Οι γυναίκες στο μπλόκο της Κοκκινιάς Διαμάντω και Αθηνά

 Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Ξημερώματα της Πέμπτης 17 Αυγούστου 1944 οι Γερμανοί με τους Έλληνες συνεργάτες τους – κουκουλοφόρους, ξεκίνησαν μια επιχείρηση που οδήγησε σε λουτρό αίματος με ομαδικές εκτελέσεις, εμπρησμούς και λεηλασίες σπιτιών: Το μπλόκο της Κοκκινιάς

Η Κοκκινιά τότε απαρτίζονταν, όπως και σήμερα, από πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, από τον Πόντο και άλλες περιοχές, που βρίσκονταν ρακένδυτοι, χωρίς στέγη, με καυτά ζωτικά προβλήματα, κυνηγημένοι από τους Τούρκους. Ο κόσμος αυτός για να μπορέσει να επιβιώσει εδώ στην Ελλάδα είχε συσπειρωθεί γύρω από τα εργατικά σωματεία και το εργατικό ΕΑΜ, και αγωνιζόταν.

Οι φασίστες ονομάζανε την Κοκκινιά “Μικρή Μόσχα” και είχαν βάλει στόχο να την ξεκληρίσουνε.

Μετά από διάφορες αποτυχημένες προσπάθειες  ετοίμασαν σχέδιο για τις 15 Αυγούστου, σύμφωνα με το οποίο δεν επιχείρησαν να μπουν κατευθείαν, αλλά να μπαίνουν σιγά – σιγά, από την Αγιά Σοφιά, τα Μανιάτικα, κυκλώνοντας δηλαδή την Κοκκινιά. Γύρω στις 3 τα ξημερώματα της Πέμπτης 17 Αυγούστου 1944, δεκάδες μηχανοκίνητα και πεζοπόρα τμήματα του Γερμανικού Στρατού μαζί με 500 βαριά οπλισμένους Γερμανούς και 2000 Έλληνες ταγματασφαλίτες εισέβαλαν στη Νίκαια, από την περιοχή της Πέτρου Ράλλη, στο ύψος του Γ’ Νεκροταφείου, και από το Περιβολάκι (Πλατεία Δαβάκη) και την περικύκλωσαν.

Μετά τις 6:00 π.μ. ακούστηκαν τα «χωνιά» στους δρόμους της Κοκκινιάς. «Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας. Όλοι οι άνδρες από 14-60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Όσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου».  Όμως αρκετοί ήταν εκείνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή και εκτελέστηκαν επί τόπου στα σπίτια τους. Όπου υπήρχε παράνομος που κρυβόταν, οι Γερμανοί και οι ταγματασφαλίτες έμπαιναν στα σπίτια και άρπαζαν ότι έβρισκαν, κατέστρεφαν, έκαιγαν, έβριζαν και χτυπούσαν τα γυναικόπαιδα και τέλος έβαζαν φωτιά και στη συνοικία. Το μεγαλύτερο ολοκαύτωμα έγινε στην περιοχή Αρμένικα όπου λαμπάδιασαν τα σπίτια.

Γύρω στις 8.00 π.μ. η πλατεία της Οσίας Ξένης, αλλά και οι γύρω δρόμοι, είχαν γεμίσει από κόσμο, 25.000 άτομα περίπου. Οι γυναίκες με τα παιδιά έκλαιγαν και οδύρονταν ακολουθώντας με αγωνία τους δικούς τους ανθρώπους. Οι άντρες στην πλατεία, χωρίζονταν κατά ομάδες σε πεντάδες με κενά μεταξύ τους για να μπορούν οι δήμιοι να υποδεικνύουν όποιον θέλουν. Η εντολή ήταν να κάθονται γονατιστοί με ψηλά το κεφάλι. Η ζέστη αφόρητη και αρκετοί ήταν αυτοί που λιποθυμούσαν και ζητούσαν εναγωνίως λίγες σταγόνες νερό. Όσες γυναίκες προσπαθούσαν να πλησιάσουν τους κρατούμενους, κακοποιούνται μπροστά σε όλους. Όταν γέμισε η πλατεία της Οσίας Ξένης, από τους συγκεντρωμένους, και τους γονάτισαν όλους, τότε, βάλανε τις κουκούλες οι χαφιέδες και περνάγανε δίπλα από τον κόσμο και έδειχναν. Όποιον έδειχναν τον έπαιρναν για εκτέλεση, στη μάντρα του υφαντουργείου ταπητουργείου Παγιασλή, κοντά στην πλατεία της Οσίας Ξένης, που σήμερα είναι το γήπεδο.

Εκατοντάδες γυναίκες προσπαθούσαν να ανακουφίσουν τον πόνο των αγωνιστών και με στάμνες κουβαλούσαν λίγο νερό και λίγο ψωμί. Οι δήμιοι έσπαγαν τις στάμνες, κλώτσαγαν τις γυναίκες έβριζαν…

Κάποιοι από τους δωσίλογους προδότες της εποχής εκείνης που ματοκύλισαν την Κοκκινιά, δείχνοντας στους Γερμανούς τους προοδευτικούς ανθρώπους, ήταν: ο Μπατράνης, ο Βακαλόπουλος, ο Παρθενίου, ο Τσιμπιδάρος, ο Τσανακαλιώτης, ο Τηλέμαχος, Μόρφης (της Ειδικής Ασφάλειας),ο  Μητρόπουλος, ο Γκίνος, μαζί με τον λοχαγό Παπαγεωργίου και τον διερμηνέα Ανθόπουλο κλπ με το δάχτυλο τεντωμένο… Οι χαφιέδες αυτοί είχαν παράδοση συνεργασίας και με τη δικτατορία του Μεταξά

Επικεφαλής της κτηνωδίας που εξελίχθηκε σε λίγες ώρες, ήταν ο συνταγματάρχης Ιωάννης Πλυντζανόπουλος, ο ταγματάρχης Γιώργος Σγούρoς και ο διοικητής του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Νίκος Μπουραντάς.

Τη μέρα του μπλόκου την ώρα των ομαδικών εκτελέσεων μια ομάδα ανταρτών με επικεφαλής τους την ξακουστή αντάρτισσα Διαμάντω Κουμπάκη κρύβονταν στο βόρειο τμήμα της πόλης σε σπίτια συναγωνιστών τους. Γύρω στις 11:00 π.μ., οι Γερμανοί πληροφορήθηκαν ότι στη Νεάπολη προδόθηκε το κρησφύγετο μιας ομάδας του εφεδρικού ΕΛΑΣ, στην οποία συμμετείχε η Διαμάντω. Τα γερμανικά καμιόνια έζωσαν την περιοχή και αρχίσαν να καίνε τα σπίτια. Από τα 90 σπίτια της περιοχής καίγονται τα 80. Για το λόγο αυτό η συνοικία του 4ου Καραβά ονομάστηκε «Καμένα». Σκοτωθήκανε πολλοί κι έμεινε μόνη της. Την φέρανε σέρνοντας από τα μαλλιά στη μάντρα για την εκτέλεση.  Η χαρά των Γερμανών ήταν μεγάλη διότι κατάφεραν να την συλλάβουν. Καθώς τη χτυπούσαν κατευθυνόμενοι προς τη Μάντρα η Διαμάντω τους έβριζε και τους απαντούσε «σαν και εσάς προδότες εγώ έφαγα 65!». Παρά το άγριο ξυλοδαρμό της με τους υποκόπανους των όπλων, φθάνοντας στη Μάντρα του μαρτυρίου και λίγο πριν την εκτελέσουν βρήκε το κουράγιο να φωνάξει «Μια ζωή τη χρωστάμε, ας μην την πάρουν οι προδότες. Υπάρχουν χιλιάδες λεβέντες. Θα τους εκδικηθούν». Παρόμοια κατάληξη είχε και μια άλλη αντάρτισσα, η Αθηνά Μαύρου. Καθώς την έσερναν βίαια στην Οσία Ξένη, για να μαρτυρήσει όσους γνώριζε, φώναξε: «αδέλφια το κεφάλι ψηλά, δε γνωρίζω κανέναν και ας με φάει το βόλι του Γερμανού».

Είχανε στοιβάξει όλα τα άτομα το ένα πάνω στο άλλο και βγήκε το χωνί και είπε να έρθουν οι οικογένειες να πάρουν τους νεκρούς τους για να τους θάψουνε. Υπολογίζονται σε 350 πτώματα που μεταφέρθηκαν και θάφτηκαν στο Γ’ Νεκροταφείο.  Όσοι δεν εκτελέστηκαν, περίπου 8.000 Κοκκινιώτες, τους πήγαν στο Χαϊδάρι κι από εκεί οδηγήθηκαν ως όμηροι στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ή/και διασπάρθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα για καταναγκαστική εργασία στη Γερμανία.

Τα κορμιά των εκτελεσμένων στην μάντρα ήταν πεσμένα μπρούμυτα το ένα δίπλα στο άλλο, σε δύο σειρές και με το κεφάλι προς την ανατολική και δυτική πλευρά της αίθουσας. Στη νοτιοανατολική γωνία της αίθουσας, και πάνω στα κορμιά των ανδρών βρίσκονταν μπρούμυτα το σώμα της Διαμάντως. Στη νοτιοδυτική γωνία της αίθουσας και πάνω από τα σώματα των ανδρών βρίσκονταν μπρούμυτα επίσης το σώμα της Αθηνάς Μαύρου…

ΠΗΓΗ: www.ertnews.gr, Λεύκωμα του Δήμου Νίκαιας για τα 60 χρόνια από το Μπλόκο της Κοκκινιάς