Εξαιρέθηκαν οι γυναίκες ένορκοι. Τι σημαίνει αυτό;

Αλιεύει η Πέννυ Παραλίκα, Προλογίζει η Σίσσυ Βώβου

Πολύ τεκμηριωμένη η παρουσίαση της εξαίρεσης των ενόρκων γυναικών στη δίκη της Ιωάννας Παλιοσπύρου, να θυμίσουμε ότι επίσης στη δίκη της Ελένης Τοπαλούδη είχαν εξαιρεθεί δύο γυναίκες, με αποτέλεσμα το σώμα των ενόρκων να είναι αποκλειστικά ανδρικό. Και πολύ καλή βάση για συζήτηση και ανάλυση. Και σε πολλές άλλες δίκες βίας κατά των γυναικών συμβαίνει αυτό, σε λιγότερο προβεβλημένες υποθέσεις. Οπότε, κι εδώ, βλέπουμε αυτό που ονομάζουμε Πατριαρχική Δικαιοσύνη και αυτό που πρέπει να εξαλείψουμε. Όχι την Δικαιοσύνη βέβαια, αλλά την Πατριαρχική. Σ.Β.

Εξαιρέθηκαν λοιπόν οι γυναίκες ένορκοι από την υπόθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου.

1) Οι ένορκοι είναι απλά συμβουλάτορες, σωστά; Παίζουν ρόλο στην λήψη της απόφασης;

Δεν είναι απλά συμβουλάτορες. Παίζουν απόλυτο ρόλο στην λήψη της απόφασης αφού λειτουργούν ως δικαστές.

Αρχικά, η υπόθεση βρίσκεται στο Μικτό Ορκωτό δικαστήριο. Αυτό το δικαστήριο αποτελείται από δύο μέρη, τους δικαστές και τους ενόρκους (ονομάζονται και λαϊκοί δικαστές) οι οποίοι μετέχουν στην λήψη της όποιας απόφασης. Η ψήφος των δικαστών και των ενόρκων είναι ίσης αξίας.

2) Τι σημαίνει “εξαίρεση ενόρκων”;

H εξαίρεση ενόρκων είναι ένα δικαίωμα που έχει ο κατηγορούμενος απ’τη μία κι ο εισαγγελέας απ’την άλλη. Ρυθμίζεται απ’το 396 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Με απλά λόγια, σε κάθε δίκη κληρώνονται 10 ένορκοι από τον Πρόεδρο του Μικτού Ορκωτού. Ο Πρόεδρος διαβάζει τα ονόματά τους στην εισαγγελική αρχή και στον κατηγορούμενο. Τόσο ο εισαγγελέας όσο και ο κατηγορούμενος έχουν δικαίωμα να εξαιρέσουν καθένας δύο (με την ισχύ των πρόσθετων ρυθμίσεων του 397). Απομένουν 6 ένορκοι. Αυτοί γίνονται, βάσει της σειράς με την οποία κληρώθηκαν, 4 τακτικοί και 2 αναπληρωματικοί (δηλαδή θα κάτσουν να παρακολουθήσουν τη δίκη και η γνώμη τους μετράει μόνο αν εγκαταλείψει τη δίκη κάποιος απ’τους τακτικούς).

3) Οπότε τι συμβαίνει με τη δίκη της Ιωάννας Παλιοσπύρου;

Κατά την εφαρμογή της διαδικασίας που ορίζει ο ΚΠοινΔ στα άρθρα 396 και 397 ασκήθηκε το δικαίωμα εξαίρεσης ενόρκων. Ο λόγος που αυτό πήρε δημοσιότητα είναι ότι στην συγκεκριμένη δίκη εξαιρέθηκαν οι γυναίκες επομένως το σώμα ενόρκων θα αποτελείται μόνο από άντρες. Το δικαίωμα της εξαίρεσης μπορεί απλώς ν’ασκηθεί. Ούτε ο εισαγγελέας ούτε ο κατηγορούμενος έχουν υποχρέωση να εξηγήσουν την απόφασή τους.

Εδώ τελειώνουν τα νομικά.

Πάμε στα υπόλοιπα.

Δεν θέλω να σχολιάσω την ίδια την επιλογή της εξαίρεσης. Πιστεύω ότι αν υπερασπιζόμουν την κατηγορούμενη θα έπραττα ανάλογα. Θέλω να σχολιάσω την ευκολία με την οποία σκέφτηκα ότι η επιλογή αυτή είναι λογική.

Χωρίς να έχει υπάρξει μέχρι τώρα κάποια δήλωση σχετικά με τις αιτίες της εξαίρεσης (κι ούτε υπάρχει υποχρέωση λογοδοσίας στην άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος), ο δικηγόρος της Ιωάννας Παλιοσπύρου, Νίκος Αλεξανδρής σχολίασε ότι

«Η κίνηση έκανε άσχημη εντύπωση. Δεν θεωρώ ότι οι γυναίκες είναι υποδεέστερες. Ας κρίνει η κοινωνία την εξαίρεση των γυναικών ενόρκων».

Ο κος Αλεξανδρής δεν είναι φυσικά ο μόνος που υπογράμμισε το έμφυλο του ζητήματος. Σε αρκετά μέσα η εξήγηση που δόθηκε σχετικά με την απόφαση της εξαίρεσης αφορά άμεσα το φύλο των ενόρκων και την εικασία πως “εξαιρέθηκαν επειδή είναι συναισθηματικές και θα ταυτιστούν με το θύμα”. Φαντάζομαι πως πάνω σ’αυτή την “συναισθηματικότητα” πάτησε ο συλλογισμός του κου Αλεξανδρή και οδηγήθηκε στο να πει ότι “δεν είναι υποδεέστερες” δηλαδή, όπως το ερμηνεύω εγώ, υπέρμετρα συναισθηματικές. Ικανές να είναι “αποστασιοποιημένες” όπως πιθανολογείται ότι θα είναι οι άντρες ένορκοι.

Αυτό που μ’ενδιαφέρει να σχολιάσω λοιπόν δεν είναι ούτε η ίδια η εξαίρεση, ούτε η σημασία της διαξαγωγής μιας τέτοιας δίκης χωρίς γυναίκες στο σώμα των ενόρκων ούτε η επανάληψη της αφήγησης “οι γυναίκες δεν μπορούν να κρίνουν αντικειμενικά και αποστασιοποιημένα” που το βλέπουμε στις παρυφές του δικονομικού συστήματος απ’την αρχή της ύπαρξής του.

Μ’ενδιαφέρει συγκεκριμένα να σχολιάσω γιατί πιστεύω ότι είναι εντελώς πιθανό να ταυτιστούν πράγματι γυναίκες ένορκοι με την Ιωάννα Παλιοσπύρου.

Επειδή είναι συναισθηματικές; Όχι.

Επειδή είναι κοριτσάκια ευαισθητούλια με φυσική ροπή στην φροντίδα των άλλων; Όχι.

Επειδή οι γυναίκες είναι φύσει αδύναμες, θα φρικάρουν στη θέα της μάσκας της Ιωάννας και θα νιώσουν την ανάγκη να την υπερασπιστούν; Τσου.

Επειδή οι γυναίκες αναγνωρίζουν σε βαθύ, πυρηνικό επίπεδο την σωρεία κινδύνων που παραμονεύουν σε κάθε γωνία εντός μιας πατριαρχικής κοινωνίας, ξέρουν πολύ καλά ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να είναι επόμενες και το βίωμα που τους δίνει βαθύτερη κατανόηση του προκείμενου, λογικά και αναμενόμενα επηρεάζει την συλλογιστική τους πορεία ενώ οι άντρες ένορκοι, μη έχοντας βιώσει στο πετσί τους το φόβο των έμφυλων εγκλημάτων και μη έχοντας σαρκωμένα στο νου τους τα πολλαπλά “πρόσεχε” που ακούει μια γυναίκα απ’την ώρα που γεννιέται, μπορούν να είναι “αποστασιοποιημένοι και αντικειμενικοί”; Μπίνγκο.

Φαντάζομαι την λέξη “αποστασιοποιημένος” σαν ένα μπακλαβά. Βλέπω τον μπακλαβά στο ζαχαροπλαστείο. Η εικόνα του με κάνει να φαντάζομαι στρώσεις μελωμένου φυστικιού, χυμένου με σιρόπι, φύλλα λεπτά σαν μεμβράνη, τραγανιστά και δεμένα μεταξύ τους από κάποια επιδέξια αρχιτεκτόνισσα της ζάχαρης. Εν ολίγοις, φαντάζομαι ουσία. Φαντάζομαι περιεχόμενο.

Στην πρώτη μπουκιά, καταλαβαίνω ότι όλα ήταν στην φαντασία μου. Καταπίνοντας το σκληρό, άγευστο, άγλυκο φύλλο που δεν έχει πάνω του ίχνος φυστικιού καταλαβαίνω ότι επέτρεψα στην φαντασίωση να διαμορφώσει την πράξη μου. Λέξεις και φράσεις όπως “αποστασιοποίηση”, “εκλογίκευση”, “ας το δούμε λογικά”, “μην εμπλέκεσαι συναισθηματικά”, “αντικειμενικότητα” και λοιπά συνώνυμα είναι συχνά μόνο φαινομενικά ουσιώδεις. Συχνά σημαίνουν κάτι επειδή συλλογικά νομίζουμε ότι σημαίνουν κάτι. Είναι τόσο συχνά θετικά φορτισμένες που σπανίως τις καταπίνουμε για να διαπιστώσουμε ότι δεν έχουν την γεύση, την υφή, την αξία και το κοινωνικό αποτέλεσμα που συλλογικά φαντασιωνόμαστε ότι έχουν.

Είναι λέξεις μεν, αυθεντίες δε.

Στον κόσμο που διαμορφώνουν αυτές οι φράσεις, η συναισθηματική αντίδραση ορίζεται ως μια φύσει υπερβολή. Η “ταύτιση με το θύμα” δεν προκύπτει από γνώση και λογική. Δεν προκύπτει απ’την παραπάνω εμπειρία των γυναικών σ’έναν κόσμο που έχει πρόσθετους κινδύνους γι’αυτές. Δεν λογίζεται ως “εμπειρία” που είναι μια λέξη σχετικά σεβαστή. Λογίζεται ως κάτι υπερβολικό μόνο και μόνο επειδή υπάρχει. Λογίζεται ως κάτι που αντιδιαστέλλεται με το “αποστασιοποιημένο” και το “αποστασιοποιημένο” είναι και το σωστό.

Λογίζεται ως κάτι γυναικουλίστικο που δεν πρέπει να έχει θέση σε μια σεβαστή διαδικασία όπως είναι μια δίκη στο Μικτό Ορκωτό δικαστήριο.

Το σωστό στην προκειμένη περίπτωση είναι εκείνο που προκύπτει από την οπτική ανθρώπων με λιγότερη γνώση. Λιγότερη γνώση σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα που έχει μάθει να φοβάται.

Ωστόσο, πολύ συχνά στην δικαστηριακή πρακτική, ο “αποστασιοποιημένος” είναι απλώς ο αδιάφορος. Ή, μια λέξη άλλη που μπλέκεται βαθιά με την ουσία της αδιαφορίας, είναι απλώς ο προνομιούχος.

Είναι εύκολο να είσαι αποστασιοποιημένος όταν για παράδειγμα είσαι είσαι πολύ πλούσιος και καλείσαι να κρίνεις με άλλους πλούσιους ένα ζήτημα ζωτικής σημασίας για ένα φτωχό. Είναι επίσης εύκολο να είσαι αποστασιοποιημένος όταν είσαι άσπρος και καλείσαι μαζί με άλλους άσπρους να κρίνεις ένα ζήτημα σημαντικό για έναν μαύρο. Κατά τον ίδιο τρόπο, είμαι σίγουρη ότι οι Ρεπουμπλικάνοι Γερουσιαστές που ψηφίζουν κατά του δικαιώματος στην άμβλωση νιώθουν ότι είναι ικανότεροι στην άσκηση λογικής σκέψης μιας που δεν επηρεάζονται συναισθηματικά όπως οι γυναίκες από το συγκεκριμένο ζήτημα. Το να μην μπορείς να μείνεις έγκυος είναι ένας καλός τρόπος να αποστασιοποιηθείς από ζητήματα που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη.

Αυτό λοιπόν που έχει ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή είναι πολύ λιγότερο το γιατί εξαιρέθηκαν γυναίκες (είναι υπερβολικά προφανές για να είναι ενδιαφέρον) και πολύ περισσότερο το γιατί η περισσότερη γνώση ενός βιώματος και η συναισθηματική ταύτιση λογίζονται ως προβλήματα που πρέπει να ξεριζωθούν από την καθαρή και τακτοποιημένη δικονομική διαδικασία. Φυσικά, αυτό το ερώτημα δεν αφορά μόνο την δίκη της Ιωάννας Παλιοσπύρου. Δεν αφορά καν μόνο τις δίκες θυμάτων βιασμού, γυναικοκτονιών, περιβαλλοντολογικών εγκλημάτων ή εγκλημάτων με ρατσιστικά κίνητρα. Δεν αφορά επίσης μόνο το ελληνικό νομικό σύστημα.

Είναι ένα ερώτημα που αφορά τον πυρήνα του γιατί αξιακά το νομικό σύστημα είναι αυτό είναι.

Του γιατί η λήψη μιας ορθής και δίκαιης απόφασης πρέπει να ξεριζώσει από μέσα της τις “συναισθηματικές κρίσεις”. Του τι σημαίνει συναίσθημα και γιατί το θεωρούμε λέξη αντίθετη της λογικής. Του πως αντιμετωπίζουμε τον θυμό, την οργή και το φόβο συστημικά καταπιεσμένων ομάδων. Το γιατί τις θεωρούμε “αντιδραστικές” και τις απορρίπτουμε αντί να δούμε την ένταση του αισθήματος ως λογική και αναμενόμενη απόκριση στη βία που δέχονται.

Θα μπορούσε κάποιος μάλιστα να ισχυριστεί πως αυτή η απόλυτη βεβαιότητα της ταύτισης των γυναικών με το θύμα σε μια τέτοια δίκη, η βεβαιότητα πως καταλαβαίνουν το πόσο πιθανό είναι να τους συμβεί, δεν είναι τίποτα παραπάνω από αναγνώριση του γεγονότος πως υπάρχει πατριαρχία και τις αφορά όλες. Δεν θα σκεφτούμε αυτό όμως, έτσι δεν είναι;

Δεν ισχυρίζομαι ότι έχω κάποια πρόταση αναδόμησης του νομικού συστήματος με τρόπο δικαιότερο. Αντίθετα, πιστεύω ότι η ζωή είναι πολύ καλύτερη με αυτό παρά χωρίς αυτό. Πιστεύω όμως ότι ο νόμος είναι διαφορετική έννοια από την “αξία”. Πιστεύω ότι η υφή του και το περιεχόμενό του μπορούν να οριστούν πολύ διαφορετικά αν αλλάξουν οι αξίες μιας κοινωνίας. Με αφορμή την δίκη της Ιωάννας Παλιοσπύρου και την εξαίρεση γυναικών ενόρκων αναρωτιέμαι αυτό: πώς θα ήταν η “συναισθηματική τους ταύτιση” να ήταν ένα προσόν στην διαδικασία που θα επέτρεπε την βαθύτερη εκτίμηση της κατάστασης;

Σ’έναν κόσμο που θα συνέβαινε αυτό, και πάλι θα εξαιρούνταν οι γυναίκες ένορκοι από μια δίκη τέτοιου περιεχομένου. Όμως, το σχόλιο του δικηγόρου δεν θα ήταν “δεν πιστεύω ότι οι γυναίκες είναι υποδεέστερες” ούτε θα σχολιαζόταν αρνητικά το ότι “θα την υπερασπιστούν γιατί ταυτίζονται” γιατί το κοινό αίσθημα δεν θα κατέληγε λογικά στο ‘α ναι, σωστά,αυτές οι ιδιότητες καθιστούν τα πορίσματά τους ακατάλληλα‘.

Το περίφημο “κοινό περί δικαίου αίσθημα” θα εμπεριείχε τη γνώση του ότι οι όποιες καταπιεσμένες ομάδες έχουν μια οπτική που μπορεί να είναι χρήσιμη για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης. Θα αναγνώριζε την έννοια της συστημικότητας ως δομικό στοιχείο του πολιτισμού μας. Κατ’επέκταση δεν θα τη θεωρούσε μια οπτική άσχετη και προβληματική λόγω “συναισθηματικής φόρτισης”.

Και αυτό, αυτή η ποιοτική διαφορά στο τι σημαίνει εν τέλει δικαιοσύνη θα έκανε μεγαλύτερη διαφορά απ’όση μπορούμε να φανταστούμε.

Πηγή:https://ampa.lifo.gr/gunaikes/exairethikan-oi-gynaikes-enorkoi-ti-simainei-ayto/?