Κατρίν Ντενέβ

Συντάσσει η Βέρα Σιατερλή 

Η Κατρίν Ντενέβ (Catherine Deneuve, που το πραγματικό της όνομα ήταν Κατρίν Φαμπιέν Ντορλεάκ, (γαλλιστί, Catherine Fabienne Dorléac) γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1943 στο Παρίσι και ήταν η τρίτη από τις τέσσερις κόρες των ηθοποιών Μορίς Ντορλεάκ και Ρενέ Ντενέβ. Είναι μια από τις κορυφαίες Γαλλίδες ηθοποιούς, τραγουδίστρια, μοντέλο και παραγωγός. Έγινε γνωστή για ρόλους απόμακρων, μυστηριωδών γυναικών που ενσάρκωσε για διάφορους σκηνοθέτες, μεταξύ των οποίων οι Λουίς Μπουνιουέλ, Φρανσουά Τρυφό και Ρόμαν Πολάνσκι. Το 1985 διαδέχθηκε τη Μιρέιγ Ματιέ ως η αρχετυπική γαλατική ομορφιά όταναναδείχθηκε το 1985 επίσημο πρόσωπο της Γαλλικής Δημοκρατίας, την γνωστή της εταιρείας «Μαριάννα» («Marianne») σύμβολο της ελευθερίας της Γαλλίας. Δεκατέσσερις φορές υποψήφια για Βραβείο Σεζάρ, κέρδισε τα δυο για την ερμηνεία της στην ταινία Το Τελευταίο Μετρό (1980), για την οποία κέρδισε επίσης το βραβείο David di Donatello στην κατηγορία Καλύτερη Ξένη Ηθοποιός, και στην ταινία Ινδοκίνα (1992).

Η Ντενέβ έκανε την πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο το 1957 και ήρθε για πρώτη φορά στο προσκήνιο το 1964 με το μιούζικαλ του Ζακ Ντεμύ Οι Ομπρέλες του Χερβούργου, πριν γίνει πρωταγωνίστρια του Πολάνσκι στη ταινία Αποστροφή (1965), του Ντεμύστις ταινίες Τα Νεαρά Κορίτσια του Ροσεφόρ (1967) και Δέρμα Γαϊδάρου (1970) και του Μπουνιουέλ στις ταινίες Η Ωραία της Ημέρας (1967) και Τριστάνα (1970).

Η καριέρα της Κατρίν Ντενέβ στον κινηματογράφο (κράτησε το πατρικό της μητέρας για να διαφοροποιηθεί από τις δύο αδελφές της που ήταν επίσης ηθοποιοί) ξεκίνησε αρκετά νωρίς, στα 14 της, και το 1960 έπαιξε τον πρώτο σημαντικό της ρόλο στην ταινία του Ροζέ Βαντίμ «Το κακό και η αρετή» («Le vice et la vertu»).

Αλλά η ταινία η οποία αποτέλεσε την αφετηρία μιας λαμπρής καριέρας ήταν οι «Οι ομπρέλες του Χερβούργου» («Les parapluies de Cherbourg», 1963), ένα ιδιότυπο μιούζικαλ που σκηνοθέτησε ο Ζακ Ντεμί, ένας από τους πρωτεργάτες της γαλλικής «νουβέλ-βαγκ». Η Ντενέβ υποδύεται μια 16χρονη κοπέλα που δέχεται να παντρευτεί έναν αδαμαντοπώλη για να αποκτήσει όνομα το παιδί που έχει αποκτήσει με τον εραστή της, η τύχη του οποίου αγνοείται στην Αλγερία.

Τα επόμενα χρόνια έγινε περιζήτητη από σπουδαίους σκηνοθέτες. Συνεργάστηκε με τον Ρομάν Πολάνσκι στην κλασική ταινία τρόμου «Αποστροφή» («Repulsion», 1965] και τον Λουίς Μπουνιουέλ. Στην «Η Ωραία της Ημέρας» («La Belle de Jour», 1967), που σημάδεψε την καριέρα της, υποδύεται την όμορφη, αλλά ερωτικά ψυχρή σύζυγο ενός επιτυχημένου γιατρού, που βρίσκει την σεξουαλική ικανοποίηση μόνον όταν παραδίδεται στις αγκαλιές αγνώστων ανδρών σε ένα παρισινό πορνείο. Η ταινία που βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Ζοζέφ Κεσέλ, απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ της Βενετίας και καθιέρωσε την Κατρίν Ντενέβ ως την μεγαλύτερη σταρ του γαλλικού κινηματογράφου. Με τον γαλλοϊσπανό σκηνοθέτη συνεργάστηκε και στην ταινία «Τριστάνα» («Tristana», 1970), στον ρόλο μιας νεαρής ορφανής που αντιδρά στις ερωτικές διαθέσεις του γηραιού κηδεμόνα της και κερδίζει την ελευθερία της.

Την ίδια περίοδο εμφανίστηκε σποραδικά και σε αμερικανικές παραγωγές με πιο αξιομνημόνευτες την ρομαντική κωμωδία του Στιούαρτ Ρόζενμπεργκ«Τρέλλες τ’ Απρίλη» ( «The April Fools», 1969), δίπλα στον Τζακ Λέμον και το νεο-νουάρ του Ρόμπερτ Όλντριτς «Ο αστυνόμος και το κολ-γκερλ» («Hustle», 1975), με συμπρωταγωνιστή τον Μπαρτ Ρέινολντς.

Παρά την διεθνή της εμβέλεια και τις πολλές προτάσεις από το εξωτερικό, η Ντενέβ συνέχισε να εμπιστεύεται τους συμπατριώτες της σκηνοθέτες. Συνεργάστηκε με τον Φρανσουά Τριφό στην «Σειρήνα του Μισισσιπή» ( «La Sirène du Mississippi», 1969) και «Το τελευταίο Μετρό» ( «Le Dernier Métro»,) 1980), με τον Ζαν-ΠιέρΜελβίλ στην αστυνομική ταινία «Ο Μπάτσος» («UnFlic», 1971) και τον Κλοντ Μπερί στην ρομαντική κωμωδία «Je vous aime» (1980). Στην ταινία του Μπερίερμηνεύει με τον Σερζ Γκενζμπούρ το τραγούδι του «Dieu est un fumeur de havanes».

Την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα διακρίθηκε για τις ερμηνείες στο δράμα εποχής του ΡεζίςΒαρνιέ «Ινδοκίνα» («Indochine», 1992) και στην ταινία μυστηρίου του διακεκριμένου Πορτογάλου Μανοέλ ντε Ολιβέιρα «Το Μοναστήρι του Πάθους» («O convento», 1995). Η Ντενέβ εκτιμούσε ιδιαίτερα το έργο του εικονοκλάστη Δανού σκηνοθέτη Λαρς φον Τρίερ και της δόθηκε η ευκαιρία να παίξει στην ταινία του «Χορεύοντας στο Σκοτάδι» («Dancer in The Dark», 2000), δίπλα στην Μπγιόρκ.

Το 2002 ξεχώρισε με την ερμηνεία της στην ταινία μυστηρίου του Φρανσουά Οζόν «8 Γυναίκες» («8 Femmes») (2002), στην οποία πρωταγωνιστούσαν όλατα λαμπρά γυναικεία ονόματα του γαλλικού κινηματογράφου. Ξανασυνάντησε τον Οζόν το 2010 στην κωμωδία «Potiche».

Εκτός από το έργο της η Κατρίν Ντενέβ προσέλκυσε το ενδιαφέρον των ΜΜΕ και για τους έρωτές της. Παντρεύτηκε μια φορά, τον φωτογράφο μόδας Ντέιβιντ Μπέιλι (1965-1972), ενώ από τις σχέσεις της με τον σκηνοθέτη Ροζέ Βαντίμ και τον Ιταλό ηθοποιό Μαρτσέλο Μαστροϊάνι απέκτησε δύο παιδιά – τον Κριστιάν Βαντίμ και την Κιάρα Μαστροϊάνι- τα οποία ακολούθησαν την καλλιτεχνική της διαδρομή. Με την κόρη της έπαιξε μεταξύ άλλων στις ταινίες «Το Παιχνίδι της Αγάπης» («Les Bien-Aimés», 2011) και «Τρεις Καρδιές» («3 Coeurs» ,2014). Μαζί με την αδελφή της Φρανσουάζ Ντορλεάκ – μια πολλά υποσχόμενη ηθοποιό που έχασε την ζωή της σε τροχαίο στα 25 της χρόνια – εμφανίστηκε στην ταινία του Ζακ Ντεμί «Τα κορίτσια του Ροσφόρ» («Les Demoiselles de Rochefort», 1967).

Η Κατρίν Ντενέβ παραμένει ενεργή κινηματογραφικά και το 2017 έπαιξε σε δύο ταινίες, στην δραμεντί«Μικρά Βήματα» («Sage Femme») και την κομεντί «Bonne Pomme», με συμπρωταγωνιστή για δέκατη φορά τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Το 2018 τιμήθηκε με το κορυφαίο ιαπωνικό βραβείο «Praemium Imperiale» για την συνεισφορά της στην έβδομη τέχνη.

Το 2018 επίσης όταν είχε για τα καλά ανοίξει η συζήτηση για το #MeToo, ήταν μία από τις 100 γυναίκες από τον καλλιτεχνικό κόσμο του Παρισιού (ηθοποιοί, συγγραφείς, ερευνήτριες ή δημοσιογράφοι, απορρίπτοντας τον «πουριτανισμό» που έχει κάνει την εμφάνισή του μετά τις πρώτες κατηγορίες για παρενόχληση) έγραφαν μια επιστολή με την οποία υπερασπίζονταν το δικαίωμα των ανδρών να «ενοχλούν» τις γυναίκες στο όνομα της «σεξουαλικής ελευθερίας» και της καλλιτεχνικής δημιουργίας σαν να μην είχε καταλάβει τι σημαίνει «σεξουαλική παρενόχληση» θεωρώντας πως η Γαλλία είναι μια χώρα που το σεξ είναι «εθνικό σπορ». Η προκλητική αυτή επιστολή προκάλεσε κατακραυγή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου το σκάνδαλο Χάρβεϊ Γουάινστιν είχε συνταράξει το Χόλιγουντ, είχε οδηγήσει στην εκστρατεία #MeToo και είχε  προκαλέσει την παραίτηση γνωστών ηθοποιών και παραγωγών.

Στην πραγματικότητα, η Ντενέβ και οι άλλες υπογράφουσες ήρθαν αντιμέτωπες με μπαράζ κριτικών και στη χώρα τους. Φεμινίστριες δήλωσαν ότι έπαθαν σοκ, πολύ περισσότερο που η κυβέρνηση προετοίμαζεεκείνη την εποχή έναν νόμο εναντίον της παρενόχλησης στο δρόμο και είχε ξεκινήσει μια εκστρατεία για να εξηγήσει τη διαφορά ανάμεσα στο συναινετικό φλερτ και την παρενόχληση.

“Συναντάμε ήδη πολλές δυσκολίες για να κάνουμε τις νέες γυναίκες να καταλάβουν ότι το να τρίβει κάποιος το πέος του πάνω τους στο μετρό αποτελεί αδίκημα. Νομίζω πως η άποψη που εκφράστηκε σε αυτό το άρθρο είναι επικίνδυνη”, είχε δηλώσει η τότε υπουργός ισότητας των δύο φύλων Μαρλέν Σιαπά.

Μερικές μέρες αργότερα απαντώντας στην κατακραυγή που δέχθηκε μετά την υπογραφή στην επιστολή που δημοσιεύθηκε στη Le Monde, η Κατρίν Ντενέβ τα μάζεψε ζητώντας συγγνώμη μέσω της εφημερίδαςLibération, από τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης προσπαθώντας να καθαρίσει τη θέση της γύρω από το θέμα:

«Έχω δεχθεί κριτική επειδή δεν είμαι φεμινίστρια. Να θυμίσω ότι ήμουν μια από τις 343 τσούλες με την Μαργκερίτ Ντιράς και την Φρασουάζ Σαγκάν που υπέγραψα το μανιφέστο “Έχω κάνει έκτρωση” το οποίοσυνέγραψε η Σιμόν ντε Μποβουάρ. Η έκτρωση ήταν έγκλημα που επέσυρε φυλάκιση εκείνη την εποχή. Γι’ αυτό θα ήθελα να πω στους ρατσιστές και τους συντηρητικούς κάθε είδους που θεώρησαν στρατηγική κίνηση να με υποστηρίξουν πως δεν μπορούν να με κοροϊδέψουν. Δεν θα έχουν ούτε την ευγνωμοσύνη μου, ούτε τη φιλία μου. Το αντίθετο. Είμαι μια ελεύθερη γυναίκα και θα μείνω τέτοια. Χαιρετώ αδερφικά όλα τα θύματα των βδελυρών πράξεων που μπορεί να ένιωσαν προσβεβλημένες από την επιστολή που δημοσιεύθηκε στην Le Monde. Είναι σε αυτές και μόνο σε αυτές που ζητώ συγγνώμη.»

Πηγή: popaganda.gr, sansimera.gr, flix.gr, el.wikipedia.org