Μα ποιος ήταν ο Γιάννης ο φονιάς;

Αλιεύει και παρουσιάζει η Σίσσυ Βωβού

Με τη μαύρη ή κατακόκκινη από το αίμα ιστορία των δύο τελευταίων γυναικοκτονιών, σκεφτήκαμε να φέρουμε στην επιφάνεια και την ιστορία δύο τραγουδιών, Ο Γιάννης ο Φονιάς το ένα, και Τα Νέα της Αλεξάνδρας για το οποίο έχουμε γράψει και βάζουμε τον σύνδεσμο, το άλλο. Βέβαια, στον αντίποδα των γυναικοκτόνων, υπάρχει και ο Αθανασόπουλος, με το τραγούδι Καημένε Αθανασόπουλε, υπόθεση για την οποία έγραψε βιβλίο πρόσφατα ο Οτάσιος Θεοφίλου, το οποίο επίσης παρουσιάζουμε. Έχει παρελθόν η ιστορία, ας ελπίσουμε όχι και μέλλον. Σ.Β.

Ο Μανώλης Μητσιάς ερμήνευσε το έξοχο «Ο Γιάννης ο φονιάς» του Μάνου Χατζιδάκι, σε στίχους Νίκου Γκάτσου, για το άλμπουμ «Αθανασία», που κυκλοφόρησε το 1976, με τη συμμετοχή και της Δήμητρας Γαλάνη.

Γράφει ο Ηλίας Μαγκλίνης

Ο κύριος Γκρι διαβάζει τη χορταστική συνέντευξη που δίνει στο σημερινό φύλλο ο Μανώλης Μητσιάς στην καλή συνάδελφο Γιώτα Συκκά και θυμάται πόσο τον είχε σημαδέψει στα νιάτα του το περίφημο «Ο Γιάννης ο φονιάς» του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου.

«Θυμάμαι τη ρυθμική, επιθετική σχεδόν, ένταση του μπουζουκιού στην εκπληκτική πρωτότυπη εκτέλεση του Μητσιά. Και τη φωνή του: θυμωμένη, στοιχειωμένη, λες και αφηγείται την ιστορία από τη μεριά του φονιά. Θυμάμαι και την πιο λυρική διασκευή για τον διπλό δίσκο της “Λαϊκής Αγοράς”, στην ενορχήστρωση του Νίκου Κυπουργού. Το γλυκόπικρο πιάνο αντικαθιστά το μπουζούκι με τρόπο εξαίσιο. Το κελαρυστό πιάνο και η θλιμμένη φωνή του Βασίλη Λέκκα με κάνουν να νιώθω ότι αυτή τη φορά ακούμε το τραγούδι από τη σκοπιά του κοριτσιού που σερβίρει τον αποφυλακισμένο φονιά. Είναι τώρα σαν να μιλάει το αμίλητο Φροσί». Πώς ένα τραγούδι εγκιβωτίζει μιαν αφήγηση σαν να ήταν διήγημα. Η ασύλληπτη οικονομία και ο αριστοτεχνικός υπαινιγμός του Γκάτσου.

«Και, βέβαια, η περιέργειά μου», λέει ο κύριος Γκρι, «αν ο Γιάννης ο φονιάς υπήρξε ποτέ». Με αφορμή την ωραία συνέντευξη στη σημερινή σελίδα 4, λοιπόν, βάλθηκε να κάνει μιαν υποτυπώδη έρευνα. Ετσι ανακάλυψε, στον ιστότοπο ilialive.gr, ότι ο παραγωγός της ΕΡΑ Γιώργος Μητρόπουλος διηγήθηκε στον Γκάτσο το φθινόπωρο του 1974, στον Φλόκα της Πανεπιστημίου (όπου εργάσθηκε για ένα διάστημα όταν φοιτούσε στη Νομική), ένα έγκλημα τιμής που συνέβη το 1960 στο χωριό του στην Ηλεία.

Τον αληθινό φονιά δεν τον έλεγαν Γιάννη, αλλά δεν έχει σημασία. Ο «Γιάννης», λοιπόν, είχε με τη γυναίκα του έξι αγόρια και μία κόρη, το Φροσί. Ο «Γιάννης» έπαιζε βιολί σε πανηγύρια, όταν ανακάλυψε πως ο κολλητός του βιολιστής διατηρούσε σχέση με τη γυναίκα του.

Ο «Γιάννης» σκοτώνει τη γυναίκα του, μα αθωώνεται λόγω «βρασμού ψυχής». Οπως διηγείται ο Γιώργος Μητρόπουλος, «ο “Γιάννης” ήταν ο μικρός αδελφός του παππού μου και μετά την αθώωση τον υποδέχτηκαν στη σάλα του πατρικού μου μαζί με τα παιδιά του όλοι οι συγγενείς· ήρθε και το 16χρονο Φροσί από την Αθήνα και την ίδια μέρα έφυγε ξανά για την Αθήνα όπου εργαζόταν». Το Φροσί, μην αντέχοντας τον χαμό της μάνας του, αυτοκτόνησε στα 18 του.

Ο Γ. Μητρόπουλος σχολιάζει πως για τους Πελοποννήσιους η σάλα του σπιτιού είναι ο ανοιχτός χώρος κάθε οικογένειας· εκεί η κοινότητα μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες της. «Ο Γκάτσος γνωρίζει αυτή τη διάσταση της σάλας από τα γεννοφάσκια του. Στην αποστροφή του λόγου του “μονάχα το Φροσί, με δάκρυ θαλασσί στα μάτια τα μεγάλα του φίλησε βουβά τα χέρια τ’ ακριβά και βγήκε από τη σάλα” δεν υπάρχει άλλη ερμηνεία: όποιος “βγαίνει” από τη σάλα αφήνει διά παντός πίσω του τον κόσμο – και η λογική συνέπεια “κι ο Γιάννης ο φονιάς στην άκρη της γωνιάς με του καημού τ’ αγκάθι, θυμήθηκε ξανά φεγγάρια μακρινά και τ’ όνειρο που εχάθη”».

ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 7-7-20

Τα Νέα της Αλεξάνδρας

«Τα νέα της Αλεξάνδρας» Μια νέα μαρτυρία που σοκάρει!

ΚΑΗΜΕΝΕ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΕ

Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου

Πρόκειται για μια από τις πιο πολύκροτες υποθέσεις στα εγκληματολογικά χρονικά του νεοελληνικού κράτους. Η υπόθεση είναι, ακόμα και σήμερα, γνωστή ως αυτή της «κακούργος πεθεράς» ή του «καημένου Αθανασόπουλου», ή του «εγκλήματος στου Χαροκόπου» ή του «τεμαχισμένου πτώματος στον Κηφισό».

Το βιβλίο Καημένε Αθανασόπουλε; είναι μια crime non-fiction νουβέλα, που καταπιάνεται με το δικαστικό σκέλος της υπόθεσης δολοφονίας και τεμαχισμού του εργολάβου Μίμη Αθανασόπουλου, με βασικές κατηγορούμενες τη Φούλα Αθανασοπούλου και τη μητέρα της, Αρτέμιδα Κάστρου.

Η αφήγηση ξεκινάει την Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 1932, δύο μέρες πριν την έναρξη της δίκης, και φτάνει στην 1η Νοεμβρίου 1932, οκτώ μήνες μετά την εις θάνατον καταδίκη για τις δυο βασικές κατηγορούμενες, οπότε γίνεται και η αίτηση χάριτος.

Αφηγητής είναι ο δημοσιογράφος Μ. Γοργός και η ιστορία εκτυλίσσεται μέσω των ρεπορτάζ που στέλνει προς δημοσίευση στον αρχισυντάκτη του. Ο Μ. Γοργός δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, αλλά μια σύνθεση του Πέτρου Πικρού, του Ε. Θωμόπουλου, ενδεχομένως του Βεν. Ζερβέα και άλλων ανώνυμων, δόκιμων ή λιγότερο γνωστών, δημοσιογράφων, που καταγράφουν σε παρόντα χρόνο τη συναρπαστική καθημερινότητα του ελληνικού μεσοπολέμου.

Η επιλογή των πληροφοριών και των περιγραφών δεν έγινε με όρους ακαδημαϊκής ή ερευνητικής αντικειμενικότητας. Η επιλογή δεν έγινε καν με όρους δημοσιογραφικής αντικειμενικότητας. Έγινε με στόχο να φωτιστούν πτυχές μιας υπόθεσης, που, λόγω του θεσμικού μισογυνισμού, οδήγησε στη θανατική καταδίκη και στον αιώνιο κοινωνικό διασυρμό, δυο αθώες γυναίκες.