από τέτοιες μεθόδους προπόνησης και συμπεριφοράς, αποτελούν όμως τη μειοψηφία στο άθλημα. Το χειρότερο όμως είναι ότι τα παιδιά δεν έχουν κανένα άλλο τρόπο αντίδρασης σε ένα τέτοιο σύστημα παρά μόνο να εγκαταλείψουν τον αθλητισμό και μάλιστα με τις χειρότερες αναμνήσεις, κάτι που συνέβη σε πολλούς αθλητές και αθλήτριες που δεν μπόρεσαν να αντέξουν αυτή την κακοποίηση.

Επιπλέον δεν ήταν λίγες οι φορές που ακόμη και αθλητές υψηλού επιπέδου αποκλείστηκαν από αγώνες και εκδιώχθηκαν από τις εθνικές ομάδες χωρίς να δώσουν οι ίδιοι καμία αφορμή και ενώ είχαν υψηλές επιδόσεις. Άλλοι 5 τραυματίστηκαν πολύ σοβαρά λόγω αυτών των μεθόδων και διέκοψαν την καριέρα τους αφού ούτε και τότε βρήκαν κάποια υποστήριξη. Δυστυχώς αυτά γινόταν με πλήρη επίγνωση της εκάστοτε διοίκησης και αφού οι αθλητές-τριες είχαν υπομείνει για χρόνια την κακοποίηση που σας περιγράψαμε. Πολλοί από εμάς αποκτήσαμε για το υπόλοιπο της ζωής μας σοβαρά σωματικά αλλά και ψυχολογικά προβλήματα τα οποία προσπαθούμε να ξεπεράσουμε.

Εδώ θα θέλαμε να τονίσουμε ότι γνωρίζουμε πολύ καλά τη φύση του αθλήματος που είναι ιδιαίτερα απαιτητική καθώς, το έχουμε υπηρετήσει αρχικά σαν αθλητές αλλά και μετέπειτα σαν γυμναστές, κριτές, προπονητές και γονείς. Γνωρίζουμε ότι είναι ένα δύσκολο άθλημα, πόσο μάλλον όταν γίνεται σε επίπεδο πρωταθλητισμού, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν απαιτεί ούτε δικαιολογεί τέτοιου είδους συμπεριφορές. Οι μέθοδοι που περιγράψαμε, δεν εφαρμόζονται μόνο στις ομάδες και τους αθλητές που κάνουν υψηλό πρωταθλητισμό αλλά και σε αρχικά στάδια εκμάθησης του αθλήματος σε συλλόγους, γεγονός που αποδεικνύει πως ουδεμία σχέση έχει η κακοποίηση με τις απαιτήσεις του πρωταθλητισμού.

Τα αγωνιστικά αποτελέσματα παρόλο που υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις μεμονωμένων υψηλών διακρίσεων, δείχνουν ότι αυτό το σύστημα δεν έφερε στο άθλημα τις επιτυχίες και την εξέλιξη που θα μπορούσε να έχει. Στόχος μας δεν είναι η τιμωρία αλλά η αναγνώριση των σφαλμάτων και η αναμόρφωση του αθλήματος μέσω ενός σοβαρού συστήματος επιλογής, ελέγχου και αξιολόγησης προπονητών και στελεχών της γυμναστικής σε κάθε επίπεδο. Αυτό το πανέμορφο άθλημα αξίζει να βγει από τη σκιά της σκληρότητας και της κακοποίησης όπου βρίσκεται όχι άδικα όλα αυτά τα χρόνια. Η ενόργανη γυμναστική ανήκει στα αθλήματα που αποτελούν τη βάση του αθλητισμού και της ανθρώπινης φύσης και είναι απαράδεκτο να παραμένει εργαλείο άλλων σκοπών. Θέλουμε και πρέπει να γεμίσουν τα γυμναστήρια με παιδιά που έρχονται με χαμόγελο και όχι με παιδιά που φεύγουν κλαίγοντας. Λυπόμαστε πραγματικά που έπρεπε να περάσουν τόσα χρόνια σιωπής και συνενοχής για να καταφέρει να μιλήσει μια γυναίκα, η Σοφία Μπεκατώρου, και να πυροδοτήσει μέσα σε όλους μας τη φλόγα της δύναμης και της ευσυνειδησίας.

Αναμένουμε να δώσετε την απαιτουμένη βαρύτητα στο ζήτημα που σας. εκθέσαμε διότι είναι καθήκον όλων μας να προστατέψουμε τα παιδιά αλλά και τις αξίες που εκπροσωπεί ο αθλητισμός. Προς διευκόλυνση οποιασδήποτε διερεύνησης είμαστε στη διάθεση των αρμόδιων φορέων για την παροχή περισσότερων στοιχείων”.