Το προσωπικό είναι πολιτικό, κύριε Τσιάρα, δεν είναι για διαπόμπευση

Γράφει η Σίσσυ Βωβού

Αλγεινή προσπάθεια να υποβαθμιστούν οι απόψεις των δύο βουλευτριών της Νέας Δημοκρατίας, από τον υπουργό, με τις δηλώσεις του τη Δευτέρα στο Πρώτο Θέμα, ότι οι δύο βουλεύτριες της Νέας Δημοκρατίας, Γιαννάκου και Κεφαλογιάννη, αντιτάχθηκαν στο νομοσχέδιο γιατί έχουν προσωπικούς λόγους.

Εάν έχουν προσωπικούς λόγους, τσακώθηκαν με τους πρώην συζύγους τους, άρα οι απόψεις τους δεν είναι έγκυρες. Και πού το ξέρει ο κ. Τσιάρας ότι οι δύο κυρίες συγκρούστηκαν σε τόσο μεγάλο βαθμό; Και αν το ξέρει τις κουτσομπολεύει δημοσίως για να τις αποδυναμώσει; ΝΑΙ, αυτό κάνει ο υπουργός, τις διαπομπεύει δηλαδή, για να μάθουν να μην μιλάνε.

Οι ίδιες, στις ομιλίες τους στη Βουλή ανέφεραν ότι η άποψή τους δεν προέρχεται από προσωπικά κίνητρα αλλά είναι πολιτική κριτική. Εμείς θα βάλουμε μια άλλη διάσταση, χωρίς να τις αμφισβητούμε.

Ως φεμινιστικό κίνημα έχουμε αναλύσει εδώ και δεκαετίες, ότι το προσωπικό είναι πολιτικό, ότι το πολιτικό δεν προκύπτει από τις υψηλές αναλύσεις που αφίστανται της πραγματικής ζωής, αλλά από την πραγματική ζωή των ανθρώπων, και ιδιαίτερα αυτών των ανθρώπων, ιδιαίτερα των γυναικών, που η εμπειρία και η ζωή τους δεν χαίρουν της εκτίμησης της “μεγάλης” πολιτικής και δεν την συμπεριλαμβάνουν.

Πιστεύουμε στην επαγωγική μέθοδο ανάλυσης της κοινωνικής πραγματικότητας, γιατί είμαστε το “δεύτερο φύλο” επειδή η πατριαρχία έτσι μας έχει ορίσει και επειδή πιστεύουμε ότι οι εμπειρίες ζωής αυτού του “κατώτερου” φύλου συνειδητά δεν περνούν στην “μεγάλη πολιτική” ώστε ποτέ να μην αλλάξει αυτή η άδικη και διακριτική μεταχείριση των γυναικών.

Συνεπώς, το φεμινιστικό κίνημα με διάφορους τρόπους προσπαθεί να αναδείξει την αξία της ζωής των γυναικών, τη βιωμένη εμπειρία τους, των επιδιώξεών τους, των οραμάτων τους, και να ενδυναμώσει τις γυναίκες να μιλάνε για τη ζωή τους και έτσι μέσα από συλλογικές εμπειρίες, να προσπαθούν να την αλλάξουν και να διαμορφώσουν μια άλλη πολιτική, βασισμένη στις “κατώτερες” βαθμίδες ανθρώπων.

Από τότε που διατυπώθηκαν με διάφορους τρόπους αυτές οι προσεγγίσεις, δηλαδή τη δεκαετία του 1960, έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι, υπάρχουν νόμοι για την ισότητα σε πολλές χώρες, αλλά η ισότητα αργεί πολύ. Αυτό μας αποδεικνύουν οι εμπειρίες των γυναικών που βγαίνουν αυτό τον καιρό στο δημόσιο λόγο, με αφορμή το νομοσχέδιο της κυβέρνησης, όταν αρκετές γυναίκες καταφέρνουν να σπάσουν τη σιωπή για το τι σημαίνει η οικογενειακή σχέση γι’ αυτές.

Οι υποθέσεις τις οποίες συναντούμε είναι μήπως περιπτωσιολογία; Η κάθε μια είναι περιπτωσιολογία, αλλά όταν υπάρχουν πολλές και παρόμοιες εμπειρίες κυριαρχίας μέσα στο γάμο ή τη σχέση, και πολύ περισσότερο όταν υπάρχει βία και καταναγκασμός στη συμβίωση, δημιουργείται ένα σώμα για κοινωνική ανάλυση και διαμόρφωση πολιτικής.

Οπότε, δεν δεχόμαστε τη συγνώμη του κ. Τσιάρα για τα λόγια που εξέφρασε, για την προσπάθεια τρομοκράτησης και διαπόμπευσης των βουλευτριών που τόλμησαν να μιλήσουν για τα δικαιώματα των γυναικών στη συμβίωση, για τα δικαιώματα των παιδιών και για μια προσπάθεια για βελτίωση της ισότητας.

Το μήνυμα εσείς μην μιλάτε, είστε γυναίκες, μιλάτε προσωπικά, δεν περνάει. Ανεξάρτητα από την απάντηση που έδωσαν οι δύο θαρραλέες βουλεύτριες της Νέας Δημοκρατίας. Τις συγχαίρουμε ασφαλώς, και αναμένουμε μεγάλη κατακραυγή για τον υπουργό και τις ενέργειές του.