Ματίνα Κανελλοπούλου: δολοφονήθηκε στο Πολυτεχνείο το 1980

Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Στις 16 Νοεμβρίου 1980 7 χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, το 1980 οι εορταστικές εκδηλώσεις για την αιματηρή επέτειο του Πολυτεχνείου κορυφώθηκαν, ημέρα Κυριακή με την καθιερωμένη πορεία.

Η τότε κυβέρνηση Ράλλη είχε απαγορέψει εκείνη τη χρονιά στην πορεία να κατευθυνθεί προς την Αμερικάνικη πρεσβεία και σύμφωνα με την απαγόρευση οι διαδηλωτές επιτρέπονταν να φτάσουν μόνο ως το Σύνταγμα και εκεί να διαλυθούν. Η πλειοψηφία της ΕΦΕΕ πειθάρχησε παρά τους λεονταρισμούς των προηγουμένων ημερών.

Η συγκέντρωση της ΕΦΕΕ έληξε κατά τις 6 το απόγευμα και στη συνέχεια η πορεία ανέβηκε την οδό Σταδίου και συνέχισε προς την πλατεία Συντάγματος, με έντονο το αντιαμερικανικό στοιχείο και με σημαντική περιφρούρηση της πορείας από δυνάμεις των πολιτικών κομμάτων. Από την άλλη, στα Χαυτεία, οργανώνει συγκέντρωση η μειοψηφία της ΕΦΕΕ, η οποία με περίπου 1.000 φοιτητές ετοιμάζεται να κινηθεί προς την αμερικανική Πρεσβεία και γύρω στις 7.30 εισέρχεται στο κύριο σώμα της πορείας. Η πορεία φτάνει στο Σύνταγμα και τα κύρια μπλοκ της αρχίζουν σταδιακά να διαλύονται ειρηνικά. Ωστόσο, γύρω στις 9 το βράδυ, συγκεντρώνονται υπό την αιγίδα της μειοψηφίας της ΕΦΕΕ περίπου 3.000 άτομα στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και επιχειρούν να κινηθούν προς την οδό Βασιλίσσης Σοφίας, όπου είναι παρατεταγμένοι αστυνομικοί και από πίσω τους τα ΜΑΤ.

Για λίγα λεπτά, τα δύο μέτωπα έμειναν ακίνητα και ανταλλάχθηκαν κάποιες φράσεις, ενώ σύντομα οι διαδηλωτές κατάφεραν να σπάσουν τον κλοιό των αστυνομικών και να κινηθούν προς την Πρεσβεία. Στη συνέχεια, ο προϊστάμενος της εισαγγελίας, Γ. Κουβέλης, πήρε την κατάσταση στα χέρια του: έδωσε εντολή στις έξι διμοιρίες των ΜΑΤ που βρίσκονταν παρατεταγμένες πίσω απ’ τον αστυνομικό κλοιό να επιτεθούν. Σε λίγα λεπτά το μπλοκ των διαδηλωτών έκανε τα πρώτα βήματα προς τον σχηματισμό των ΜΑΤ και τότε αυτά επιτέθηκαν. Η μάζα των διαδηλωτών ήταν πυκνή και η υποχώρηση ήταν δύσκολη.

Αρχίζει τότε ένα όργιο βίας, με χρήση όχι μόνο κλομπ αλλά – για πρώτη φορά μετά τη Χούντα – και πυροβόλων όπλων, ενώ η αστυνομία επιστρατεύει και «αύρες», τα ειδικά τεθωρακισμένα οχήματά της για την απώθηση των διαδηλωτών. Τα ΜΑΤ ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο και επιτίθενται όχι μόνο στους διαδηλωτές που αψήφησαν την κυβερνητική απαγόρευση, αλλά και κατά αυτών που ειρηνικά διαδήλωναν προς την πλατεία Συντάγματος. Τα επεισόδια χαρακτηρίστηκαν από σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο ως τα πιο αιματηρά μετά τα Ιουλιανά και διήρκεσαν μέχρι τις 4 τα χαράματα.

Τα ΜΑΤ μετέτρεψαν το κέντρο της Αθήνας σε πραγματικό σφαγείο με δυο νεκρούς διαδηλωτές (από τα γκλομπς σκοτώθηκαν η 21χρονη εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου κι ο 26χρονος φοιτητής της Νομικής Ιάκωβος Κουμής) τουλάχιστον δυο τραυματίες από αστυνομικά περίστροφα, εκατοντάδες τραυματίες, συλλήψεις κλπ.

Η Σταματίνα Κανελλοπούλου που δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια της πορείας στην επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου ήταν σε ηλικία 21 ετών εργάτρια από την Ανθούπολη, στο Περιστέρι. Η Ματίνα, ανήκε στο χώρο της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Αποφάσισε μαζί με τον αδελφό της τον σύντροφό της και έναν φίλο να ακολουθήσει το μπλοκ που θα επιχειρούσε να πορευτεί στην αμερικάνικη πρεσβεία. Ξεκίνησε από τα γραφεία της ΠΠΣΠ στην Ιπποκράτους.  Όταν έσπασε η αλυσίδα, κάπου στα λουλουδάδικα, εκτός από τα ΜΑΤ επιτέθηκαν με αγριότητα στους διαδηλωτές και οι χωροφύλακες, που είχαν ξύλινα μασίφ γκλομπ. Τότε άρχισαν να τρέχουν κατεβαίνοντας την Πανεπιστημίου. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική από τα δακρυγόνα. Η Ματίνα δεν μπόρεσε να τρέξει για πολύ, μιας και της βγήκε το παπούτσι και, παραπατώντας, έπεσε κάτω. Σηκώθηκε και μπήκε σε μια στοά που υπήρχε τότε δίπλα από το ζαχαροπλαστείο του Ζόναρς, μετά το Φλόκα. Στο τέλος της στοάς ήταν η Εμπορική Τράπεζα, αδιέξοδο…

Στη στοά, πρέπει να μπαινοβγήκαν 40 χωροφύλακες, ίσως και περισσότεροι.

Η Ματίνα Κανελλοπούλου βρέθηκε πεσμένη σε πεζοδρόμιο της οδού Πανεπιστημίου χτυπημένη άσχημα από αστυνομικά γκλομπ. Ξυλοκοπήθηκε βάναυσα. Χτυπήθηκε στο κεφάλι και στο σώμα. Μεταφέρθηκε αναίσθητη στο «Ιπποκράτειο» όπου εξέπνευσε τελικά, προτού οι γιατροί της προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες.

Ο ιατροδικαστής είπε ότι χτυπήθηκε σε πολλά μέρη του σώματός της αλλά κύρια στο κεφάλι, με ιδιαίτερη βαναυσότητα.  Όπως είπε, τα χτυπήματα ήταν αμέτρητα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει καθόλου το πίσω μέρος του κεφαλιού της.

Δεν επέτρεψαν να πάει η σορός της στο σπίτι των γονιών της μέχρι να κηδευτεί την επόμενη μέρα. Όμως σύσσωμος ο λαός του Περιστερίου, με μπροστάρη τον δήμαρχο Δημήτρη Φωλόπουλο, διαμαρτυρόταν και απαιτούσε να μεταφερθεί το άψυχο σώμα της στο σπίτι της.

Έτσι τελικά το μεσημέρι πριν την κηδεία μια νεκροφόρα έφερε τη Ματίνα στο σπίτι και χιλιάδες άνθρωποι, από την Ανθούπολη και από άλλες περιοχές, της απέτισαν φόρο τιμής. Ήταν τόσο πολύς ο κόσμος που η αρχή της πορείας είχε φτάσει στο Κοιμητήριο Περιστερίου και το τέλος δεν είχε καν ξεκινήσει από το σπίτι της Ματίνας.

Όμως οι προκλήσεις του κράτους και της αστυνομίας συνεχίστηκαν και στο Κοιμητήριο, όπου δέκα κλούβες ΜΑΤ και αύρες είχαν αποκλείσει την είσοδο και απαγόρευαν να μπει οποιοσδήποτε εκτός της οικογένειας.

Τότε ο λαός άρχισε να κινείται εναντίον τους, και μετά από λίγο αποχώρησαν «διακριτικά» πίσω από το Κοιμητήριο. Άπειρα τα συνθήματα, αλλά κυρίως το «Επέσατε θύματα αδέρφια εσείς» συνόδευσε τη Ματίνα μέχρι που θάφτηκε.

Οι επόμενες μέρες ήταν ηλεκτρισμένες, με καθημερινές πορείες στο Περιστέρι ενάντια στο έγκλημα του κράτους.

Πόσο «ήπια» ή «μετριοπαθής» μπορεί να κριθεί η διακυβέρνηση Ράλλη, όταν το 1980, στη διάρκεια της πορείας για το Πολυτεχνείο, οι αστυνομικοί δολοφονούν εν ψυχρώ με τα γκλομπς τους την 21άχρονη Σταματίνα Κανελλοπούλου και τον 26χρονο Ιάκωβο Κουμή και τραυματίζουν 150 διαδηλωτές;

Η κυβέρνηση περιορίστηκε να εκφράσει την οργή της για τις “οργανωμένες ομάδες αναρχικών και εξτρεμιστικών στοιχείων” που “αμαύρωσαν τη μεγάλη λαϊκή επέτειο και προκάλεσαν βάναυσα τα δημοκρατικά και ειρηνικά αισθήματα του συνόλου του ελληνικού λαού”, διευκρινίζοντας απλώς ότι “για τις συνθήκες υπό τις οποίες σημειώθηκε ο θάνατος νεαρής εργάτριας διετάχθησαν διοικητικές ανακρίσεις”. Ενώ το σύνολο των ΜΜΕ έσπευσε να ρίξει την ευθύνη της σφαγής στους (μη κατονομαζόμενους) “2.000 προβοκάτορες”.

Οι γονείς των δύο άτυχων νέων κατέθεσαν μηνύσεις, χωρίς ποτέ να δικαιωθεί η μνήμη των παιδιών τους. Για τους θανάτους διατάχτηκε ΕΔΕ, η οποία φυσικά δεν κατέληξε πουθενά, ως είθισται. Οι δράστες των δύο θανάτων έμειναν ατιμώρητοι καθώς όσοι από τους αστυνομικούς κατηγορήθηκαν για τα επεισόδια της 16ης Νοέμβρη του 1980, εφτά  χρόνια αργότερα αθωώθηκαν.

Η δολοφονία των δύο νέων από τις δυνάμεις των ΜΑΤ δεν ήρθε σε τυχαία χρονική συγκυρία. Όπως αναφέρεται στο ιστορικό λεύκωμα της εφημερίδας «Καθημερινή», το φθινόπωρο του 1980 η κυβέρνηση Ράλλη είχε θέσει ως πρώτη προτεραιότητα μιας ιδιαίτερα φιλόδοξης ατζέντας την άρση όλων των εκκρεμοτήτων στις σχέσεις της Ελλάδας με το «δυτικό κόσμο». Στο πλαίσιο αυτό, στις 21 Οκτωβρίου 1980 η Ελλάδα έγινε ξανά δεκτή στη στρατιωτική δομή του ΝΑΤΟ, ενώ η κυβέρνηση είχε ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για την ανανέωση των συμφωνιών παραμονής των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα και ο Ευάγγελος Αβέρωφ, τότε υπουργός Άμυνας, συμμετείχε για πρώτη φορά μετά την αντιπολίτευση στην Επιτροπή Πυρηνικού Σχεδιασμού του ΝΑΤΟ.

Η αντίδραση του λαού ήταν έντονη, ενώ διάχυτος ήταν ο αντιαμερικανισμός, ιδίως ανάμεσα στους φοιτητές, καθώς ήταν νωπές ακόμα οι μνήμες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο και του αμερικανικού παράγοντα στην ελληνική στρατιωτική Χούντα. Ωστόσο, για την κυβέρνηση, το ενδεχόμενο η πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου να κινηθεί προς την αμερικανική πρεσβεία αποτελούσε εξέλιξη που έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί. Έτσι, με συνοπτικές διαδικασίες η κυβέρνηση απαγόρευσε στην πορεία να κατευθυνθεί προς την Αμερικάνικη πρεσβεία και έθεσε ως όριο την πλατεία Συντάγματος: οι διαδηλωτές μπορούσαν να φτάσουν μόνο ως το Σύνταγμα και εκεί να διαλυθούν.

Η στάση της αντιπολίτευσης παρέμεινε υποτονική. Με το βλέμμα στραμμένο προς τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους και μπροστά στην επιθετική στάση της κυβέρνησης που δήλωνε αποφασισμένη να σταματήσει με τη βία οποιαδήποτε προσπάθεια να φτάσει η πορεία στην Πρεσβεία, ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ γρήγορα συμβιβάστηκαν με την κυβερνητική απαγόρευση. Στο ίδιο πλαίσιο, το κεντρικό συμβούλιο της ΕΦΕΕ – αποτελούμενο κατά πλειοψηφία από τα μέλη της ΚΝΕ και της νεολαίας ΠΑΣΟΚ – αποφάσισε να πειθαρχήσει στην απαγόρευση, ενώ η αριστερή μειοψηφία, αποτελούμενη από οργανώσεις όπως οι ΠΠΣΠ, ΑΑΣΠΕ, ΕΚΟΝ, Ρήγας Φεραίος-Β’ Πανελλαδική, ΚΚΕ μ-λ, ΕΚΚΕ και άλλες, αποφασίζουν να συνεχίσουν προς την αμερικανική Πρεσβεία.

Την ευθύνη για τα αιματηρά γεγονότα ο πολιτικός κόσμος αποφάσισε να τη ρίξει στους διαδηλωτές. Στις 10 το βράδυ της ημέρας των επεισοδίων ο Ανδρέας Παπανδρέου δηλώνει ότι «μικρές ομάδες ανεύθυνων στοιχείων και προβοκατόρων άγνωστης και ύποπτης προέλευσης δημιούργησαν θλιβερά έκτροπα με προφανή σκοπό να αμαυρώσουν και να δυσφημήσουν τη μεγάλη λαϊκή επέτειο του Πολυτεχνείου». Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση περιορίστηκε να εκφράσει την οργή της για τις «οργανωμένες ομάδες αναρχικών και εξτρεμιστικών στοιχείων».

Στη συζήτηση που έγινε στη Βουλή μία εβδομάδα αργότερα ο πρωθυπουργός, κ.Ράλλης, έκανε την εξής δήλωση που έμεινε στην ιστορία: «Και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ σπάθην κρατεί στα χέρια του για να αμυνθεί εναντίον των δαιμόνων. Δεν κρατεί άνθη».

Ενώ ο Γιάννης Ζίγδης δήλωσε από την πλευρά του: «Η βασική αιτία του κακού είναι ότι η κυβέρνηση διατηρεί ένα Σώμα που αποτελεί ντροπή, τα ΜΑΤ. Δεν είναι αστυνομία αυτό, αυτό είναι Σώμα ΕΣ-ΕΣ, είναι χειρότερο από την ΕΣΑ, τα μέλη του είναι κακούργοι, όχι ότι οι άνθρωποι γεννήθηκαν κακούργοι, αλλά εκπαιδεύονται για να γίνουν κακούργοι. Τους είδα στη Ρόδο, όπου επετέθηκαν εναντίον ενός λαού που έκανε μια ειρηνική παρέλαση. Επετέθηκαν με τέτοια λύσσα, που δεν έχω δει ούτε στους Ιταλούς φασίστες, όταν ήμουν παιδί στη Ρόδο (…) Ας έχουμε μια ειδική συνεδρίαση για το αν μπορεί μια Δημοκρατία να διατηρεί κρατικά όργανα , τύπου ΜΑΤ. Αυτά είναι μόνο για τους ‘Χίτλερ’, μόνο για τους ‘Μουσολίνι’. Είναι αδιανόητο να υπάρχουν σε μια δημοκρατική Πολιτεία”.

Στην ίδια συζήτηση, Παπανδρέου και Φλωράκης, αρκέστηκαν σε υποδείξεις περί του χώρου και του χρόνου κατά τον οποίο οι αστυνομικές δυνάμεις θα έπρεπε να ανοίξουν τα κεφάλια των διαδηλωτών. “Θα ήταν σε θέση, πραγματικά, η Αστυνομία στο σημείο της σύγκρουσης να προχωρήσει με ελιγμό τέτοιο, ώστε να αποκοπεί, το επαναλαμβάνω, το σώμα των 2.000 εξτρεμιστών και εκεί να τους αντιμετωπίσει”, έλεγε ο Ανδρέας. Ήξερε ότι για να φτάσει στην εξουσία όφειλε να κάνει ορισμένες υποχωρήσεις. (ΙΟΣ της Ελευθεροτυπίας).

Όσο για το θάνατο των δύο διαδηλωτών καμία απάντηση δε δόθηκε, κανένας ένοχος δεν τιμωρήθηκε. Τα ονόματά τους κοντεύουν να ξεχαστούν στις μέρες μας, μακραίνοντας τον τραγικό κατάλογο των νεκρών αγωνιστών για τους οποίους δεν αποδόθηκε ποτέ δικαιοσύνη.

Πηγή: el.wikipedia.org, tvxs.gr, edromos.gr

H φωτο για άτομα με οπτική αναπηρία: Δύο εικόνες από τη διαδήλωση, με οχήματα της αστυνομίας και διαδηλώτριες/διαδηλωτές, και πλήθος από ΜΑΤ. Επίσης η δεύτερη φωτό είναι το πρόσωπο της Κανελλοπούλου στο φέρετρό της, ντυμένη νύφη. Άλλη φωτογραφία της δεν μπορέσαμε να βρούμε.